Γιάννος Χαραλαμπίδης
Οι όροι εντολής του διαμεσολαβητή της ΕΕ, τα προβλήματα και πώς η αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση συνδέεται με την άρση του εμπάργκο και συνιστά πρόκριμα για λύση
Το νέο πολιτικό σκηνικό στο τρίγωνο Αθήνα, Άγκυρα, Λευκωσία θα σχηματιστεί το επόμενο διάστημα, ώς τον Αύγουστο, μέσω των εκλογών σε Ελλάδα και Τουρκία. Ήδη, η Κύπρος έχει νέο Πρόεδρο, ο οποίος επιδιώκει να δημιουργήσει συνθήκες για επανέναρξη των συνομιλιών με πρώτες εξελίξεις τον προσεχή Σεπτέμβριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Εξ ου και η επίσκεψη της αναπληρώτριας Γενικής Γραμματέως των Ην. Εθνών στο νησί και με τις εν συνεχεία επαφές, τις οποίες θα έχει το επόμενο διάστημα στις Βρυξέλλες, με απώτερο στόχο, εάν αυτό καταστεί δυνατό, τον διορισμό απεσταλμένου της ΕΕ στο Κυπριακό.
Η λογική της τουρκοποίησης και η αλλαγή ονόματος του ψευδοκράτους
Τι σημαίνει η στροφή της Τουρκίας προς ΗΠΑ και ΕΕ
Τουρκική αίρεση και τετραγωνισμός του κύκλου
Βεβαίως, η οποιαδήποτε θετική εξέλιξη τελεί υπό την αίρεση της τουρκικής πολιτικής. Κατά πόσον, δηλαδή, θα συνεχίσει η Άγκυρα να επιμένει στην κυριαρχική ισότητα και στην πολιτική των δύο κρατών με ελάχιστη, όπως ο κατοχικός ηγέτης, Ερσίν Τατάρ, ισχυρίζεται, την υποχώρησή του και την αποδοχή, αντί της λύσης των δυο χωριστών κρατών, της πολιτειακής μορφής της συνομοσπονδίας. Με αυτήν την πολιτική λογική η τουρκική πλευρά δείχνει ότι έχει κατά νουν να δώσει, όταν κρίνει σκόπιμο, την ευκαιρία στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να βρει τρόπους περί τετραγωνισμού, όπως ο ίδιος έχει υποστηρίξει, του κύκλου.
Η μετεκλογική Τουρκία
Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσον η αλλαγή φρουράς στην τουρκική ηγεσία θα ήταν δυνατόν να φέρει νέα σελίδα στις ελλαδοτουρκικές σχέσεις και στο Κυπριακό. Επί του ερωτήματος αυτού μπορούν να επισημανθούν τα εξής: Πρώτον, η τουρκική πολιτική δεν καθορίζεται από πρόσωπα και κόμματα μόνο, αλλά κυρίως από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της χώρας, το οποίο έχει αποφασίσει να υιοθετήσει μια νεο-οθωμανική αντίληψη στο πλαίσιο της Γαλάζιας Πατρίδας ως κεντρικού πυλώνα υλοποίησης, που περιλαμβάνει άλλους δυο συναφείς μεταξύ τους: Τη διπλή διχοτόμηση της Κύπρου και του Αιγαίου στην πρακτική εφαρμογή της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής. Δεύτερον, ο Κεμαλιστής ηγέτης της εξαμελούς Συμμαχίας που σχηματίστηκε στην Τουρκία για τη διεκδίκηση των εκλογών, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, εμφανίζεται περισσότερο εθνικιστής - και είναι - από τον ισλαμιστή νυν Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν. Μία από τις πρόσφατες τοποθετήσεις του είναι χαρακτηριστικό δείγμα των προθέσεών του. Είπε, λοιπόν, ο Κιλιτσντάρογλου, ότι, αν ήταν στη θέση του Ερντογάν, θα είχε ήδη αρπάξει τρία νησιά στο Αιγαίο, κατά το πρότυπο της Κύπρου. Όσο, δε, για το Κυπριακό, οι Κεμαλιστές έχουν πάγια πολιτική και θεωρούν ότι επιλύθηκε το 1974. Αυτή είναι η πρώτη φάση. Τώρα, αφού με το Κραν Μοντανά η τουρκική πλευρά έχει κατοχυρώσει τη διχοτόμηση μέσω της ομοσπονδίας των δυο ισότιμων συνιστώντων κρατών, αξιώνει δυο κράτη με ισότιμη κυριαρχία ως προηγούμενο στάδιο της πλήρους τουρκοποίησης. Δεν είναι τυχαία η πρόθεση τόσο της Άγκυρας όσο και των κατοχικών «αρχών» για μετονομασία της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» σε «Τουρκική Δημοκρατία της Κύπρου». Αφαιρείται δηλαδή ο γεωγραφικός προσδιορισμός και προδίδεται ο τουρκικός επεκτατικός χαρακτήρας επί ολόκληρης της νήσου. Πρόσθετα, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ενδεχόμενη νίκη των Κεμαλιστών στις εκλογές του προσεχούς Μαΐου, μάλλον θα οδηγήσει τη χώρα σε μια δυτικόστροφη πολιτική, που θα επικεντρωθεί στην αποκατάσταση σχέσεων τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με την ΕΕ. Γίνεται αντιληπτό ότι η Άγκυρα θα ζητήσει ανταλλάγματα, που θα αφορούν και στο θέμα του Αιγαίου και σ’ εκείνο της Κύπρου. Το ίδιο όμως σενάριο μπορεί μετεκλογικά να εξελιχθεί εάν κερδίσει ο Ερντογάν. Επί τούτου είναι το κρίσιμο ζήτημα: Η Τουρκία λόγω της γεωπολιτικής της θέσης είναι αναγκαία τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την ΕΕ, και δη για το ΝΑΤΟ, ειδικώς στην παρούσα φάση, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Γιατί; Διότι, εκτός των άλλων, η Άγκυρα, ανεξαρτήτως ποιος είναι στην εξουσία, συνιστά το κύριο σημείο ανάσχεσης του ΝΑΤΟ στη Μαύρη Θάλασσα.
Οι «ευάλωτες» και το συλλογικό σύστημα ασφάλειας
Ελλάδα και Κύπρος είναι ευάλωτες στις νέες μετεκλογικές εξελίξεις, υπό την έννοια ότι δεν έχουν ακόμη φροντίσει να προσφέρουν εναλλακτική στρατηγική επιλογή στο ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό να συμβεί εάν δημιουργείτο υποσύστημα ασφαλείας, που θα ξεκινούσε από τα Βαλκάνια και θα κατέληγε στη Μέση Ανατολή, δημιουργώντας ένα πέταλο, το οποίο θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί από τους Δυτικούς συμμάχους για να απαλλαγούν, έστω και μερικώς, από την τουρκική αυθάδεια. Όσο δε, για μας, θα ήταν αφελές να πιστεύει κάποιος ότι μπορεί το Κυπριακό να επιλυθεί στο πλαίσιο του ΟΗΕ, κατά τρόπον δίκαιο, χωρίς την αλλαγή των ισοζυγίων δυνάμεων. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αναδείξει στην επιφάνεια τις αδυναμίες του ΟΗΕ και δη του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο, λόγω του ρωσικού βέτο, είναι παραλυμένο. Ως εκ τούτου, το μόνο αξιόπιστο στην πράξη συλλογικό σύστημα ασφαλείας που λειτουργεί είναι αυτό του ΝΑΤΟ, το οποίο η ίδια η ΕΕ, στην οποία ανήκουμε, θεωρεί επισήμως ως τον θεμελιώδη πυλώνα του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας. Ρεαλιστικά, λοιπόν, ομιλούντες, το ΝΑΤΟ θα ήταν δυνατό να συνιστά το σύστημα εγγυήσεων και ασφάλειας στο πλαίσιο της τελικής λύσης.
Οι δύο βάρκες του Προέδρου
Ούτως ή άλλως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, προκειμένου να αποδείξει ότι είναι πρόθυμος να προωθήσει λύση του Κυπριακού, επιδιώκει να πατά σε δύο βάρκες. Η μία είναι η παραδοσιακή. Και αφορά στον ΟΗΕ, του οποίου η Χάρτα είναι χρήσιμη, εφόσον μπορεί να εφαρμοστεί και στη δική μας περίπτωση. Έχουν γίνει στο παρελθόν τόσες πολλές υποχωρήσεις, που αντί η διαδικασία στο πλαίσιο του ΟΗΕ να αποκαθιστά την παραβιασθείσα από την Τουρκία έννομο τάξη, τελικώς διά μιας ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα ή μέσω της λογικής των δύο κρατών, εξουδετερώνει και τις δημοκρατικές αρχές των Ην. Εθνών, αλλά τείνει, ταυτοχρόνως, να συμβεί το ίδιο με την ΕΕ, στην οποία ενταχθήκαμε το 2004 με στόχο τη δημιουργία συνθηκών για λύση που θα προνοούσε κανονικό δημοκρατικό κράτος, ανατρέποντας τα τετελεσμένα της εισβολής. Επί τη βάσει αυτών των δεδομένων, ο Πρόεδρος προσδοκά στην αναβάθμιση της ΕΕ στο Κυπριακό μέσω του διορισμού ενός απεσταλμένου - διαμεσολαβητή, ο ρόλος του οποίου και οι εντολές δράσης δεν είναι επί του παρόντος διευκρινισμένες. Πώς μπορεί άλλωστε να ήταν, εφόσον βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια των βολιδοσκοπήσεων, παρότι, κατά το παρελθόν, ανάλογη προσπάθεια επιδιώχθηκε από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, χωρίς, όμως, να στεφθεί με επιτυχία. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον η ΕΕ μπορεί να έχει θετικό ρόλο στο Κυπριακό και όχι αρνητικό. Και θετικός ρόλος σημαίνει αφενός την αποτροπή της οποιασδήποτε μορφής διχοτόμησης και αφετέρου τη δημιουργία συνθηκών για την εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης, η οποία θα στηρίζεται επί των δημοκρατικών αρχών και αξιών της ΕΕ.
Η ΚΔ ως κράτος μέλος
Σε ό,τι αφορά τον διαμεσολαβητή και την ίδια την ΕΕ, θα μπορούσαν να επισημανθούν τα εξής: Η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι τρίτο κράτος, αλλά ισότιμο κυρίαρχο μέλος της ΕΕ, που συμμετέχει σε όλους τους θεσμούς και δη στο ανώτατο επίπεδο, δηλαδή εκείνο του Συμβουλίου των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων. Συνεπώς, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι αυτός που μπορεί να αναφέρεται στα όποια προβλήματά της και δη για το Κυπριακό ενώπιον του Συμβουλίου, με απώτερο στόχο την εξυπηρέτηση μιας δίκαιης λύσης, που θα είναι στη βάση των δικών της αρχών, αξιών, δηλαδή της ΕΕ. Ποιο μπορεί να είναι το πρόβλημα, το οποίο θα πρέπει να εξετάσουν από τώρα ο Πρόεδρος και ο Υπουργός Εξωτερικών, καθώς και οι συνεργάτες τους: Να μη διοριστεί ένας διαμεσολαβητής, ο οποίος θα αναφέρεται στο Συμβούλιο ή σε άλλους θεσμούς για το Κυπριακό, διαβρώνοντας τις πάγιες θέσεις κράτους-μέλους της ΕΕ, του ίδιου, δηλαδή, του Προέδρου και των Υπουργών της Κυπριακής Δημοκρατίας, με χείριστο σενάριο την προώθηση τουρκικών θέσεων, πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουμε ήδη στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Με άλλα λόγια, θα ήταν σφάλμα μέγιστο να βάλουμε στο δικό μας συζυγικό κρεβάτι με την ΕΕ έναν διαμεσολαβητή, που θα μας απατά με την Τουρκία. Αλλά και με την ίδια τη σύζυγό μας. Την ΕΕ.
Όροι εντολής
Ο όποιος διαμεσολαβητής θα πρέπει να έχει σαφείς όρους εντολής και όχι να ενεργεί κατά το δοκούν, αλλά για την αποκατάσταση της παραβιασθείσας από την Τουρκία εννόμου τάξεως και την επαναφορά του κεκτημένου εφ’ όλης της επικράτειας της Κύπρου και δη στο βόρειο τμήμα, όπου έχει ανασταλεί με την ένταξή μας στην ΕΕ το 2004, λόγω της υφιστάμενης κατάστασης, δηλαδή της κατοχής. Η θέση αυτή καθορίζεται από το Πρωτόκολλο 10, που συνιστά τμήμα αυτού που ονομάζουμε κοινοτικό κεκτημένο, επί του οποίου προστίθεται η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, η οποία θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και να γίνει τμήμα της βάσης για την επανέναρξη των συνομιλιών και της διευθέτησης του προβλήματος. Η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 συνιστά απάντηση προς τη δήλωση της Τουρκίας ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Προσθέτει, δε, ότι μία από τις βασικές προϋποθέσεις για τη συνέχιση της τουρκικής ενταξιακής πορείας είναι η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Άγκυρα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανεπίσημα, μέσω δηλαδή των δηλώσεών του, επιδιώκει να συνδέσει τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού με την αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση της Τουρκίας με την ΕΕ. Στη βάση αυτής της μεθοδολογίας, για να δικαιούται η Άγκυρα να προχωρήσει στην αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση, θα πρέπει να δεσμευτεί ότι θα την εφαρμόσει και με την Κυπριακή Δημοκρατία, που σημαίνει βήμα αποδοχής (acknowledgement) ως προηγούμενο βήμα της πλήρους αναγνώρισης μέσω μιας σειράς άλλων διπλωματικών και νομικών ενεργειών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται: Η συμφωνία για την επανεισδοχή, που προσφέρει φόρμουλα επίλυσης του μεταναστευτικού διά της επιστροφής παράτυπων μεταναστών, που ξεκινούν από την Τουρκία και φθάνουν στις ελεύθερες περιοχές μέσω κατεχομένων. Πρόκειται για βασικό μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ της Τουρκίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας για τη διευθέτηση του συνολικού προβλήματος. Σε αυτό το ΜΟΕ θα πρέπει να προστεθούν και τα εξής: 1) Το άνοιγμα του λιμανιού της Αμμοχώστου υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατόπιν απόφασης και εξουσιοδότησης που θα δοθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία, με πρώτο αντάλλαγμα τον τερματισμό του εμπάργκο που η Τουρκία επιβάλλει σε πλοία της Κυπριακής Δημοκρατίας στα δικά της λιμάνια. Αυτό είναι το πρώτο μέτρο για την πλήρη εφαρμογή της υφιστάμενης τελωνειακής ένωσης Τουρκίας - ΕΕ και πρόκριμα για να τηρήσουμε θετική στάση στην αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση. 2) Την επιστροφή της πόλης της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και με την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου όπως αυτό εφαρμόζεται στο πλαίσιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, για να μπορεί να αποτελέσει μοντέλο συνύπαρξης και διάχυσης της συνολικής διευθέτησης του προβλήματος.
Αυτά συνιστούν βήματα στη λογική του αμοιβαίου οφέλους που εξυπηρετούν τα συμφέροντα και των δύο Κοινοτήτων του νησιού, χωρίς να υποσκάπτουν την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας είτε εντός είτε εκτός της ΕΕ. Από τη διαδικασία αυτή, η Τουρκία θα ήταν δυνατό, εφόσον η ίδια το επιθυμεί, να δημιουργήσει μέσω της Κύπρου θετικό κλίμα ως προς την ενταξιακή της διαδικασία στη λογική της αναβαθμισμένης τελωνειακής ένωσης, αφού η πλήρης ένταξη φαίνεται να είναι στην παρούσα φάση απομακρυσμένη επιλογή. Ακόμη και αν η Τουρκία επιθυμεί την πλήρη ένταξη, ουδόλως φαίνεται να την επιδιώκει η ΕΕ και δη τα μεγάλα κράτη, λόγω δικών τους εθνικών συμφερόντων.
Αντάλλαγμα της ΕΕ και νομιμοποίηση κατοχής
Εκείνο, δε, που πρέπει να προσεχθεί είναι το εξής: Να μην είναι η Κύπρος και η επίλυση του Κυπριακού ένα από τα ανταλλάγματα που θα δοθούν στην Τουρκία από τους εταίρους μας προκειμένου να καθοριστεί ειδική σχέση με την Άγκυρα αντί της πλήρους ένταξης. Γι’ αυτό θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην περίπτωση διορισμού ενός Ευρωπαίου διαμεσολαβητή, ο οποίος, βεβαίως, για να διοριστεί θα πρέπει να έχει και τη σύμφωνη γνώμη της Άγκυρας, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει. Και αυτό μπορεί να σημαίνει αξίωση για καταγραφή και παρουσίαση ενώπιον των θεσμών της ΕΕ των τουρκικών θέσεων, στις οποιεσδήποτε αναφορές του είτε συμβαδίζουν είτε όχι με τις αρχές και αξίες της ΕΕ. Άλλωστε, το κοινοτικό κεκτημένο περιλαμβάνει και τοπικές αποκλίσεις ή και τη δημιουργία πρωτογενούς δικαίου, που παραπέμπει ακόμη και σε αυτήν την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία ενός νέου σύνθετου διχοτομικού πολιτειακού συστήματος. Οι όποιες αποκλίσεις υπάρχουν σήμερα από το κοινοτικό κεκτημένο και τις αρχές και αξίες της ΕΕ στηρίζονται στο γεγονός ότι υπάρχει η Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος-μέλος της ΕΕ και του ΟΗΕ. Άπαξ και δημιουργηθεί ένα νέο σύνθετο πολιτειακό σύστημα, είτε ομοσπονδιακό είτε συνομοσπονδιακό, τότε οι σημερινές παρανομίες, δηλαδή τα τετελεσμένα της εισβολής, θα νομιμοποιηθούν. Έτσι, λοιπόν, ο Πρόεδρος θα πρέπει να είναι σαφή ως προς τη βάση επίλυσης του Κυπριακού, που πρέπει να καθορίζεται: Από ό,τι το κεκτημένο καθορίζει και από τη μεθοδολογία επίλυσης που θα πρέπει να είναι ενταγμένη στην πρακτική του «bottom up» (από κάτω προς τα πάνω) και όχι του «top down» (από πάνω προς τα κάτω). Το κεκτημένο καθορίζει ότι εντός της ΕΕ υπάρχει μόνο ένα κράτος, δηλαδή το ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας, που τελεί υπό κατοχή. Η λογική του «bottom up» διευκρινίζει ότι η διευθέτηση του Κυπριακού δεν καθορίζεται από τους κανόνες των τουρκικών τανκς και των τετελεσμένων της εισβολής, όπως αυτά έχουν δημιουργηθεί στη βάση του πληθυσμιακού, εδαφικού και διοικητικού διαχωρισμού, αλλά επί των δημοκρατικών αρχών της ΕΕ. Επί αυτών των αρχών είναι που θα οικοδομηθεί η λύση. Για να είναι δημοκρατική και βιώσιμη.
Φόρμουλα και καταδίκη…
Η φόρμουλα αυτή παραπέμπει στην αναθεώρηση των οποιωνδήποτε κακώς εχόντων στο Σύνταγμα της Ζυρίχης για να είναι πλήρως εναρμονισμένο με την ΕΕ. Εκτός και αν οι έχοντες έννομο συμφέρον, δηλαδή εμείς -ως Κυπριακή Δημοκρατία- είμαστε διατεθειμένοι να διαλύσουμε το υφιστάμενο κράτος και να το αντικαταστήσουμε από δύο άλλα συνιστώντα κρατίδια με πολιτική ισότητα, η οποία παραπέμπει στην ισότιμη κυριαρχία, όπως αξιώνει η Τουρκία. Αυτή είναι μία σαφής επιδίωξη τόσο του «πολεμοχαρούς Γκάντι» της Τουρκίας, όπως αποκαλείται ο Κιλιτσντάρογλου, επειδή φυσιογνωμικά παραπέμπει στον ιστορικό ηγέτη της Ινδίας, όσο και του Σουλτάνου των Ισλαμιστών, όπως χαρακτηρίζεται ο Ταγίπ Ερντογάν. Τραγικό θα είναι εάν ο οποιοσδήποτε διαμεσολαβητής της ΕΕ μετατραπεί σε εραστή των τουρκικών συμφερόντων και της διχοτόμησης, καταδικάζοντας εμάς στον ρόλο του απατημένου συζύγου....
*Δρ των Διεθνών Σχέσεων
ΠΗΓΗ simerini.sigmalive
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου