Του Ιωάννη Γ. Παπανικολάου*, εφημερίδα ΘΑΡΡΟΣ (της ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ), 24/10/2014
Από το papanikolaou
Σε λίγες μέρες θα γιορτάσουμε την επέτειο του ΟΧΙ και θα ακουστούν πάλιοι γνωστοί μύθοι για το ΟΧΙ που είπε ο ελληνικός λαός και όχι ο Ιωάννης Μεταξάς, για το «θαύμα» των Ελλήνων στα αλβανικά βουνά, για την σύγκρουση του στρατηγού Κατσιμήτρου με τον Παπάγο και άλλα πολλά φαιδρά. Για όσους έχουν μελετήσει την περίοδο αυτή και έχουν τις γνώσεις να εκτιμήσουν τα γεγονότα, μόνο έκπληξη δεν προκαλεί αλλά το φυσικό επακόλουθο σχεδιασμένων, για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενεργειών.
Η Μάχη της Ελλάδας 1940-41, για την απόκρουση των απρόκλητων Ιταλικών και των Γερμανικών επιθέσεων, διήρκεσε συνολικά 216 ημέρες, μέχρι να επιτευχθεί η ολοκλήρωση της καταλήψεως της πατρίδας μας. Κατ’ αντιδιαστολή, για την κατάληψη της Γαλλίας ο Άξονας χρειάστηκε 45 ημέρες, παρά την εκεί παρουσία ισχυρών Αγγλικών δυνάμεων, του Βελγίου 18 ημέρες, της Ολλανδίας 5 ημέρες, ενώ η Δανία υπέκυψε σε 12 ώρες και η Αυστρία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Ρουμανία και Αλβανία προσχώρησαν ή παραδόθηκαν αμαχητί.
Η απόφαση για την άμυνα της Ελλάδας κατά των Ιταλικών και Γερμανικών επιθέσεων, δεν πάρθηκε τη στιγμή που εκδηλώθηκαν οι αντίστοιχες επιθέσεις, αλλά ήταν συνειδητή και προμελετημένη επιλογή της πολιτικής ηγεσίας από το1936, η οποία έκτοτε συνοδεύτηκε από κάθε δυνατή προετοιμασία.
Πολεμική προπαρασκευή
Ο Ελληνικός Στρατός, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, πρακτικά δεν υπήρχε. Όλες οι κυβερνήσεις, από το 1923 μέχρι το 1936, έπραξαν ελάχιστα για την πολεμική προπαρασκευή της χώρας, με εξαίρεση το καθεστώς Πάγκαλου, αλλά οι ελλείψεις εξακολούθησαν να είναι σοβαρότατες.
Περιληπτικά η κατάσταση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων το 1936 ήταν η παρακάτω:
• Δεν υπήρχε υλικό επιστρατεύσεως για περισσότερες από 6 μεραρχίες, από τις 14 μεραρχίες πεζικού, 1 ιππικού και 4 ταξιαρχιών πεζικού, που προβλέπονταν.
• Δεν υπήρχε υλικό στρατοπεδίας, κράνη, κλινοσκεπάσματα, άρβυλα, στολές, και φυσικά δεν υπήρχαν αρκετά όπλα, σε χρηστική κατάσταση και πυρομαχικά.
• Από τα αποθέματα των 400.000 χειροβομβίδων, λιγότερες από 15.000 μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν.
• Αν και έγιναν προμήθειες τυφεκίων, αυτομάτων όπλων και πυροβόλων, δεν έγιναν παράλληλες προμήθειες παρελκόμενων και ανταλλακτικών των όπλων αυτών (το βλέπουμε και στις ημέρες μας π.χ πυρομαχικά για Leopard, αυτοπροστασία F-16).
• Δεν καταβλήθηκε η παραμικρή προσπάθεια αξιοποίησης του παλαιού οπλισμού.
• Αντιαεροπορικά πυροβόλα υπήρχαν μόλις 4!
• Αντιαρματικά πυροβόλα δεν υπήρχαν καθόλου.
• Δεν υπήρχαν σκοπευτικά για τα πυροβόλα ούτε τροφοδοτικές μηχανές για τα πολυβόλα.
• Τα μισά από τα υπάρχοντα 12.000 οπλοπολυβόλα ήταν άχρηστα.
• Χίλια τριακόσια από τα συνολικά 2.300 πολυβόλα τύπου Σεντ Ετιέν ήταν άχρηστα.
• Τα 1.750 πολυβόλα Χότσκις που αγοράστηκαν από τη Γαλλία το 1926, αγοράστηκαν χωρίς σκοπευτικά και με ελάχιστα ανταλλακτικά. Από τα παλαιότερα πολυβόλα Σβάρτς Λοτς και Μαξίμ, μόνο τα 80 από τα συνολικά 400, μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν.
• Αγοράστηκαν 10 όλμοι, το 1930, για ολόκληρο το Στρατό, με 25 βολές ανά σωλήνα.
• Η Αεροπορία διέθετε 5 μόλις καταδιωκτικά αεροσκάφη, τα οποία αγοράστηκαν από τη Γιουγκοσλαβία για την καταστολή του βενιζελικού κινήματος του 1935.
Ο Ελληνικός Στρατός, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, πρακτικά δεν υπήρχε. Όλες οι κυβερνήσεις, από το 1923 μέχρι το 1936, έπραξαν ελάχιστα για την πολεμική προπαρασκευή της χώρας, με εξαίρεση το καθεστώς Πάγκαλου, αλλά οι ελλείψεις εξακολούθησαν να είναι σοβαρότατες.
Περιληπτικά η κατάσταση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων το 1936 ήταν η παρακάτω:
• Δεν υπήρχε υλικό επιστρατεύσεως για περισσότερες από 6 μεραρχίες, από τις 14 μεραρχίες πεζικού, 1 ιππικού και 4 ταξιαρχιών πεζικού, που προβλέπονταν.
• Δεν υπήρχε υλικό στρατοπεδίας, κράνη, κλινοσκεπάσματα, άρβυλα, στολές, και φυσικά δεν υπήρχαν αρκετά όπλα, σε χρηστική κατάσταση και πυρομαχικά.
• Από τα αποθέματα των 400.000 χειροβομβίδων, λιγότερες από 15.000 μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν.
• Αν και έγιναν προμήθειες τυφεκίων, αυτομάτων όπλων και πυροβόλων, δεν έγιναν παράλληλες προμήθειες παρελκόμενων και ανταλλακτικών των όπλων αυτών (το βλέπουμε και στις ημέρες μας π.χ πυρομαχικά για Leopard, αυτοπροστασία F-16).
• Δεν καταβλήθηκε η παραμικρή προσπάθεια αξιοποίησης του παλαιού οπλισμού.
• Αντιαεροπορικά πυροβόλα υπήρχαν μόλις 4!
• Αντιαρματικά πυροβόλα δεν υπήρχαν καθόλου.
• Δεν υπήρχαν σκοπευτικά για τα πυροβόλα ούτε τροφοδοτικές μηχανές για τα πολυβόλα.
• Τα μισά από τα υπάρχοντα 12.000 οπλοπολυβόλα ήταν άχρηστα.
• Χίλια τριακόσια από τα συνολικά 2.300 πολυβόλα τύπου Σεντ Ετιέν ήταν άχρηστα.
• Τα 1.750 πολυβόλα Χότσκις που αγοράστηκαν από τη Γαλλία το 1926, αγοράστηκαν χωρίς σκοπευτικά και με ελάχιστα ανταλλακτικά. Από τα παλαιότερα πολυβόλα Σβάρτς Λοτς και Μαξίμ, μόνο τα 80 από τα συνολικά 400, μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν.
• Αγοράστηκαν 10 όλμοι, το 1930, για ολόκληρο το Στρατό, με 25 βολές ανά σωλήνα.
• Η Αεροπορία διέθετε 5 μόλις καταδιωκτικά αεροσκάφη, τα οποία αγοράστηκαν από τη Γιουγκοσλαβία για την καταστολή του βενιζελικού κινήματος του 1935.
Αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο Μεταξάς ανέλαβε προσωπικά το υπουργείο Πολέμου και, μαζί με στρατηγό Παπάγο, άρχισαν τη μεγάλη προσπάθεια αποκατάστασης του αξιόμαχου του Ελληνικού Στρατού.
• Παραγγέλθηκαν στη Γερμανία αντιαεροπορικά και αντιαρματικά πυροβόλα, τα οποία αποπληρώθηκαν, όχι με χρήμα, αλλά με αγροτικά προϊόντα.
• Παραγγέλθηκαν από τη Γαλλία οι περίφημοι όλμοι Stokes-Brand των 81 χιλ. ώστε κάθε σύνταγμα πεζικού και ιππικού να διαθέτει από 4 και κάθε ομάδα αναγνώρισης Σώματος Στρατού, από 2. Ο στόχος του Παπάγου για εξοπλισμό κάθε τάγματος πεζικού με 4 όλμους δεν επιτεύχθηκε καθώς οι Γάλλοι αρνήθηκαν να διαθέσουν επιπλέον σωλήνες. Όπως αρνήθηκαν να διαθέσουν και 100 οπισθογεμείς όλμους που χρειαζόταν ο Στρατός για τον εξοπλισμό των οχυρών. Η πρότασή τους για διάθεση παλαιών όλμων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίοι είχαν μικρό βεληνεκές απορρίφθηκε από το ΓΕΣ.
• Κατασκευάστηκαν χιλιάδες κράνη, ικανά να καλύψουν τις ανάγκες του συνόλου του Στρατού εκστρατείας.
• Ο Στρατός προμηθεύτηκε στολές (υπήρχαν μόνο 100.000 στις αποθήκες), κλινοσκεπάσματα, σκηνές, εξαρτύσεις, υδροδοχεία, και γενικά υλικό στρατοπεδίας. Ακόμα, έγινε προμήθεια χιλιάδων πτυοσκαπάνων, καθώς στις αποθήκες υπήρχαν μόλις 10.000 από αυτά.
• Αγοράστηκαν κατευθυντήρες βολής πυροβολικού, σκοπευτικά για τα αυτόματα όπλα και επισκευάστηκαν όλα τα πυροβόλα. Τα παλαιότατα πυροβόλα των 64 χλστ. διατέθηκαν ανά δύο στα συντάγματα πεζικού και αποτέλεσαν μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη για τους Ιταλούς, καθώς επιτύγχαναν βεληνεκές διπλάσιο των ιταλικών όλμων (σημ.τα ιταλικά συντάγματα πεζικού δεν διέθεταν πυροβόλα συνοδείας πεζικού).
• Λόγω απροθυμίας Βρετανών, Γάλλων και Γερμανών να μας παραχωρήσουν αντιαρματικά πυροβόλα, αποφασίστηκε η μετατροπή δεκάδων παλαιών πεδινών, πυροβόλων των 75 χιλ. σε αντιαρματικά με την προσθήκη των καταλλήλων πυρομαχικών, τα οποία διασκευάστηκαν στην Εφορία Υλικού Πολέμου.
• Δεκάδες χιλιάδες παλαιές οβίδες πυροβολικού, οι οποίες δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, μετατράπηκαν σε νάρκες. Ακόμα και οι οβίδες των 120 χιλ. των «αρχαίων» πυροβόλων Ντε Μπανζ του 1878 δεν πετάχτηκαν, αλλά 25.000 από αυτές μετατράπηκαν σε νάρκες.
• Έγιναν προμήθειες τηλεπικοινωνιακού υλικού, τηλεφώνων, ασυρμάτων, τηλεφωνικού καλωδίου, ηλιογράφων και οπτικών τηλεγράφων. Είναι ζήτημα αν πριν το 1936 ο ΕΣ διέθετε περισσότερους από 10 ασυρμάτους σε κατάσταση λειτουργίας.
• Όλα τα πυρομαχικά πυροβολικού επιθεωρήθηκαν, και δημιουργήθηκαν αποθέματα. Συνολικά, το ελληνικό πυροβολικό διέθετε την 28η Οκτωβρίου 1940 περισσότερες από 1.350.000 οβίδες κάθε διαμετρήματος. Το αυτό συνέβη και με τα πυρομαχικά του πεζικού.
• Έγινε προμήθεια τριών νέων γεφυροσκευών, ενώ επισκευάστηκε και η παλαιά και έγιναν προμήθειες κάθε είδους εργαλείων και υλικού οχύρωσης, που αποδείχτηκαν πολύτιμες, ιδίως στην πρώτη, την αμυντική φάση του πολέμου. Ο ΕΣ διέθετε ελάχιστο συρματόπλεγμα και μια ημικατεστραμμένη συλλογή γεφυροσκευής, λάφυρο των Βαλκανικών Πολέμων.
• Παραγγέλθηκαν, αλλά λόγω του πολέμου δεν παραλήφθηκαν, 320 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 36 αντιαρματικά πυροβόλα, 132 πεδινά και ορειβατικά πυροβόλα, 1.762 αντιαρματικά τυφέκια Boys των 14 χιλ., 800 πολυβόλα και 1.300 οπλοπολυβόλα.
• Παραγγέλθηκαν 14 ελαφρά άρματα μάχης, τα οποία και δεν παραλήφθηκαν ποτέ.
• Κατασκευάστηκε η γραμμή έργων μονίμου οχυρωτικής στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Γραμμή Μεταξά), η οποία είχε ως στόχο να καλύψει τη χώρα από βουλγαρική επίθεση. Η γραμμή αποτελούνταν από 21 περίκλειστα οχυρά και δεκάδες άλλα έργα οχυρωτικής πεδίου. Τα μεγάλα οχυρά άντεχαν σε βολές πυροβόλων των 220 χιλ. Παράλληλα κατασκευάστηκαν εκατοντάδες σκυρόδετα πολυβολεία και περιπόλια (μικρά ενεργητικά σκέπαστρα με πολυβόλα και αντιαρματικά πυροβόλα), τόσο στην Γραμμή Μεταξά, όσο και στην Ανατολική Μακεδονία και στην Ήπειρο.
Η μεγάλη διαφορά όμως φάνηκε στην Αεροπορία. Μέχρι και την εκδήλωση του κινήματος του 1935, η Αεροπορία δεν διέθετε κανένα καταδιωκτικό, σε πτητική κατάσταση. Διέθετε αεροσκάφη στρατιωτικής συνεργασίας Breguet 19, μερικά Potez 25 και διάφορα απαρχαιωμένα εκπαιδευτικά Μοράν Σολνιέ και Avro. Επί Μεταξά παραγγέλθηκαν 48 καταδιωκτικά. Από αυτά παραλήφθηκαν 36 PZL 24, και 9 Bloch 151. Παραγγέλθηκαν 36 βομβαρδιστικά. Τελικά παραδόθηκαν 11 Potez 63, 12 Blenheim και 12 Fairy Battle. Συνολικά, η Αεροπορία, το 1940 μπόρεσε να παρατάξει περί τα 140 αεροσκάφη, εκ των οποίων τα 100 νέας τεχνολογίας.
Τέλος, έγινε προσπάθεια ενίσχυσης και του Πολεμικού Ναυτικού. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που εκπονήθηκε προέβλεπε την ενίσχυση του στόλου με τέσσερα νέα αντιτορπιλικά και έξι τορπιλακάτους. Από αυτά όμως μόνο δύο αντιτορπιλικά πρόλαβαν να παραδοθούν, τα «Βασιλεύς Γεώργιος» και το «Βασίλισσα Όλγα».
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μεταξύ 1923 και 1935, οι αμυντικές δαπάνες ήταν ύψους τριών δισ. δραχμών, ενώ στο διάστημα 1936-40 διατέθηκαν περισσότερα από δεκαπέντε δισ. δραχμές.
Αξιοποιώντας το υπάρχον παλαιό υλικό στο έπακρο καθώς και το λιγοστό που πρόλαβε να παραληφθεί έως την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Παπάγος μετέτρεψε τον ουσιαστικά μη υφιστάμενο, προ του 1936, Ελληνικό Στρατό σε μια ικανοποιητικά λειτουργούσα πολεμική μηχανή.
Έτσι, την 28η Οκτωβρίου 1940, ο Ελληνικός Στρατός διέθετε περισσότερα από 420.000 τυφέκια και αραβίδες, περίπου 5.000 πολυβόλα, 12.200 οπλοπολυβόλα, 12.000 πιστόλια και περίστροφα, 325 όλμους των 81 χιλ., περισσότερα από 900 πυροβόλα κάθε διαμετρήματος, 188 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 24 αντιαρματικά πυροβόλα. Όλες οι μεραρχίες πεζικού εφοδιάστηκαν με 16 ορειβατικά πυροβόλα των 75 χιλ. και με 8 ορειβατικά πυροβόλα των 105 χιλ. Αναδιοργανώθηκε το πυροβολικό των Σωμάτων και της Στρατιάς και συγκροτήθηκαν έξι συντάγματα βαρέος πυροβολικού, δύο συντάγματα ορειβατικού πυροβολικού και έξι συντάγματα πεδινού πυροβολικού. Τα ελληνικά συντάγματα πεζικού διέθεταν τρία τάγματα πεζικού, ουλαμό έφιππων ανιχνευτών και λόχο βαρέων όπλων (λόχο μηχανημάτων, σύμφωνα με την ορολογία της εποχής). Ο οπλισμός τους, πλεον των ατομικών τυφεκίων, αποτελούνταν από δύο πυροβόλα των 65 χιλ. (βεληνεκές 6.500 μ.), 4 όλμους των 81 χιλ. (βεληνεκές 2.800 μ.), 36 πολυβόλα, 108 οπλοπολυβόλα, 108 βομβιδοβόλα τυφέκια Λεμπέλ, τα οποία εκτόξευαν βομβίδα βάρους 445 γραμμαρίων σε απόσταση μέχρι 200 μ. περίπου.
Σημαντικά βελτιώθηκε και η εκπαίδευση του προσωπικού, αξιωματικών και στρατιωτών. Βελτιώθηκε η εκπαίδευση των αξιωματικών με την επίβλεψη Γαλλικής αποστολής υπό το στρατηγό Ζιράρ. Από το 1937 μέχρι και το Σεπτέμβριο του 1940, κλήθηκαν για μετεκπαίδευση όλοι σχεδόν οι Έφεδροι Αξιωματικοί του Στρατού και οι Έφεδροι Ανθυπασπιστές, των κλάσεων από του 1920 μέχρι του 1936. Ασκήσεις μετά στρατεύματος λάμβαναν χώρα κατά μεραρχία, ενώ τον Οκτώβριο του 1937 εκτελέστηκαν μεγάλες ασκήσεις Σχηματισμού στην περιοχή ΣΕΡΡΩΝ – ΔΡΑΜΑΣ, διάρκειας 15 ημερών. Αυτό το υψηλό επίπεδο εκπαιδεύσεως του ελληνικού Στρατού συντέλεσε στην ταχεία και αποτελεσματική αντιμετώπιση της ιταλικής εισβολής από τις πρώτες ημέρες του πολέμου. Επιπλέον δημιούργησε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη, ενός ακμαίου ηθικού.
Αντίστοιχη προσοχή είχε δοθεί και στη σχεδίαση. Το σχέδιο, που εφαρμόστηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940, έφερε τον τίτλο «Σχέδιο Επιστρατεύσεως 1939Β». Την πληρότητα του Σχεδίου αυτού και του αντίστοιχου Σχεδίου Μεταφορών κατέδειξε η εφαρμογή τους, όπου μέσα σε 15 ημέρες (28 Οκτ -13 Νοε κατορθώθηκε η κινητοποίηση και η προώθηση 300.000 ανδρών και δεκάδων χιλιάδων κτηνών προς τις παραμεθόριες περιοχές της Ηπείρου, της Δυτικής και Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Ο μηχανισμός κινητοποιήσεως αποδείχθηκε αρκετά μελετημένος, με πολύ στερεές βάσεις και με εξαιρετική ευκαμψία.
Η ιταλική εισβολή, τη χαραυγή της 28ης Οκτωβρίου 1940, αντιμετωπίστηκε με το «Σχέδιο Επιχειρήσεων ΙΒα». Το Σχέδιο αυτό είχε συνταχτεί το Σεπτέμβριο του 1939. Όπως κατέδειξαν τα γεγονότα, ήταν επιτυχέστατο, γιατί σταμάτησε τον εισβολέα κατά το δυνατό πλησιέστερα προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα και κάλυψε πλήρως τη γενική επιστράτευση και τη στρατηγική συγκέντρωση του ελληνικού Στρατού. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι η ενημερότητα των Διοικήσεων και των Επιτελείων τους στα προαναφερόμενα Σχέδια Επιστρατεύσεως και Επιχειρήσεων ήταν απόλυτη! Απόδειξη αυτού αποτελεί το γεγονός ότι τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, ολόκληρος ο πολεμικός μηχανισμός τέθηκε σε κίνηση με μια τηλεφωνική διαταγή του ΓΕΣ, προς τα Στρατηγεία των Σωμάτων Στρατού, που περιείχε 21 λέξεις. Έλεγε: «Από έκτης πρωινής σήμερον περιερχόμεθα εις εμπόλεμον κατάστασιν προς Ιταλίαν. Άμυνα εθνικού εδάφους διεξαχθεί βάσει διαταγών ας έχετε. Εφαρμόσατε σχέδιον επιστρατεύσεως».
Χάρη στην προπαρασκευή αυτή, η Ελλάδα κατάφερε στον πόλεμο του 1940-41 να παρατάξει το μεγαλύτερο Στρατό στην Ιστορία της – πάνω από 450.000 άνδρες.
Ευτυχώς για εμάς, το «ΟΧΙ» βασιζόταν στη γνώση όλης αυτής της μακροχρόνιας προσπάθειας. Κάθε σύγκριση με το σήμερα, δυστυχώς μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει, για το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό τού τότε και τη μακαριότητα, αδιαφορία και πολιτικαντισμό που κυριαρχεί σήμερα.
• Παραγγέλθηκαν στη Γερμανία αντιαεροπορικά και αντιαρματικά πυροβόλα, τα οποία αποπληρώθηκαν, όχι με χρήμα, αλλά με αγροτικά προϊόντα.
• Παραγγέλθηκαν από τη Γαλλία οι περίφημοι όλμοι Stokes-Brand των 81 χιλ. ώστε κάθε σύνταγμα πεζικού και ιππικού να διαθέτει από 4 και κάθε ομάδα αναγνώρισης Σώματος Στρατού, από 2. Ο στόχος του Παπάγου για εξοπλισμό κάθε τάγματος πεζικού με 4 όλμους δεν επιτεύχθηκε καθώς οι Γάλλοι αρνήθηκαν να διαθέσουν επιπλέον σωλήνες. Όπως αρνήθηκαν να διαθέσουν και 100 οπισθογεμείς όλμους που χρειαζόταν ο Στρατός για τον εξοπλισμό των οχυρών. Η πρότασή τους για διάθεση παλαιών όλμων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίοι είχαν μικρό βεληνεκές απορρίφθηκε από το ΓΕΣ.
• Κατασκευάστηκαν χιλιάδες κράνη, ικανά να καλύψουν τις ανάγκες του συνόλου του Στρατού εκστρατείας.
• Ο Στρατός προμηθεύτηκε στολές (υπήρχαν μόνο 100.000 στις αποθήκες), κλινοσκεπάσματα, σκηνές, εξαρτύσεις, υδροδοχεία, και γενικά υλικό στρατοπεδίας. Ακόμα, έγινε προμήθεια χιλιάδων πτυοσκαπάνων, καθώς στις αποθήκες υπήρχαν μόλις 10.000 από αυτά.
• Αγοράστηκαν κατευθυντήρες βολής πυροβολικού, σκοπευτικά για τα αυτόματα όπλα και επισκευάστηκαν όλα τα πυροβόλα. Τα παλαιότατα πυροβόλα των 64 χλστ. διατέθηκαν ανά δύο στα συντάγματα πεζικού και αποτέλεσαν μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη για τους Ιταλούς, καθώς επιτύγχαναν βεληνεκές διπλάσιο των ιταλικών όλμων (σημ.τα ιταλικά συντάγματα πεζικού δεν διέθεταν πυροβόλα συνοδείας πεζικού).
• Λόγω απροθυμίας Βρετανών, Γάλλων και Γερμανών να μας παραχωρήσουν αντιαρματικά πυροβόλα, αποφασίστηκε η μετατροπή δεκάδων παλαιών πεδινών, πυροβόλων των 75 χιλ. σε αντιαρματικά με την προσθήκη των καταλλήλων πυρομαχικών, τα οποία διασκευάστηκαν στην Εφορία Υλικού Πολέμου.
• Δεκάδες χιλιάδες παλαιές οβίδες πυροβολικού, οι οποίες δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, μετατράπηκαν σε νάρκες. Ακόμα και οι οβίδες των 120 χιλ. των «αρχαίων» πυροβόλων Ντε Μπανζ του 1878 δεν πετάχτηκαν, αλλά 25.000 από αυτές μετατράπηκαν σε νάρκες.
• Έγιναν προμήθειες τηλεπικοινωνιακού υλικού, τηλεφώνων, ασυρμάτων, τηλεφωνικού καλωδίου, ηλιογράφων και οπτικών τηλεγράφων. Είναι ζήτημα αν πριν το 1936 ο ΕΣ διέθετε περισσότερους από 10 ασυρμάτους σε κατάσταση λειτουργίας.
• Όλα τα πυρομαχικά πυροβολικού επιθεωρήθηκαν, και δημιουργήθηκαν αποθέματα. Συνολικά, το ελληνικό πυροβολικό διέθετε την 28η Οκτωβρίου 1940 περισσότερες από 1.350.000 οβίδες κάθε διαμετρήματος. Το αυτό συνέβη και με τα πυρομαχικά του πεζικού.
• Έγινε προμήθεια τριών νέων γεφυροσκευών, ενώ επισκευάστηκε και η παλαιά και έγιναν προμήθειες κάθε είδους εργαλείων και υλικού οχύρωσης, που αποδείχτηκαν πολύτιμες, ιδίως στην πρώτη, την αμυντική φάση του πολέμου. Ο ΕΣ διέθετε ελάχιστο συρματόπλεγμα και μια ημικατεστραμμένη συλλογή γεφυροσκευής, λάφυρο των Βαλκανικών Πολέμων.
• Παραγγέλθηκαν, αλλά λόγω του πολέμου δεν παραλήφθηκαν, 320 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 36 αντιαρματικά πυροβόλα, 132 πεδινά και ορειβατικά πυροβόλα, 1.762 αντιαρματικά τυφέκια Boys των 14 χιλ., 800 πολυβόλα και 1.300 οπλοπολυβόλα.
• Παραγγέλθηκαν 14 ελαφρά άρματα μάχης, τα οποία και δεν παραλήφθηκαν ποτέ.
• Κατασκευάστηκε η γραμμή έργων μονίμου οχυρωτικής στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Γραμμή Μεταξά), η οποία είχε ως στόχο να καλύψει τη χώρα από βουλγαρική επίθεση. Η γραμμή αποτελούνταν από 21 περίκλειστα οχυρά και δεκάδες άλλα έργα οχυρωτικής πεδίου. Τα μεγάλα οχυρά άντεχαν σε βολές πυροβόλων των 220 χιλ. Παράλληλα κατασκευάστηκαν εκατοντάδες σκυρόδετα πολυβολεία και περιπόλια (μικρά ενεργητικά σκέπαστρα με πολυβόλα και αντιαρματικά πυροβόλα), τόσο στην Γραμμή Μεταξά, όσο και στην Ανατολική Μακεδονία και στην Ήπειρο.
Η μεγάλη διαφορά όμως φάνηκε στην Αεροπορία. Μέχρι και την εκδήλωση του κινήματος του 1935, η Αεροπορία δεν διέθετε κανένα καταδιωκτικό, σε πτητική κατάσταση. Διέθετε αεροσκάφη στρατιωτικής συνεργασίας Breguet 19, μερικά Potez 25 και διάφορα απαρχαιωμένα εκπαιδευτικά Μοράν Σολνιέ και Avro. Επί Μεταξά παραγγέλθηκαν 48 καταδιωκτικά. Από αυτά παραλήφθηκαν 36 PZL 24, και 9 Bloch 151. Παραγγέλθηκαν 36 βομβαρδιστικά. Τελικά παραδόθηκαν 11 Potez 63, 12 Blenheim και 12 Fairy Battle. Συνολικά, η Αεροπορία, το 1940 μπόρεσε να παρατάξει περί τα 140 αεροσκάφη, εκ των οποίων τα 100 νέας τεχνολογίας.
Τέλος, έγινε προσπάθεια ενίσχυσης και του Πολεμικού Ναυτικού. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που εκπονήθηκε προέβλεπε την ενίσχυση του στόλου με τέσσερα νέα αντιτορπιλικά και έξι τορπιλακάτους. Από αυτά όμως μόνο δύο αντιτορπιλικά πρόλαβαν να παραδοθούν, τα «Βασιλεύς Γεώργιος» και το «Βασίλισσα Όλγα».
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μεταξύ 1923 και 1935, οι αμυντικές δαπάνες ήταν ύψους τριών δισ. δραχμών, ενώ στο διάστημα 1936-40 διατέθηκαν περισσότερα από δεκαπέντε δισ. δραχμές.
Αξιοποιώντας το υπάρχον παλαιό υλικό στο έπακρο καθώς και το λιγοστό που πρόλαβε να παραληφθεί έως την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Παπάγος μετέτρεψε τον ουσιαστικά μη υφιστάμενο, προ του 1936, Ελληνικό Στρατό σε μια ικανοποιητικά λειτουργούσα πολεμική μηχανή.
Έτσι, την 28η Οκτωβρίου 1940, ο Ελληνικός Στρατός διέθετε περισσότερα από 420.000 τυφέκια και αραβίδες, περίπου 5.000 πολυβόλα, 12.200 οπλοπολυβόλα, 12.000 πιστόλια και περίστροφα, 325 όλμους των 81 χιλ., περισσότερα από 900 πυροβόλα κάθε διαμετρήματος, 188 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 24 αντιαρματικά πυροβόλα. Όλες οι μεραρχίες πεζικού εφοδιάστηκαν με 16 ορειβατικά πυροβόλα των 75 χιλ. και με 8 ορειβατικά πυροβόλα των 105 χιλ. Αναδιοργανώθηκε το πυροβολικό των Σωμάτων και της Στρατιάς και συγκροτήθηκαν έξι συντάγματα βαρέος πυροβολικού, δύο συντάγματα ορειβατικού πυροβολικού και έξι συντάγματα πεδινού πυροβολικού. Τα ελληνικά συντάγματα πεζικού διέθεταν τρία τάγματα πεζικού, ουλαμό έφιππων ανιχνευτών και λόχο βαρέων όπλων (λόχο μηχανημάτων, σύμφωνα με την ορολογία της εποχής). Ο οπλισμός τους, πλεον των ατομικών τυφεκίων, αποτελούνταν από δύο πυροβόλα των 65 χιλ. (βεληνεκές 6.500 μ.), 4 όλμους των 81 χιλ. (βεληνεκές 2.800 μ.), 36 πολυβόλα, 108 οπλοπολυβόλα, 108 βομβιδοβόλα τυφέκια Λεμπέλ, τα οποία εκτόξευαν βομβίδα βάρους 445 γραμμαρίων σε απόσταση μέχρι 200 μ. περίπου.
Σημαντικά βελτιώθηκε και η εκπαίδευση του προσωπικού, αξιωματικών και στρατιωτών. Βελτιώθηκε η εκπαίδευση των αξιωματικών με την επίβλεψη Γαλλικής αποστολής υπό το στρατηγό Ζιράρ. Από το 1937 μέχρι και το Σεπτέμβριο του 1940, κλήθηκαν για μετεκπαίδευση όλοι σχεδόν οι Έφεδροι Αξιωματικοί του Στρατού και οι Έφεδροι Ανθυπασπιστές, των κλάσεων από του 1920 μέχρι του 1936. Ασκήσεις μετά στρατεύματος λάμβαναν χώρα κατά μεραρχία, ενώ τον Οκτώβριο του 1937 εκτελέστηκαν μεγάλες ασκήσεις Σχηματισμού στην περιοχή ΣΕΡΡΩΝ – ΔΡΑΜΑΣ, διάρκειας 15 ημερών. Αυτό το υψηλό επίπεδο εκπαιδεύσεως του ελληνικού Στρατού συντέλεσε στην ταχεία και αποτελεσματική αντιμετώπιση της ιταλικής εισβολής από τις πρώτες ημέρες του πολέμου. Επιπλέον δημιούργησε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη, ενός ακμαίου ηθικού.
Αντίστοιχη προσοχή είχε δοθεί και στη σχεδίαση. Το σχέδιο, που εφαρμόστηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940, έφερε τον τίτλο «Σχέδιο Επιστρατεύσεως 1939Β». Την πληρότητα του Σχεδίου αυτού και του αντίστοιχου Σχεδίου Μεταφορών κατέδειξε η εφαρμογή τους, όπου μέσα σε 15 ημέρες (28 Οκτ -13 Νοε κατορθώθηκε η κινητοποίηση και η προώθηση 300.000 ανδρών και δεκάδων χιλιάδων κτηνών προς τις παραμεθόριες περιοχές της Ηπείρου, της Δυτικής και Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Ο μηχανισμός κινητοποιήσεως αποδείχθηκε αρκετά μελετημένος, με πολύ στερεές βάσεις και με εξαιρετική ευκαμψία.
Η ιταλική εισβολή, τη χαραυγή της 28ης Οκτωβρίου 1940, αντιμετωπίστηκε με το «Σχέδιο Επιχειρήσεων ΙΒα». Το Σχέδιο αυτό είχε συνταχτεί το Σεπτέμβριο του 1939. Όπως κατέδειξαν τα γεγονότα, ήταν επιτυχέστατο, γιατί σταμάτησε τον εισβολέα κατά το δυνατό πλησιέστερα προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα και κάλυψε πλήρως τη γενική επιστράτευση και τη στρατηγική συγκέντρωση του ελληνικού Στρατού. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι η ενημερότητα των Διοικήσεων και των Επιτελείων τους στα προαναφερόμενα Σχέδια Επιστρατεύσεως και Επιχειρήσεων ήταν απόλυτη! Απόδειξη αυτού αποτελεί το γεγονός ότι τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, ολόκληρος ο πολεμικός μηχανισμός τέθηκε σε κίνηση με μια τηλεφωνική διαταγή του ΓΕΣ, προς τα Στρατηγεία των Σωμάτων Στρατού, που περιείχε 21 λέξεις. Έλεγε: «Από έκτης πρωινής σήμερον περιερχόμεθα εις εμπόλεμον κατάστασιν προς Ιταλίαν. Άμυνα εθνικού εδάφους διεξαχθεί βάσει διαταγών ας έχετε. Εφαρμόσατε σχέδιον επιστρατεύσεως».
Χάρη στην προπαρασκευή αυτή, η Ελλάδα κατάφερε στον πόλεμο του 1940-41 να παρατάξει το μεγαλύτερο Στρατό στην Ιστορία της – πάνω από 450.000 άνδρες.
Ευτυχώς για εμάς, το «ΟΧΙ» βασιζόταν στη γνώση όλης αυτής της μακροχρόνιας προσπάθειας. Κάθε σύγκριση με το σήμερα, δυστυχώς μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει, για το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό τού τότε και τη μακαριότητα, αδιαφορία και πολιτικαντισμό που κυριαρχεί σήμερα.
*Ο Ιωάννης Παπανικολάου είναι απόστρατος αξιωματικός με μεταπτυχιακές σπουδές στην Πληροφορική, την Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων και στις Διπλωματικές και Στρατηγικές Σπουδές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου