Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022

Ο ελληνο-οθωμανισμός των εκσυγχρονιστών

(Φωτ.: EUROKINISSI / Γιώργος Κονταρίνης)

Γράφει ο Παντελής Σαββίδης

Ένα από τα πολλά προβλήματα της νεοελληνικής κοινωνίας είναι και η «εκσυγχρονιστική» τάση, η οποία αποδομεί μια ήδη αποδομημένη σε πολλά χώρα.

«Εκσυγχρονιστική» ονομάστηκε η ομάδα και οι κοινωνικές δυνάμεις που εξέφρασε ο κ. Σημίτης. Ορισμοί για τον εκσυγχρονισμό υπάρχουν πολλοί, όμως στην Ελλάδα δεν αποδόθηκε κανείς. Ως «εκσυγχρονιστές» αποκλήθηκε μια ομάδα πολιτικών και ακαδημαϊκών που υπό την ηγεσία Σημίτη θέλησε να αντικαταστήσει τον ανδρεοπαπανδρεϊσμό (ο οποίος είχε ιδεολογικά χαρακτηριστικά). Ηχούσε καλά στα λαϊκά αυτιά.

Συνήθως –και πολύ απλοϊκά– εκσυγχρονιστές ονομάστηκαν στην Ελλάδα όσοι θέλησαν η χώρα να προσομοιάσει με τα κράτη της Δυτικής Ευρώπης. Όσοι ήταν φιλοευρωπαϊστές.

Οι άλλοι, όσοι δηλαδή θέλησαν (ή θέλουν) ν’ αναφέρονται στην παράδοση και επιμένουν στη λειτουργία του εθνικού κράτους θεωρούνται από τους «εκσυγχρονιστές» ως αναχρονιστές. (Στην καλύτερη περίπτωση «παραδοσιακοί»).

Είναι, όμως, και μία τρίτη κατηγορία (μπορεί να υπάρχουν και άλλες), η οποία ακολουθεί την παράδοση αλλά θέλει τη χώρα στις δυτικές δομές και σέβεται τις αξίες που πήραν σύγχρονη μορφή με τη Γαλλική Επανάσταση. Αυτή η ομάδα δεν είναι η κλασική παραδοσιακή που εμμένει στην απομόνωση, ούτε και η σημιτική «εκσυγχρονστική» που «Δύση δώστε και πάρτε μας την ψυχή»· βλέπει και στην παράδοση και στον εκσυγχρονισμό.

Αυτή η τάση στην Ελλάδα δεν εκφράζεται ούτε ιδεολογικά ούτε πολιτικά, διότι η ελληνική κοινωνία είναι μανιχαϊστική. Δεν μπορεί να ανεχθεί τις συνθέσεις και τις πολυπλοκότητες, προτιμά τις απλοποιήσεις.

Ένας από τους εκπροσώπους της κλασικής εκσυγχρονιστικής αντίληψης όπως περιγράφηκε παραπάνω  είναι ο ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ Παναγιώτης Ιωακειμίδης.

Τον αναφέρω διότι δίνει συχνά με την αρθρογραφία του το στίγμα των Ελλήνων εκσυγχρονιστών – και τελευταία απασχόλησε την επικαιρότητα με ένα άρθρο του στα Νέα. Ως μεμονωμένη άποψη του κ. Ιωακειμίδη το άρθρο έχει μια δεδομένη σημασία. Ως έκφραση όμως της εκσυγχρονιστικής αντίληψης τα όσα αναφέρει αποκτούν άλλη διάσταση.

Αυτό που περιγράφει είναι η αναγκαιότητα σύγκλισης με την Τουρκία, διότι είναι ανώφελο να την συναγωνίζεται η Ελλάδα στους εξοπλισμούς.

Η άποψη Ιωακειμίδη δεν είναι πρωτόγνωρη. Δεν στερείται και βάσης. Έχει μάλιστα και ιστορικό βάθος.

Εντούτοις είναι ανεδαφική και μη συμφέρουσα:

1. Είναι ανεδαφική διότι, ακόμη και αν το ελληνικό πολιτικό σύστημα το θελήσει, δεν είναι σίγουρο ότι θα θελήσει τη σύγκλιση η Τουρκία αν δεν υπάρχουν όροι υποταγής της Ελλάδας. Αν η πρόταση προϋποθέτει υποταγή, τότε είναι εντελώς ανεδαφική. Υπάρχει κάποιος που θα θελήσει να υποταγεί στην Τουρκία για να σταματήσουν οι ενοχλήσεις;

2. Ο κ. καθηγητής καθώς κάνει την πρότασή του θα πρέπει να μας πει πώς εννοεί την σύγκλιση. Αν είναι σε ζητήματα χαμηλής πολιτικής, είναι ευκταία. Και γίνεται προσπάθεια να επιτευχθεί. Μια σύγκλιση σε επίπεδο κοινωνιών, επίσης. Είναι και επιδίωξη του υπογραφόμενου μια επικοινωνία σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών.

Αλλά μια πολιτική σύγκλιση πού μπορεί να επιτευχθεί; Η Τουρκία έχει διατυπώσει συγκεκριμένες απαιτήσεις από την Ελλάδα. Δεν θα θελήσει καμιά σύγκλιση αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά της αυτά. Η Άγκυρα δεν ακολουθεί καιροσκοπική πολιτική, όπως η Αθήνα. Έχει στρατηγική και τακτική. Πλανάται ο αρθρογράφος αν νομίζει πως θα εγκαταλείψει τις διεκδικήσεις της για μια ισότιμη σύγκλιση.

Ζητά ο κ. Ιωακειμίδης να παραχωρήσει η Ελλάδα ό,τι απαιτεί η Τουρκία για να υπάρξει σύγκλιση; Ας μας το διευκρινίσει.

3. Στην πρόταση του κ. καθηγητή περιλαμβάνεται και το πάγωμα των εξοπλισμών από ελληνικής πλευράς, με το επιχείρημα ότι η Τουρκία έχει δική της πολεμική βιομηχανία και ότι όσο και αν ξοδευτεί η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να την παρακολουθήσει.

4. Δυστυχώς η μοίρα το έφερε η Ελλάδα να είναι εξ ορισμού ανταγωνιστική δύναμη της Τουρκίας. Οι δύο χώρες εκπροσωπούν στην ίδια περιοχή δύο διαφορετικούς πολιτισμούς και διεκδικούν επιρροή στον ίδιο γεωπολιτικό χώρο. Είναι χώρες που διαδέχθηκαν δύο διαφορετικούς πολιτισμούς.

Η Ελλάδα, όπως εξελίχθηκε από την Επανάσταση του 1821 (που δεν ήταν Παλιγγενεσία, αλλά συνέχεια ενός έθνους και ενός πολιτισμού) για να μπορέσει να ικανοποιήσει τους στόχους της έπρεπε να έρθει σε βίαιη αντιπαράθεση με την Τουρκία. Η αντιπαράθεση αυτή συνεχίζεται.

Η Επανάσταση του 1821, ως κομβικό σημείο μιας ελληνικής συνέχειας, δεν τελείωσε. Συνεχίζεται. Και δεν συνεχίζεται μόνο από την ελληνική πλευρά. Και η Τουρκία έτσι αντιμετωπίζει την εξέλιξη. Η αναθεωρητική της πολιτική αμφισβητεί ό,τι συμφωνήθηκε κατά τη συνεχιζόμενη εξέλιξη αυτής της Επανάστασης.

5. Υπήρξε μια περίοδος κατά την οποία η σύγκλιση αυτή μπορούσε να επιτευχθεί. Ήταν η περίοδος μιας τάσης που αναπτύχθηκε κυρίως στην Κωνσταντινούπολη από Ρωμιούς και η οποία έβλεπε τον ελληνισμό (όρος που καθιέρωσε ο Παπαρρηγόπουλος) να εξελίσσεται ως μια οθωμανο-ελληνική σύγκλιση. Να αναλάβουν, δηλαδή, τα ηνία της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι Έλληνες.

Μια παρόμοια αντίληψη είχε αργότερα και ο Ίωνας Δραγούμης. Δεν θα ήταν κακή ιδέα. Αλλά η ευκαιρία χάθηκε και το γεγονός δεν συνέβη.

Για όσους θα είχαν αντίρρηση στην ιδέα, καλό είναι να μας εξηγήσουν γιατί. Η Ελλάδα μέσω της σύνθεσης αυτής θα περιλάμβανε σε ένα νέο κρατικό μόρφωμα το σύνολο του ελληνισμού. Η ιστορία στην περιοχή θα εξελισσόταν πολύ διαφορετικά. Βεβαίως το κρατικό μόρφωμα δεν θα ήταν αμιγώς εθνικό και χριστιανικό, αλλά ο ελληνισμός έζησε σε διάφορες κρατικές μορφές στο πέρασμα των αιώνων.

Κανείς δεν μπορεί να μας πει ότι η εξέλιξη θα ήταν αρνητική. Αν οι Έλληνες έχουν εμπιστοσύνη στον πολιτισμό τους θα έπρεπε να είναι σίγουροι ότι θα επικρατούσε. Στην Ιστορία οι ισχυρότεροι πολιτισμοί επικρατούν των λιγότερο δελεαστικών.

Αυτή η εποχή, όμως, πέρασε με τελευταία προσπάθεια από τον Βενιζέλο, μια προσπάθεια που διακωμωδείται από όσους βλέπουν επιφανειακά τα πράγματα.

6. Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Όπως έγραψα και παραπάνω, η Ελλάδα εξ ορισμού είναι ανταγωνιστική της Τουρκίας δύναμη στην περιοχή. Και έτσι βλέπει τα πράγματα και η Τουρκία. Αν η γειτονική χώρα αλλάξει σε επίπεδο ηγεσίας, ιδεολογίας και προτάξεων της αναθεωρητικής πολιτικής της, τότε να βάλουμε το θέμα προς συζήτηση.

Όμως, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα αυτό είναι αδύνατο. Η Ελλάδα μπορεί να ωφεληθεί από την αντιπαράθεση. Κυρίως, μπορεί να επωφεληθεί από την κούρσα των εξοπλισμών. Αν και πράγματι είναι σαν να επενδύει σε τρύπιο κουμπαρά. Θα έλεγα πως οι εξοπλισμοί αυξάνουν την εξάρτηση.

Πρέπει να τους κάνει –και καλώς τους κάνει–, αλλά πρώτη προτεραιότητά της θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη δικής της στρατιωτικής βιομηχανίας, έστω και αν οικονομικά είναι ασύμφορη.

Διότι η παραγωγή πολεμικού υλικού δεν παρέχει απλώς στη χώρα κάποιο βαθμό αυτονομίας σε δύσκολες στιγμές. Γύρω από την ανάπτυξη στρατιωτικής βιομηχανίας μπορεί να αναπτυχθεί το σύνολο της οικονομίας και να αυξηθεί εκθετικά η σύγχρονη γνώση στις νέες τεχνολογίες.

Η περί την ανάπτυξη της στρατιωτικής βιομηχανίας προσπάθεια μπορεί να δώσει ώθηση σε όλες τις μορφές της οικονομίας και να εισάγει τεχνογνωσία την οποία στερείται αυτήν την ώρα η χώρα.

Όπως συνέβη με τους Αμερικανούς στην διαστημική τους περιπέτεια.

Απορώ γιατί δεν το βλέπει έτσι το θέμα η «εκσυγχρονιστική» ομάδα, η οποία επενδύει στην οικονομία. Θα μου πείτε πως απεχθάνεται τις στρατιωτικές δαπάνες.

Ως εκσυγχρονιστές θα πρέπει να γνωρίζουν πως η φιλειρηνική τους διάθεση θα ικανοποιηθεί μόνο αν υπάρχει ισορροπία ισχύος. Η στρατιωτική εξισορρόπηση είναι που θα μειώσει τον κίνδυνο πολέμου, και όχι η εγκατάλειψη των αμυντικών προσπαθειών.

Θα θυμούνται, άλλωστε, το μέγα λάθος της κυβέρνησης Σημίτη όταν μετά το Ελσίνκι και την έναρξη της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, η τότε ελληνική κυβέρνηση εγκατέλειψε τους εξοπλισμούς με το επιχείρημα ότι πλέον το λόγο έχει η διπλωματία.

Ναι, ισχύει αυτό. Αλλά για μια διπλωματία η οποία υποστηρίζεται από ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις. Διαφορετικά μιλάμε για διπλωματία που συνδιαλέγεται για τους όρους της υποταγής.

Θα ήθελα να αναφερθώ εν τάχει και σε τρία άλλα σημεία όπου ο «εκσυγχρονισμός» στην Ελλάδα είναι προβληματικός. Θα τα αναπτύξω μια άλλη φορά, αλλά επιγραμματικά ο ελληνικός «εκσυγχρονισμός»:

  • Λειτούργησε αποδομητικά στο θέμα της χριστιανικής πίστης. Το θρησκευτικό φαινόμενο δεν εξαντλείται στο δίλημμα αν θα πάμε στην Κόλαση ή στον Παράδεισο. Αυτά είναι για μαθητές δημοτικού. Η θρησκεία ενός λαού είναι ένας ολόκληρος πολιτισμός. Γύρω της διαπλέκονται τα πάντα. Και αν την αποδομήσεις πρέπει να την αντικαταστήσεις με κάτι το ίδιο αποτελεσματικό. Όλες οι προσπάθειες απέτυχαν.
  • Λειτούργησε αποδομητικά και στην πρόσληψη της ελληνικής ιστορίας από την ελληνική κοινωνία. Το αποτέλεσμα είναι εμφανές. Η κοινωνική δομή καταρρέει. Τα στοιχεία που κρατούν συνεκτική μια κοινωνία εκλείπουν. Και βοηθούσης της μετανάστευσης ασιατικών λαών ο κίνδυνος είναι εμφανής.
  • Αντί να κάνει τομές στην οικονομία αναπαράγει ένα κοτζαμπάσικο σύστημα σε ένα κράτος συγκεντρωτικό μέχρι ολοκληρωτισμού. Και τα χαρακτηριστικά αυτά δεν παραπέμπουν σε δημοκρατία. Είναι ολοκληρωτισμός.

Το εκσυγχρονιστικό φαινόμενο διατρέχει οριζόντια το πολιτικό φάσμα, αλλά επειδή εκφραστής του στην μεταπολίτευση υπήρξε ο Κώστας Σημίτης περιστρέφεται γύρω από το ΠΑΣΟΚ.

Ας τα έχει αυτά υπόψη ο νέος ηγέτης του Κινήματος. Η υιοθέτηση αυτών των απόψεων δεν θα τον βοηθήσει.

ΠΗΓΗ pontosnews

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου