Η Ουάσιγκτον έχει σημαντικούς μοχλούς πίεσης μετά την ανανέωση της θητείας του Τούρκου προέδρου
Στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους στη Λιθουανία, στις 11 Ιουλίου θα ξαναπιάσουμε το νήμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων αφού εκεί θα βρεθούν ο νικητής των προεδρικών εκλογών της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Έλληνας πρωθυπουργός που θα οριστεί από τις εκλογές της 25 Ιουνίου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει διαμηνύσει ότι αν και εφόσον είναι εκείνος που θα εκπροσωπήσει τη χώρα στη σύνοδο ως πρωθυπουργός θα επιδιώξει συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν τον οποίο θεωρούσε ούτως ή άλλως φαβορί στις χθεσινές εκλογές. Ωστόσο ούτε στη Νέα Δημοκρατία αλλά ούτε και στο ΣΥΡΙΖΑ περιμένουν ότι θα υπάρξει δραστική στροφή στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας ούτε και ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα ρίξει τους τόνους. H χθεσινοβραδινή του επικράτηση μετά από 20ετή διακυβέρνηση, του δίνει την δυνατότητα να παζαρέψει από σήμερα κιόλας ακόμα πιο σκληρά και με το ΝΑΤΟ και με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εάν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση και στην Ελλάδα, αυτή η νέα πολιτική αρχή και στις δύο χώρες θα εκληφθεί τόσο από την Ουάσιγκτον όσο και από το Βερολίνο ως μια ευκαιρία για επανεκκίνηση του διαλόγου των δύο χωρών. Η θέση της Ελλάδας είναι ότι είναι ανοιχτή σε διάλογο με την Τουρκία για την επίλυση της μιας διαφοράς στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
«Εάν δεν μπορούμε να κάνουμε σημαντική πρόοδο, πρέπει τουλάχιστον να αναγνωρίζουμε ότι δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν συνεχείς προκλήσεις, που να μας βάζουν σε ένα μόνιμο καθεστώς έντασης. Το μόνο θέμα που μπορούμε να συζητήσουμε με την Τουρκία και ενδεχομένως να πηγαίναμε και στη Χάγη, είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Όλα τα άλλα ζητήματα δεν μπορούν να συζητηθούν, απλά. Είναι εκτός ατζέντας και το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης και προφανώς όλα τα ζητήματα που αφορούν την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου. Είναι κάτι που η Τουρκία πρέπει να το αντιληφθεί, αλλιώς πολύ απλά δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε» ήταν το μήνυμα που έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του, 24 ώρες πριν την επανεκλογή του Ταγίπ Ερντογάν.
Η Ελλάδα έχει τώρα στραμμένη την προσοχή της στάση των Αμερικανών και όχι ασφαλώς στα τυπικά συγχαρητήρια που θα στείλει ο Αμερικανός πρόεδρος Τζον Μπάιντεν. Διότι το σημαντικό είναι ότι οι Αμερικανοί θα κληθούν εκ των πραγμάτων να συνεργαστούν με τον Ερντογάν για άλλα πέντε χρόνια και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να συνεχίζεται και τον θριαμβευτή Ερντογάν να θελήσει να ισχυροποιήσει τη σχέση του με τη Μόσχα. Όλο το προηγούμενο διάστημα το State Department κρατούσε ίσες αποστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και ποτέ δεν καταδίκαζε ανοιχτά την τουρκική προκλητικότητα.
Τώρα, η Ουάσιγκτον έχει σημαντικούς μοχλούς πίεσης μετά την ανανέωση της θητείας του Τούρκου προέδρου. Οι Αμερικανοί μπορούν να επηρεάσουν τη βοήθεια του ΔΝΤ που θεωρείται βέβαιο ότι η Άγκυρα αργά η γρήγορα θα προσφύγει. Υπάρχει επίσης εκκρεμότητα με τα F-16, το ύψος των κυρώσεων που θα επιβληθούν στην υπόθεση της τράπεζας Χαλκ, και τα ενεργειακά στην Ανατολική Μεσόγειο. Εάν η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν μπορέσει να αξιοποιήσει αυτούς τους μοχλούς πίεσης, όχι μόνο θα χαθεί κάθε ευκαιρία για επανεκκίνηση, αλλά με την αυτοπεποίθηση του Ερντογάν στα ύψη, οι σχέσεις, τόσο οι αμερικανοτουρκικές, όσο και οι ελληνοτουρκικές μπορεί να πάνε από το κακό στο πολύ χειρότερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου