Ανδρέας Πιμπίσιης
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η Τουρκία δεν είναι άσχετη με την εξωτερική πολιτική που ακολούθησε η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Τα ανοίγματα που έγιναν, ιδιαίτερα από το 2006 στηρίζονταν πάνω σε τρεις βασικούς πυλώνες: αμυντική δυνατότητα, την ισλαμική ιδεολογία και την προσωπικότητα του Ερντογάν.
Η οικονομική κρίση στην Τουρκία και οι προεκτάσεις της αποτελούν αντικείμενο αναλύσεων σε διάφορα επίπεδα κυρίως σε διπλωματικό επίπεδο. Καθώς οι επιπτώσεις από την πλήρη κατάρρευση της Τουρκίας θα είναι πολλαπλές και θα
επηρεάσει ένα αριθμό χωρών. Από τα στοιχεία που έχουμε συγκεντρώσει, και τα οποία προκύπτουν από αναλύσεις που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα σε διπλωματικό επίπεδο, προκύπτει ότι ένας βασικός παράγοντας που έχει επηρεάσει αρνητικά την οικονομική κατάσταση στην Τουρκία ήταν τα πολλά και ταυτόχρονα ανοίγματα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς διάφορες κατευθύνσεις, κυρίως στον μουσουλμανικό κόσμο.Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας από το 2006 μέχρι και σήμερα στηρίζεται πάνω σε τρεις πυλώνες. Ο πρώτος, και κύριος πυλώνας άσκησης εξωτερικής πολιτικής, ήταν διαχρονικά η αμυντική δυνατότητα της χώρας, κάτι που αποτελούσε και συνεχίζει και σήμερα να αποτελεί το ισχυρό χαρτί της Άγκυρας στο ΝΑΤΟ.
Βλέποντας ότι η αμυντική ισχύς της Τουρκίας επηρεάζει θετικά την εξωτερική πολιτική, ο Ερντογάν άρχισε να ρίχνει ιδιαίτερο βάρος προς αυτή την κατεύθυνση. Την τελευταία δεκαετία καταγράφεται στρατιωτικοποίηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Η δημιουργία βάσεων σε Αζερμπαϊτζάν και Κατάρ μπορεί μεν να είχαν όφελος και οικονομικό για την Τουρκία αλλά ο Ερντογάν δεν έμεινε ώς εκεί. Προχώρησε και σε άλλα ανοίγματα χρησιμοποιώντας τη στρατιωτική ισχύ της χώρας του. Παραδείγματα η Συρία, η Λιβύη ακόμα και η Υεμένη. Η άμεση ή έμμεση εμπλοκή του στο Ναγκόρνο Καραμπάχ ένα ακόμα παράδειγμα.
Τα ανοίγματα αυτά με παράλληλη στρατιωτική εμπλοκή οδήγησε την τουρκική κυβέρνηση στο να ρίξει ιδιαίτερο βάρος στην στρατιωτική της βιομηχανία. Χρησιμοποιούσε την στρατιωτική της παρουσία σε Λιβύη, Συρία και Ναγκόρνο Καρμπάχ προκειμένου να διαφημίσει τα στρατιωτικά της προϊόντα, κυρίως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη που κατασκευάζονταν εξολοκλήρου στην Τουρκία.
Και κάπου εκεί, σύμφωνα με τις διπλωματικές αναλύσεις, τα πράγματα είχαν ξεφύγει και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Γιατί όσο επιτυχημένη κι αν ήταν η δράση των τουρκικών drones στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στη Συρία και στη Λιβύη, δεν σημαίνει και αυτομάτως ότι όλες οι χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση θα σπεύσουν να αγοράσουν τα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Σημαντικό στοιχείο το οποίο επιβεβαιώνεται συχνά-πυκνά είναι το ποιος κάνει κουμάντο στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Κι αυτός που κάνει κουμάντο και στην εξωτερική πολιτική είναι ο Ερντογάν με στενό του συνεργάτη όχι τον αρμόδιο υπουργό αλλά τον Ιμπραχίμ Καλίν του οποίου τα καθήκοντα είναι πολύ πέρα από αυτά του προεδρικού εκπροσώπου και ειδικού συμβούλου του Προέδρου Ερντογάν. Όπως γίνεται κοινά αποδεκτό από τους πλείστους ξένους διπλωμάτες που παρακολουθούν στενά την κατάσταση στην Τουρκία, τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας μπορεί να αποτελούν μια βιτρίνα για τον έξω κόσμο αλλά στην πράξη δεν έχουν ουσιαστικό ρόλο. Τα ζητήματα αυτά καθορίζονται από τους Ερντογάν και Καλίν.
Ο τρίτος πυλώνας εξωτερικής πολιτικής είναι η ισλαμική ιδεολογία την οποία ο Ερντογάν μετέτρεψε ως εργαλείο διείσδυσης στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. Από τη Μέση Ανατολή μέχρι την Αφρική και την Ασία ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τη θρησκεία προκειμένου να ασκήσει εξωτερική πολιτική. Τα ανοίγματα αυτά έφεραν μια σχετική ισχυροποίηση της Τουρκίας στον αραβικό/μουσουλμανικό κόσμο, αλλά την ίδια ώρα έφεραν και αρκετές επιπλοκές ανοίγοντας μέτωπα τα οποία προσπαθεί τώρα να κλείσει η Τουρκία.
Μεταξύ των πολλών μετώπων που κατάφερε να ανοίξει η Τουρκία είναι η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αλλά και το Ισραήλ. Η οικονομική κρίση άρχισε να λειτουργεί ως ρολόι που κτυπά αντίστροφα, αναγκάζοντας τον Ερντογάν να ψάχνει για διαύλους επικοινωνίας με αυτές τις χώρες.
Ήδη στην Τουρκία άρχισαν να μιλούν ανοικτά για την βελτίωση των σχέσεων με τις γειτονικές της χώρες. Αν και θα είναι δύσκολο να παραδεχθεί η πλευρά Ερντογάν και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος ότι αυτά τα ανοίγματα γίνονται και υπό την πίεση της οικονομικής κατάστασης στη χώρα, εντούτοις αποτελεί κοινά αποδεκτά δεδομένα ότι υπάρχει μια άμεση διασύνδεση των εξελίξεων αυτών.
Ενδεικτικό της αλλαγής πλεύσης το χθεσινό δημοσίευμα της εφημερίδας Χουριέτ (πηγή ΓΤΠ) στο οποίο γίνεται αναφορά στην προσπάθεια της Τουρκίας για βελτίωση των σχέσεων με γειτονικές χώρες. Κινήσεις εμφανώς που δεν συνδέονται με την οικονομική κρίση αλλά συνδέονται με τις ενεργειακές εξελίξεις στην περιοχή. Για ακόμα μια φορά γίνεται αναφορά στο Ενεργειακό Φόρουμ Ανατολικής Μεσογείου (Eastern Mediterranean Gas Forum) του οποίου η σύσταση και λειτουργία ενοχλεί κατά πολύ την Άγκυρα. Η Χουριέτ, όπως και άλλα τουρκικά μέσα, εμφανίζει το ενεργειακό φόρουμ ως έναν αντιτουρκικό άξονα, τον οποίο τώρα η Άγκυρα προσπαθεί να προσπεράσει με διμερείς συνεργασίες.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της Χουριέτ, Σεντάτ Ενγκίν, η Τουρκία «για να αλλάξει την εικόνα, που διαμορφώθηκε στην περιοχή, άρχισε να προβαίνει σε βήματα. Το σημαντικότερο, κατά τον ίδιο, είναι η προσπάθεια επαναπροσέγγισης με την Αίγυπτο, που ξεκίνησε με συναντήσεις των επιτροπών εξωτερικών. Το δεύτερο βήμα είναι η ομαλοποίηση των σχέσεων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα».
Ο Ενγκίν επισημαίνει ότι παρ’ όλη την πολιτική ψυχρότητα, που υπάρχει με την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, οι εμπορικές τους σχέσεις με την Τουρκία δεν έχουν επηρεαστεί. Εξάλλου, ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν, σε δηλώσεις του, μίλησε για αναζωογόνηση του διαλόγου με το Ισραήλ, υπογραμμίζοντας ότι οι σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ είναι ζωτικής σημασίας για τη σταθερότητα και ασφάλεια της περιοχής, υπενθυμίζει ο Ενγκίν, γράφοντας καταληκτικά τα εξής: «Συνοψίζοντας, η Τουρκία καταβάλλει σοβαρή προσπάθεια να βελτιώσει τις σχέσεις της με περιφερειακούς παράγοντες. Άραγε, αυτή η προσπάθεια θα επεκταθεί μέχρι και τη Συρία; Θα πρέπει να αξιολογήσουμε και αυτό το ερώτημα».
Ο Ερντογάν άνοιξε τις πόρτες στις πρόωρες εκλογές
Μία πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση φιλοξενεί το κορυφαίο ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, για την πολιτική που ακολουθεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αναλυτές εκτιμούν ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έχει πλέον ανοίξει τις πόρτες στις πρόωρες εκλογές, μετά τις δύο σημαντικές ανακοινώσεις που έκανε το τελευταίο διάστημα -την αύξηση κατά 50% στον βασικό μισθό και την εγγύηση των καταθέσεων, που σταμάτησε την κατάρρευση του νομίσματος.
Οι δύο ανακοινώσεις έγιναν με διαφορά μόλις πέντε ημερών, καθώς η νομισματική κρίση έφτασε στο αποκορύφωμά της στις 20 Δεκεμβρίου, με τη λίρα να κατρακυλάει στα 18,4 ανά δολάρια, πλήττοντας σημαντικά και την οικονομία, αλλά και τα νοικοκυριά.
Όπως τονίζει το Reuters, ο Ερντογάν, καθώς και ανώτατα στελέχη του κυβερνώντος ΑΚΡ έχουν επανειλημμένα απορρίψει το ενδεχόμενο πρόωρων προεδρικών και κοινοβουλευτικών εκλογών πριν την προβλεπόμενη ημερομηνία στα μέσα του 2023. Ωστόσο, η τεράστια αύξηση του κατώτατου μισθού από το 2022 και η σημαντική ανάκαμψη της λίρας -που επέστρεψε στην ισοτιμία των 12 ανά δολάριο- κάνουν πολλούς να πιστεύουν ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα εκμεταλλευτεί την ευνοϊκή συγκυρία, μετά την πρόσφατη κατρακύλα του ιδίου και του κόμματός του στις δημοσκοπήσεις.
Οι αναλυτές θεωρούν ότι οι πρόσφατες ανακοινώσεις του παραπέμπουν σε προεκλογικές υποσχέσεις που αποδεικνύουν τις ηγετικές του ικανότητες. Επίσης, ο αιφνιδιασμός των πρόωρων εκλογών είναι πολύ πιθανό να πλήξει τον συνασπισμό της αντιπολίτευσης, που δεν έχει ακόμα καταλήξει σε προεδρικό υποψήφιο.
Αναλυτές τονίζουν ότι ένα success story της τελευταίας στιγμής προκύπτει πάντα πριν τις εκλογές για τον Ερντογάν. Βέβαια, το μήνυμα και το αφήγημα του Προέδρου θα εξαρτηθεί και από την περαιτέρω πορεία της λίρας, αλλά και του πληθωρισμού και τις επιπτώσεις που θα έχουν αυτοί οι δύο παράγοντες στις τσέπες των Τούρκων πολιτών.
Για να δώσει ώθηση στη λίρα, ο Ερντογάν ανακοίνωσε ένα σχέδιο της κυβέρνησης, το οποίο θα προστατεύει τις λίρες που έχουν μετατραπεί από άλλο νόμισμα σε ενδεχόμενες μελλοντικές υποτιμήσεις έναντι ισχυρών νομισμάτων. Η κίνηση αυτή έδωσε ώθηση στο νόμισμα και σταμάτησε τη διολίσθησή του που είχε πυροδοτηθεί από την ανορθόδοξη πολιτική του Τούρκου Προέδρου στο θέμα των επιτοκίων, τα οποία μειώνονται παρά τον τεράστιο πληθωρισμό, που αναμένεται αυτό τον μήνα να φτάσει ακόμα και το 30%. Οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι και αυτό το σχέδιο είναι πιθανό να αυξήσει τις τιμές, αλλά και να επιβαρύνει τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Τα χρόνια του διψήφιου πληθωρισμού και της υποτίμησης του νομίσματος έχουν κατασπαράξει το εισόδημα των Τούρκων πολιτών, αυξάνοντας σημαντικά τις αρνητικές γνώμες για τον Ερντογάν στις δημοσκοπήσεις από το 2015 και μετά. Αρκετές δημοσκοπήσεις το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, φέρνουν το κόμμα του στη δεύτερη θέση σε περίπτωση εκλογών και τον ίδιο να χάνει την προεδρία απέναντι σε διάφορους υποψήφιους.
Ίσως, λοιπόν, ο Ερντογάν να παίζει τα ρέστα του, λένε ειδικοί.
ΠΗΓΗ philenews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου