Του Κώστα Στούπα* από το Άρδην τ. 129 που κυκλοφορεί
Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν σαφή σημάδια βελτίωσης της εικόνας της ελληνικής οικονομίας. Όποιος τα παραβλέπει ή τα υποτιμά μεροληπτεί. Το χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μειώνεται, ο προϋπολογισμός μετά την περιπέτεια της πανδημίας γίνεται πλεονασματικός, το ΑΕΠ αυξάνεται με ρυθμό μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. και οι εξαγωγές το ’22 σημείωσαν ιστορικό ρεκόρ.
Οι New York Times, πριν μερικούς μήνες, εξήραν την πρόοδο της χώρας γράφοντας: «Σήμερα είναι μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης. Σε μια σημαντική αναγνώριση της ανάκαμψης της χώρας, οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης αναβαθμίζουν την αξιολόγηση του χρέους της Ελλάδας και ανοίγουν τον δρόμο για μεγάλους ξένους επενδυτές». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο φιλελεύθερος Economist, πριν μερικές μέρες, ανέφερε πως η Ελλάδα πέτυχε τη μεγαλύτερη βελτίωση στο επιχειρηματικό περιβάλλον μεταξύ 82 χωρών, σκαρφαλώνοντας κατά 28 θέσεις.
Η Ελλάδα σκαρφάλωσε στην 34η θέση χάρη στη φιλοεπιχειρηματική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας η οποία έχει εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, μείωσε φόρους και έλαβε πρωτοβουλία για την ενίσχυση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, αναφέρει η έκθεση. Κατά την ανάλυση του Economist, οι χώρες που καταγράφουν βελτίωση στο επιχειρηματικό περιβάλλον είναι πιθανό να έχουν αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού ΑΕΠ, των συνολικών επενδύσεων και των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων.
Τα σημαντικότερα βήματα της ελληνικής οικονομίας είναι τα εξής:
–Το 2023 τελείωσε με την αύξηση του ΑΕΠ να αναμένεται περί το 2%, όταν ο μέσος όρος της ευρωζώνης δεν θα ξεπεράσει το 0,5%.
Το ΑΕΠ το 2023 αναμένεται να κλείσει σε όρους όγκου στα 194,5 δισ. ευρώ έναντι 190,7 δισ. ευρώ το 2022.
–Οι εξαγωγές το 2022, βοηθούμενες από την αύξηση των τιμών, αλλά και το κλείσιμο της πανδημίας, πραγματοποίησαν ιστορικό ρεκόρ φτάνοντας τα 53,7 δισ. ευρώ. Το 2023 υπολογίζεται να φτάσουν τα 49,4 δισ. ευρώ.
Οι ελληνικές εξαγωγές, μέσα σε μια δεκαετία, έχουν διπλασιαστεί, αυτό αναμφίβολα είναι μια επιτυχία. Το πρόβλημα είναι πως, στο ίδιο διάστημα, έχουν διπλασιαστεί και οι εισαγωγές, οι οποίες από 46,7 δισ. ευρώ το 2013, το 2022 σκαρφάλωσαν στα 93,3 δισ. ευρώ και το 2023 έφτασαν τα 81,8 δισ. ευρώ.
Επειδή η Ελλάδα όμως είναι μια τουριστική και διαμετακομιστική οικονομία, θα πρέπει να δούμε και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, στο οποίο εμπεριέχονται και τα εισοδήματα από τον τουρισμό και τις μεταφορές.
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το 2022 διαμορφώθηκε σε έλλειμμα 20,1 δισ. ευρώ, το οποίο το 2023 έπεσε στα 14,1 δισ. ευρώ. Το 2019 όμως ήταν μόλις 1,7 δισ. ευρώ ενώ το 2009, πριν τη χρεοκοπία, είχε φτάσει στο ρεκόρ των 21,6 δισ. ευρώ.
Υπάρχει βελτίωση του ΑΕΠ και των εξαγωγών, αλλά η παράλληλη αύξηση των εισαγωγών υποδηλώνει τα «πήλινα πόδια» της ελληνικής ανάπτυξης. Μια οικονομία που καταναλώνει περισσότερα καύσιμα απ’ όσα παράγει είναι μια οικονομία που μακροπρόθεσμα θα έχει πρόβλημα. Το βιώσαμε αυτό την περίοδο πριν το διεθνές κραχ του 2008 και τη χρεοκοπία του 2010.
– Ένας άλλος δείκτης που υποδηλώνει την πορεία μιας οικονομίας είναι ο Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου. Ο δείκτης αυτός, που υπολογίζει τις επενδύσεις που γίνονται στη χώρα, το 2023, έφτασε τα 37 δισ. ευρώ. Το 2014 ήταν στο ναδίρ, με 21 δισ. ευρώ. Με δεδομένο πως οι ετήσιες αποσβέσεις υπολογίζονται περί τα 30 δισ. ευρώ, το 2023 έχουμε θετικό ισοζύγιο. Πάρα ταύτα απέχουμε πολύ από τα 59,3 δισ. ευρώ του 2008. Προκειμένου να υποστηρίξουμε πως αφήσαμε πίσω τα της χρεοκοπίας, ο Ακαθάριστος Σχηματισμός θα πρέπει να ξεπεράσει τα 60 δισ. ευρώ τον χρόνο. Για να πούμε πως η Ελλάδα εξελίσσεται σε μια οικονομική τίγρη των Bαλκανίων, ο ακαθάριστος σχηματισμός θα πρέπει να ξεπεράσει τα 100 και 150 δισ. τον χρόνο.
Παρά ταύτα, οι αναλυτές των διεθνών οίκων και οι δημοσιογράφοι σοβαρών και έγκριτων διεθνών μέσων θριαμβολογούν για την επιστροφή του «ασώτου» τέκνου της Νότιας Ευρώπης. Οι αγορές, των οποίων η γνώμη έχει μεγαλύτερη βαρύτητα γιατί τοποθετούν και κεφάλαια, ακολουθούν.
Η Ελλάδα, τον Ιανουάριο, βγήκε στις διεθνείς αγορές και δανείστηκε με επιτόκιο χαμηλότερο από αυτό που δανείζονται οικονομικές υπερδυνάμεις όπως οι ΗΠΑ ή η Ιταλία. Οι αγορές στοιχηματίζουν λοιπόν στο αισιόδοξο σενάριο. Οι περιπτώσεις της ΔΕΗ και του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, οι οποίες μαγνητίζουν το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών, είναι χαρακτηριστικές του θετικού κλίματος που έχει διαμορφωθεί.
Αν υπάρχει μια εταιρεία που σηματοδοτεί αυτή την αναγέννηση είναι η ΔΕΗ, η οποία, από το «και πέντε της χρεοκοπίας» πριν το 2019, έχει εξυγιανθεί και σχεδιάζει στρατηγικό ρόλο στις ενεργειακές εξελίξεις των Βαλκανίων. Η ΔΕΗ, από την κατάσταση της αδυναμίας κάλυψης των υποχρεώσεων πριν λίγα χρόνια, το 2030 προβλέπει να εμφανίσει λειτουργικά κέρδη περί τα 3 δισ. ευρώ.
Η αναγέννηση της ΔΕΗ ενδεχομένως θα πρέπει να αποτελέσει case study για την ελληνική κρατικοδίαιτη οικονομία.
Υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος
H Ελλάδα μπορεί να εμφανίζει θεαματική βελτίωση τα τελευταία 4-5 χρόνια, εμφανίζει όμως σημαντική υστέρηση τα τελευταία 20-30 χρόνια.
Το 1995, π.χ., η Ελλάδα είχε ΑΕΠ περί τα 136 δισ. δολάρια, η Τουρκία περί τα 169 δισ. δολάρια και η Ρουμανία 37,4 δισ. δολάρια. Για την ακρίβεια, το 1995, η Ελλάδα είχε σχεδόν ίδιο ΑΕΠ με τη Τουρκία και μεγαλύτερο από όλες τις βαλκανικές χώρες μαζί.
Το 2023, το ελληνικό ΑΕΠ ήταν στα 219 δισ. δολάρια, το τουρκικό πάνω από 900 δισ. δολ. και το ΑΕΠ της Ρουμανίας ξεπέρασε τα 300 δισ. δολάρια. Τα τελευταία 30 χρόνια, λοιπόν, όλες οι βαλκανικές χώρες αναπτύχθηκαν ταχύτερα από την Ελλάδα. Η δε διαφορά με την Τουρκία έγινε μη διαχειρίσιμη.
Μια χώρα με 8πλάσιο πληθυσμό και τετραπλάσιο ΑΕΠ οικονομικά, διπλωματικά και στρατιωτικά διαθέτει πολλαπλάσια ισχύ, σε σημείο που η αποτρεπτική ισχύς της μικρότερης να καθίσταται πέραν των υλικών δυνατοτήτων της. Τούτο γιατί σε μια αναμέτρηση συνήθως κερδίζει αυτός που έχει το μεγαλύτερο βάθος. Αυτός που μπορεί να αντικαθιστά με μικρότερο κόστος υλικές και ανθρώπινες απώλειες. Μοιραία, η εξάρτηση από ισχυρότερους συμμάχους γίνεται αναγκαστική, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για υποχωρήσεις και παραχωρήσεις.
Το δημογραφικό αδιέξοδο
Με βάση τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και του Ληξιαρχείου, το 2022 έκλεισε με το μεγαλύτερο έλλειμμα στο ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων από το 1931 μέχρι σήμερα. Οι γεννήσεις περιορίστηκαν (με βάση το Ληξιαρχείο) στις 77.100, ενώ οι θάνατοι ήταν (με βάση την ΕΛΣΤΑΤ) 140.292.
Η μεγάλη εικόνα
Στην ιστορία δεν υπάρχει οικονομία που αναπτύσσεται όταν ο πληθυσμός μειώνεται. Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά ολόκληρη τη Δύση. Την ώρα που ο πληθυσμός της Ελλάδας και της Δύσης μειώνεται, ο πληθυσμός στις χώρες της Ασίας και της Αφρικής αυξάνεται. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον νόμο των συγκοινωνούντων δοχείων, έχει αρχίσει η μετακίνηση πληθυσμών από τις περιοχές που έχουν αυξανόμενο πληθυσμό προς τις περιοχές όπου ο πληθυσμός γηράσκει και μειώνεται.
Οι πληθυσμοί που εισέρχονται όμως μεταφέρουν τα ήθη και τις αξίες τους, διαφέρουν από αυτές των κοσμικών δυτικών δημοκρατιών και των ελεύθερων αγορών.
Το πρόβλημα γίνεται περισσότερο περίπλοκο, αν σκεφτεί κάποιος πως, στη Δύση, αντί να μεθοδεύουμε πώς θα αυξηθούν οι γεννήσεις και πώς θα οργανώσουμε τη μετανάστευση με τρόπο που να μην διαβρώσει τις αξίες και τον τρόπο ζωής μας, βασανιζόμαστε αν στις δημόσιες τουαλέτες θα υπάρχουν και πόρτες για περισσότερα των δύο φύλων. Σε μια έρευνα που έγινε πριν μερικούς μήνες στη Νέα Υόρκη, το ποσοστό αυτών που προβληματίζονται ή δυσανασχετούν με το βιολογικό τους φύλο, φτάνει το 20%. Τούτο, με βάση τα βιολογικά και κοινωνιολογικά δεδομένα, είναι απίθανο. Μάλλον πρόκειται για φαινόμενο εκφυλιστικού μιμητισμού.
Ένα άλλο πρόβλημα που θα κληθεί η Δύση να αντιμετωπίσει σύντομα είναι μια κρίση χρέους σαν αυτή που αντιμετώπισε η Ελλάδα την περασμένη δεκαετία. To 2022, το παγκόσμιο χρέος έφτασε το 238% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η Ελλάδα χρεοκόπησε με μικρότερο ποσοστό. Οι απανταχού κυβερνήσεις και Κεντρικές Τράπεζες, αντί να μειώσουν δαπάνες για να θέσουν το χρέος υπό έλεγχο, μειώνουν τα επιτόκια, για να διευκολύνουν την εξυπηρέτησή του.
Καθώς ο πληθωρισμός είναι κυρίως νομισματικό φαινόμενο, οι ασύδοτες νομισματικές πολιτικές με τις πολιτικές χαλαρώσεις και τα αρνητικά επιτόκια αργά ή γρήγορα θα οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτο πληθωρισμό. Μια πρώτη γεύση πήραμε τα δύο τελευταία χρόνια. Το πιθανότερο είναι πως ο πληθωρισμός θα επανέλθει.
Στη Δύση λαμβάνει χώρα ένας άτυπος σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, που έχει εκφυλιστικές συνέπειες στις συμπεριφορές και υποσκάπτει τη δυναμική του καπιταλισμού που την ανέδειξε σε πλανητική δύναμη.
Η αποπαγκοσμιοποίηση, η αύξηση των αμυντικών δαπανών λόγω αύξησης της γεωπολιτικής έντασης, η δημογραφική γήρανση και το αυξημένο κόστος της ενεργειακής μετάβασης συμβάλλουν προς αυτή τη κατεύθυνση.
Υπό το πρίσμα αυτό, η ελληνική κρίση χρεοκοπίας της περασμένης δεκαετίας αποτελεί έναν προπομπό αυτού που ακολουθεί στην υπερχρεωμένη και αποξενωμένη από την πραγματικότητα, λόγω τρυφηλής διαβίωσης, Δύση. Οι δυτικές κοινωνίες, προκειμένου να ανταπεξέλθουν πρέπει να καλλιεργήσουν στους ανθρώπους τους το ένστικτο επιβίωσης και δημιουργικότητας που τις έκανε να ξεχωρίσουν τους τελευταίους αιώνες.
Η επόμενη κρίση για την Ελλάδα μάλλον θα είναι εισαγόμενη, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως θα είναι λιγότερο οδυνηρή. Κατά τη χρεοκοπία της περασμένης δεκαετίας, η Ελλάδα έπεσε στα μαλακά, γιατί οι Δυτικοί εταίροι και σύμμαχοι άπλωσαν ένα δίχτυ εκατοντάδων δισ. ευρώ. Αν περιέλθει στην ίδια κατάσταση η παγκόσμια οικονομία, μόνο οι εξωγήινοι θα μπορούσαν να παρέμβουν. Δυστυχώς, δεν έχουν εμφανιστεί ακόμη.
Το πλεονέκτημα που μας έδωσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, με την κατοχή των βαλκανικών και ανατολικών χωρών στον σοβιετικό οικονομικό μεσαίωνα, το σπαταλήσαμε με τη διόγκωση του κράτους της μεταπολίτευσης.
Βρεθήκαμε να προηγούμαστε σχεδόν μισό αιώνα από τις άλλες βαλκανικές χώρες και τώρα η διαφορά έχει μειωθεί δραματικά. Ταυτόχρονα, η πληθυσμιακή και οικονομική διαφορά με την Τουρκία, που διατηρεί βλέψεις εναντίον μας, έχει διευρυνθεί επικίνδυνα.
Αυτό που είναι περισσότερο ανησυχητικό είναι ο συβαριτισμός της ελληνικής κοινωνίας η οποία, όπως και οι περισσότερες δυτικές κοινωνίες, φαίνεται να έχει πάρει διαζύγιο από τη γεωπολιτική και την πραγματικότητα που συνάρθρωνε το ένστικτο επιβίωσης.
*Ο Κ. Στούπας είναι αρθρογράφος του capital.gr και συγγραφέας του βιβλίου «Η Επερχόμενη Αταξία» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου