Δευτέρα 18 Απριλίου 2022

Η υπομονή προς ουδέτερο Ερντογάν κάποια στιγμή τελειώνει

Η υπομονή της Δύσης τελειώνει

Του Bobby Ghosh

Το περασμένο καλοκαίρι, μετά από χρόνια ανοιχτής εχθρότητας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Εμανουέλ Μακρόν προχώρησαν σε ρητορική “κατάπαυση του πυρός”. Πλέον, ο Τούρκος και ο Γάλλος πρόεδρος βρίσκονται σε άμεση επικοινωνία καθώς αμφότεροι προσπαθούν να μεσολαβήσουν στον Βλαντιμίρ Πούτιν προκειμένου να επιτύχουν τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.


Ωστόσο, οι επίδοξοι ειρηνοποιοί δεν έχουν σημειώσει πρόοδο στις διαβουλεύσεις τους με τον Ρώσο πρόεδρο. Έχοντας πλήξει την υπερηφάνεια του Μακρόν αγνοώντας τη φορτική πίεσή του να μην προχωρήσει σε εισβολή, ο Πούτιν ήταν κάπως πιο θετικός ως προς τα διαπιστευτήρια του Ερντογάν ως μεσολαβητή στη σύγκρουση.

Ωστόσο, ενώ έστειλε διαπραγματευτές σε ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη, ο Ρώσος ηγέτης δεν δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον για τον τερματισμό του πολέμου. Οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν απότομα μετά τις αποκαλύψεις της περασμένης εβδομάδας για φρικαλεότητες οι οποίες διαπράχθηκαν κατά Ουκρανών αμάχων στην Μπούτσα. Η Τουρκία διατηρεί την ελπίδα ότι οι συνομιλίες θα επαναληφθούν.

Κόστη

Η υποτίμηση του Μακρόν από τον Πούτιν μπορεί να αποτελέσει πλήγμα για τις πιθανότητες επανεκλογής του αρχηγού του γαλλικού κράτους αργότερα μέσα στον Απρίλιο: κι αυτό γιατί έχει πλήξει τον ισχυρισμό του ότι έχει θέσει τη Γαλλία στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών υποθέσεων, κάτι που αποτελεί δομικό στοιχείο της εκστρατείας του.

Ο Ερντογάν δεν θα βρεθεί ενώπιον της κρίσης των Τούρκων ψηφοφόρων για ακόμη έναν χρόνο, επομένως η αποτυχία μιας μεσολάβησής του υπέρ της ειρήνης δεν ενέχει άμεσο πολιτικό κίνδυνο για τον ίδιο. Υπάρχουν ωστόσο γεωπολιτικά και οικονομικά κόστη τα οποία ούτε εκείνος δεν μπορεί να αντέξει να αγνοήσει.

Όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να διατηρηθεί άθικτη η προσεκτικά ισορροπιστική ουδετερότητα της Τουρκίας. Ο υπολογισμός του Ερντογάν στην αρχή της σύγκρουσης ήταν ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη φιλία του με τον Πούτιν ως μοχλό απόσπασης ανταλλαγμάτων από τη Δύση.

Το ΝΑΤΟ, εκτιμούσε ο πρόεδρος της Τουρκίας, θα ήθελε να τον κρατήσει στο δυτικό στρατόπεδο και ταυτόχρονα θα χαιρόταν να τον χρησιμοποιεί ως δίαυλο επικοινωνίας με τον “αγαπημένο του φίλο” στη Μόσχα. Οι δυτικοί θα μπορούσαν ακόμη και να συγχωρήσουν τις προηγούμενες παρεκβάσεις του, όπως η αγορά ρωσικών συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας παρά τις αντιρρήσεις του ΝΑΤΟ, που “κέρδισαν” όσον αφορά την Τουρκία την καχυποψία των συμμάχων της, καθώς και αμερικανικές κυρώσεις.

Ο Ερντογάν ήλπιζε επίσης ότι η επιτυχής χρήση των τουρκικών στρατιωτικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones) από την Ουκρανία εναντίον των Ρώσων εισβολέων θα βοηθούσε να ξεπεραστεί η αντίληψη ότι βρίσκεται στο πλευρό των “κακών” στη συγκεκριμένη σύγκρουση. Έχει καλέσει έτσι ανοιχτά το ΝΑΤΟ να τερματίσει τα εμπάργκο όπλων κατά της χώρας του.

Οι ΗΠΑ και τα άλλα μέλη της συμμαχίας δικαίως δεν έχουν δώσει ακόμη απάντηση σε αυτό το αίτημα. Εάν ο Τούρκος ηγέτης επιθυμεί να διατηρήσει τα προνόμια τα οποία προκύπτουν από την ένταξη της χώρας του στο ΝΑΤΟ, τότε πρέπει να συμμετέχει στο κοινό συναινετικό πλαίσιο της συμμαχίας. Εάν δεν το πράττει, ο Ερντογάν θα βρεθεί ακόμη πιο έντονα στο περιθώριο της συμμαχίας, την ίδια στιγμή που η τουρκική οικονομία βυθίζεται βαθύτερα στον “λάκκο” της κρίσης.

Η υπομονή τελειώνει

Καθώς το ΝΑΤΟ συσπειρώνει τις τάξεις του εναντίον της Ρωσίας – ακόμη και η Γερμανία έχει εγκαταλείψει την παραδοσιακά ειρηνιστική στάση της – η υπομονή με τη διεκδίκηση εκ μέρους της Τουρκίας ενός ρόλου ουδετερότητας εξαντλείται.

Η άρνηση του Ερντογάν να συμμετάσχει στη δυτική συμμαχία επιβολής αυστηρών κυρώσεων στη Μόσχα είναι πιο δύσκολο να δικαιολογηθεί εν μέσω των αυξανόμενων αποδεικτικών στοιχείων για ρωσικά εγκλήματα πολέμου. Και, σε μια εποχή κατά την οποία η Ελβετία συμμετέχει σε αυτές τις κυρώσεις, δεν είναι καλή εικόνα για την Άγκυρα οι ολιγάρχες φίλοι του Πούτιν να χρησιμοποιούν την Τουρκία για να παρκάρουν τα σούπερ γιοτ τους και τις γεμάτες με μετρητά βαλίτσες τους.

Ούτε εξάλλου τα τέλη ελλιμενισμού τα οποία πληρώνουν οι Ρώσοι και η αγορά εκ μέρους τους πολυτελών διαμερισμάτων θα καλύψουν επαρκώς το κόστος το οποίο επισωρεύει ο πόλεμος στην τουρκική οικονομία. Ο πληθωρισμός βρίσκεται σε υψηλό 20 ετών: οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν στην Τουρκία σε ετήσια βάση κατά 61,1% τον Μάρτιο, από 54,4% τον Φεβρουάριο.

Οι επενδυτές είναι δύσκολο να μην προσέξουν αυτή την πραγματικότητα. Στις αρχές Απριλίου, η S&P Global Ratings υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας σε τοπικό νόμισμα σε Β+, τέσσερα επίπεδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, επικαλούμενη τον αντίκτυπο της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία.

“Οι συνέπειες [της σύγκρουσης], συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, θα αποδυναμώσουν περαιτέρω το ήδη αδύναμο ισοζύγιο πληρωμών της Τουρκίας και θα επιδεινώσουν το κύμα πληθωρισμού”, ανέφερε ο οίκος αξιολόγησης σε ανακοίνωσή του. “Ο τελευταίος βρίσκεται σε πορεία να αγγίξει κατά μέσο όρο το 55% το 2022, το υψηλότερο επίπεδο από όλα τα κράτη τα οποία αξιολογούμε ανά τον κόσμο”.

Ακόμη δε κι αν ο Ερντογάν δεν αποφασίσει τελικά να επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα, τα μέτρα περιπλέκουν την εκτέλεση μεγάλων ρωσικών έργων στην Τουρκία. Η κατασκευή ενός πυρηνικού σταθμού κόστους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για παράδειγμα, έχει αντιμετωπίσει προβλήματα επειδή η ρωσική κατασκευάστρια εταιρεία, η κρατικά ελεγχόμενη Rosatom, αντιμετωπίζει δυσκολίες στην προμήθεια εξοπλισμού από τρίτες χώρες.

Δεδομένου ότι οι πιθανότητές του να πείσει τον Πούτιν να προχωρήσει σε συμφωνία ειρήνευσης είναι ελάχιστες, ο Ερντογάν μπορεί να βρίσκει προς το παρόν ένα κάποιο “καταφύγιο” στις τηλεφωνικές συνομιλίες του με τον Μακρόν.

Έχοντας καλέσει κάποτε τον Γάλλο πρόεδρο να “πάει να εξετάσει το κεφάλι του σε γιατρό”, ο Τούρκος ηγέτης μπορεί σήμερα να νιώθει ευγνώμων που έχει κάποιον ο οποίος να τον ακούει – έστω – με συμπάθεια.

Πηγή: BloombergOpinion

ΠΗΓΗ infognomonpolitics

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου