Τρεις ημέρες μετά τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και συγκεκριμένα στις 27 Φεβρουαρίου του 2022 ο Γερμανός Καγκελάριος Όλαφ Σόλτς θα εκφωνούσε μια ιστορική ομιλία από το βήμα του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου της Γερμανίας ανακοινώνοντας τον επανεξοπλισμό της χώρας του , σπάζοντας έτσι πολλά ταμπού της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής όπως αυτά είχαν εδραιωθεί μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ανακοίνωση έγινε αποδεκτή με ενθουσιασμό από το σύνολο του πολιτικού κόσμου της Γερμανίας, ενώ διεθνείς αναλυτές έγραφαν πως ο «γίγαντας ξύπνησε».
«Η 24η Φεβρουαρίου 2022 (ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία) αποτελεί σημείο καμπής (…) Ο κόσμος μετά δεν θα είναι ίδιος με τον κόσμο πριν...Δεν υπάρχει αμφιβολία, ο Πούτιν θέλει να φτιάξει μια ρωσική αυτοκρατορία και να διαμορφώσει τα χαρακτηριστικά της Ευρώπης σύμφωνα με τις ιδέες του. Είναι σαφές ότι πρέπει να επενδύσουμε περισσότερα στην ασφάλεια της χώρας μας, προκειμένου να προστατεύσουμε την ελευθερία μας. Χρειαζόμαστε ισχυρές υπερσύγχρονες ένοπλες δυνάμεις», ανέφερε ο Καγκελάριος και ανακοίνωσε τη δημιουργία ειδικού ταμείου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο, όπως είπε, πρέπει να κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα και να έχει τη στήριξη όλων. Αυτό θα αντιστοιχεί το 2024 στο 2% του ΑΕΠ της Γερμανίας. «Το κάνουμε για τη δική μας ασφάλεια, όχι μόνο για να τηρήσουμε τον λόγο μας στους συμμάχους».
Η ομιλία του Σολτς είναι ημερομηνία ορόσημο, καθώς μονομερώς ακύρωσε τη συμφωνία του Πότσδαμ, η οποία μεταξύ άλλων προέβλεπε τον αφοπλισμό της Γερμανίας, και άφησε πίσω του την Οστπολιτίκ (Ostpolitik), δημιουργώντας ένα θολό τοπίο όσον αφορά στις σχέσεις του Βερολίνου με την Ανατολική Ευρώπη αλλά και τη Ρωσία και την Κίνα.
Η νέα πραγματικότητα, που ανατέλλει ως απόρροια του πρώτου πολέμου επί ευρωπαϊκού εδάφους που έλαβε χώρα τον 21ο αιώνα, αναμένεται να φέρει κατακλυσμιαίες αλλαγές τόσο για την Ευρώπη όσο και τον κόσμο και φυσικά η χώρα μας δεν πρόκειται να μείνει ανεπηρέαστη από αυτές τις εξελίξεις.
Οι μέχρι σήμερα ευρωσκεπτικιστές που έκαναν λόγο για Γερμανική Ευρώπη, λόγω της οικονομικής της κυριαρχίας, έχουν έναν ακόμη λόγο να ανησυχούν. Το ίδιο και η Πολωνία, καθώς και άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Εάν η ανακοίνωση για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας γίνει εντός ευρωπαϊκού πλαισίου και σε συνεργασία με τη Γαλλία και άλλα ευρωπαϊκά κράτη με στόχο τη δημιουργία του Ευρωστρατού για την προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων τότε θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια θετική εξέλιξη. Όμως ο μονομερής τρόπος με τον οποίο ανακοινώθηκε δημιουργεί ανησυχία για μια επιστροφή στο παρελθόν, η οποία θα προκαλέσει ντόμινο εξελίξεων.
Στην προσπάθεια να αποκωδικοποιήσουμε την ιστορική απόφαση της Γερμανίας η HuffPost απευθύνθηκε στον Ομότιμο Καθηγητή του Πανεπιστημίου Μακεδονίας - Εδρα Jean Monnet στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση και Εξωτερική Πολιτική, κ. Ηλία Θερμό.
«Η απόφαση Σολτς για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας με ένα πρόγραμμα που φτάνει τα 100 δισ. ευρώ και η διαβεβαίωση πως η Γερμανία θα επενδύσει πάνω από το 2% του ΑΕΠ της στην Άμυνα, είναι ιστορικής σημασίας και ενδεικτική της αναδιάρθρωσης του διεθνούς συστήματος. Ωστόσο για να γίνει κατανοητή η βαρύτητα αυτής της απόφαση των Σοσιαλδημοκρατών αναπόφευκτα θα πρέπει να κάνουμε ορισμένες ιστορικές συγκρίσεις.
Θα πρέπει να συγκρίνουμε τη στάση των Σοσιαλδημοκρατών στις 4 Αυγούστου 1914, παραμονές τον Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ψήφισαν στο όνομα του πατριωτισμού τα στρατιωτικά κονδύλια τα οποία έδωσαν τη δυνατότητα στον Κάιζερ Γουλιέλμο των Β΄ να εξαπολύσει τον «προκαταβολικό πόλεμο» εναντίον της Δύσης και της Ρωσίας.
Επίσης να θυμίσουμε ότι στις 5 Ιανουαρίου 1919 ο ηγέτης του SPD και Καγκελάριος της Γερμανίας Φρίντιχ Εμπερτ διέταξε να καταπνίγει το κίνημα των «Σπαρτακιστών» στο Βερολίνο με αποτέλεσμα 1.000 εργάτες να χάσουν τη ζωή τους. Επίσης δολοφονήθηκαν η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ ιδρυτές της Ένωσης Σπάρτακος, της αριστερής δηλαδή πτέρυγας που διασπάστηκε από το SPD. Υπενθυμίζεται ότι ο Λίμπκνεχτ ήταν ο μόνος βουλευτής του SPD αλλά και ολόκληρου του Ράιχσταγκ που είχε καταψηφίσει τη χρηματοδότηση του πολέμου το 1914.
Μετά την λήξη του πολέμου και την παράδοση της Γερμανίας με τη Συνθήκη των Βερσαλιών το 1919 ένας από τους βαρείς όρους που ετέθησαν στην ηττημένη Γερμανία ήταν αυτός του περιορισμού του στρατού της σε 100.000 άνδρες και η απαγόρευση να έχει ναυτικό και εναέριες δυνάμεις, στην ουσία την αποστρατικοποίησαν.
Όμως αυτό άλλαξε από το 1936 με την αγγλογερμανική συμφωνία για το ναυτικό όπου θα μπορούσε η Γερμανία να χτίσει ένα στόλο μόνο στο 1/3 του τονάζ του βρετανικού στόλου. Οι Γερμανοί επέλεξαν να κάνουν υποβρύχια με τα οποία κυριάρχησαν. Ακολούθησε ανάλογη συμφωνία για την αεροπορία.
Αρα σταδιακά η Γερμανία αποδεσμεύθηκε από τον όρο της συνθήκης των Βερσαλιών για αποστρατικοποίηση.
Και μετά είχαμε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο...
Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου βλέπουμε και πάλι τη Γερμανία να αποστρατιωτικοποιείται...
Πράγματι μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαμε τη διάσκεψη του Πότσδαμ, την τελευταία διάσκεψη των ηγετών των τριών μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Μεγάλη Βρετανία, όπου μεταξύ άλλων καθορίστηκε το μέλλον της Γερμανίας η οποία πλέον έπρεπε να είναι αποστρατικοποιημένη.
Ακολούθως η Γερμανία μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης άρχισε να επιλέγει μια πολιτική η λογική της οποίας ήταν “πρώτα η Γερμανία”, ενώ κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου με την Οστπολιτίκ του Καγκελάριου Βίλλυ Μπραντ αποδέχθηκε τα νέα σύνορα στη γραμμή Οντερ-Νάισε παραχωρώντας τις δύο πιο σημαντικές επαρχίες της Ανατολικής Γερμανίας στην Πολωνία από τις οποίες έφυγαν 9 εκατομμύρια Γερμανοί προς τη δυτική Γερμανία.
Όμως στα χρόνια που ακολούθησαν η Γερμανία ανέπτυξε μια ισχυρή αμυντική βιομηχανία της οποίας πελάτες ήταν και η Ελλάδα αλλά και η Τουρκία, με την τελευταία να χρησιμοποιεί γερμανικά άρματα μάχης κατά των Κούρδων...
Ετσι είναι, αλλά η διαφορά που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως στα χρόνια που ακολούθησαν η Γερμανία μπορεί να απέκτησε μια ισχυρή πολεμική βιομηχανία, αλλά δεν είχε ούτε ισχυρή αεροπορία, ναυτικό και στρατό.
Όμως, σήμερα, εν έτει 2022, το αίτημα του Γερμανού Καγκελάριου Σολτς για ένα ισχυρό ταμείο με στόχο τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας μας κάνει να διαπιστώνουμε ότι Γερμανός Καγκελάριος επιθυμεί η χώρα του να γίνει μια ισχυρή πολεμική δύναμη. Βέβαια ο Σολτς υπόσχεται ότι θα μοιραστεί τις αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας σε συνεργασία με την Γαλλία έτσι ώστε να επιτευχθεί ο βασικός κορμός του ευρωπαϊκού στρατού.
Εάν δεν κάνω λάθος θα αγοράσει όπλα και από τις ΗΠΑ. Αρα θα έλεγε κάποιος ότι δεν είναι τόσο μονομερής αυτή η απόφασή της.
Πράγματι ένα μέρος του εξοπλισμού θα έρθει από τις ΗΠΑ, όπως για παράδειγμα τα F35, αλλά λέγεται ότι θα υπάρξει συνεργασία Παρίσι – Βερολίνου για την κατασκευή ενός νέου μαχητικού αεροπλάνου.
Όμως στην ουσία η Γερμανία μετατρέπεται από οικονομικός ηγέτης στην Ε.Ε., σε στρατιωτικό ηγέτη, αν και η Γαλλία συνεχίζει να παραμένει πυρηνική δύναμη.
Βέβαια δημιουργείται το εύλογο το ερώτημα εάν η Γερμανία θα εξακολουθήσει να αποτελεί εγγύηση για την ενότητα της Ευρώπης.
Μεταπολεμικά ο Αμερικανός Μπρεζίνσκι είχε δηλώσει: “για τη Γερμανία η αφοσίωσή της στην Ευρώπη είναι η βάση για να επανορθώσει ως έθνος, ενώ η στενή σχέση της με την Αμερική είναι κεντρική για την ασφάλειά της. Κατά συνέπεια μια Ευρώπη πιο έντονα ανεξάρτητη από την Αμερική δεν είναι βιώσιμη επιλογή. Για τη Γερμανία επανόρθωση + ασφάλεια = Ευρώπη + Αμερική. Αυτός ο τύπος καθορίζει τη σχέση και την πολιτική της Γερμανίας καθιστώντας τη ως τον αληθινό καλό πολίτη της Ευρώπης και ταυτόχρονα τον ισχυρότερο υποστηρικτή της Αμερικής. (Αυτό είναι στο βιβλίο μου «Η Γερμανική Ηγεμονία: Ψευδαισθήσεις και Πραγματικότητα – Εκδόσεις Καστανιώτη σελίδα 196)
Επίσης ο Μπρεζίνσκι σχετικά με τη Γερμανία και τη Ρωσία ανέπτυξε το δόγμα “keep Germany down, keep Russia out”. Εφόσον λοιπόν οι ΗΠΑ αποδεχθούν τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας αυτό σημαίνει ότι οι Δημοκρατικοί εγκαταλείπουν πλέον το δόγμα Μπρεζίνσκι ως προς το σκέλος της Γερμανίας.
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον της Ε.Ε.;
Ενώ όλη αυτή η προσπάθεια της Γερμανίας δικαιολογείται στο όνομα της ενωμένης Ευρώπης για τη δημιουργία Ευρωστρατού, οι μελλοντικές επιπτώσεις στο γαλλογερμανικό άξονα είναι αβέβαιες. Εάν η Γερμανία με πρόσχημα την κρίση στην Ουκρανία επανεξοπλιστεί και κυριαρχήσει της Γαλλίας, τότε η τελευταία θα βρεθεί σε δύσκολη θέση και ενδεχομένως να απειληθεί από αυτή την ανισορροπία, οπότε σε αυτή την περίπτωση θα ενεργοποιηθεί το δόγμα της άμυνας της Γαλλίας. Σύμφωνα με αυτό, όταν η Γαλλία απειλείται από τη Γερμανία αναγκαστικά θα πρέπει να ενισχύσει τον γαλλορωσικό άξονα για να θέσουν από κοινού τη Γερμανία υπό τον έλεγχό τους, αν όχι τουλάχιστον να περιορίσουν την επιρροή της.
Είναι πιθανό ότι πίσω από αυτή την ανασφάλεια της Γαλλίας για την εθνική της ανεξαρτησία προέρχονταν και η πολιτική Ντε Γκώλ που ήθελε πάντα τη Ρωσία ως εταίρο της Ευρώπης και έβλεπε ότι η ολοκλήρωση της ΕΕ πρέπει να γίνει με τη Ρωσία και να φτάσει μέχρι τα Ουράλια.
Αντίστοιχα τώρα, εάν η Γερμανία κυριαρχήσει στρατιωτικά στην Ευρώπη θα δημιουργήσει μεγάλη ανασφάλεια στην Πολωνία. Εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε ότι οι σύμμαχοι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο της έδωσαν τις άλλοτε γερμανικές επαρχίες της Σιλεσίας και της Πομερανίας, εξαναγκάζοντας έτσι τη Γερμανία να δεχθεί τα νέα σύνορά της στη γραμμή Οντερ – Νάισε.
Η Πολωνία στηρίζοταν πάντα στη Μεγάλη Βρετανία. Τώρα που ο ελέφαντας είναι στο δωμάτιο δεν ξέρουμε η ανασφάλειά της προς ποια κατεύθυνση θα την οδηγήσει.
Βέβαια εάν τα πράγματα πάνε καλά στην Ευρώπη, ίσως δεν πρέπει να ανησυχούμε τόσο για αυτά, αλλά εάν υπάρξει στροφή προς το εθνικό κράτος, τότε όλα είναι ρευστά.
Συνεπώς, ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας είναι ένα ζήτημα το οποίο θα απασχολήσει τη Γαλλία και τις ΗΠΑ και ενδεχομένως και το ΝΑΤΟ το οποίο φοβάται ότι δεν θα έχει λόγο ύπαρξης στην Ε.Ε. αφού θα υπάρχει κοινή Ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική.
Και ο παραδοσιακός ρόλος των ΗΠΑ στην Ε.Ε.;
Κοιτάξτε, οι ΗΠΑ θέλουν να ελέγχουν την Ε.Ε. και τη Γερμανία. Όμως η αμυντική ισχυροποίηση της Ευρώπης τις αποκλείει, ενώ με την απόφασή του Βερολίνου να επανεξοπλιστεί, η Γερμανία αποσύρεται μονομερώς από τις συμφωνίες του Πότσδαμ.
Μια ανεπτυγμένη αμυντικά Ε.Ε. δεν έχει λόγο να βασίζεται στις ΗΠΑ, άρα αυτομάτως καταργούνται όλοι οι περιορισμοί της συνθήκης του Πότσδαμ και μαζί καταργείται και το δόγμα Μπρεζίνσκι. Ετσι η Αμερική αφήνει την ευθύνη της προστασίας της Ευρώπης στην επαναξοπλισμένη Γερμανία και αποσύρεται για να επικεντρωθεί στον Ειρηνικό.
Κατά πόσο είναι εφικτό να γίνει κάτι τέτοιο, δεδομένων και των οικονομικών μεγεθών;
Υπάρχει το εξής που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη: Εχει να κάνει με μελέτη του ΟΟΣΑ σύμφωνα με την οποία προβλέπεται για το 2030, όσον αφορά το παγκόσμιο εισόδημα, ότι η Κίνα θα έχει το 23% του παγκόσμιου εισοδήματος, οι ΗΠΑ το 18%, η Ινδία το 11% και η Ευρωζώνη θα περιοριστεί στο 9%. Εκτιμάται επίσης ότι οι Γερμανοί το 2030 θα βρίσκονται στην 5η θέση ανταγωνιζόμενοι τη Ρωσία, τη Βραζιλία και το Μεξικό.
Το λογικό ερώτημα που προκύπτει είναι πως θα υλοποιηθούν οι Γερμανικές φιλοδοξίες με ένα χαμηλό ποσοστό του ΑΕΠ εντός μια φθίνουσας Eυρωζώνης.
Η Γερμανία στον 21ο αιώνα έχει αρχίσει να υποβιβάζεται στη δεύτερη κατηγορία των δυνάμεων, όπως η Γαλλία και η Βρετανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συνεπώς ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας είναι ίσως το κρισιμότερο ερώτημα για το μέλλον της Ευρώπης και δεν πρέπει να αφεθεί μόνο στον ενθουσιασμό για την εγγύηση των συνόρων της Ευρώπης και της συνοχής των λαών της ΕΕ.
Αναπόφευκτο το ερώτημα για τις διαχρονικές σχέσεις Γερμανίας – Τουρκίας και την πολιτική της πρώτης έναντι της Ελλάδας στο νέο πλαίσιο που πλέον δημιουργείται.
Για την Ελλάδα το ερώτημα είναι εάν θα αποδεχθεί η Γερμανική ηγεσία τα νόμιμα σύνορά της όπως αυτά καθορίζονται από το διεθνές δίκαιο. Το ίδιο ισχύει και για την Κύπρο, ενώ εύλογο είναι το ερώτημα τι θα κάνει η Γερμανία με τον παραδοσιακό της σύμμαχο την Τουρκία.
Βάσει αυτών των προβληματισμών γίνεται αντιληπτό ότι το ελληνικό εθνικό συμφέρον επιβάλλει μια προσεκτική και ρεαλιστική ανάλυση για τη μελλοντική συμπεριφορά της Γερμανίας απέναντι της Ελλάδος και θα πρέπει να εξεταστεί εάν με αυτή την πολιτική θα εξαναγκάσει την Τουρκία να αποχωρήσει από την ευρωπαϊκή Κύπρο.
Βέβαια ήδη η Γερμανία έχει ισχυρή αμυντική βιομηχανία και είναι πιθανό να εκχωρήσει μέρος των εξοπλιστικών της προγραμμάτων στην Τουρκία, με κρίσιμο το ζήτημα των υποβρυχίων τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν κρίσιμη απειλή για την ελληνική ασφάλεια.
Ποτέ στη σύγχρονη ελληνική ιστορία η Ελλάδα δεν άφησε την εθνική της ασφάλεια στην γερμανική ηγεμονία. Το μέλλον θα δείξει εάν τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα θα ρυθμίζονται πάνω στην ισορροπία των γερμανοτουρκικών συμφερόντων.
Σε διεθνές επίπεδο, πέραν των συνόρων της Ε.Ε. η απόφαση της Γερμανίας τις συνέπειες μπορεί να έχει;
Είναι πολύ σημαντικό να δούμε εάν η Ιαπωνία, η άλλη μεγάλη ηττημένη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, αποφασίσει να ακουλουθήσει το παράδειγμα της Γερμανίας.
Εάν αυτές οι δύο ηττημένες δυνάμεις ζητήσουν τροποποίηση του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ ώστε να είναι στο Συμβούλιο Ασφαλείας και στη συνέχεια να επιχειρήσουν να γίνουν πυρηνικές δυνάμεις, τότε θα μπορούμε να πούμε ότι αυτή είναι η πρόκληση του 21ου αιώνα. Δηλαδή εάν οι ηττημένες δυνάμεις του περασμένου αιώνα επανέλθουν στο προσκήνιο με ηγετικές φιλοδοξίες.
Εκεί ίσως μια μελλοντική κυβέρνηση των ρεπουμπλικανών στις ΗΠΑ να αναθεωρήσει την πολιτική της εναντίον της Ρωσίας και να επιχειρήσει την προσέγγιση της τελευταίας, έτσι ώστε οι δύο δυνάμεις να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του 21ου αιώνα από την αναδυόμενη Κίνα, την Ιαπωνία και τη Γερμανία.
Τότε και μόνο τότε θα μάθουμε γιατί οι ΗΠΑ επέλεξαν ως αντίπαλο τη Ρωσία τρία χρόνια μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και η κυβέρνηση του προέδρου Κλίντον επέλεξε να αγνοήσει τις υποσχέσεις των Ρεπουμπλικάνων προέδρων (Μπους και Ρέιγκαν) για τη μη επέκταση του ΝΑΤΟ ούτε μια ίντσα πέραν των νατοϊκών συνόρων του 1991. Ενδεχομένως ο δημοκρατικός σύμβουλος Μπρεζίνσκι ήθελε να εξασφαλίσει το μέλλον της Πολωνίας με την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και έτσι οι πρώην γερμανικές (Πρωσικές) επαρχίες της Πομερανίας και Σελασίας θα καταχυρώνονταν για πάντα ως πολωνικό έδαφος.
Είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας ότι στην εποχή που αναδιαρθρώνεται ο κόσμος τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας είναι πιθανό να οδηγήσει σε έναν νέο γερμανικό πατριωτισμό πέραν από τα πιστεύω της σημερινής γερμανικής ηγεσίας που θα έχει σαν συνέπεια την αποκήρυξη της Οστπολιτίκ του Καγκελάριου Βίλλυ Μπραντ και στη νοσταλγία της χαμένης Πρωσίας, πατρίδας του Όττο φον Μπίσμαρκ αρχιτέκτονα της γερμανικής εθνικής ολοκλήρωσης και δημιουργού του πρώτου Ράιχ.
ΠΗΓΗ huffingtonpost
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου