Είναι τόσο άγονο το επίπεδο της δημόσιας συζήτησης, που πραγματικά κανείς δεν ξέρει που να πατήσει για να καταδείξει ότι υπάρχει εναλλακτική πολιτική. Κι όμως, υπάρχει.
Δρ. κοινωνιολογίας - Πολιτικός αναλυτής
Υπάρχει ένα σημείο όπου συγκλίνουν τα προβλήματα των ημερών, η ακρίβεια, το αγροτικό ζήτημα, εκείνο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Όλες οι διεθνείς και εγχώριες εκθέσεις, συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι το μοντέλο της ελληνικής οικονομίας δεν πρόκειται να πάει μακριά. Μπορεί οι ρυθμοί ανάπτυξης να διακρίνονται από το οικονομικό κλίμα της υπόλοιπης Ευρώπης, μπορεί οι ξένες άμεσες επενδύσεις να κατέγραψαν τα τελευταία χρόνια μια αξιοσημείωτη άνοδο (όχι όμως και το 2023 που φαίνεται ότι η δυναμική εξαντλείται), ωστόσο υπάρχουν μεγάλα “αλλά” στην εικόνα της αισιοδοξίας που η κυβέρνηση επιδιώκει να προβάλει.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εργάνης, το 53% των μισθωτών έχει μεικτό μισθό το πολύ 1.000€.
Την ίδια στιγμή την μερίδα του λέοντος στις ξένες άμεσες επενδύσεις διατηρούν οι τοποθετήσεις στο real estate, τον τουρισμό και τα κόκκινα δάνεια.
Στην σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, παραμένει η μεταποίηση, η ενεργειακή ακρίβεια, τα υπερκέρδη των μεσαζόντων.
Η δε πίεση στην αγροτική παραγωγή δεν αποτελεί παρά το σύμπτωμα ενός κλάδου της οικονομίας γερασμένου, που επιβιώνει από τις εισαγωγές εργατικών χεριών και τις φθίνουσες πλέον επιδοτήσεις της ΚΑΠ.
Όσο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα αλλάξει άραγε το τοπίο του δημοσίου πανεπιστημίου η δυνατότητα ξένων ιδρυμάτων να ιδρύσουν μη κρατικά παραρτήματά τους στην Ελλάδα;
Είναι σαφές ότι το πρόβλημα αφορά στο μοντέλο οικονομίας, συνακόλουθα στον τύπο κοινωνίας που αυτό διαμορφώνει: η Ελλάδα κατέχει θεωρητικά τις δυνατότητες να διαμορφώσει μια ισχυρή μεταποίηση στην 4η βιομηχανική επανάσταση, ο αγροτικός και κτηνοτροφικός τομέας μπορεί να στηριχθεί στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων με σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας και όχι φθηνή εργασία.
Το δημόσιο πανεπιστήμιο είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την έρευνα και την οικονομία της γνώσης, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην καλλιέργεια του ανθρώπινου κεφαλαίου –του πιο σπάνιου πόρου της εποχής μας.
Μια οικονομία, δε που στηρίζεται σε αυτούς τους πυλώνες, μεταποίηση, αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, οικονομία της γνώσης, δίνει και καλύτερους μισθούς. Όχι μάλιστα για τους λίγους, αλλά για την πλειοψηφία.
Η απόσταση που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε αυτήν την δυνητική πραγματικότητα με αυτό που έχουμε είναι τεράστια. Όχι διότι συζητούμε για κάτι ανέφικτο αλλά γιατί ούτε οι πολιτικές της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης οδηγούν τα πράγματα προς τα εκεί, ούτε οι αντιδράσεις πιέζουν προς εκείνην την κατεύθυνση.
Πιο χαρακτηριστικές είναι οι κινητοποιήσεις φοιτητών. Με τις καταλήψεις να έχουν γίνει φετίχ, και θεματικό πάρκο βραχύβιας, τελετουργικής και δήθεν επαναστατικότητας, αναρωτιέται κανείς ποιός θα φυλάξει την τριτοβάθμια εκπαίδευση από τους αυτόκλητούς της φυλακές. Διότι ζούμε την κωμικοτραγική κατάσταση όπου εκείνοι που καταγγέλλουν την υποβάθμιση του πανεπιστημίου ενίοτε πρωταγωνιστούν σε αυτήν.
Λείπει, λοιπόν, το γενικό σχέδιο. Τόσο σαν ένα όραμα που εμπνέει, όσο και σαν συγκεκριμένη στρατηγική. Και αυτό αφορά και στην κυβερνώσα παράταξη, και την αντιπολίτευση, και τις αντιδράσεις της κοινωνίας.
Τα πράγματα θέλουν μια σειρά: στην καλύτερη των περιπτώσεων η συνάντηση του πρωθυπουργού με τους αγρότες θα βγάλει μέτρα έκτακτης ανάγκης. Εδώ χρειάζεται θεμελιώδης μεταρρύθμιση της πρωτογενούς παραγωγής, κίνητρα προσέλκυσης νέων αγροτών, αποκέντρωση, επενδύσεις εφαρμογής νέων τεχνολογιών και εξοικονόμησης ενέργειας στο χωράφι, απαγκίστρωση από την εξάρτηση των φθηνών εργατικών χεριών που αναγκάζει την κυβέρνηση να εισάγει ξένη εργασία με πολλαπλά ρίσκα για την ασφάλεια και την κοινωνική συνοχή της χώρας. Αυτό απαιτεί πλάνο οκταετίας, και σχέδιο τετραετίας. Που είναι;
Παράλληλα μια μεγάλη ιδεολογική μάχη πρέπει να δοθεί με τους πυλώνες του αναχρονισμού και της καθίζησης μέσα στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Όχι δια των μη κρατικών, που για να αποδώσουν θα πρέπει να ακολουθήσουν το μοντέλο της Κύπρου και όχι τα ημίμετρα των ξένων ιδρυμάτων. Εδώ πρέπει να ηττηθούν λογικές που καταχρώνται και ευτελίζουν τον δημόσιο χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτές ακόμα δεν έχουν αμφισβητηθεί στο επίπεδο των αξιών, των προτύπων και των συμπεριφορών.
Είναι τόσο άγονο το επίπεδο της δημόσιας συζήτησης, που πραγματικά κανείς δεν ξέρει που να πατήσει για να καταδείξει ότι υπάρχει εναλλακτική πολιτική. Κι όμως, υπάρχει.
***
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Πολιτική» της Θεσσαλονίκης, το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου