Τις πρωινές ώρες της 13ης Μαρτίου, σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση του ΓΕΕΘΑ, η φρεγάτα ΥΔΡΑ που συμμετέχει στην Επιχείρηση ASPIDES της EUNAVFOR, εκτέλεσε βολές πυροβόλου εναντίον δύο UAV, τα οποία απομακρύνθηκαν. Στην σχετική ανακοίνωση του Επιχειρησιακού Στρατηγείου, η δράση αναφέρεται ότι έλαβε χώρα μεταξύ 05.00 και 06.00 ώρα Τζιμπουτί.
Στο πυροβόλο Mk45 Mod 2 των 127 mm, η επίδοση μέγιστου βεληνεκούς για αντιμετώπιση εναερίων απειλών αναφέρεται ότι είναι 15 χλμ. Πρακτικώς, θεωρούμενο δραστικό βεληνεκές σε αντιαεροπορική βολή, είναι τα 10 χλμ. περίπου. Η επίδοση βεληνεκούς μειώνεται όσο μεγαλύτερο είναι το υψόμετρο στο οποίο πετάει ο στόχος.
Στην περίπτωση πυρών της ΥΔΡΑΣ, εφόσον υπήρξε εξουσιοδότηση βολής από πλευράς συστήματος, ο στόχος βρισκόταν εντός του φακέλου εμπλοκής του πυροβόλου. Για την αντιμετώπιση UAV, χρησιμοποιήθηκαν προφανώς αντιαεροπορικά βλήματα προθραυσματοποιημένης πολεμικής κεφαλής, με κάποιας κατηγορίας Πυροσωλήνα Κυμαινόμενου Χρόνου (VT). Η απομάκρυνση του στόχου, δηλαδή η μη κατάρριψη, συνδέεται προφανώς με προβληματική εμπλοκή λόγω συζητήσιμης ακριβείας εκ της βολής στο όριο βεληνεκούς ή και των αντικειμενικών δυσκολιών εμπλοκής στόχων χαμηλού ηλεκτρομαγνητικού και θερμικού ίχνους, από το πυρομαχικό. Το βλήμα των 127 mm έχει ισχυρή επίδραση κατά την εκτόνωση και με θραυσματοποίηση, καλύπτει μεγάλη περιοχή. Εντούτοις, για να γίνει εκτόνωση, πρέπει να ενεργοποιηθεί ο πυροσωλήνας, κάτι το οποίο προϋποθέτει ότι το βλήμα διέρχεται σε μία απόσταση της τάξεως μερικών μέτρων από τον στόχο.
Σε τέτοιες αποστάσεις πάντως, θεωρείται δεδομένη η ενεργοποίηση των συστημάτων εγγύς αντιπυραυλικής προστασίας Phalanx και ο εγκλωβισμός του στόχου. Το σύστημα λογικά, τίθεται σε διαμόρφωση αυτόματης λειτουργίας, ενεργοποιείται δηλαδή μόνο του, όταν κρίνει ότι ο στόχος πληροί τις προϋποθέσεις. Στην περίπτωση αργά κινούμενων στόχων όμως, μπορεί και να μην ενεργοποιηθεί βάσει των κριτηρίων του συστήματος, που είναι σχεδιασμένο για αντιμετώπιση στόχων υψηλής ταχύτητας. Φυσικά το δραστικό βεληνεκές του πυροβόλου M61 των 20 mm είναι πολύ περιορισμένο, της τάξεως των 1.500 μέτρων και ο στόχος πρέπει να βρίσκεται χαμηλά.
Η αντιμετώπιση της απειλής στην μέγιστη απόσταση, θα σήμαινε χρησιμοποίηση πυραύλου επιφανείας – αέρος ESSM, υψηλού κόστους και περιορισμένου αριθμού. Και εδώ όμως, εναντίον στόχων χαμηλού ίχνους όπως είναι τα UAV, δεν μπορεί να θεωρείται εξασφαλισμένη η επιτυχής εμπλοκή.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επίσημη αναφορά του ΓΕΕΘΑ σε Μη Επανδρωμένα Αεροχήματα (UAV) απομακρύνει την περίπτωση μικρών drone. Επιπλέον, είναι ενδιαφέρουσα και προκαλεί ερωτηματικά η αναφορά σε δύο συστήματα, επειδή δεν συνηθίζεται η πτήση UAV σε αποστολές επιτηρήσεως – αναγνωρίσεως ανά ζεύγη.
Γενικώς η περίπτωση αναδεικνύει όχι μόνο την σημασία των επιδόσεων των οπλικών συστημάτων αλλά και των αισθητήρων του πλοίου. Πέραν του ραντάρ ερεύνης αέρος MW08, που υποδεικνύει στόχους στα ραντάρ διεύθυνσης βολής STIR, ειδικώς στην περίπτωση στόχων που ελέγχονται με ζεύξη δεδομένων (data link) όπως τα UAV, αυξημένη σπουδαιότητα έχει η ύπαρξη συσκευής υποκλοπής – ραδιογωνιομέτρησης επικοινωνιών (COMINT). Οι φρεγάτες κλάσεως ΥΔΡΑ, φέρουν συσκευή Telefunken PST-1720 Telegon 10. Τέτοιες συσκευές, δίνουν ένδειξη μόνο διοπτεύσεως, βάσει της οποίας “ενημερώνεται” το ραντάρ ερεύνης αέρος, κι όχι υψόμετρο πτήσεως του στόχου, το οποίο αναλαμβάνει να δώσει το ραντάρ.
Καθώς όμως πρωταγωνιστής της εμπλοκής ήταν το πυροβόλο Mk45 Mod2 της ΥΔΡΑΣ, πρέπει να αναφερθεί ότι στις προθέσεις του Πολεμικού Ναυτικού είναι η αναβάθμισή τους. Το σχετικό πρόγραμμα που προϋποθέτει δαπάνη ύψους της τάξεως των 25 εκατ. €, έχει αποφασισθεί να εξελιχθεί ξεχωριστά μεν, παραλλήλως όμως με το συνολικό πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των φρεγατών MEKO 200HN.
Η πρόταση που προέρχεται από την κατασκευάστρια BAE Systems, αφορά το Κοινό Σύστημα Ελέγχου (Common Control System) που συνιστά μία χαμηλότερου κόστους λύση αναβαθμίσεως του πυροβόλου Mk45 Mod2 εξαγωγής, ώστε να προσεγγίσει από πλευράς συμβατότητος την πολύ υψηλού κόστους έκδοση Μod4 του πυροβόλου, σε υπηρεσία με το Ναυτικό των ΗΠΑ. Το CCS έχει επιλεγεί ήδη από τα ναυτικά της Ισπανίας και της Αυστραλίας και αφορά αντικατάσταση ηλεκτρονικών συστημάτων του πυροβόλου, προσδίδοντάς του ικανότητα βολής νέου τύπου, υπό ανάπτυξη, σύγχρονων κατευθυνόμενων πυρομαχικών εκτεταμένου βεληνεκούς.
ΠΗΓΗ https://doureios.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου