Ο Άντριους Κουμπίλιους "άνοιξε τα χαρτιά του" κατά τη διάρκεια της ακρόασης της 6ης Νοεμβρίου, για την επικύρωση της υποψηφιότητάς του ως ο πρώτος Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Άμυνα και το Διάστημα. Πρώην πρωθυπουργός της Λιθουανίας και επί έτη μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Κουμπίλιους διηγήθηκε μια ιστορία για την πρόσφατη στρατιωτική άσκηση προσομοίωσης μιας ρωσικής επίθεσης στη χώρα του.
Τα ευρήματα ήταν ανησυχητικά: Η Λιθουανία θα κατακλυζόταν - θα έχανε από τους Ρώσους και θα καταλαμβανόταν - πολύ πριν από την άφιξη των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, πιθανότατα περίπου 10 ημέρες αργότερα. Η Λιθουανία εκτιμά ότι η προετοιμασία για μια τέτοια επίθεση θα απαιτούσε να διπλασιάσει τις αμυντικές της δαπάνες από σχεδόν 3% του ΑΕΠ, ήδη υψηλότερες από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες εκτός από τέσσερα ακόμη κράτη, σε 6%. (Οι ΗΠΑ δαπανούν 3,4%, σύμφωνα με το ΝΑΤΟ.) "Πώς θα το κάνουμε;" ρώτησε ο Κουμπίλιους τους ομολόγους του. "Πόσο μπορεί να μας βοηθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση; Σε αυτό το ερώτημα πρέπει να βρούμε από κοινού μια απάντηση".
Περίπου 1.000 ημέρες μετά την απρόκλητη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με τον εκλεγμένο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να απειλεί να τερματίσει τις μάχες με όρους που πολλοί πιστεύουν ότι θα είναι ευνοϊκοί για τη Μόσχα, οι Ευρωπαίοι ανησυχούν όλο και περισσότερο για έναν πόλεμο στο κατώφλι τους. Το περασμένο έτος παρατηρήθηκε μια απότομη κλιμάκωση πράξεων δολιοφθοράς που οι ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες αποδίδουν στη Μόσχα: εμπρηστικές επιθέσεις σε εμπορικό κέντρο στη Βαρσοβία, σε γερμανικό εργοστάσιο όπλων και σε εταιρεία logistics ουκρανικής ιδιοκτησίας στο Λονδίνο, καθώς και ένα αποτυχημένο σχέδιο δολιοφθοράς σε στρατιωτική εγκατάσταση στη Γερμανία και μια συνωμοσία για τη δολοφονία του διευθύνοντος συμβούλου μιας γερμανικής εταιρείας κατασκευής όπλων, μεταξύ άλλων. Παράλληλα, οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες έχουν προβλέψει ότι η Ρωσία θα μπορούσε να είναι έτοιμη για μια ένοπλη επίθεση κατά του ΝΑΤΟ μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Το ερώτημα του Κουμπίλιους - "τι μπορεί να κάνει η ΕΕ;" - εγείρεται σε ολόκληρη την Ευρώπη από την έναρξη του πολέμου. Αλλά μέχρι στιγμής, τα λόγια υπερτερούν της ανάληψης δράσης. Παρόλο που η Ευρώπη έχει συγκεντρώσει άφθονη οικονομική βοήθεια για την Ουκρανία, έχει λάβει ελάχιστα ουσιαστικά μέτρα για την ενίσχυση της δικής της άμυνας ή των αμυντικών της δυνατοτήτων. Οι αμυντικές δαπάνες εξακολουθούν να είναι ιστορικά χαμηλές, πολύ χαμηλότερες από ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, και ακόμη και οι χώρες που έχουν αυξήσει τους προϋπολογισμούς τους, συχνά στρέφονται σε αγορές εκτός Ευρώπης για το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού που χρειάζονται, "στέλνοντας" θέσεις εργασίας και επενδύσεις στις ΗΠΑ και την Ασία.
Το ερώτημα τώρα, που εντείνεται από την προοπτική μιας δεύτερης κυβέρνησης Τραμπ είναι το έξης: Θα δράσει η ήπειρος, και αν ναι, πώς;
Η ΕΕ σχεδιάζει να αυξήσει τη συνεργασία στην παραγωγή όπλων
Γεννημένη από μια γαλλογερμανική βιομηχανική συνεργασία με σκοπό τη διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη, η ΕΕ έχει υπάρξει παραδοσιακά επιφυλακτική ως προς την αμυντική προετοιμασία. Άλλωστε η συνθήκη που αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της Ένωσης απαγορεύει δαπάνες προϋπολογισμού που αφορούν σε "επιχειρήσεις που έχουν στρατιωτικές ή αμυντικές επιπτώσεις". Αρκετά κράτη μέλη διαθέτουν ισχυρές αμυντικές βιομηχανίες, αλλά σε γενικές γραμμές λειτουργούν ανεξάρτητα, με ελάχιστη συνεργασία ή συντονισμό, και από το 1949, η ήπειρος βασίζεται στο ΝΑΤΟ για την παροχή συλλογικής ασφάλειας.
Η στάση αυτή άρχισε να αλλάζει όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Η ΕΕ διέθεσε κάποια κονδύλια, τα οποία δικαιολογεί ως βιομηχανική πολιτική και όχι ως αμυντικές δαπάνες, για να ενθαρρύνει τη συνεργασία σε ολόκληρη την ήπειρο όσον αφορά την παραγωγή όπλων και πυρομαχικών. Οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ευρεία λαϊκή υποστήριξη. Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωβαρόμετρου τον Μάιο του 2024, το 77% των πολιτών της ΕΕ θα ήθελε η Ένωση να αναπτύξει κοινή πολιτική για την άμυνα και την ασφάλεια και το 71% συμφωνεί ότι πρέπει να κάνει περισσότερα για την παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού.
Παράλληλα, ένας "καταιγισμός" εκθέσεων υψηλού επιπέδου συνιστούν περισσότερη συνεργασία - αυξημένες δαπάνες, συνεργατικές προμήθειες, περισσότερη κοινή παραγωγή όπλων, μια κοινή αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού, συλλογικές δαπάνες στην Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) που να σχετίζονται με την άμυνα, κ.α.. Κοινός παρονομαστής αυτών είναι η συγκέντρωση της ζήτησης και της προσφοράς έτσι ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ευρωπαϊκή αυτονομία.
Παρόλα αυτά, παρ' όλες τις ελπίδες και τις ιδέες, μέχρι στιγμής οι προσπάθειες είναι μάλλον άκαρπες. Σύμφωνα με μια εκτίμηση του πρώην επιτρόπου της ΕΕ Τιερί Μπρετόν, η Ευρώπη πρέπει να δαπανά 100 δισ. ευρώ ετησίως για να εξασφαλίσει επαρκή συλλογική άμυνα. Ένα σχέδιο για αυξημένη συνεργασία που εκκρεμεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα προέβλεπε τη χρήση μόλις 1,5 δισ. ευρώ.
Εν τω μεταξύ, η Βόρεια Κορέα φέρεται να έχει στείλει 9 εκατ. βλήματα πυροβολικού στη Ρωσία για να πλήξει την Ουκρανία, ενώ η ΕΕ "αγωνίστηκε" για να εκπληρώσει την υπόσχεσή της να προμηθεύσει το Κίεβο με 1 εκατομμύριο - παρότι το ευρωπαϊκό ΑΕΠ είναι 600 φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της Βόρειας Κορέας.
Ο νέος Επίτροπος Άμυνας, Άντριους Κουμπίλιους
Η τρίωρη ακρόαση του Κουμπίλιους για την επικύρωση της υποψηφιότητάς του προσέφερε μια εικόνα της εν εξελίξει ευρωπαϊκής συζήτησης και των πιθανών επόμενων βημάτων. Ο ευγενικός, γλυκομίλητος υποψήφιος Επίτροπος απάντησε σε ερωτήσεις πενήντα περίπου συναδέλφων του από όλη την ήπειρο και το πολιτικό φάσμα. Μια μόλις ημέρα μετά τις αμερικανικές εκλογές, πολλοί Ευρωπαίοι ήταν σαφώς συγκλονισμένοι από τα αποτελέσματα. Και τα ερωτήματα για το "αν" - η ΕΕ πρέπει να επιταχύνει τις προσπάθειές της για την οικοδόμηση μιας κοινής άμυνας - επισκιάστηκαν από τα ερωτήματα για το "πώς".
"Η Ευρώπη έχει μιλήσει για την άμυνα για πάρα πολύ καιρό", δήλωσε η Μαρί-Αγκνες Στρακ-Τσίμερμαν, πρώην πρόεδρος της επιτροπής άμυνας στο γερμανικό κοινοβούλιο. "Τώρα πρέπει να δράσουμε για την άμυνα".
Πώς θα αποφασίσει η ΕΕ ποια όπλα και πυρομαχικά θα αγοράσει; Πού θα συμπαραγάγει υλικό - πώς θα αποφύγει να ευνοήσει τις λίγες χώρες που διαθέτουν ήδη σημαντική αμυντική παραγωγική ικανότητα; Τι γίνεται με τα μεγάλα, συλλογικά τμήματα, όπως η αντιπυραυλική ασπίδα και το ηλεκτρονικό "τείχος" στα σύνορα; Πώς θα ενθαρρύνει η Ένωση την καινοτομία και θα δώσει κίνητρα σε μικρές και μεσαίες αμυντικές εταιρείες; Ο Κουμπίλιους άκουσε υπομονετικά όλες τις ερωτήσεις, απαντώντας σε ορισμένες και αποφεύγοντας άλλες. (Ναι, ελπίζει ότι η Ευρώπη θα κατασκευάσει μια αντιπυραυλική άμυνα και θα οχυρώσει ηλεκτρονικά τα ανατολικά σύνορά της. Ναι, αναμένει ότι η παραγωγή όπλων θα κατανεμηθεί σε όλη την ήπειρο και οι μικρότερες επιχειρήσεις θα διαδραματίσουν ρόλο). Όλα αυτά τα ζητήματα είναι πιθανό να αναφερθούν στον λεπτομερή οδικό χάρτη που πρόκειται να συντάξει στις πρώτες 100 ημέρες της θητείας του.
Ο Κουμπίλιους μίλησε με καθησυχαστική αυτοπεποίθηση για τα τρία από τα τέσσερα μεγαλύτερα ζητήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Ένωση. Δήλωσε επανειλημμένα ότι ο επόμενος επταετής προϋπολογισμός της ΕΕ, ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ στις αρχές του 2028, θα περιλαμβάνει ένα πρωτοφανές ποσό για την άμυνα, ίσως και 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, δεν "βλέπει" καμία σύγκρουση μεταξύ μιας αμυντικής πρωτοβουλίας της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. "Δεν ανταγωνιζόμαστε", δήλωσε κατηγορηματικά. "Το ΝΑΤΟ έχει στρατιωτικά αμυντικά σχέδια και ανώτατη στρατιωτική διοίκηση. Εμείς δεν μπαίνουμε σε τέτοια "εδάφη"". Διαβεβαίωσε επίσης τους νομοθέτες ότι καμία προτεινόμενη δαπάνη δεν θα προσκρούσει στη συνθήκη της ΕΕ - φάνηκε να υπονοεί ότι στο μέλλον, όπως και σήμερα, οποιαδήποτε προτεινόμενη αμυντική δαπάνη θα μπορούσε να εμπίπτει στη σφαίρα της βιομηχανικής πολιτικής.
Το ένα μεγάλο ερώτημα στο οποίο αρνήθηκε να απαντήσει -για πολλούς νομοθέτες, το πιο κρίσιμο ζήτημα στο τραπέζι- ήταν το πού θα βρεθούν τα χρήματα για την έναρξη μιας ουσιαστικής αμυντικής συνεργασίας μέχρι το 2028. Πολιτικοί ηγέτες, τραπεζίτες, διαχειριστές και think tanks έχουν υποβάλει περίπου έξι προτάσεις χρηματοδότησης τον τελευταίο χρόνο, μεταξύ των οποίων και πιο ριζοσπαστικές. Θα μπορούσε η ΕΕ να εκτρέψει μέρος των υφιστάμενων δαπανών της σε αμυντικές προμήθειες -ακόμη και το 30% του προϋπολογισμού της, γνωστό ως "χρηματοδότηση συνοχής", που σήμερα διατίθεται για εθνικές δαπάνες σε υποδομές και περιβαλλοντικές πρωτοβουλίες; Θα μπορούσε να δρομολογήσει ένα τεράστιο νέο πρόγραμμα δαπανών, κατά το πρότυπο του ταμείου που δημιουργήθηκε το 2021 για να βοηθήσει τα κράτη μέλη στην ανάκαμψη από την πανδημία της Covid, ή του ταμείου που δημιουργήθηκε το 2012 κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους για να βοηθήσει τις χώρες σε οικονομική κρίση;
Παράλληλα, υπάρχει και ακόμη μια δυνατότητα, που ήδη εφαρμόζεται εν μέρει: η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα μπορούσε να χαλαρώσει τις κατευθυντήριες γραμμές που την εμπόδιζαν να χορηγεί δάνεια για την παραγωγή αμυντικών προϊόντων. Μια ιδέα που αρχικά προβλημάτισε, αλλά τώρα κερδίζει έδαφος: μια ειδική έκδοση ομολόγων - κοινό ευρωπαϊκό χρέος, εγγυημένο κατά κάποιο τρόπο από τα ταμεία των κρατών μελών - για την πληρωμή της παραγωγής όπλων και άλλων μέσων αμυντικής προετοιμασίας.
Ο Κουμπίλιους αρνήθηκε να ταχθεί υπέρ οποιασδήποτε από αυτές τις επιλογές. Ωστόσο, έδειξε ελάχιστα σημάδια ανησυχίας - σαν να επρόκειτο απλώς για ένα τεχνικό ζήτημα, κάτι που θα μπορούσε εύκολα να αντιμετωπιστεί από - όπως ο ίδιος είπε - "τους ειδικούς". "Αν υπάρχει βούληση, υπάρχει και τρόπος", δήλωσε με αυτοπεποίθηση, υπονοώντας ότι το ζήτημα θα τακτοποιηθεί από μόνο του, αν οι πολιτικοί ηγέτες επιδείξουν την απαραίτητη αποφασιστικότητα.
Αποκτημένη σοφία ή υπέρμετρη αυτοπεποίθηση - μια υπερβολική αυτοπεποίθηση που οδήγησε την Ευρώπη στην τρέχουσα δυσχερή θέση; Τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί από ανθρώπους που τάσσονται υπέρ της αύξησης των δαπανών υποδηλώνουν ότι ο Κουμπίλιους θα μπορούσε να έχει δίκιο. Μεταξύ αυτών είναι ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του οποίου η σημαντική έκθεση που παρουσίασε νωρίτερα το φθινόπωρο κάνει επίσης λόγο για την ανάγκη μιας δραστικής αύξησης των αμυντικών δαπανών. Τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά έχουν αρκετές αποταμιεύσεις, εξηγεί στην έκθεσή του, για να χρηματοδοτήσουν υψηλότερες επενδύσεις — 1.390 δισ. ευρώ το 2022, σε σύγκριση με τα 840 δισ. ευρώ στις ΗΠΑ. "Η ΕΕ μπορεί να καλύψει αυτές τις επενδυτικές ανάγκες", υποστήριξε ο Ντράγκι, "χωρίς να υπερβάλει".
Ίσως. Αλλά το ερώτημα παραμένει, πλανάται σήμερα - πιθανώς και τα επόμενα χρόνια - πάνω από την ασφάλεια και την προστασία των Ευρωπαίων. Πώς θα φτάσουμε εκεί; Πώς θα περάσουμε από τις λέξεις στην πράξη; Μπορεί η διορισμός του Κουμπίλιους να είναι το κλειδί; Αν οι εκτιμήσεις των μυστικών υπηρεσιών σχετικά με τη ρωσική απειλή είναι σωστές, η Ευρώπη δεν έχει πολύ χρόνο για να το διαπιστώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου