«Μπλόκο»
στις συνεχείς παρατάσεις που έδινε η διοίκηση, προκειμένου να μην
παραγράφονται οι φορολογικές υποθέσεις που εκκρεμούσαν πέραν της
πενταετίας, έβαλε η Ολομέλεια του ΣτΕ.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, το Συμβούλιο της Επικρατείας τινάζει στον αέρα όλους τους φορολογικούς ελέγχους που εκκρεμούν για τις λίστες (Λαγκάρντ κλπ) και όχι μόνο.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού δικαστηρίου κινούμενη στο πνεύμα των τμηματων του δικαστηρίου, έκρινε ότι η παραγραφή των φορολογικών αξιώσεων είναι πενταετής και οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής είναι αντισυνταγματικές. Έτσι, όλοι οι φορολογικοί έλεγχοι που έγιναν πλέον της πενταετίας αντιμετωπίζουν θέμα συνταγματικότητας, αφού η επίμαχη απόφαση αναμένεται να χρησιμοποιηθεί από τους ελεγχόμενους.
Ειδικότερα, με την υπ' αριθμόν 1738/2017 απόφαση τους, οι ανώτατοι δικαστές αναφέρουν ότι εν όψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος) «η παραγραφή πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια ενόψει μάλιστα του ότι πλέον διευκολύνεται η διαδικασία ελέγχου τόσο λόγω των σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων ελέγχου όσο και λόγω του γεγονότος ότι πολλά δεδομένα που αφορούν την πάσης φύσεως οικονομική δραστηριότητα των φορολογουμένων (π.χ. εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τόκους καταθέσεων, κ.λπ.) εισάγονται στο σύστημα ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος, χωρίς να χρειάζονται καμία ενέργεια εκ μέρους των φορολογουμένων, έτσι δεν δικαιολογείται ο καθορισμός μακρού χρόνου παραγραφής πέραν των χρονικών ορίων που όριζαν οι προϊσχύουσες διατάξεις, σε χρόνο κατά τον οποίο η φορολογική διοίκηση δεν διέθετε τα εργαλεία αυτά».
Άλλωστε, συνεχίζει το ΣτΕ, «η ταχύτητα των εξελίξεων σε όλους τους τομείς μεταξύ των οποίων και ο οικονομικός και ο επιχειρηματικός επιβάλλει προς προστασία του δημοσίου συμφέροντος την ταχύτητα κατά το δυνατόν εκκαθάρισης των υποχρεώσεων των φορολογουμένων, προκειμένου να προγραμματίζουν την οικονομική τους δραστηριότητα, να γνωρίζουν τις οφειλές τους επικαίρως και κατά τακτά και σχετικώς μικρά χρονικά διαστήματα διότι η συσσώρευση των οφειλών πολλών ετών, λόγω μη της παρόδου μακρού χρόνου διενέργειας ελέγχου για περισσότερα έτη και εκδόσεως των σχετικών καταλογιστικών πράξεων και η αξίωση συγχρόνου καταβολής αυτών, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα σε φυσικά και νομικά πρόσωπα».
Η Ολομέλεια υπογραμμίζει στην επίμαχη απόφασή της ότι οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων αντίκειται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις του άρθρου 78 του Συντάγματος (που απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου), γιατί παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσίευσης των σχετικών νόμων ετών».
Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν για την επιβολή φορολογικών επιβαρύνσεων απαιτείται να εφαρμόζεται προθεσμία παραγραφής, η οποία πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων και να είναι επαρκώς προβλέψιμη από τον φορολογούμενο. Η παραγραφή αυτή πρέπει, επίσης, να έχει, συνολικά, εύλογη διάρκεια, δηλαδή να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας, ενώ η μεταβολή της με την πρόβλεψη επιμηκύνσεως είναι δυνατή μόνον υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, δηλαδή με διάταξη θεσπιζόμενη το αργότερο το επόμενο της γενέσεως της φορολογικής υποχρεώσεως έτος.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, το Συμβούλιο της Επικρατείας τινάζει στον αέρα όλους τους φορολογικούς ελέγχους που εκκρεμούν για τις λίστες (Λαγκάρντ κλπ) και όχι μόνο.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού δικαστηρίου κινούμενη στο πνεύμα των τμηματων του δικαστηρίου, έκρινε ότι η παραγραφή των φορολογικών αξιώσεων είναι πενταετής και οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής είναι αντισυνταγματικές. Έτσι, όλοι οι φορολογικοί έλεγχοι που έγιναν πλέον της πενταετίας αντιμετωπίζουν θέμα συνταγματικότητας, αφού η επίμαχη απόφαση αναμένεται να χρησιμοποιηθεί από τους ελεγχόμενους.
Ειδικότερα, με την υπ' αριθμόν 1738/2017 απόφαση τους, οι ανώτατοι δικαστές αναφέρουν ότι εν όψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος) «η παραγραφή πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια ενόψει μάλιστα του ότι πλέον διευκολύνεται η διαδικασία ελέγχου τόσο λόγω των σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων ελέγχου όσο και λόγω του γεγονότος ότι πολλά δεδομένα που αφορούν την πάσης φύσεως οικονομική δραστηριότητα των φορολογουμένων (π.χ. εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τόκους καταθέσεων, κ.λπ.) εισάγονται στο σύστημα ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος, χωρίς να χρειάζονται καμία ενέργεια εκ μέρους των φορολογουμένων, έτσι δεν δικαιολογείται ο καθορισμός μακρού χρόνου παραγραφής πέραν των χρονικών ορίων που όριζαν οι προϊσχύουσες διατάξεις, σε χρόνο κατά τον οποίο η φορολογική διοίκηση δεν διέθετε τα εργαλεία αυτά».
Άλλωστε, συνεχίζει το ΣτΕ, «η ταχύτητα των εξελίξεων σε όλους τους τομείς μεταξύ των οποίων και ο οικονομικός και ο επιχειρηματικός επιβάλλει προς προστασία του δημοσίου συμφέροντος την ταχύτητα κατά το δυνατόν εκκαθάρισης των υποχρεώσεων των φορολογουμένων, προκειμένου να προγραμματίζουν την οικονομική τους δραστηριότητα, να γνωρίζουν τις οφειλές τους επικαίρως και κατά τακτά και σχετικώς μικρά χρονικά διαστήματα διότι η συσσώρευση των οφειλών πολλών ετών, λόγω μη της παρόδου μακρού χρόνου διενέργειας ελέγχου για περισσότερα έτη και εκδόσεως των σχετικών καταλογιστικών πράξεων και η αξίωση συγχρόνου καταβολής αυτών, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα σε φυσικά και νομικά πρόσωπα».
Η Ολομέλεια υπογραμμίζει στην επίμαχη απόφασή της ότι οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων αντίκειται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις του άρθρου 78 του Συντάγματος (που απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου), γιατί παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσίευσης των σχετικών νόμων ετών».
Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν για την επιβολή φορολογικών επιβαρύνσεων απαιτείται να εφαρμόζεται προθεσμία παραγραφής, η οποία πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων και να είναι επαρκώς προβλέψιμη από τον φορολογούμενο. Η παραγραφή αυτή πρέπει, επίσης, να έχει, συνολικά, εύλογη διάρκεια, δηλαδή να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας, ενώ η μεταβολή της με την πρόβλεψη επιμηκύνσεως είναι δυνατή μόνον υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, δηλαδή με διάταξη θεσπιζόμενη το αργότερο το επόμενο της γενέσεως της φορολογικής υποχρεώσεως έτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου