Τα τελευταία 24ωρα επικρατεί αέρας αισιοδοξίας στα τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης ότι μετά την έγκριση του κοινοβουλίου της χώρας για ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και την υπογραφή αργά το βράδυ από τον Ερντογάν, οι ΗΠΑ θα τρέξουν με ταχείς ρυθμούς τις διαδικασίες πώλησης νέων F-16 και κιτ αναβάθμισης. Είναι, όμως τα πράγματα όπως παρουσιάζονται;
του Χρήστου Μαζανίτη
Η Τουρκία, μετά την αποβολή της από το πρόγραμμα των F-35 λόγω της αγοράς των S-400 αλλά και των σχέσεων με την Ρωσία, αιτήθηκε την αγορά 40 μαχητικών F-16 Viper και κιτ αναβάθμισης για 80 μαχητικά καθώς και ανταλλακτικών για συνεχή υποστήριξη. Επιπλέον έχει ζητήσει την αγορά μεγάλου αριθμού βλημάτων αέρος – αέρος. Το συνολικό κόστος ανέρχεται στα 20 δισ. σύμφωνα με τους Τούρκους, περίπου στα 8 δισ. δολάρια σύμφωνα με γνώστες των δεδομένων της αμερικανικής αγοράς.
Η επικύρωση της ένταξης από το τουρκικό κοινοβούλιο ήταν το πρώτο βήμα. Η έγκριση έπρεπε να φέρει και την υπογραφή του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Και δεν ήταν και λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι η ψηφοφορία του τουρκικού κοινοβουλίου ήταν άνευ αντικρίσματος, αφού επί της ουσίας δεν επρόκειτο να αλλάξει τίποτα από την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί εδώ και δυο χρόνια. Κι αυτή είναι ότι η Τουρκία κι ο Ερντογάν προσωπικά εκβιάζει ωμά τις ΗΠΑ μέσω της ένταξης της Σουηδίας για την προμήθεια καινούριων μαχητικών.
Ένας εκβιασμός που έχει αγγίξει πολλές ευαίσθητες χορδές της εξωτερικής πολιτικής στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Το να σέρνεται από τη μύτη μια ολόκληρη υπερδύναμη από μια χώρα που πατάει σε πολλές βάρκες και συνδιαλέγεται με ορκισμένους εχθρούς της δεν είναι κάτι που καταπίνεται εύκολα.
Το βράδυ της Πέμπτης, ο Ερντογάν έκανε κατά πολλούς την απόλυτη έκπληξη. Υπέγραψε την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στη σχετική ανακοίνωση της Διεύθυνσης Ενημέρωσης του Τούρκου Προέδρου αναφέρεται: «Ο Πρόεδρός μας κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να δημοσιεύσει τη νομοθεσία που εγκρίθηκε από τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας σχετικά με την ένταξη της Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συνθήκη και υπέγραψε το Προεδρικό Διάταγμα που αφορά το πρωτόκολλο ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και εγκρίνοντας το σχετικό πρωτόκολλο».
Ταυτόχρονα, πολύ λόγος έγινε για την επιστολή Μπάιντεν αμέσως μετά το ψήφισμα του τουρκικού κοινοβουλίου και πριν την υπογραφή Ερντογάν. Μια επιστολή άνευ αντικρίσματος, αφού δεν έχει κανένα διατακτικό ή δεσμευτικό χαρακτήρα. Είναι περισσότερο κάτι σαν εγγραφή παρότρυνση, που όμως δεν μπορεί να παράξει αποτέλεσμα. Είναι όμως έτσι;
Βεβαίως και η επιστολή Μπάιντεν δίνει ένα στίγμα.
Ο Ερντογάν καίγεται για τα F-16, αφού η τουρκική αεροπορία παραπαίει. Η ανάγκη για μαχητικά τον έκανε πιο αποφασισμένο από ποτέ να εκβιάσει τις ΗΠΑ μέχρι τέλους. Άλλωστε, χειρότερα δεν μπορούσαν να γίνουν γι’ αυτόν τα πράγματα. Άρα μόνο να κερδίσει είχε.
Όμως, o γνωστός στις ΗΠΑ κι ως «Συνασπισμός για τα Μαχητικά» δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια, στέλνοντας επιστολή στα ηγετικά στελέχη της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας και της Επιτροπής Διεθνών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, ζητώντας από τους συγκεκριμένους νομοθέτες να εξετάσουν ενδελεχώς τις τελευταίες λεπτομέρειες πριν την τελική απόφαση για τη πιθανή πώληση μαχητικών F-16 στην Τουρκία.
Στην επιστολή τους οι οργανώσεις κάνουν λόγο για έναν εκβιασμό που πραγματοποίησε η Τουρκία με αφορμή την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Την επιστολή υπογράφουν οι εξής οργανώσεις: Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), American Friends of Kurdistan, Armenian National Committee of America, Hindu American Foundation, In Defense of Christians, Middle East Forum.
Στην επιστολή υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων ότι «η στάση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που άφησε αυτόν τον εκβιασμό να εξελίσσεται θα πρέπει να οδηγήσει σε αυξημένη επαγρύπνηση εκ μέρους του Κογκρέσου για να διασφαλίσει ότι τα αμερικανικά όπλα δεν χρησιμοποιούνται από την Τουρκία εναντίον αμερικανικών συμφερόντων, συμμάχων, εταίρων ή αξιών».
Ο «Συνασπισμός» εκφράζει «σοβαρές ανησυχίες ότι οι μεταφορές όπλων στην Τουρκία θα συμβάλουν σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θα αυξήσουν την πιθανότητα σύγκρουσης. Η Τουρκία έχει δανείσει στο παρελθόν αμερικανικά F-16 στο Αζερμπαϊτζάν για την επίθεσή του στο Αρτσάχ, έχει χρησιμοποιήσει αμερικανικά F-16 για να βομβαρδίσει τους Κούρδους εταίρους μας στη Συρία και έχει χρησιμοποιήσει αμερικανικά F-16 για να παραβιάσει τον ελληνικό εναέριο χώρο και να απειλήσει την κυριαρχία της Ελλάδας».
Η επιστολή κλείνει με την παρότρυνση προς τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων «να εφαρμόσετε τον πιο αυστηρό έλεγχο σε οποιαδήποτε πιθανή πώληση ή μεταφορά F-16 ή οποιουδήποτε σημαντικού οπλικού συστήματος στην Τουρκία και να απαιτήσετε μηχανισμούς που θα καθιστούν υπεύθυνη την ‘Άγκυρα εάν συνεχίσει να αγνοεί τη νομοθεσία, τα συμφέροντα και τις συμμαχίες των ΗΠΑ».
Οι πρόεδροι και οι επικεφαλής της μειοψηφίας των συγκεκριμένων επιτροπών (γερουσιαστές Μπεν Κάρντιν και Τζιμ Ρις, και βουλευτές Μαικ Μακολ και Γκρέγκορι Μικς) είναι οι νομοθέτες που ουσιαστικά κρατούν τα κλειδιά για τα αμερικανικά μαχητικά, καθώς όταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα στείλει την επίσημη ειδοποίηση στο Κογκρέσο θα έχουν τη δυνατότητα να αντιδράσουν ή να διατυπώσουν ενστάσεις μέσα σε ένα διάστημα 15 ημερών.
Ακόμη όμως κι αν επιταχυνθούν οι διαδικασίες στις ΗΠΑ για τα τουρκικά F-16, θα πάρει τουλάχιστον 6 μήνες μέχρι να υπάρξει η έγκριση και τουλάχιστον ένα χρόνο μέχρι να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την πώληση μαχητικών και κιτ.
Κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει το αποτέλεσμα αφού θα πρέπει να ξεπεραστούν οι αντιδράσεις όχι μόνο από την ομάδα των Γερουσιαστών (δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων) που αντιδρούν στον ώμο εκβιασμό αλλά και από τα τρία δυνατά λόμπι. Των Αρμενίων, το ελληνικό και – κυρίως – το ισραηλινό.
Όσοι πιστεύουν ότι το Ισραήλ, μετά την έμπρακτη στήριξη της Τουρκίας στη Χαμάς, θα αφήσει το θέμα των F-16 να περάσει χωρίς αντίδραση πλανάται πλάνην οικτρά. Δε θα είναι καθόλου άτοπο αν κάποιος κάνει λόγο ακόμη και για τον «νυν υπέρ πάντων αγών» κατά του τουρκικού αιτήματος επί αμερικανικού εδάφους.
Αλλά ακόμη κι αν ξεπεραστεί αυτός ο σκόπελος και τελικά έρθει η έγκριση του Κογκρέσου, σειρά θα πάρει η αμερικανική γραφειοκρατία, που τις τελευταίες δεκαετίες έχει διογκωθεί σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Έτσι, ακόμη κι αν στους 6 μήνες έχει υπάρξει, με υπερ-ταχείς, διαδικασίες η έγκριση πώλησης F-16, θα απαιτηθούν τουλάχιστον 6 μήνες μέχρι την συμβασιοποίηση του προγράμματος. Άρα, στις αρχές του 2025 επί της ουσίας θα ξεκινήσει η διαδικασία για τις παραγγελίες.
Βάσει της εμπειρίας από το ελληνικό πρόγραμμα, η αναβάθμιση του πρωτότυπου F-16 σε Viper και η πιστοποίηση με τις δοκιμές χρειάζεται περίπου 2 χρόνια. Όσα χρόνια χρειάζεται για να αρχίσει να παραλαμβάνει και το πρώτο καινούριο Viper.
Κοντολογίς, έχουμε φτάσει στο 2027, έτος κατά το οποίο η Ελλάδα θα έχει συνολικά 5 μοίρες πάνοπλων F-16 Viper, θα αναβαθμίζει τα F-16 block 50 ή σε 52+ ή σε Viper, θα έχει τουλάχιστον 24 Rafale (ίσως και 40) και θα βρίσκεται στον αστερισμό παραλαβής των μαχητικών 5ης γενιάς F-35, τα οποία προβλέπεται να έρχονται βάσει προγραμματισμού ως τα τέλη του 2028 ή αρχές του 2029.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου