Δευτέρα 18 Απριλίου 2022

Επιχειρησιακά διδάγματα του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου

Του Δημήτρη Τσαϊλά*

Στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Ελληνισμός θα μπορούσε να επωφεληθεί από τα επιχειρησιακά διδάγματα αυτού του πολέμου, για μια παρόμοια ασύμμετρη αμυντική στρατηγική, με σκοπό, να αποτρέψει ή να νικήσει μια ενδεχόμενη τουρκική επίθεση.

Η ικανότητα της αεράμυνας της Ουκρανίας, να αρνηθεί την αεροπορική υπεροχή της Ρωσίας εκτιμάται ως μια από τις σημαντικότερες επιτυχίες της στη σύγκρουση. Παρά τις δηλώσεις του Ρώσου προέδρου Πούτιν ότι οι πολεμικές επιχειρήσεις εξελίσσονται όπως τις σχεδίασε, όλες οι αναλύσεις κατατείνουν στο συμπέρασμα ότι τα ευρύτερα πολεμικά σχέδια της Ρωσίας έχουν διαταραχθεί σοβαρά από την ισχυρή αεράμυνα της Ουκρανίας.

Στερούμενη την αεροπορική υπεροχή για να καλύψει τις επίγειες δυνάμεις της, πρώτον η Ρωσία έχει υποστεί πολύ ταχύτερη φθορά από ό,τι περίμενε. Δεύτερον, τα βομβαρδιστικά της επιχειρούν στη δυτική Ουκρανία και στο Κίεβο, με υψηλό κίνδυνο κατάρριψης. Και τρίτον, η Ρωσία έχει εξαντλήσει μεγάλο μέρος του αποθέματος πυρομαχικών στη μάταιη προσπάθεια να εξουδετερώσει την αεράμυνα της Ουκρανίας. Αυτά όλα έχουν ως συνέπεια τη μειωμένη επιχειρησιακή ευελιξία καθώς οι μάχες συνεχίζονται.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η αεράμυνα της Ουκρανίας δεν μπορεί από μόνη της να αλλάξει την πορεία του πολέμου. Όμως η Ουκρανία επωφελήθηκε καθώς δεν κατάφερε η Ρωσική Πολεμική Αεροπορία να πραγματοποιήσει επιχείρηση απαγόρευσης μεγάλης κλίμακας. Βέβαια αυτή την αποτυχία μπορούμε να την αποδώσουμε και στις τριβές του πολέμου (τύχη), ωστόσο, η αεράμυνα της Ουκρανίας αγόρασε πολύτιμο χρόνο, επιτρέποντας στους δυτικούς εταίρους της χώρας να δώσουν μια ισχυρή και συντονισμένη απάντηση για να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία και να υποστηρίξουν την ουκρανική πολεμική προσπάθεια. Αυτό μπορεί να μην είχε συμβεί αν η Ρωσία είχε επιτύχει αεροπορική υπεροχή στις πρώτες 72 ώρες της μάχης και παρουσίαζε τη νίκη ως τετελεσμένο γεγονός.

Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ) εδώ και καιρό, έχουν εξετάσει τα νέα δεδομένα που δημιουργήθηκαν εξ’ αιτίας του τουρκικού αναθεωρητισμού και του στρατηγικού της σχεδιασμού περί γαλάζιας πατρίδας, με το φακό των περιορισμών της γεωγραφίας και της γεωπολιτικής που αναδύθηκαν, προκειμένου να προσαρμόσει μια αποτελεσματική αποτρεπτική δύναμη.

Το Αιγαίο είναι ένα δύσκολο επιχειρησιακό περιβάλλον λόγω των περιορισμένων γεωγραφικών χαρακτηριστικών του και της πολυνησίας. Μια ανάλυση της ιστορικής εξέλιξης προσφέρει μια εικόνα για το πώς μια στρατιωτική δύναμη μπορεί να ακυρώσει έναν επιθετικό αντίπαλο αρνούμενη την πρόσβαση στα παράλια και τα σημεία ελέγχου, κατορθώνοντας να κυριαρχήσει σε ολόκληρο το θαλάσσιο περιβάλλον με εξασφάλιση των θαλασσίων γραμμών επικοινωνίας (SLOC). Έτσι η επιχειρησιακή ανάγκη της Ελλάδας απαιτεί εξαιρετικά βιώσιμα δίκτυα ακριβείας, κατά μήκος της αλυσίδας των νησιών απέναντι από τις τουρκικές ακτές, με αυξημένες δυνατότητες επίγειων όπλων και αεράμυνας. Αυτά τα δίκτυα πρέπει να είναι λειτουργικά αποκεντρωμένα και γεωγραφικά κατανεμημένα κατά μήκος του αρχιπελάγους του Ανατολικού Αιγαίου επιτρέποντας στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ) να διατηρήσουν δυνατότητες Αντί-Πρόσβασης/Άρνησης Περιοχής (A2/AD Anti-Access/Area Denial) έναντι του αντιπάλου που θα προσπαθήσει να περιορίσει την ελευθερία δράσης των ημετέρων δυνάμεων ή τη πρόσβαση σε ζωτικές πλωτές οδούς και εναέριο χώρο. Έτσι οι ΕΕΔ ανέπτυξαν τις πρώτες θαλάσσιες δυνατότητές σε περιορισμένα υδάτινα θέατρα επιχειρήσεων, όπως το Αιγαίο, και το πιο σημαντικό, από μια θέση σχετικής αδυναμίας σε αριθμό πλοίων και αεροσκαφών, σε σύγκριση με τους Τούρκους αντιπάλους.

Αυτό που αποκαλούμε στρατηγική Αντί-Πρόσβασης/Άρνησης Περιοχής (A2/AD Anti-Access/Area Denial) δεν είναι παρά ένας περιγραφικός όρος για το αποκορύφωμα της αρχικής αμυντικής προσπάθειας να αρνηθούμε στον αντίπαλο τη χρήση του περιβάλλοντος χώρου, κοντά στις ακτές. Παλαιότερα, γι’ αυτό το σκοπό, χρησιμοποιήθηκαν ναρκοπέδια, πυροβολικό παράκτιας άμυνας, άμεση τακτική αεροπορική υποστήριξη για προστασία των ημετέρων δυνάμεων, υποβρύχια για βολή τορπιλών, ώστε να προστατεύσουν τα στρατεύματα από αμφίβια επίθεση και ναυτικό βομβαρδισμό. Τελικά, καθώς η νέα τεχνολογία εμφανίστηκε, οι ΕΕΔ αποκτήσαν αντιπυραυλικά συστήματα τα οποία ανέπτυξαν στην ξηρά, σε μικρά σκάφη επιφανείας, και τελικά σε αεροσκάφη ή ελικόπτερα. Με αυτήν την ικανότητα, μπορούμε να αρνηθούμε τον εγγύς θαλάσσιο χώρο και προοδευτικά όλο και πιο μακρύτερα από την ακτή. Σήμερα, η προσπάθεια είναι να αναπτύξουμε την ικανότητα να χτυπήσουμε σχεδόν οτιδήποτε απειλεί τις ημέτερες δυνάμεις. Οι νέες φρεγάτες Belhara του στόλου με δυνατότητα άμυνας περιοχής και δικτυοκεντρικού πολέμου, τα νέα υποβρύχια και τα νέα ελικόπτερα προσθέτουν βάθος και πλεονασμό σε αυτήν την βασική αμυντική προσπάθεια άρνησης της περιοχής, ενώ η προηγμένη πυραυλική ομπρέλα επιφανείας/αέρος των νήσων και τα νεοαποκτηθέντα μαχητικά αεροσκάφη Rafale προστατεύουν αυτό το περίπλοκο σύστημα από αεροπορικές επιθέσεις.

Στη Μεσόγειο θάλασσα όπως και στο Αιγαίο, το Πολεμικό Ναυτικό με την Πολεμική Αεροπορία θα αποτελέσουν τους κύριους πρωταγωνιστές με ένα κρίσιμο ρόλο σε περίπτωση εντάσεως ή πολέμου. Όπως οραματιζόμαστε, κάθε πλοίο αναμένεται να είναι σε θέση να καταστρέψει τους στόχους επιφανείας του εχθρού από μεγάλες αποστάσεις. Όπως και στην ξηρά στο μέτωπο του Έβρου και των νήσων, οι Τούρκοι θα πρέπει να ανησυχούν για την παρουσία ενός μεγάλου αριθμού σκαφών στο θέατρο επιχειρήσεων στην ώρα μηδέν. Οι φρεγάτες θα πρέπει να βρίσκονται συνεχώς στις “αμφισβητούμενες”, από την Τουρκία περιοχές, όπως η θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κρήτης και Λιβύης, με ετοιμότητα ανάληψης δράσης. Μόλις ξεκινήσουν οι πολεμικές επιχειρήσεις, φυσικά τα υποβρύχια θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στην απαγόρευση ανάπτυξης του στόλου του εχθρού και στη βύθιση όποτε και όταν κριθεί αναγκαίο.

Εννοείται, οι επιχειρήσεις απαγόρευσης των στόχων του αντιπάλου θα στηριχθεί σε μεγάλο βαθμό στην αεράμυνα και τις αεροναυτικές δυνάμεις επιφανείας. Οι δυνάμεις επιφανείας του Πολεμικού Ναυτικού, σε συνεννόηση με την Πολεμική Αεροπορία, θα είναι η πρώτη και κύρια γραμμή άμυνας στην ανοικτή θάλασσα. Εναπόκειται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ασφαλείας να διασφαλίσουν ότι θα έχουμε την εμβέλεια και την ικανότητα να είναι οι ελληνικές αεροναυτικές δυνάμεις προστατευμένες από την αεράμυνα και αποτελεσματικές.

Συμπεράσματα

Ενώ η ανάλυση των στρατιωτικών διδαγμάτων του Ρωσο-Ουκρανικού Πολέμου θα διαρκέσει για χρόνια, η αρχική ανάλυση δείχνει ότι η ουκρανική αεράμυνα ήταν ο κρίσιμος παράγοντας για τη διασφάλιση της επιβίωσης της χώρας και για την αποτελεσματική κινητικότητα του στρατού της, στα θέατρα των επιχειρήσεων. Αυτό το βασικό δίδαγμα έχει άμεσες επιπτώσεις στην επιχειρησιακή σχεδίαση για τον Ελληνισμό. Εννοώ ότι πρέπει να οικοδομήσουμε μια εξαιρετική ικανότητα αεράμυνας, μαθαίνοντας από τις επιχειρησιακές επιτυχίες της Ουκρανίας και ταιριάζοντάς τις με το χαρακτηριστικό δόγμα μάχης και τις επιχειρησιακές δυνατότητες της Τουρκίας, η οποία μας απειλεί. Ιδιαίτερα αξίζει να εξεταστούν τρεις επιλογές:

  • ενίσχυση και εκσυγχρονισμός συστημάτων αεράμυνας κυρίως στον νησιωτικό αλλά και ηπειρωτικό χώρο,
  • χρηματοδότηση εγχώριων προγραμμάτων αεράμυνας της Ελλάδας και
  • ανάπτυξη ολοκληρωμένης τεχνολογίας αεράμυνας στα πρότυπα της ισραηλινής για την αντιμετώπιση βαλλιστικών πυραύλων.

Οι ΕΕΔ αντιμετωπίζουν τις γεωγραφικές και τεχνολογικές προκλήσεις των θεάτρων επιχειρήσεων στη διαφαινόμενη στρατιωτική απειλή από τη σύμμαχο χώρα, Τουρκία. Η αεράμυνα δεν είναι η ασημένια σφαίρα, αλλά η Ουκρανία έχει αποδείξει ότι είναι ένα πολύτιμο ασύμμετρο εργαλείο. Διασφαλίζοντας στις ΕΕΔ να οικοδομήσουν ένα ανθεκτικό και πολυεπίπεδο δίκτυο αεράμυνας, αποκτούμε όχι μόνο την ικανότητα να κερδίσουμε χρόνο σε μια άμεση σύγκρουση, αλλά εκτιμάται ότι θα συμβάλει επίσης σε μεγάλο βαθμό στην αποτροπή μιας τέτοιας αντιπαράθεσης εξαρχής.

Εν κατακλείδι, ο επιχειρησιακός χώρος όπου καλούνται να δράσουν οι ΕΕΔ παρουσιάζει στρατηγικά προβλήματα που η κληρονομιά των ναυμάχων του περασμένου αιώνα δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίσει. Η στρατηγική σκέψη των ΕΕΔ έχει εξελιχθεί σε δικτυοκεντρικό πόλεμο, από το να επιδιώκει να κυριαρχήσει στις ανοικτές θάλασσες με μεγάλους, συγκεντρωμένους στόλους σύγχρονων πολεμικών πλοίων με σκοπό την εξασφάλιση των θαλάσσιων γραμμών επικοινωνίας και την προβολή της ισχύος στην ξηρά. Βελτιώνοντας επίσης την ιδέα της Αντί-Πρόσβασης/Άρνησης Περιοχής A2AD και στη συνέχεια στρέφοντάς την ενάντια στην τουρκική απειλή, μπορεί να οικοδομηθεί μια αποτελεσματική άμυνα και η στρατηγική σταθερότητα στην περιοχή μπορεί να διατηρηθεί έως ότου η ατμόσφαιρα του τουρκικού αναθεωρητισμού καθαρίσει ή τουλάχιστον να δημιουργήσει μια αξιόπιστη αποτροπή.

*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι επιστημονικός συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS). Δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου.

“Μακεδονία”

ΠΗΓΗ anixneuseis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου