Kυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις, επιμέλεια: Γιώργος Καραμπελιάς, Αθήνα 2024.
Του Σπύρου Α. Γεωργίου από το Άρδην τ. 132
Αντιγράφουμε από το κείμενο με τίτλο BELLUM OMNIUM CONTRA OMNES που περιλαμβάνεται Αντί εισαγωγής στο εν λόγω βιβλίο: «Τα πέντε, λιγότερο ή περισσότερο εκτενή κείμενα που περιλαμβάνονται σε αυτόν τον τόμο, υπό τον γενικό τίτλο Η φιλοσοφία του Woke, προσπαθούν να φωτίσουν ακριβώς τη μετάβαση από την “εκπαιδευτική” αυταπάτη του μαρξισμού και του διαφωτιστικού φιλελευθερισμού σε αυτήν τη νέα μεταμοντέρνα, φιλοσοφικά και επιστημονικά, κατάσταση της απόλυτης ρευστοποίησης εννοιών και επιστημονικών αντικειμένων.
Στο πρώτο από αυτά, ο Γάλλος φιλόσοφος Danny Robert Dufour διερευνά τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε η French Theory στη διαμόρφωση του νέου φιλοσοφικού και ιδεολογικού τοπίου της Δύσης. Στο επόμενο, οι Helen Pluckrose και James Lindsay, στη μελέτη τους “Η Queer θεωρία ως Απελευθέρωση από τη Κανονικότητα”, μας εισάγουν σε μια περιεκτική παρουσίαση της queer θεωρίας. Το τρίτο κείμενο της συλλογής, “Το γυναικείο φύλο μεταξύ επιστήμης και “άγραφου χαρτιού”” του Στήβεν Πίνκερ, είναι απόσπασμα από το βιβλίο του The Blank State: The Modern Denial of Human Nature (Το άγραφο χαρτί: η σύγχρονη άρνηση της ανθρώπινης Φύσης). Το τέταρτο κείμενο αποτελεί τη συλλογική παρέμβαση ενός σημαντικού αριθμού ακαδημαϊκών και επιστημόνων που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Controversial Ideas, 2023, υπό τον τίτλο “Για την υπεράσπιση της αξιοκρατίας στην επιστήμη”. Τέλος, οι Jerry Coyne και Luana Maroja, στη μελέτη τους “Η ιδεολογική υπονόμευση της Βιολογίας”, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Skeptical Inquirer, τον Ιούλιο-Αύγουστο 2023, υποβάλλουν σε μια εμπεριστατωμένη επιστημονική κριτική τις κυρίαρχες woke απόψεις στο πεδίο της βιολογίας».
Χωρίς αμφιβολία, όλα τα κείμενα με τα οποία αρθρώνεται το εξαιρετικό τούτο βιβλίο συντείνουν στο να γίνουν κατανοητά, με διαυγή τρόπο, τα φιλοσοφικά ερείσματα και οι ποικίλες απολήξεις του λεγόμενου woke.
Το δεύτερο όμως κείμενο (που υπογράφουν οι Helen Pluckrose & James Lindsay) είναι ιδιαιτέρως σημαντικό. και τούτο επειδή συμβάλλει στην αποσαφήνιση της queer θεωρίας, η οποία συνιστά το βασικό πλαίσιο αναφοράς, τρόπον τινά, του woke.
Αντιγράφουμε: «Η λέξη queer αναφέρεται σε οτιδήποτε ξεφεύγει από τα δυαδικά συστήματα (όπως άνδρας/γυναίκα, αρσενικό/θηλυκό, και ετερόφυλοι/ομοφυλόφιλοι) και σε έναν τρόπο αμφισβήτησης των δεσμών που υπάρχουν ανάμεσα στο φύλο, το γένος και τη σεξουαλικότητα. […]Το να είναι κάποιος queer επιτρέπει σε κάποιον να είναι ταυτόχρονα άνδρας, γυναίκα ή κανένα από τα δύο, να παρουσιάζεται ως αρσενικό, θηλυκό ή ουδέτερο ή οποιοδήποτε μείγμα των τριών και να υιοθετεί οποιαδήποτε σεξουαλικότητα – να μεταβάλλει οποιαδήποτε από αυτές τις ταυτότητες ανά πάσα στιγμή ή να αρνηθεί ό,τι σημαίνει εξαρχής».
Στο ίδιο κείμενο προσεγγίζεται και η θεώρηση της Αμερικανίδας Τζούντιθ Μπάτλερ της οποίας: «Η κύρια συμβολή ήταν η αμφισβήτηση των δεσμών μεταξύ του φύλου –των βιολογικών κατηγοριών του αρσενικού και του θηλυκού– και του γένους –τις συμπεριφορές και χαρακτηριστικά που συνήθως συνδέονται με το ένα ή το άλλο φύλο– και της σεξουαλικότητας – δηλαδή της φύσης της σεξουαλικής επιθυμίας. Και το έκανε αυτό χρησιμοποιώντας κατά κόρον, την πιο γνωστή έννοιά της: την επιτελεστικότητα του φύλου. Η έννοια της επιτελεστικότητας του φύλου (γένους) προέρχεται από έναν κλάδο της γλωσσολογίας –και η Μπάτλερ υποστηρίζει ότι οι ρόλοι των φύλων διδάσκονται και μαθαίνονται από τους ανθρώπους– συχνά άθελά τους – μέσω της κοινωνικοποίησης ως σύνολα ενεργειών, τρόπων και προσδοκιών και οι άνθρωποι επιτελούν αυτούς τους ρόλους αντίστοιχα. Η κοινωνία επιβάλλει αυτές τις ενέργειες και τις συνδέει με γλωσσικά κατηγορήματα. Με την ανάληψη αυτών των ρόλων και την «επιτέλεσή» τους σύμφωνα με αυτές τις προσδοκίες, οι άνθρωποι δημιουργούν την καταπιεστική ψευδαίσθηση ότι οι ίδιοι ρόλοι είναι πραγματικοί, σταθεροί και με εμμενές νόημα. (Επειδή λοιπόν) μέσω της δια-λεκτικής κατασκευής δημιουργούνται και διαιωνίζονται αυτοί οι ρόλοι και οι αντίστοιχες προσδοκίες, αυτή η «ρυθμιστική μυθοπλασία πρέπει να αποκαλυφθεί».
Με αφορμή αυτό ακριβώς το σπουδαίο κείμενο του παρόντος βιβλίου, που αναδεικνύει την έννοια της επιτελεστικότητας, είναι μάλλον χρήσιμη μια παρέκβαση∙ μια ευσύνοπτη παρέκβαση προκειμένου να εξηγηθεί ακόμη περισσότερο η συγκεκριμένη έννοια (επιτελεστικότητα) η οποία συνιστά, ορισμένως, τον πυρήνα της queer θεωρίας και κατ’ επέκταση του woke.
Επιτελεστικότητα είναι η ικανότητα οποιουδήποτε συστήματος σημείων που έχει νόημα (λόγου χάριν ένας κώδικας φράσεων/προτάσεων) να επιδρά στην πολυειδή κοινωνική πραγματικότητα και να επιτελεί, εξακολουθητικά, κάποιο σκοπό. Η επιδραστικότητα ενός κώδικα φράσεων/προτάσεων –όπως είναι ένα κείμενο– και η διαχρονικότητά του συναρτώνται με την επιτελεστικότητα, ενώ μέσω αυτής δύνανται να διαγνωστούν και οι στάσεις του συντάκτη (του κειμένου). Με τούτο νοείται ότι πίσω απ’ τις λέξεις, με τις οποίες αρθρώνεται ένα κείμενο και επιτελείται αυτό που σημαίνει, μπορεί να διαγνωστεί κι ένα περιβάλλον ισχύος∙ με άλλα λόγια να διαγνωστεί η εξουσία μιας σκόπιμης και συνεχούς εκφοράς νοημάτων.
Αυτού του είδους τα κείμενα χαρακτηρίζονται, εν τέλει, από την επιδίωξη να λειτουργούν σταθερά κατ’ αυτόν τον τρόπο – εφόσον έτσι αναδεικνύονται τα νοήματα τους, διαρκώς.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στον συντάκτη τέτοιων κειμένων, η πρόθεσή του δεν μπορεί παρά να τεκμαίρεται απ’ το γεγονός ότι αυτός είναι de facto φορέας νοημάτων. Κατά συνέπεια, ο συντάκτης εμπλέκεται σε μια διαδικασία όπου επιθυμεί (δια μέσου του κώδικα φράσεων/προτάσεων του) να επιδράσει στην κοινωνική πραγματικότητα και να επιτελέσει, εξακολουθητικά, κάποιο σκοπό. Και ενθυμούμενοι εδώ τον φιλόσοφο της γλώσσας J.L. Austin, μπορεί να σημειωθεί ότι ο εκάστοτε συντάκτης τέτοιων κειμένων επιθυμεί να «κάνει πράγματα με τις λέξεις».
Η Μπάτλερ εκκινεί προγραμματικά με γνώμονα τη θέση ότι η κοινωνική πραγματικότητα κατασκευάζεται απ’ τη γλώσσα (δια-λεκτική κατασκευή) και επομένως το ζητούμενο είναι η απελευθέρωσή μας από όλα τούτα με τη συνειδητή ανατροπή των σχετικών κατασκευασμένων αφηγήσεων και των καταπιεστικών νοημάτων τους. Στηλιτεύει την εξουσία μιας δεσπόζουσας γλωσσικής αφήγησης που κατασκευάζει κι επιβάλλει δυαδικά συστήματα (π.χ. αρσενικό/θηλυκό, νοητό/αισθητό, λόγος/πάθος). Συνάμα απαξιώνει τις έννοιες που συνδέονται με τέτοιες αφηγήσεις για να προτάξει μια μη αξιωματική θεώρηση που θα βασίζεται σε μια «ανανοηματοδότηση».
Στην ουσία εξιδανικεύει την προοπτική της «αυτοκυβέρνησης» καταγγέλλοντας την επαναληπτική δύναμη εκείνου του (επιτελεστικού) λόγου που παράγει – ρυθμίζει – κωδικοποιεί τα φαινόμενα και τα σημαίνει ως «πραγματικά» μέσω της εμπρόθετης επιθυμίας όσων εκφέρουν τέτοιους λόγους να διατηρήσουν ισχυρά τα νοήματά τους ή αλλιώς να «κάνουν πράγματα με τις λέξεις».
Ο εισαγγελικού τύπου αντίλογος της Μπάτλερ φαίνεται όμως πως την οδηγεί σε αυτό που αποστρέφεται. Λειτουργώντας με πρόθεση να αποκαθηλώσει τις λεκτικές κατασκευές/νοήματα (μέσω των οποίων διδάσκονται-μαθαίνονται-επιβάλλονται-διαιωνίζονται οι ρόλοι των φύλων) και να αποκαλύψει κείμενα που επιτελούν αυτή τη «ρυθμιστική μυθοπλασία» πράττει (ομοίως) ως συντάκτης επιτελεστικών κειμένων. Δρα ως συντάκτης τέτοιων κειμένων με σκοπό να «κάνει πράγματα με τις λέξεις». Ωστόσο, η αντινομία που ταλανίζει τη θεώρησή της έγκειται στο γεγονός ότι εξαγγέλλει μια «ανανοηματοδότηση» της κοινωνικής πραγματικότητας με υλικό ανερμάτιστα νοήματα. Δηλαδή, ο κώδικας των φράσεων/προτάσεών της εξαντλείται σε μια νοηματοδότηση που δεν σκοπεύει να επηρεάσει (εξακολουθητικά) την κοινωνική πραγματικότητα, αλλά να αναιρέσει (οντολογικά) την ίδια την πραγματικότητα. Έτσι όμως η επιδραστικότητα / η διαχρονικότητα των ισχυρισμών της εκπτύσσονται de facto στον ορίζοντα ενός φαντασιακού συμπλέγματος σχέσεων.
Στον βαθμό λοιπόν που τούτη η στρέβλωση δεν μπορεί να ξεπεραστεί, η μπατλεριανή θεώρηση προκρίνει ως αναγκαίες βακτηρίες της τον woke ακτιβισμό. Έναν μηδενιστικού τύπου ακτιβισμό που είναι αναπόδραστα καταδικασμένος να υπονομεύει οποιαδήποτε επιστημονική κριτική και να εμμένει σε μια κατάφορτη από κάθε λογής δοξασίες μυθοπλασία.
Σε τελική ανάλυση, αυτό που υπολανθάνει είναι ένα εξωφρενικό εγχείρημα που θέλει να γίνει καθεστώς, ποιώντας τον «ήσσονα λόγον κρείσσονα».
*Εκπαιδευτικός Κοινωνιολόγος. Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου