Επιφανείς Μακεδόνες και εύποροι κάτοικοι από την Κρήτη, τη Θεσσαλία και αλλού, που μετανάστευσαν στην Αίγυπτο τον 4ο π.Χ. αιώνα, θάφτηκαν στο μεγαλύτερο δίκτυο νεκροταφείων του κλασικού κόσμου
Η Ευτέρπη, ο Φιλότεχνος, ο Αρκεσύλλας ο Θεσσαλός, η Μυσστάς, ο Φιλόξενος (από τα πιο γνωστά μακεδονικά ονόματα) κι ο Άδμητος, επιφανείς πολίτες της ελληνιστικής εποχής, μετοίκησαν από τη Μακεδονία, την Κρήτη, τη Θεσσαλία, την Κυρηναϊκή, τη Μικρά Ασία και αλλού, στην Αλεξάνδρεια, μόλις λίγα χρόνια μετά την ίδρυσή της από τον Μέγα Αλέξανδρο το 331 π.Χ.
Ήταν εύποροι, είχαν υψηλό κοινωνικό στάτους κι όταν πέθαναν οι συγγενείς τους τους έθαψαν με δόξες και τιμές σε επιβλητικούς τάφους, πλούσια κτερισμένους στην καρδιά της σύγχρονης πόλης.
Η Νεκρόπολη του Σάτμπυ, στην ομώνυμη συνοικία, η οποία πήρε το όνομά της από έναν Άραβα ερημίτη, αποτελεί τον αρχαιότερο σωζόμενο αρχαιολογικό χώρο της Αλεξάνδρειας και η ανασκαφή της αναδεικνύει το ελληνιστικό παρελθόν της πόλης.
Δεκάδες τάφοι, πλούσια κτερισμένοι, με βωμούς και επιγραφές που φέρουν ελληνικά ονόματα πάνω στα θυρώματα, πιστοποιούν πως εκεί ήταν η τελευταία κατοικία των πρώτων Ελλήνων που μετανάστευσαν στην Αλεξάνδρεια τον 4ο π.Χ. αιώνα.
Πάνω από 27 ονόματα Ελλήνων νεκρών, πολλά από τα οποία συνοδεύονταν και από το τοπωνύμιο, όπως ο Αρκεσύλλας ο Θεσσαλός, έχουν έρθει στο φως μέσα από ένα πολύχρονο και δύσκολο πρόγραμμα ανασκαφής, συνδιευθυντής της οποίας είναι ο Θεσσαλονικιός, που μεγάλωσε στα Γιαννιτσά Πέλλας, αρχαιολόγος, Κυριάκος Σαββόπουλος, ερευνητής στο Κέντρο Μελέτης Αρχαίων Εγγράφων του πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Το πρόγραμμα Alexandrian Necropolis Project (2020-2023) υλοποιήθηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία Αλεξάνδρειας (ΑΕΑ) -έναν ιστορικό σύλλογο με πλούσια δράση- και χρηματοδοτήθηκε αποκλειστικά από το Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη. Διευθύντρια της ανασκαφής είναι η Μόνα Χαγκάγκ, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Αλεξάνδρειας και πρόεδρος της ΑΕΑ, ενώ, εκτός του κ. Σαββόπουλου, επικεφαλής είναι επίσης ο καθηγητής Χουσεΐν Αμπντ ελ Αζίζ κι από τον περασμένο Μάιο, οπότε και εγκαινιάστηκε ο αρχαιολογικός χώρος, οι γνώσεις αρχαιολόγων και ιστορικών για τους πρώτους Έλληνες κατοίκους της Αλεξάνδρειας διευρύνθηκαν.
«Η Αλεξάνδρεια είναι από τις πιο σημαντικές πόλεις του αρχαίου κόσμου, είναι η πρωτεύουσα της ελληνιστικής οικουμένης, αυτό ακριβώς που οραματίστηκε ο Μέγας Αλέξανδρος», λέει στη Voria, o κ. Σαββόπουλος.
Άλλωστε και σύμφωνα με τις πηγές, η πόλη είχε πληθυσμό κοντά στο 1.000.000 κατοίκους, ήταν μέρος όπου αναπτύσσονταν ο διαπολιστικός διάλογος κι είχε το πιο πλήρες αποχετευτικό σύστημα κατασκευασμένο από τον αρχαίο Έλληνα αρχιτέκτονα, τον Υπόνομο.
Η πόλη γνώρισε τεράστια άνθιση και σύντομα έγινε το μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της Μεσογείου, αλλά και πολιτιστικό κέντρο παγκόσμιας εμβέλειας, ιδιαίτερα μετά την υλοποίηση από τον Πτολεμαίο Α΄ του οράματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου για την ίδρυση και λειτουργία του Μουσείου και της Βιβλιοθήκης, η οποία αποτέλεσε ίσως το αρχαιότερο πανεπιστήμιο.
Μια τέτοια πόλη, με τόση αίγλη, πλούτο και εξέλιξη, δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητους τους αρχαίους Έλληνες. Οι πιο εύποροι, ίσως και οι αρκετά μορφωμένοι, που μπορούσαν να εκτιμήσουν τον πνευματικό της πλούτο, έφυγαν από τη Μακεδονία, την Κρήτη, τη Θεσσαλία, την Κυρηναϊκή, τη Μικρά Ασία και μετανάστευσαν στην Αλεξάνδρεια. Κι έμειναν εκεί για πάντα...
Η νεκρόπολη της Αλεξάνδρειας είναι τεράστια, βρίσκεται κάτω από τη σύγχρονη πόλη. Το παλαιότερο σημείο της είναι το ελληνιστικό νεκροταφείο του Σάτμπυ, που βρίσκεται σχεδόν κολλημένο στα αρχαία τείχη και αποτελεί ένα εντυπωσιακό σύμπλεγμα ταφικών μνημείων αρχαίων Ελλήνων.
«Από τη μελέτη των κτερισμάτων -αγγείων, κοσμημάτων, αντικειμένων καθημερινής χρήσης-, των νομισμάτων και φυσικά της αρχιτεκτονικής, μπορούμε να πούμε πως πρόκειται για τον αρχαιότερο χώρο στην Αλεξάνδρεια. Εκεί θάφτηκαν οι πρώτες γενιές μεταναστών Ελλήνων, οι άνθρωποι που στην πραγματικότητα έχτισαν την πόλη. Αυτοί δεν έφεραν την ιδιότητα του “πολίτη Αλεξάνδρειας”, ήταν μετανάστες από τον ελλαδικό χώρο και για συναισθηματικούς λόγους αρκετοί ανέφεραν το τοπωνύμιό τους έβαζαν δίπλα στο όνομά τους», αναφέρει ο κ. Σαββόπουλος.
Το Υπόγειο Α, το εντυπωσιακό πολυθάλαμο υπόγειο ταφικό σύμπλεγμα που δεσπόζει στο Σάτμπυ, έχει μνημειακή πρόσοψη, θυμίζοντας τους μακεδονικούς τάφους, όπως λ.χ. τον Μακεδονικό Τάφο της Κρίσεως στην αρχαία Μίεζα (Νάουσα), ωστόσο έχουν πάρει μεγάλη απόσταση από αυτούς ως προς τη χρήση τους.
Σύμφωνα με τον κ. Σαββόπουλο, ενώ υπάρχουν αρχιτεκτονικές και στυλιστικές ομοιότητες με τους μακεδονικούς τάφους, επειδή φιλοξενούν πολίτες που ήρθαν μεν από την αρχαία Ελλάδα, έζησαν δε για πολλά χρόνια στην Αίγυπτο, παρουσιάζουν διαφορές ως προς τη λειτουργία τους, καθώς έχουν υιοθετηθεί αιγυπτιακές πρακτικές, ήθη και έθιμα ταφής της νέας πατρίδας.
«Στην Αλεξανδρεια τα μνημειακά ταφικά συμπλέγματα διαρθρώνονται γύρω από ανοικτές αυλές. Δεν είναι οι κλειστοί τάφοι της Μακεδονίας που συνήθως αφορούν ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων. Το Υπογειο Α στο Σάτμπυ είναι ένας πολυσυλλεκτικός χώρος με ζωγραφιστή και ανάγλυφη διακόσμηση, συμπεριλαμβανομένων και ψευδοπαράθυρων, που μάλιστα αποδίδονται μισάνοιχτα και ουσιαστικά μιμείται την αρχιτεκτονική και τη δομή ενός σπιτιού: Έχει “ανδρώνα”, δηλαδή δωμάτιο με ταφικές κλίνες τύπου συμποσίου που ήταν μόνο για άνδρες, αλλά και “θάλαμο κυριών” (γυναικείον) όπως το δωμάτιο με τους σκελετούς τεσσάρων γυναικών – το σκευοφυλάκιο που βρέθηκε από κάτω είχε κι αυτό οστά μόνο από γυναίκες. Θυμίζει κατά κάποιον τρόπο δηλαδή την κοινωνική ζωή ενός ελληνιστικού σπιτιού. Υπονοείται έτσι ότι δεν πρόκειται για ένα κλειστό ταφικό μνημείο, αλλά για έναν προσβάσιμο “οίκο”, που έχει ζωή. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε χώρους όπου είχαν πρόσβαση οι ζωντανοί», εξηγεί ο κ. Σαββόπουλος.
Αρκετές ταφές βρέθηκαν ασύλητες, με ζωγραφιστές
και ανάγλυφες στήλες, τεφροδόχους διαφόρων τύπων, ελληνιστικές υδρίες
τύπου Χάντρες, αγγεία, ειδώλια, κοσμήματα. Πολλά από αυτά τα κτερίσματα
παραμένουν in situ -ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν-, άλλα
ωστόσο και αφού το προσεχές διάστημα ολοκληρωθεί η καταλογράφησή τους θα
εκτεθούν στο Ελληνορωμαϊκό Μουσείο της Αλεξάνδρειας,
ένα κτήριο του 1892, το οποίο εδώ και 20 χρόνια παραμένει κλειστό, καθώς
ανακαινίζεται και εκσυγχρονίζεται και θα επαναλειτουργήσει τους
επόμενους μήνες.
Αυτό το διάστημα επίσης, ολοκληρώνεται η ψηφιακή αποτύπωση της Νεκρόπολης του Σάτμπυ, με τη βοήθεια της ρομποτικής από το Ινστιτούτο Κύπρου (Andreas Pittas Digital Lab) και συνεχίζεται η έρευνα με τη συνδρομή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, έτσι ώστε «να ξαναγράψουμε την ιστορία του χώρου», όπως αναφέρει ο κ. Σαββόπουλος.
Το ελληνιστικό νεκροταφείο, έκτασης πάνω από 3.500 τ.μ. αποτελεί το μεγαλύτερο δίκτυο νεκροταφείων του κλασικού κόσμου και εντοπίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, το 1904, από τον 25χρονο Ιταλό αρχαιολόγο, Εβαρίστο Μπρέτσια, διευθυντή τότε του Ελληνορωμαϊκού Μουσείου Αλεξάνδρειας.
Οι ανασκαφές κράτησαν ώς το 1910, έγιναν με πρωτόγονα μέσα, δεν ολοκληρώθηκαν και το σκάμμα έμεινε ακάλυπτο. Νερό, χώμα, μπάζα κάλυψαν τη νεκρόπολη, η οποία ωστόσο δεν χτίστηκε, καθώς είχε ήδη κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος και για πολλά χρόνια έμενε ένα κενό μέσα στη σύγχρονη μεγαλούπολη που συνεχώς αναπτύσσονταν γύρω-γύρω.
Με την έναρξη του Alexandrian Necropolis Project οι αρχαιολόγοι έβαλαν αντλίες και για αρκετό καιρό τραβούσαν το νερό από τον αρχαιολογικό χώρο. Αφαίρεσαν 5 μέτρα στρώμα λάσπης και από κάτω βρήκαν την πλημμυρισμένη νεκρόπολη.
Οι αρχαιολόγοι αναζητούν την ταυτότητα των νεκρών και την ακριβή χρονολόγηση της νεκρόπολης. Τα πιο παλιά νομίσματα, που βρέθηκαν στο στρώμα της επιφάνειας, χρονολογούνται στη σατραπεία του Πτολεμαίου, που ξεκινά το 323 π.Χ., αμέσως μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στα κατώτερα στρώματα ωστόσο υπάρχουν νομίσματα παλαιότερα, με τον Πτολεμαίο Α΄, βασιλιά του Πτολεμαϊκού Βασιλείου της Αιγύπτου (304/305π.Χ.-283 π.Χ.).
Έτσι δεν αποκλείεται κάποιες από τις νεκρές να ήταν κυρίες της αυλής ή ένα έφιππος στρατιώτης που απεικονίζεται στην τοιχογραφία τάφου να ήταν μέλος της βασιλικής φρουράς.
Κάποιο από τα ονόματα να αντιστοιχούσε σε έναν λόγιο της εποχής, γνωστό για τη ρητορική του δεινότητα, ή σε έναν τοπικό και σεβάσμιο άρχοντα. Από τα σίγουρα ευρήματα είναι ένας έφιππος μαθητής του Γυμνασίου Αλεξάνδρειας που είχε καταγωγή από τη Μακεδονία, καθώς φορά τη χαρακτηριστική στολή της περιοχής.
Σύμφωνα με τον κ. Σαββόπουλο, το τέλος της νεκρόπολης ήρθε
στην Ύστερη Πτολεμαϊκή Περίοδο (2ος π.Χ.-1ος π.Χ. αιώνας), όταν ο χώρος
ενσωματώθηκε στην πόλη μετά και την επέκταση των τειχών προς τα
ανατολικά.
Η Νεκρόπολη του Σάτμπυ είναι πλέον επισκέψιμη και συγκεντρώνει καθημερινά πλήθος ντόπιων και τουριστών, που μένουν άφωνοι από τον σπουδαίο αυτό αρχαιολογικό χώρο με το πλήθος των θησαυρών, που μάλιστα βρίσκεται στην καρδιά της Αλεξάνδρειας, μερικές εκατοντάδες μέτρα από τη Νέα Βιβλιοθήκη και την παραλία.
*Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον συνδιευθυντή της ανασκαφής, Κυριάκο Σαββόπουλο, ερευνητή στο Κέντρο Μελέτης Αρχαίων Εγγράφων του πανεπιστημίου της Οξφόρδης
Πηγή: Μ.Ριτζαλέου, VoriaΠΗΓΗ anaskafi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου