Μπορεί τα αποτελέσματα των εκλογών στην Τουρκία να μην εξέπληξαν κανέναν, σε αντίθεση με τον πρώτο γύρο, αλλά ο παραμορφωτικός φακός, μέσα από τον οποίο παραδοσιακά παρακολουθεί και αναλύει τα τεκταινόμενα στην χώρα του Ερντογάν ο Δυτικός Κόσμος, υπόσχονται διαψεύσεις.
Δηλαδή, καλλιέργεια βολικών ψευδαισθήσεων, στη συνέχεια δυσάρεστες εκπλήξεις και συν τω χρόνω εκ νέου προσαρμογή… Η επικράτηση του Ερντογάν αποδεικνύει εκ των υστέρων, πως η εκτίμηση ότι δεν θα τις έκανε ποτέ αν ήταν να τις χάσει, ήταν λογική. Η δε αδιαμφισβήτητη παντοδυναμία του, μας υπόσχεται ότι οι όποιες αλλαγές στην πολιτική του θα είναι τακτικού χαρακτήρα. Αυτό αφορά και τα ελληνοτουρκικά και τις σχέσεις Τουρκίας-Δύσης.
Του Ζαχαρία Μίχα*
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Ας ξεκινήσουμε από αυτές, καθώς οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση αποτελούν τον γεωστρατηγικό καμβά, εντός του οποίου ξεδιπλώνονται τα ελληνοτουρκικά. Η σημασία της γεωγραφικής περιοχής που καταλαμβάνουν Ελλάδα και Τουρκία, εξηγούν το ενδιαφέρον των μεγάλων δυνάμεων. Η Ελλάδα είναι δεδομένος σύμμαχος για τη Δύση και το πράττει με υπερβολή που στο τέλος της ημέρας διευκολύνει το εξισορροπητικό παιχνίδι της Τουρκίας. Με τη στάση αυτή, Ελλάδα και Τουρκία επικοινωνούν εμμέσως στο διεθνές περιβάλλον τις στοχεύσεις τους.
Η Ελλάδα δεν εκπέμπει οποιαδήποτε φιλοδοξία να διαδραματίσει “αυτόφωτα” οποιονδήποτε γεωπολιτικό ρόλο, ενώ η Τουρκία, αντιθέτως, αντιδρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια περιορισμού της ανεξαρτησίας της από Ανατολή ή Δύση. Κατά συνέπεια, οι όποιες αλλαγές δούμε στην τουρκική πολιτική, θα είναι προσαρμοσμένες στη συγκυρία. Στόχο θα έχουν να αντιμετωπίσουν προβλήματα, με πρωτεύον το οικονομικό, χωρίς να τίθεται όμως θέμα αλλαγής στάσης. Το διεθνές οικονομικό σύστημα ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από τη Δύση. Αυτό, ενδεχομένως, θα οδηγήσει την τουρκική εξωτερική πολιτική σε τακτικές προσαρμογές, για να πετύχει τους στόχους της.
Ο Ερντογάν ποντάρει στο ότι η διάψευση των προσδοκιών για αποκαθήλωσή του, αργά η γρήγορα θα οδηγήσει σε προσαρμογή την πολιτική της Δύσης, η οποία δεν θέλει με τίποτα να χάσει την Τουρκία. Έχοντας σταθεί κάπως στα πόδια της από αραβικά κεφάλαια προερχόμενα από τον Κόλπο, ευελπιστεί να περάσει και στο επόμενο επίπεδο. Ενδεχόμενη σκληρή στάση των ΗΠΑ θα διακινδυνεύει την παράδοση του πλεονεκτήματος στη Μόσχα και το Πεκίνο. Ακριβώς αυτό που επιδιώκει ο Ερντογάν…
Στον αντίποδα αυτής της γεωπολιτικής σύλληψης βρίσκεται η Ελλάδα. Μια χώρα που δεν δείχνει να διεκδικεί το δικαίωμα διατήρησης ενός επιπέδου σχέσεων πέραν των συμμαχικών υποχρεώσεων, με τις χώρες που συγκρούονται με τις ΗΠΑ για τον καθορισμό των νέων διεθνών ισορροπιών. Αυτό ισχύει κυρίως απέναντι στη Ρωσία, ένα σκαλί παρακάτω ισχύει για την Κίνα και ακόμα πιο κάτω, στο όριο του αποδεκτού, με πολύ ισχυρές οικονομικά αραβικές χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία.
Worst case scenarios… και προτεραιότητες
Το πρόβλημα για την Ελλάδα και την εξωτερική της πολιτική έπρεπε να είναι αφενός η αντιμετώπιση των υπαρκτών χείριστων σεναρίων που αφορούν τις ΗΠΑ. Η οικονομική κατάσταση της υπερδύναμης δεν προσφέρεται για εφησυχασμό. Σε συνδυασμό δε με την κατάσταση κοινωνικού διχασμού, θα μπορούσε να οδηγήσει στην επικράτηση δυνάμεων που ρέπουν στον απομονωτισμό. Σε αυτή την περίπτωση η ελληνική ασφάλεια θα μπορούσε να βρεθεί σοβαρά εκτεθειμένη. Μια σειρά παραδοχών που θεωρούνται σήμερα θέσφατα στην ελίτ των Αθηνών θα αποδεικνύονταν λανθασμένες.
Αυτό είναι το πρώτο που θα έπρεπε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Η Αθήνα θα έπρεπε να ασχολείται για να διασφαλίσει ότι η ευθυγράμμιση με την Ουάσινγκτον, πέραν της στήριξης σε ρητορικό επίπεδο, δεν θα την εκθέσει σε σοβαρούς κινδύνους στις σχέσεις της με την Τουρκία. Η Αθήνα δείχνει να μην έχει απαντήσει στο ερώτημα: “Τι συνιστά προτεραιότητα για τις ΗΠΑ; Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ή η αποτροπή οριστικής απώλειας της Τουρκίας για το δυτικό στρατόπεδο;”
Εάν συμφωνήσουμε ότι η ορθή απάντηση είναι το δεύτερο (παρόλη τη μεταξύ τους σχέση), η εικόνα καθίσταται προβληματική. Η απόλυτη ευθυγράμμιση ακυρώνει στην πράξη κάθε δυνατότητα ευελιξίας και απόπειρας επιβολής κόστους. Πέραν του ότι δωρίζει στον Ερντογάν χώρες που έχουν πολλούς λόγους να επιθυμούν τις καλές σχέσεις με την Αθήνα. Η παρουσία στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ δεν αποτελούν εμπόδιο, διότι οι σοβαρές χώρες δεν βλέπουν άσπρο και μαύρο, βλέπουν αποχρώσεις του γκρίζου.
Ένα παράδειγμα από ένα σενάριο που είναι πολύ πιθανό να βρούμε μπροστά μας προσεχώς. Έστω η Τουρκία ότι εγκρίνει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ για να λάβει αντάλλαγμα την αποδέσμευση της πλέον προηγμένης έκδοσης των μαχητικών F-16. Τι επηρεάζει περισσότερο την ελληνική ασφάλεια; Ενδεχόμενη μη ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ή η αναβάθμιση της αεροπορικής ισχύος της Τουρκίας; Το επιχείρημα ότι η ενίσχυση της τουρκικής Αεροπορίας είναι προς το συμφέρον της Ατλαντικής Συμμαχίας είναι καταφανώς αστείο. Εάν συμβεί θα πρόκειται για μία ακόμη φορά για αντάλλαγμα με σκοπό να μην χαθεί η Τουρκία. Κι ας μην υποστηρίξει κανείς ότι οι σύμμαχοι δεν γνωρίζουν εναντίον ποιου θα στραφεί κατά προτεραιότητα αυτή η αναβαθμισμένη αεροπορική ισχύς.
Το κακό είναι ότι και τα μαχητικά θα δοθούν και ο στόχος δεν θα έχει επιτευχθεί. Μόνο η ελληνική ασφάλεια θα έχει πληγεί. Μέχρι πότε θα επιμένει αβοήθητος από την ελληνική διπλωματία ο γερουσιαστής Μενέντεζ στην Ουάσινγκτον; Αντιθέτως, θα έχει επιβεβαιώσει στα μάτια των Τούρκων την καταλληλότητα της στρατηγικής Ερντογάν. Δημιουργώντας σε κάθε ευκαιρία σοβαρά προβλήματα, γνωρίζει ότι η επίλυσή τους του προσπορίζει κάποιο σημαντικό αντάλλαγμα! Και ας μην ποντάρει κανείς ότι θα ελέγχονται μέσω της ροής ανταλλακτικών κ.λπ. Οι Τούρκοι θα φροντίσουν να εξασφαλίσουν την υποστήριξη των μαχητικών για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην Τουρκία, το πάθημα πάντα γίνεται μάθημα.
Η “μετάσταση” του cheerleading στην εξωτερική πολιτική
Εν ολίγοις, έπρεπε να αντιλαμβανόμαστε καλύτερα το ότι μεγάλο μέρος της κάλυψης του κόστους παραμονής της Τουρκίας στο δυτικό στρατόπεδο, περνά από την Αθήνα. Κι αν υπάρχει τόσο ευδιάκριτο κόστος στην περίπτωση της εισόδου της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, αναρωτιέται κανείς τι θα συμβεί εάν ανοίξει θέμα “επίλυσης ελληνοτουρκικών διαφορών“. Η προτεραιότητα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ δεν είναι η Τουρκία, είναι η Ρωσία. Σε αντίθεση με την Ελλάδα! Αυτή τη “μικρολεπτομέρεια” ξεχνούν συστηματικώς και βολικά, αναλυτές και μη, οι οποίοι με ζέση Αμερικανίδων cheerleaders λαμβάνουν τόσο επιπόλαια θέση σε περίπλοκα γεωπολιτικά ζητήματα.
Δυστυχώς, ο οπαδισμός όχι μόνο δεν προάγει την ορθολογική συζήτηση, αλλά πλήττει την ελληνική εθνική ασφάλεια. Κι αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο που κρίνονται πολλά. Αυτή την περίοδο την αντιλαμβάνονται διαφορετικά Ελλάδα και Τουρκία. Παρόλο που η γενικευμένη παγκόσμια αναταραχή βρίσκεται ίσως στο πιο επικίνδυνο σημείο της μεταβατικής περιόδου σε μια νέα “μετά-μεταψυχροπολεμική” (post post-Cold War) ισορροπία, όλα δείχνουν ότι τελικά θα μας οδηγήσει σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο. Πιθανόν να ονομαστεί “Ψυχρός Πόλεμος ΙΙ”! Το όνομα δεν είναι όμως η ουσία.
Μια από τις βεβαιότητες αυτής της κατάστασης αφορά την Τουρκία. Υπό την ηγεσία του Ερντογάν παίζει τα ρέστα της, θεωρώντας ότι τα δεδομένα του επόμενου Ψυχρού Πολέμου θα είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά του πρώτου, καθώς η σχετική θέση των χωρών-πρωταγωνιστών στην παγκόσμια σκακιέρα έχουν αλλάξει. Επειδή όμως αλλάζουν και αυτοί καθαυτοί οι πρωταγωνιστές, ο Ερντογάν ποτέ δεν έκρυψε τον μεγαλοϊδεατισμό του. Θέλει την Τουρκία με διακριτή παρουσία ανάμεσα στους μεγάλους παίκτες, που δεν θα μπορούν να την παρακάμψουν στους υπολογισμούς τους.
Μια τέτοια Τουρκία θα επωφελείται τα μέγιστα, καθώς οι πρωταγωνιστές του πλανητικού παιγνίου θα επιδίδονται σε πλειστηριασμό ανταλλαγμάτων για να εξασφαλίσουν την εύνοιά της. Ο Ερντογάν οραματίζεται να είναι σε θέση να κρίνει το αποτέλεσμα κάθε διένεξης, καθώς θα προσθέτει στη ζυγαριά το κρίσιμο μέγεθός της. Αυτό θα εκτοξεύσει τη γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας και του “τουρκικού κόσμου”, τόσο στην καρδιά της Ευρασίας (heartland) και των “ηπειρωτικών δυνάμεων”, όσο και στην περιφέρεια (rimland) που θα κρίνει τη δυνατότητα ανάσχεσης των ισχυρών χωρών της πρώτης από την πλευρά των “ναυτικών δυνάμεων”. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα. Πόσοι ασχολούνται;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου