Στέκομαι στο δια ταύτα της διακήρυξης των Αθηνών : ”δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το διεθνές δίκαιο. Καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη”. Δηλαδή ο,τι είδαμε και ζήσαμε και γράφει στις προηγούμενες σελίδες η Διακήρυξη, είναι σαν να μην έγινε, έστω και εάν έγινε. Και έγινε γιατί κάθε συμβαλλόμενο μέρος έχει τους λόγους του για να κερδίσει χρόνο επί των συμφερόντων του (παρέλκει να τα αναλύσω τώρα).
Πρόκειται για μια πολιτική συμφωνία από αυτές που αναιρούνται Μακιαβελικά ”η υπόσχεση που δόθηκε ήταν μια ανάγκη του παρελθόντος, ο λόγος που δεν τηρήθηκε, είναι μια ανάγκη του παρόντος” κοινώς ”είπα ξείπα” .
Το πρόσωπο της επί 21 σχεδόν χρόνια ( Μάρτιος 2003 - Δεκ. 2023) Ερντογανικής Τουρκίας είναι γνωστό, προβλέψιμο και αναθεωρητικό , αναξιόπιστο, που φοράει προσωπεία . Ενίοτε το φιλικό και ενίοτε το απειλητικό, σύμφωνα με το εκάστοτε καιροσκοπικό συμφέρον της. Εν κατακλείδι όπως λέω και γράφω εδώ και μήνες, βαφτίσαμε το ”κρέας ψάρι” προχωράμε στο ύφος ”να’χαμε να λέγαμε” και αναμένουμε την εκ νέου μεταστροφή του Τούρκου Προέδρου στο απειλητικό του προσωπείο, το οποίο είναι θέμα χρόνου να γίνει, όταν αυθαίρετα κρίνει πως τάχα απειλείται από την Ελλάδα, επειδή αυτή θα ασκήσει κάποιο κυριαρχικό της δικαίωμα.
Τότε θα επιρρίψει τις ευθύνες του ”ναυαγίου ” ως συνήθως στην Ελλάδα και οι απειλές θα επιστρέψουν. Κατά κοινή ομολογία, η Χάγη είναι μακριά για τυχόν επίλυση διαφοράς/ διαφορών, οπότε τι απομένει απ′ όλο αυτό;
Πρακτικά κοινωνικά, μια πρόσκαιρη νηνεμία. Πολιτικά, ίσως κάποια αμφίδρομα οφέλη των κυβερνήσεων και ηγετών τους.
Νομικά όμως, έστω και εάν η Διακήρυξη των Αθηνών δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το διεθνές δίκαιο και καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη, σαφώς και αναπόδραστα αποτελεί άτυπη / informal συμφωνία και επομένως αποδεικτικό τεκμήριο / μέσον που χαρακτηρίζει τις προθέσεις των συμβαλλομένων μερών και ως εκ τούτου μπορεί να αξιολογηθεί από τα ίδια τα Μέρη, ή τρίτους, ή διεθνείς οργανισμούς και Δικαστήρια, ενδεχομένως και ως ” συμφωνία”.
Οι άτυπες συμφωνίες έχουν ένα περισσότερο διφορούμενο ύφος, απ′ ότι οι τυπικές και είναι χρήσιμες ακριβώς γι′ αυτόν τον λόγο. Επιλέγονται για την αποφυγή επίσημων και ορατών εθνικών δεσμεύσεων, για την αποφυγή των πολιτικών εμποδίων της επικύρωσης, για την επίτευξη συμφωνιών γρήγορα και αθόρυβα και για την παροχή ευελιξίας για τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις ή ακόμη και παραίτηση από αυτές. Διαφέρουν από τις επίσημες τυπικές συμφωνίες, όχι επειδή η ουσία τους είναι λιγότερο σημαντική (πχ η κρίση των πυραύλων της Κούβας επιλύθηκε με άτυπη συμφωνία), αλλά επειδή οι υποσχέσεις είναι λιγότερο ορατές και πιο διφορούμενες. Αλλά περί αυτού, χωρεί άλλη ανάλυση. Προς το παρόν αυτά, ως κατευθυντήριες σκέψεις για τις αναλύσεις που ακούτε και διαβάζετε
ΠΗΓΗ huffingtonpost
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου