Εν μέσω των πανηγυρισμών για την επίσημη καθέλκυση της εντυπωσιακής νέας φρεγάτας του Πολεμικού Ναυτικού FDI HN “Κίμων” στη Λοριάν της Γαλλίας, στις ακτές του Ατλαντικού και του μουδιάσματος που κάθε αξιόλογο εξοπλιστικό πρόγραμμα προκαλεί στην Τουρκία, έρχεται ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, πρώην επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας MIT, Χακάν Φιντάν να ρίξει το επόμενο του χτύπημα. Αυτή τη φορά στο μέτωπο της Κύπρου. Θέλει να βάλει χέρι στους υδρογονάνθρακες, χωρίς να λυθεί το Κυπριακό…
Του Ζαχαρία Μίχα
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Μια πρώτη θεμελιακή παρατήρηση, είναι ότι καθίσταται αυταπόδεικτη η σχέση των εξελίξεων στον τομέα της άμυνας με αυτές στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Η καταφανής τουρκική νευρικότητα με τα εξοπλιστικά προγράμματα όλων των κλάδων, (χερσαίους και ναυτικούς πυραύλους Spike NLOS, μαχητικά αεροσκάφη 4,5 γενιάς Rafale, αναβάθμιση του αεροπορικού στόλου των F-16 στην κορυφαία διαμόρφωση “V”, χθεσινή καθέλκυση της υπερσύγχρονης φρεγάτας “Κίμων“) αποδεικνύει έτι περαιτέρω ότι ο στρατιωτικός καταναγκασμός είναι διαχρονικά, αναπόσπαστο μέρος της συνολικής τουρκικής στρατηγικής, σε όλα τα μέτωπα.
Η παρατήρηση αυτή οδηγεί σε μια δεύτερη. Όσο η Ελλάδα αποφασίζει και αντιστέκεται επί του πεδίου (εξοπλιστικού, διπλωματικού ή άλλου) αντιδρώντας στην προσπάθεια της Τουρκίας να επιβάλει τετελεσμένα, όχι μόνο δεν οδηγεί σε κλιμάκωση το διμερές μέτωπο, αλλά αντιθέτως αυξάνει τις πιθανότητες η Άγκυρα να αναζητήσει έναν “έντιμο συμβιβασμό“. Αυξάνει το κίνητρο. Ωστόσο, πάντα για την Τουρκία μιλάμε. Αυτή η διευκρίνιση κρίνεται σημαντική για να μην καλλιεργούνται ψευδαισθήσεις επί των περιθωρίων επίδειξης αυτής της εντιμότητας…
Η τρίτη παρατήρηση αφορά το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης Τουρκίας, το οποίο η Ελλάδα έχει αφήσει να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο τουρκικό πλεονέκτημα σε βάρος μας. Είναι η διαχρονική υπομονή και επιμονή της Άγκυρας στους στόχους που έχουν τεθεί. Προφανώς, υπό αυτή την οπτική, η φύση του καθεστώτος στην Τουρκία μετατρέπεται σε πλεονέκτημα, στο μέτρο που η κακή χρήση της δημοκρατίας στη Δύση, αφήνει περιθώρια αξιοποίησης οποιουδήποτε θέματος στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης της εσωτερικής πολιτικής σκοπιμότητας.
Από την άλλη όμως, το σημερινό πλέγμα των συμμαχιών της Ελλάδας, έχει βασιστεί στην ιδιότητα του μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Στη δεύτερη περίπτωση, “σύμμαχος” χώρα είναι και η Τουρκία. Όμως, η τουρκική πολιτική “ιδιαιτερότητα”, παρά την απροθυμία της Δύσης να αποστασιοποιηθεί –ελέω της θεωρούμενης ως κομβικής γεωστρατηγικής σημασίας της Τουρκίας– έχει βοηθήσει την ελληνική διπλωματία να ενισχύσει το διπλωματικό σκέλος της αποτροπής. Το πως αξιοποιούνται οι συμμαχίες από ελληνικής πλευράς και τα όρια που θέτει, είναι προφανώς ένα άλλο θέμα, που όμως και αυτό χρήζει επανεξέτασης και αναθεωρήσεων.
Ας περάσουμε όμως στην αναφορά Φιντάν για τους κυπριακούς υδρογονάνθρακες. Εάν κάτι προδίδει αυτό, είναι ότι το “μεγάλο παιχνίδι” της ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο, εν μέσω σφοδρής κρίσης, δεν αφήνει αδιάφορη την Άγκυρα. Η Τουρκία αναζητεί φόρμουλα “συνεκμετάλλευσης” των φυσικών πόρων της Κύπρου, επιδιώκοντας ξεκάθαρα το μισά-μισά!
“ΧΕΡΙ” ΣΤΟ 50% ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΩΝ
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών χρησιμοποιεί ευφυώς, αλλά δικολαβίστικα, το παράδειγμα της συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ ανάμεσα σε Λίβανο και Ισραήλ που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση! Κάθε πλευρά θα αξιοποιήσει τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στο θαλάσσιο τμήμα που λαμβάνει, μετά τη χάραξη. Τα Κατεχόμενα, όμως, δεν είναι αναγνωρισμένο κράτος.
Η Τουρκία κρατάει το χαρτί του εκβιασμού, λόγω της δυνατότητας που της δίνει ο στρατιωτικός καταναγκασμός να προσπαθήσει να βραχυκυκλώσει κάθε προσπάθεια της Λευκωσίας να αξιοποιήσει τα κοιτάσματά της. Την ίδια στιγμή, το πανίσχυρο στρατιωτικά –και διχασμένο εσωτερικά– Ισραήλ δεν κρύβει την απροθυμία του να αντιπαρατεθεί με τους παραλογισμούς της Τουρκίας. Θα ήταν και παράλογο να το πράξει μόνο του. Εάν ήταν διαφορετική η στάση της Ελλάδας, η κατάσταση θα ήταν πιθανότατα διαφορετική.
Έστω, ως υπόθεση εργασίας, τα Κατεχόμενα να αναγνωρίζονταν ως κράτος, η δικαιοδοσία σε θαλάσσιες ζώνες που θα λάμβαναν, δεν θα περιλάμβαναν μέρη όπου έχουν εντοπιστεί κοιτάσματα υδρογονανθράκων. Υπενθυμίζεται όμως ότι αυτό ισχύει εάν η εξέταση του ζητήματος γίνει υπό το πρίσμα του διεθνούς δικαίου της θάλασσας. Διότι εκεί θα επανεμφανιστεί ο ισχυρισμός της Τουρκίας ότι τα νησιά δικαιούνται μόνο χωρικά ύδατα! Άρα, η Κύπρος δεν δικαιούται ΑΟΖ. Άρα, κάποια από τα κοιτάσματα της κυπριακής ΑΟΖ θα περνούσαν σε τουρκική δικαιοδοσία… Άρα, την Τουρκία βολεύει η σημερινή κατάσταση για να διεκδικεί το 50% του συνόλου.
Επανερχόμενοι στο Κυπριακό, εάν η Τουρκία επιχειρεί να αλλάξει το πλαίσιο συζήτησης με βάση τη “διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία“, είναι να απορεί κανείς για ποιον λόγο η Λευκωσία δεν χρησιμοποιεί την απειλή εγκατάλειψης της “διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας” και δεν απαιτεί τερματισμό της κατοχής σε μια συγκυρία μάλιστα που η “εισβολή και κατοχή” τυγχάνει συγκεκριμένης αντιμετώπισης διεθνώς, συνεπεία της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Αυτό αφορά και την Αθήνα ασφαλώς, που όμως αποστασιοποιείται, διαχωρίζοντας τα ελλαδοτουρκικά από το Κυπριακό!
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΡΙΜΩΓΜΑΤΑ
Ό,τι και να λέει η Τουρκία, όλα δείχνουν ότι η οικονομική δυσπραγία έχει οδηγήσει σε τακτικές αναδιπλώσεις και αναθεωρήσεις στην περιφερειακή της πολιτική, καθώς η πρόσβαση σε κοιτάσματα φυσικού αερίου θα βοηθούσαν την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στο εσωτερικό. Αυτή η πρόσβαση ίσως ευνοείται από τη Δύση, με στόχο να προκαλέσει ρήγμα στη ρωσοτουρκική “ενεργειακή συμμαχία”, αφού και η Τουρκία θα περνούσε στην πλευρά των προμηθευτών.
Η Άγκυρα που επενδύει γεωπολιτικά και οικονομικά (ενεργειακή επάρκεια) στην πυρηνική ενέργεια, ασχολείται ενεργά και με τους υδρογονάνθρακες, σε μια ιστορική συγκυρία που όποιος τους έχει χαμογελάει, ενώ από την άλλη οι εξαρτώμενοι πένονται. Αυτό το δεδομένο, σε συνδυασμό με τις ισχυρές ενδείξεις ότι η “Κοιλάδα του Ηροδότου“, που βρίσκεται νοτίως του Καστελορίζου έχει πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων, προκαλεί την αισιοδοξία ότι υπάρχει περιθώριο ελλαδοτουρκικής συμφωνίας για τη χάραξη των θαλασσίων ζωνών στην περιοχή.
Θα τολμούσα να υποστηρίξω ότι το ενδιαφέρον-κίνητρο της Τουρκίας για μια συμφωνία στο Αιγαίο είναι πολύ πιο αναιμικό. Διότι ενδεχομένως ισχύει και το αντίστροφο: Όσο παραμένει η διαφορά η Τουρκία μπορεί να επικαλεστεί πρόσχημα παρέμβασης. Το ελληνικό φοβικό σύνδρομο δεν επέτρεψε άλλες κινήσεις, όπως η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων, λαμβάνοντας υπόψη και όσες λογικές τουρκικές ενστάσεις προέκυψαν από τις διερευνητικές συνομιλίες των αρχών της δεκαετίας του 2000. Για ποιον λόγο η Ελλάδα να επιδιώκει την αναγνώριση της Τουρκίας ως συναποφασίζουσα για το Αιγαίο; Εδώ δεν τολμήσαμε να επεκτείνουμε σε 12 ναυτικά μίλια τα χωρικά ύδατα στον ελλαδικό ηπειρωτικό κορμό!
Τούτων λεχθέντων, συμπερασματικά, η αλλοπρόσαλλη ελληνική στάση στη μεγάλη εικόνα της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, υπονομεύει την αξιοπιστία μας σε όλα τα επίπεδα. Διότι στην πράξη δεν φαίνεται να γίνεται επαρκώς κατανοητή η σχέση των εξοπλιστικών προγραμμάτων με την εξωτερική πολιτική. Ο αποσπασματικός χαρακτήρας που παρατηρείται στην ελληνική διαχείριση όλων των ζητημάτων, σε συνδυασμό με το έλλειμμα συνέπειας και συνέχειας, υπονομεύει τη δυνατότητα της Ελλάδας να επηρεάσει αποφασιστικά τους υπολογισμούς της Άγκυρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου