Από το el.wikipedia
Η Αυτόνομος Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου δημιουργήθηκε το 1914, ύστερα από πρωτοβουλία της ομώνυμης Προσωρινής Κυβέρνησης που συγκροτήθηκε από εκπροσώπους των Βορειοηπειρωτών στις 17 Φεβρουαρίου 1914 στο Αργυρόκαστρο. Προσωρινός πρόεδρος ορίστηκε ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος. Κύρια επιδιώξή της ήταν η αυτονομία της περιοχής και η προστασία βασικών δικαιωμάτων του ελληνικού πληθυσμού, έστω και εντός του αλβανικού κράτους, στο οποίο επιδικάστηκε αργότερα.
Για να γίνει κατανοητός ο ρόλος της προσωρινής κυβέρνησης θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν: πρώτη είσοδος του ελληνικού στρατού στη Βόρεια Ήπειρο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία από τις Μεγάλες Δυνάμεις και αποχώρηση του ελληνικού στρατού.
Όπως επίσης και τα γεγονότα που ακολούθησαν: συγκρούσεις μεταξύ Βορειοηπειρωτών με αλβανικά ένοπλα σώματα, η υπογραφή Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εθνικός Διχασμός, οι πολεμικές περιπέτειες τις Ελλάδας μέχρι το 1922 καθώς και όλο τα διπλωματικό παρασκήνιο που επιδίκασε οριστικά στην Αλβανία την περιοχή (1924).
Το ίδιο διάστημα, στις 28 Νοεμβρίου, στον Αυλώνα, ανακηρύχθηκε από τους Αλβανούς η ανεξαρτησία της Αλβανίας.
Στην προκήρυξη της αυτονομίας προς τον λαό της Βορείου Ηπείρου αποκάλυπτε ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις τους είχαν αρνηθεί όχι μόνο την αυτονομία εντός του αλβανικού κράτους, αλλά και εγγυήσεις για βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους.
Η προκήρυξη υπογραφόταν και από τους μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως, Κορυτσάς και Βελάς και Κονίτσης. Αργότερα θα οριστούν και οι αρμόδιοι υπουργοί ανά τομέα:
Η εξέγερση στην Βόρειο Ήπειρο δεν προέρχονταν ούτε υποστηρίζονταν από
την ελληνική κυβέρνηση, συναισθηματικά μόνο συμπαραστέκονταν στους
Βορειοηπειρώτες. Η θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθέριου Βενιζέλου
ήταν ιδιαίτερα δύσκολη στο θέμα, καθώς έπρεπε να εγκαταλείψει τους
ελληνικούς πληθυσμούς στις διαθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων χωρίς να
εξασφαλίσει καμία εγγύηση για την ασφάλειά τους.
Στις 9 Μαρτίου ο ελληνικός στόλος απέκλεισε το λιμάνι των Αγίων Σαράντα και τις επόμενες μέρες απαγόρεψε διαδήλωση στην Αθήνα υπέρ του βορειοηπειρωτικού ζητήματος. Αυτές οι ενέργειες είχαν ως σκοπό να πείσουν τις Μεγάλες Δυνάμεις ότι η Ελλάδα τηρεί αυστηρή στάση και δεν συμμετέχει σε καμμία περίπτωση στο αυτονομιστικό κίνημα στη Βόρεια Ήπειρο.
Για ένα διάστημα ξέσπασαν συγκρούσεις στην περιοχή της Κορυτσάς και για λίγες μέρες η πόλη πέρασε στα χέρια των αυτονομιστών, όμως μετά από ενισχύσεις της αλβανικής πλευράς η εξέγερση καταπνίγηκε. Ακολούθησαν φυλακίσεις και εξορίες πολλών Κορυτσαίων, όπως του τοπικού μητροπολίτη Γερμανού.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις θα εγγυόνταν για την διατήρηση και την εκτέλεση των παραπάνω μέτρων[2].
Οι ένοπλες συγκρούσεις μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου περιορίζονται αισθητά, χωρίς όμως να πάψουν απευθείας. Σύμφωνα με άρθρο του πρωτοκόλλου, η περιοχή της Κορυτσάς που τότε βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της αλβανικής χωροφυλακής, η οποία διοικούνταν από Ολλανδούς και Αυστριακούς αξιωματικούς, έπρεπε να επιδικαστεί στην προσωρινή κυβέρνηση της Αυτόνομης Ηπείρου. Τελικά, στις 8 Ιουλίου η Κορυτσά βρίσκεται υπό βορειοηπειρωτική διοίκηση, ύστερα από έφοδο. Τον ίδιο μήνα και το Τεπελένι τέθηκε υπό τον έλεγχο της προσωρινής κυβέρνησης.
Στις 14 Σεπτεμβρίου οι βορειοηπειρωτικές δυνάμεις κατέλαβαν προσωρινά το Βεράτιο, όμως χωρίς την έγκριση της Προσωρινής Κυβέρνησης.
Τελικά, στα τέλη Οκτωβρίου του ιδίου έτους, και ενώ είχε ξεσπάσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, μετά από την συγκατάθεση των Μεγάλων Δυνάμεων[4][5],
ο ελληνικός στρατός εισήλθε για δεύτερη φορά στην περιοχή, ως
παράγοντας σταθεροποίησης και προστασίας του πληθυσμού. Έτσι η προσωρινή
κυβέρνηση τυπικά έπαψε να υπάρχει και η Βόρεια Ήπειρος βρίσκονταν ξανά
υπό την προστασία του ελληνικού κράτους. Ο Βενιζέλος μάλιστα δήλωσε στο
ελληνικό κοινοβούλιο ότι μόνο κολοσσιαία λάθη θα αποστερούσαν από την
Ελλάδα την Βόρειο Ήπειρο. Μετά την παραίτηση του Βενιζέλου οι επόμενες
φιλοβασιλικές κυβερνήσεις προέβησαν σε ενέργειες που απομάκρυναν την
Ελλάδα από τις δυνάμεις της Αντάντ, ιδιαίτερα λόγω της στάσης της να
επιμείνει στην ουδετερότητα και να μην εισέλθει με το πλευρό της στον
Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις αρχές του 1916 η περιοχή της Βορείου
Ηπείρου συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές εκλέγοντας 16 εκπροσώπους
στο κοινοβούλιο. Τον Μάρτιο, με βασιλικό διάταγμα ανακηρύχθηκε η ένωση
της περιοχής, η οποία διοικητικά αποτελούνταν από τους νομούς
Αργυροκάστρου και Κορυτσάς.
Μετά τη λήξη του πολέμου, το 1921 αποφασίστηκε η οριστική επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία. Η ενσωμάτωση όμως στην Αλβανία, συνοδεύτηκε, με πολύ πιο περιορισμένα δικαιώματα για τον πληθυσμό της περιοχής και χωρίς την αναγνώριση ενός αυτόνομου κράτους, σύμφωνα με τους όρους του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας και τις εγγυήσεις που δόθηκαν από την Αλβανία προς την Κοινωνία των Εθνών.
Ιστορικό αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας (Α.Υ.Ε.) 1914, Α-5ιγ, Κοντούλης προς το ΥπΕξ, Κορυτσά, 1 Μαρτίου 1914
Kondis Β., Greece-Albania 1908-1914, Θεσσαλονίκη 1976 σελ. 131-132
Έ. Καρακίτσιος, Παλαίτυπα καί ένθυμήσεις από τή Χότσιστα (HOÇISHT) Κορυτσάς. Μακεδονικά, τ. 33 (2001-2002), σελ. 334, 337.[1]
Foreign Office (F.o.), 371-2009-55845, Grey προς Rodd, Λονδίνο 6 Οκτωβρίου 1914
Η Αυτόνομος Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου δημιουργήθηκε το 1914, ύστερα από πρωτοβουλία της ομώνυμης Προσωρινής Κυβέρνησης που συγκροτήθηκε από εκπροσώπους των Βορειοηπειρωτών στις 17 Φεβρουαρίου 1914 στο Αργυρόκαστρο. Προσωρινός πρόεδρος ορίστηκε ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος. Κύρια επιδιώξή της ήταν η αυτονομία της περιοχής και η προστασία βασικών δικαιωμάτων του ελληνικού πληθυσμού, έστω και εντός του αλβανικού κράτους, στο οποίο επιδικάστηκε αργότερα.
Για να γίνει κατανοητός ο ρόλος της προσωρινής κυβέρνησης θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν: πρώτη είσοδος του ελληνικού στρατού στη Βόρεια Ήπειρο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία από τις Μεγάλες Δυνάμεις και αποχώρηση του ελληνικού στρατού.
Όπως επίσης και τα γεγονότα που ακολούθησαν: συγκρούσεις μεταξύ Βορειοηπειρωτών με αλβανικά ένοπλα σώματα, η υπογραφή Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εθνικός Διχασμός, οι πολεμικές περιπέτειες τις Ελλάδας μέχρι το 1922 καθώς και όλο τα διπλωματικό παρασκήνιο που επιδίκασε οριστικά στην Αλβανία την περιοχή (1924).
Πίνακας περιεχομένων
- 1 Βόρεια Ήπειρος και Βαλκανικοί πόλεμοι
- 2 Η ανακήρυξη της αυτονομίας
- 3 Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης
- 4 Οι ένοπλες συγκρούσεις
- 5 Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας
- 6 Επίλογος
- 6.1 Η Βόρεια Ήπειρος υπό ελληνική διοίκηση (Οκτ. 1914-Σεπ. 1916)
- 6.2 Ιταλική, γαλλική κυριαρχία και οριστική επιδίκαση στην Αλβανία
- 7 Δείτε επίσης
- 8 Παραπομπές
- 9 Πηγές
- 10 Περαιτέρω μελέτη
Βόρεια Ήπειρος και Βαλκανικοί πόλεμοι
Τον Μάρτιο του 1913, κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, ο ελληνικός στρατός, μετά την νίκη στο Μπιζάνι, απελευθέρωσε τα Ιωάννινα και στη συνέχεια προήλασε βόρεια. Η Χειμάρρα ήταν ήδη υπό ελληνικό έλεγχο από τις 5 Νοεμβρίου 1912, όταν ο Χειμαρριώτης Σπύρος Σπυρομήλιος αποβιβάστηκε χωρίς να συναντήσει ιδιαίτερη αντίσταση. Στο τέλος των Βαλκανικών πολέμων οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις ήλεγχαν την περιοχή που μετέπειτα ονομάστηκε Βόρεια Ήπειρος, φτάνοντας την γραμμή Κεραύνιων Ορέων δυτικά, ως Λίμνης Πρέσπας ανατολικά.Το ίδιο διάστημα, στις 28 Νοεμβρίου, στον Αυλώνα, ανακηρύχθηκε από τους Αλβανούς η ανεξαρτησία της Αλβανίας.
Η ανακήρυξη της αυτονομίας
Στις 13 Φεβρουαρίου 1914, η Πανηπειρωτική Συνέλευση (σώμα που αποτελούνταν από εκπροσώπους της περιοχής), αποφάσισε ότι εφόσον δεν επιτεύχθηκε η ένωση με την Ελλάδα θα δέχονταν μόνο τοπική αυτονομία. Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος κατάληψης της περιοχής από αλβανικά σώματα ενόπλων ατάκτων και να προστατευθεί ο πληθυσμός της περιοχής, ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος, (πρώην υπουργός εξωτερικών της Ελλάδας με καταγωγή από το Κεστοράτι Αργυροκάστρου) ανακήρυξε την «Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου» στο Αργυρόκαστρο, στις 28 Φεβρουαρίου.Στην προκήρυξη της αυτονομίας προς τον λαό της Βορείου Ηπείρου αποκάλυπτε ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις τους είχαν αρνηθεί όχι μόνο την αυτονομία εντός του αλβανικού κράτους, αλλά και εγγυήσεις για βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους.
Ἠπειρῶται,
ἡ ἐν Ἀργυροκάστρῳ συνελθούσα Συντακτική Συνέλευσις τῶν ἀντιπροσώπων, οὓς ὁμοφώνως ἀνέδειξεν ἡ γνώμη τοῦ Λαοῦ, ἀνεκύρηξεν τὴν ἵδρυσην τῆς Αὐτονόμου Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου, ἀποτελεσθησομένη ἐκ τῶν Ἐπαρχιῶν τὰς ὁποίας ἐξαναγκάζεται ὅπως ἐγκαταλίπῃ ὁ Ἑλληνικὸς Στρατός... Ἡ Βόρειος Ἤπειρος κηρύσσει τὴν ἀνεξαρτησίαν της καὶ προσκαλεῖ τοὺς πολίτας της ὅπως ὑποβαλλόμενοι εἰς πᾶσαν θυσίαν προασπίσωσι τὴν ἀκεραιότητα τοῦ ἐδάφους καὶ τὰς ἐλευθερίας της, ἀπὸ πάσης προσβολῆς.
— Ἡ Προσωρινὴ Κυβέρνησις, ὁ Πρόεδρος Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος
Η προκήρυξη υπογραφόταν και από τους μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως, Κορυτσάς και Βελάς και Κονίτσης. Αργότερα θα οριστούν και οι αρμόδιοι υπουργοί ανά τομέα:
- Εξωτερικών: Αλέξανδρος Καραπάνος
- Στρατιωτικών: Συνταγματάρχης Δημήτριος Δούλης
- Οικονομίας: Ιωάννης Παρμενίδης
Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης
Στις 9 Μαρτίου ο ελληνικός στόλος απέκλεισε το λιμάνι των Αγίων Σαράντα και τις επόμενες μέρες απαγόρεψε διαδήλωση στην Αθήνα υπέρ του βορειοηπειρωτικού ζητήματος. Αυτές οι ενέργειες είχαν ως σκοπό να πείσουν τις Μεγάλες Δυνάμεις ότι η Ελλάδα τηρεί αυστηρή στάση και δεν συμμετέχει σε καμμία περίπτωση στο αυτονομιστικό κίνημα στη Βόρεια Ήπειρο.
Οι ένοπλες συγκρούσεις
Στις 1 Μαρτίου 1914, ο Συνταγματάρχης Κοντούλης, κατόπιν εντολής παραδίδει την Κορυτσά, την Μοσχόπολη και λίγες μέρες αργότερα το Λεσκοβίκι, στην νεοσυσταθείσα αλβανική χωροφυλακή[1]. Επακολούθησαν σοβαρές ταραχές και ένοπλες συγκρούσεις, μεταξύ αλβανικών και βορειοηπειρωτικών δυνάμεων, οι οποίες γενικεύτηκαν σε πολλές περιοχές. Οι Βορειοηπειρώτες, που είχαν οργανώσει τοπικές ένοπλες ομάδες, με την ονομασία «Ιεροί Λόχοι», κατέλαβαν την Ερσέκα και μέχρι το Μάιο του ίδιου έτους προήλασαν στο Φρασάρι και την Κορυτσά.Για ένα διάστημα ξέσπασαν συγκρούσεις στην περιοχή της Κορυτσάς και για λίγες μέρες η πόλη πέρασε στα χέρια των αυτονομιστών, όμως μετά από ενισχύσεις της αλβανικής πλευράς η εξέγερση καταπνίγηκε. Ακολούθησαν φυλακίσεις και εξορίες πολλών Κορυτσαίων, όπως του τοπικού μητροπολίτη Γερμανού.
Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας
Οι Μεγάλες Δυνάμεις θα εγγυόνταν για την διατήρηση και την εκτέλεση των παραπάνω μέτρων[2].
Οι ένοπλες συγκρούσεις μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου περιορίζονται αισθητά, χωρίς όμως να πάψουν απευθείας. Σύμφωνα με άρθρο του πρωτοκόλλου, η περιοχή της Κορυτσάς που τότε βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της αλβανικής χωροφυλακής, η οποία διοικούνταν από Ολλανδούς και Αυστριακούς αξιωματικούς, έπρεπε να επιδικαστεί στην προσωρινή κυβέρνηση της Αυτόνομης Ηπείρου. Τελικά, στις 8 Ιουλίου η Κορυτσά βρίσκεται υπό βορειοηπειρωτική διοίκηση, ύστερα από έφοδο. Τον ίδιο μήνα και το Τεπελένι τέθηκε υπό τον έλεγχο της προσωρινής κυβέρνησης.
Επίλογος
Στις 17 Μαΐου 1914 εκδηλώθηκε επανάσταση στην κεντρική Αλβανία, υποκινούμενη από τους Νεότουρκους που έθεσε σε κίνδυνο την ισχύ του Πρωτοκόλλου. Οι δραστηριότητες των επαναστατών αυτών ανησύχησαν τον Ε. Βενιζέλο, φοβούμενος εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές αμάχων από την πλευρά τους.Στις 14 Σεπτεμβρίου οι βορειοηπειρωτικές δυνάμεις κατέλαβαν προσωρινά το Βεράτιο, όμως χωρίς την έγκριση της Προσωρινής Κυβέρνησης.
Η Βόρεια Ήπειρος υπό ελληνική διοίκηση (Οκτ. 1914-Σεπ. 1916)
Ιταλική, γαλλική κυριαρχία και οριστική επιδίκαση στην Αλβανία
Οι πολιτικές συγκυρίες που ακολούθησαν και η δυσμενής κατάσταση που βρέθηκε η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, με τον Εθνικό Διχασμό, οδήγησαν στη διαίρεση της χώρας σε δύο επί μέρους κράτη (της Θεσσαλονίκης και των Αθηνών). Επίσης, οι διπλωματικές μηχανορραφίες των Μεγάλων Δυνάμεων, οδήγησαν αρχικά στην είσοδο των Ιταλικών (Αργυρόκαστρο) και Γαλλικών (Κορυτσά) στρατευμάτων.Μετά τη λήξη του πολέμου, το 1921 αποφασίστηκε η οριστική επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία. Η ενσωμάτωση όμως στην Αλβανία, συνοδεύτηκε, με πολύ πιο περιορισμένα δικαιώματα για τον πληθυσμό της περιοχής και χωρίς την αναγνώριση ενός αυτόνομου κράτους, σύμφωνα με τους όρους του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας και τις εγγυήσεις που δόθηκαν από την Αλβανία προς την Κοινωνία των Εθνών.
Δείτε επίσης
- Βαλκανικοί Πόλεμοι
- Βόρεια Ήπειρος
- Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος
- Ιστορία της Βόρειας Ηπείρου την περίοδο 1913-1921
- Μέτωπο Απελευθέρωσης Βορείου Ηπείρου
Παραπομπές
- F.o. 371-2455-45, Rodd προς Grey, Ρώμη 7 Οκτωβρίου 1914
Πηγές
- Επίτομη παγκόσμια στρατιωτική, ναυτική, αεροπορική εγκυκλοπαίδεια, Στρατηγικές Εκδόσεις. ISBN 960-8094-14-3.
- Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος ΙΔ', Εκδοτική Αθηνών
- Η Βόρεια Ήπειρος στη δεκαετία 1912-1922. Ίδρυμα Μείζωνος Ελληνισμού.
Περαιτέρω μελέτη
- Nicholas J. Cassavetes (Επίτιμος γραμματέας Πανηπειρωτικής Ένωσης Αμερικής), The question of northern Epirus at the Peace conference, Oxford University Press. American Branch, 1919 (στα Αγγλικά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου