Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

ΑΠΕΙΛΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ: Δεν υπάρχουν εδαφικές διαφορές μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, υπάρχουν Τουρκικές βλέψεις εναντίον της Ελλάδας

Έκδοση ΕΝΩΣΗΣ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

This post in English

Εδαφικό Καθεστώς

Το εδαφικό καθεστώς του Αιγαίου διαμορφώθηκε πριν από 60 χρόνια με την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης από τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, τη Ρουμανία, το Βασίλειο των Κροατών, Σέρβων και Σλοβένων, την Ελλάδα και την Τουρκία. Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο άλλαξε μόνο ως προς την κυριαρχία των Δωδεκανήσων. Τα νησιά αυτά αποδόθηκαν στην Ελλάδα με τη συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία που υπογράφτηκε στο Παρίσι το 1947.


Στη Λοζάνη η χώρα μας είχε προσέλθει σαν ηττημένη. Είχε υποστεί τη στρατιωτική καταστροφή του 1922. Έτσι η συνθήκη που υπογράφτηκε εκεί αντιπροσώπευε το μέγιστο των απαιτήσεων της Τουρκίας και το ελάχιστο των δικαιωμάτων της Ελλάδας που παραιτήθηκε από όλα τα κέρδη της συμφωνίας των Σεβρών. Εντούτοις, η χώρα μας σεβάστηκε πάντοτε το εδαφικό καθεστώς που προέκυψε από τη συνθήκη της Λοζάνης, παρά το γεγονός ότι άφηνε έξω από τα σύνορά της περιοχές που εθνολογικά και ιστορικά της ανήκαν. Δεν πρόβαλε ποτέ βλέψεις σε βάρος της Τουρκίας. Δεν απείλησε ποτέ την εδαφική της ακεραιότητα. Δεν της δημιούργησε ποτέ προβλήματα.
Αλλά και η Τουρκία για 50 ολόκληρα χρόνια δεν έθεσε ζήτημα μεταβολής του. Το είχε αποδεχθεί χωρίς αντιρρήσεις. Δεν έλειψαν, βέβαιο, σ’ αυτό το διάστημα τα προβλήματα και οι διενέξεις — κάποτε πολύ σοβαρές — στις σχέσεις της με τη χώρα μας, όπως δεν έλειψαν και οι ευτυχείς στιγμές και οι περίοδοι ομαλότητας και συνεργασίας. Δεν πρόβαλε όμως βλέψεις σε βάρος του ελληνικού χώρου. Δεν αμφισβήτησε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στα νησιά μας, στη θάλασσα ή στον αέρα. Ακόμα και όταν πρότεινε το 1941 στους Γερμανούς να καταλάβει τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου, φρόντισε επιμελώς να κρύψει ότι είχε επεκτατικά σχέδια. Πρόβαλε σαν δικαιολογία, ότι ήθελε απλώς να τα… προστατεύσει. Να μην τα καταλάβουν οι Άγγλοι!


Όμως από το 1973 η στάση της άλλαξε ριζικά. Για. πρώτη φορά εκδήλωσε επίσημα και απροκάλυπτα τάσεις επεκτατικές σε βάρος του ελληνικού χώρου. Δημιούργησε ζητήματα σχετικά με τα ακριτικά νησιά μας, την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, τον εναέριο χώρο και την αιγιαλίτιδα ζώνη μας.
Και προχώρησε σε αλλεπάλληλες προκλήσεις που δημιούργησαν μεγάλη ένταση στις σχέσεις μας και απείλησαν πολλές φορές την ασφάλεια και την ειρήνη στην περιοχή μας.
Η πιο σοβαρή από τις προκλήσεις αυτές, ήταν η επιδρομή εναντίον της Κύπρου, τον Ιούλιο του 1974 και η κατάληψη του 40 τοις εκατό του εδάφους της. Και ναι μεν η Κύπρος δεν είναι τμήμα της ελληνικής επικράτειας. Είναι κράτος ανεξάρτητο. Αποτελεί, όμως, τμήμα του ελληνισμού. Και η αρπακτική πολιτική που ακολούθησε η Τουρκία, απέναντί της, είναι ενδεικτική των διαθέσεων και των προσανατο¬λισμών της.
Αλλά ας εξετάσουμε ένα προς ένα τα ζητήματα αυτά που οδήγησαν στη λεγάμενη «κρίση του Αιγαίου». Μια κρίση που εδώ και δέκα χρόνια, σκιάζει καταθλιπτικά τον ορίζοντα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και απειλεί να ανάψει την πυρκαγιά του πολέμου στην ιδιαίτερα εύφλεκτη και στρατηγικά νευραλγική περιοχή που ζούμε, με άγνωστες συνέπειες.

Κεραυνός εν αιθρία

50 ολόκληρα χρόνια η Τουρκία δεν είχε παρουσιάσει :να σύμπτωμα ασφυξίας, άρχισε ξαφνικά, μετά το 1973 διαμαρτύρεται ότι «πνίγεται» από το καθεστώς του Αιγαίου. Ότι είναι άδικο γιατί την περιορίζει σε μια στενή λωρίδα θάλασσας. Και ότι η χώρα μας προσπαθεί να μεταβάλει το Αιγαίο πέλαγος σε ελληνική λίμνη.
Δεν περιορίστηκε μόνο σε διαμαρτυρίες. Άρχισε να αμφισβητεί την ελληνικότητα του Αιγαίου και να ισχυρίζεται ότι το μισό τής ανήκει μαζί με τα νησιά που βρίσκονται κοντά στα παράλιά της. Ποτέ άλλωστε, δε λέει τα «Ελληνικά νησιά». Λέει πάντοτε «τα νησιά του Αιγαίου», σαν είναι αδέσποτα.
Παραθέτουμε αποσπάσματα δηλώσεων που έχουν κάνει κατά καιρούς οι Τούρκοι πολιτικοί ηγέτες, ενδεικτικά των αντιλήψεων και των προθέσεών τους:

«Η Τουρκία δεν θα επιτρέψει ποτέ να γίνει το Αιγαίο ελληνική θάλασσα, ούτε θα επιτρέψει να σφετεριστούν άλλοι, οποιαδήποτε τουρκικά δικαιώματα στην περιοχή αυτή».

Υπουργός Άμυνας Χασάν Ισίκ, 1.6.1974

«Το μέλλον της Τουρκίας είναι η θάλασσα. Η Τουρκία είναι χρεωμένη να γίνει μεσογειακό έθνος. Αυτή τη γραμμή για μέλλον της Τουρκίας, όλοι οι πολιτικοί την έχουν παραδεχτεί».

Υπουργός Άμυνας Ιλ. Σαντσάρ, 10.1.1974

«Ούτε η Κυβέρνηση, ούτε η τουρκική κοινή γνώμη μπορούν να δεχτούν ότι το Αιγαίο ανήκει αποκλειστικά στην Ελλάδα. Το μισό Αιγαίο ανήκει αποκλειστικά στην Τουρκία και το άλλο μισό ανήκει στην Ελλάδα. Αυτή υπήρξε ανέκαθεν η επίσημη άποψη».

Υπουργός Εξωτερικών Τσαγλαγιανγκίλ, 4.4.1975

«Ολόκληρο το έθνος, εξαρτάται από την ελληνική πίεση, που προσπαθεί να στραγγαλίσει τη χώρα, κυκλώνοντας την Τουρκία από τη Δύση και αποκλείοντας τη διέξοδό της στη Μεσόγειο θάλασσα.
Το τουρκικό έθνος πρέπει να ενωθεί για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του Αιγαίου και την ελληνική πίεση που θα κυκλώσει τη Δυτική Τουρκία και αποσκοπεί στο στραγγαλισμό της
».

Υπουργός Άμυνας Χασάν Ισίκ, 23.2.1978

«Μην αποκαλείτε τα νησιά αυτά ελληνικά νησιά, αλλά νησιά του Αιγαίου. Είναι προτιμότερο να τα αποκαλούμε νησιά του Αιγαίου».

Πρωθυπουργός Σ. Ντεμιρέλ 19.8.1976

«Κοιτάξτε το χάρτη! Μοιάζει το Αιγαίο με ελληνική λίμνη; Άλλωστε, τα διδάγματα της ιστορίας ενισχύουν τα διδάγματα της γεωγραφίας· έως τα τελευταία χρόνια, τα νησιά του Αιγαίου ανήκαν πάντοτε σ’ αυτόν που κατείχε την Ανατολία. Ύστερα υπάρχει και ο κοινός νους. Και σ’ αυτήν την περίπτωση, αρκεί να κοιτάξουμε το χάρτη: Πολλά ελληνικά νησιά απέχουν λιγότερο από 12 μιλιά από την τουρκική ακτή. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, η ελληνική επικυριαρχία, θα επεκτεινόταν ως τις ακτές της Τουρκίας! Και οι Τούρκοι θα έπρεπε να πάρουν διαβατήριο για να πάνε να κάνουν μπάνιο!».

Πρωθυπουργός Σ. Ντεμιρέλ, 5.6.1975

«Ο δημογραφικός παράγοντας δεν πρέπει να αγνοηθεί επίσης. Ο πληθυσμός των χιλιάδων νήσων του Αιγαίου, δεν ξεπερνά τις 300.000 κατοίκους, ενώ οι πληθυσμοί της παρακτίου περιοχής της Τουρκίας, φθάνουν τα δέκα εκατομμύρια».

Υπουργός Εξωτερικών Τσαγλαγιανγκίλ, 29.9.76

«Επί 600 χρόνια, τα νησιά του Αιγαίου ήταν δικά μας και βρίσκονταν στα χέρια των Οθωμανών…»

Πρωθυπουργός Σ. Ντεμιρέλ, 24.8.76

«Στο Αιγαίο πρέπει να ακολουθήσουμε αναγκαστικά δυναμική πολιτική. Οι συνθήκες σήμερα είναι διαφορετικές από τις συνθήκες του 1923. H δύναμη της Τουρκίας έχει μεγαλώσει. Όταν μιλούμε για την ανάγκη δυναμικής πολιτικής, δεν εννοούμε ότι ο στρατός πρέπει να δράσει αμέσως και ότι πρέπει να καταλάβουμε τα νησιά. Τα οικονομικά μας συμφέροντα πρέπει να διασφαλιστούν στο Αιγαίο Η Κύπρος αποτελεί το πρώτο βήμα προς το Αιγαίο».

Υπουργός Εξωτερικών Μελίχ Εζεμπέλ, 22.1.75

«Η θάλασσα του Αιγαίου ανήκει σ’ εμάς. Αυτό είναι κάτι που όλοι πρέπει να το καταλάβουν. Δεν έχουμε την πρόθεση να καινοτομήσουμε πάνω σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Αν η τιμή και τα συμφέροντα του τουρκικού έθνους απειληθούν, θα τσακίσουμε το κεφάλι του εχθρού».

Πρωθυπουργός Σ. Ιρμάκ, 18.1.75

Θα μπορούσαν να παρατεθούν πολλές άλλες παρόμοιες δηλώσεις. Αρκούν, όμως, οι παραπάνω για να σχηματίσει κανείς σαφή αντίληψη των διαθέσεων της τουρκικής ηγεσίας.

ΣΟΥΝΙΟ

Τι να μοιραστεί

Μια πρώτη παρατήρηση που θα μπορούσε να διατυπωθεί είναι ότι η Άγκυρα τοποθετεί σε εσφαλμένη βάση το θέμα, ‘Εμφανίζει το Αιγαίο σαν μια περιοχή που μπορεί να διανεμηθεί ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία ή να ανήκει σε μια από τις δύο. Κανένας όμως δεν μπορεί να μοιράσει κάτι που δεν του ανήκει. Και το Αιγαίο δεν ανήκει κανέναν. Ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Τουρκία. Πέρα από τα χωρικά ύδατα των παρακτίων χωρών, είναι μια θάλασσα ελεύθερη, που διέπεται από το διεθνές καθεστώς της ανοικτής θάλασσας. Η διεθνής ναυσιπλοΐα είναι ελεύθερη σ’ αυτήν. Και ασφαλώς καμιά από τις χώρες που τη χρησιμοποιούν δε θα ανεχόταν να μεταβληθεί σε κλειστή σα της Ελλάδας ή της Τουρκίας ή και των δύο μαζί, θα διαμαρτύρονταν και θα αντιδρούσαν. Καμιά όμως διαμαρτυρία και καμιά αντίδραση δεν προήλθε από πουθενά, ο γεγονός αυτό δείχνει ότι το διεθνές καθεστώς της ανοικτής θάλασσας που ισχύει στο Αιγαίο παραμένει απαραβίαστο.

Είναι ανυπόστατος, επομένως, ο τουρκικός ισχυρισμός ότι η Ελλάδα έχει μεταβάλει ή επιχειρεί να μεταβάλει το Αιγαίο πέλαγος σε δική της λίμνη.
Αφού όμως δεν μπορούμε να μοιράσουμε το Αιγαίο, τι είναι αυτό που ζητάει η Τουρκία να μοιράσουμε; Δε μένει τίποτε άλλο από τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Κι αυτά είναι ακριβώς που αμφισβητεί και επιβουλεύεται. Επειδή όμως καταλαβαίνει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να προωθήσει βλέψεις σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων μας καλλιεργεί μια σκόπιμη σύγχυση μιλώντας γενικά και αόριστα για το Αιγαίο. Μας αποδίδει προθέσεις που ποτέ δεν είχαμε ούτε έχουμε. Μας κατηγορεί ότι έχουμε σφετεριστεί δικαιώματα που δε μας ανήκουν. Και εμφανίζεται «αδικούμενη» και «στραγγαλιζόμενη» από την ελληνική… απληστία.
Είναι αναγκαία, λοιπόν, πριν από καθετί άλλο μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία της περιοχής, για να δούμε ποιος αδικεί ποιον. Ποιος έχει προθέσεις επεκτατικές και ποιος αντιπροσωπεύει απειλή κατά της ασφάλειας και της ειρήνης στο Αιγαίο.

Χάρτης 1. ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΣΗΜΕΡΑ: ΑΙΓΙΑΛΙΤΙΔΑ ΖΩΝΗ 6 ΜΙΛΙΩΝ. Σημειώνονται: α) Η αιγιαλίτιδα ζώνη με το σημερινό πλάτος των 6 ν. μιλιών,
β) Η θαλάσσια μέση γραμμή η οποία καθορίζει τα όρια της υφαλοκρηπίδας της Ελλάδας και της Τουρκίας όπως προκύπτουν από το Διεθνές Δίκαιο (Συνθήκη Γενεύης 1958, Συνθήκη Δικαίου Θάλασσας 1982)
γ) Τα όρια ελέγχου του εναέριου χώρου του Αιγαίου όπως αυτά έχουν καθοριστεί και εμφανίζονται στους επίσημους χάρτες του ICA Ο, και που συμπίπτουν σχεδόν με τη μέση γραμμή.



Η ελληνικότητα των νησιών

Το Αιγαίο είναι το λίκνο του Ελληνισμού. Οι δυο έννοιες, άλλωστε, θεωρούνται ταυτόσημες. Ιστορικά ευρήματα πιστοποιούν ότι οι πολιτιστικές διεργασίες που οδήγησαν στη διαμόρφωση του ελληνικού πολιτισμού άρχισαν στο Αιγαίο από τη νεολιθική εποχή (7.000 – 6.000 π.Χ.). Εντάθηκαν κατά την πρώιμη εποχή του χαλκού (3.200 – 2.000 π.Χ.) και κορυφώθηκαν με την ανάπτυξη του μινωικού πολιτισμού, που διαδόθηκε ευρύτατα στο Αιγαίο, έφθασε στην ηπειρωτική Ελλάδα και συνέβαλε στην άνθηση του μυκηναϊκού πολιτισμού (1.600 π.Χ. και έπειτα).
Οι Έλληνες εμφανίζονται στο Αιγαίο με σαφή πλέον εθνολογικά χαρακτηριστικά από το 2.000 π.Χ. Η δυτική πλευρά του πελάγους και οι Κυκλάδες κατοικούνται από τους Πρώτο – Έλληνες. Αυτοί δείχνουν βαθμιαία στοιχεία του κυκλαδικού και του Κρητικού πολιτισμού και αφομοιώνουν τμήματα των προελληνικών λαών. Γύρω στο 1.600 π.Χ. υιοθετούν ολόκληρες πλευρές του μινωικού πολιτισμού. Απ’ αυτές τις εθνικές αναμείξεις και τις πολιτικές επιρροές προκύπτει το ελληνικό έθνος και ο πρώτος πολιτισμός του, ο μυκηναϊκός.
Στους αιώνες που ακολούθησαν και ως τις αρχές της κλασικής εποχής (500 π.Χ.) οι Έλληνες και κυρίως οι Αιγαίοι Έλληνες, απλώνονται σε κάθε γωνιά του πελάγους. Εποικίζουν τα Δωδεκάνησα, τη Χαλκιδική, τη Θράκη, την Προποντίδα, τα παράλια της Μικρός Ασίας και φτάνουν ως τον Εύξεινο Πόντο και τη Σκυθία. Και με τα πλωτά μέσα που διαθέτουν και το παράτολμο θάρρος τους προωθούνται προς τη Συρία, την Κιλικία, την Ιταλία.
Ολόκληρο το Αιγαίο, αλλά και κάθε περιοχή γύρω από το Αιγαίο, που κατοικήθηκε από Έλληνες δεν έπαψε να έχει ελληνικό πληθυσμό ως τις μέρες μας, με εξαίρεση τα μικρασιατικά παράλια, απ’ όπου εκδιώχθηκαν οι Έλληνες από τους Τούρκους το 1922. Και μολονότι το Αιγαίο δέχθηκε πολλές επιδρομές και εξουσιάστηκε από ξένους και για μεγαλύτερο διάστημα από τους Τούρκους, παρέμεινε εθνικά και πολιτιστικά στο σύνολό του ελληνικό.

ΧΑΡΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ του 1700, G. Delisle Ο ωραίος, αλλά όχι πολύ ακριβής, αυτός χάρτης της Ελλάδας, που σχεδίασε ο G. Delisle, καλύπτει ολόκληρο το αρχιπέλαγος και περικλείει και την Κύπρο. Πρωτοπαρουσιάστηκε γύρω στα 1700 σε δύο παγκόσμιους άτλαντες, που εκδόθηκαν από τον ίδιο τον Delisle,ο οποίος ήταν μέλος της Ακαδημίας Επι­στημών και πρώτος γεωγράφος του βασιλιά Λουδοβίκου 14ου της Γαλλίας

Η πολιτιστική προσφορά

Αν το Αιγαίο εδιχοτομείτο, όπως αξιώνει η Άγκυρα, θα περιέρχονταν στην Τουρκία — εκτός από την Ίμβρο και την Τένεδο που της παραχωρήθηκαν με τη συνθήκη της Λοζάνης — νησιά μας όπως η Σαμοθράκη, η Λήμνος, η Λέσβος. η Χίος, η Σάμος, η Ικαρία και τα Δωδεκάνησα. Καθένα όμως από τα νησιά αυτά, έχει να επιδείξει ερείπια ,αρχαίων ελληνικών πόλεων, λιμανιών, υδραγωγείων, ναών καθώς και μνημεία που μαρτυρούν για το λαμπρό ελληνικό παρελθόν τους. Και οι κάτοικοί μας συνέβαλαν στη διαμόρφωση του σύγχρονου πολιτισμού σε βαθμό που προκαλεί το θαυμασμό και το δέος. Ο μεγαλύτερος γιατρός της αρχαιότητας ο Ιπποκράτης, που οι θεωρίες του επί αιώνες θεωρούνταν αξιώματα και μέχρι σήμερα ακόμα οι γιατροί δίνουν τον υπέροχο όρκο του, ήταν από την Κω, όπου και ίδρυσε το Ασκληπιείο του. Ο θεμελιωτής των μαθηματικών, ο Πυθαγόρας, ήταν Σάμιος. Ο μεγάλος αρχαίος αστρονόμος Αρίσταρχος ήταν Σάμιος.
Ο Όμηρος, κατά μία εκδοχή, ήταν Χίος.
Αλλά και η λυρική ποίηση οφείλει πολλά στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Η Σαπφώ κι ο Αλκαίος ήταν Λέσβιοι και ο Ανακρέων έζησε στη Σάμο. Στον τομέα της φιλοσοφίας ονομαστοί έμειναν οι Λέσβιοι Πιττακός και Θεοφοαστρς και ο Ρόδιος Παναίτιος. Στον τομέα της Τέχνης η συμβολή των νησιών υπήρξε εντυπωσιακή. Ας μνημονεύσουμε ενδεικτικά την περίφημη σχολή της Ρόδου, που άφησε έργα όπως ο Κολοσσός της Ρόδου και ο Λαοκόων. Αλλά και στη ρητορική, η συμβολή τους ήταν μεγάλη. Παράδειγμα η ρητορική σχολή της Ρόδου με έξοχους εκπροσώπους της τον Αθηνόδωρο και τον Απολλώνιο.

Η Τουρκική κυριαρχία

Οι Τούρκοι εμφανίστηκαν στην περιοχή πολύ αργά. Μόλις κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ. σημειώνονται οι πρώτες εξορμήσεις τους κατά των νησιών του Αιγαίου. Αλλ’ αυτές οι εξορμήσεις είχαν ακόμα το χαρακτήρα των πειρατικών επιδρομών. Δεν ήταν επιχειρήσεις κατακτητικές που είχαν σαν στόχο την επέκταση,. Η κατάσταση αυτή κράτησε πάνω από τρεις αιώνες. Τελικά, κατάφεραν να γίνουν κύριοι των νησιών μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και την κατάληψη της ηπειρωτικής Ελλάδας, ανάμεσα στο 1456 και το 1669, με εξαίρεση την Τήνο, που καταλήφθηκε το 1715. Δεν μπόρεσαν όμως ποτέ να τα υποτάξουν ολοκληρωτικά. Η κυριαρχία τους ήταν περιορισμένη. Και η επίδρασή τους στην εξέλιξη των νησιών υπήρξε γενικά αρνητική. Τα απομύζησαν χωρίς να τους προσφέρουν τίποτα. Και ενέργησαν σαν τροχοπέδη στην πρόοδό τους.
Παρόλα αυτά ήταν τέτοιος ο δυναμισμός του ελληνικού νησιωτικού πληθυσμού, ώστε και κάτω από τον οθωμανικό ζυγό, βρήκε πολλούς τρόπους όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και ν’ αναπτυχθεί σταθερά. Και το 1821 είχε φτάσει σε τέτοιαν ακμή ώστε μπόρεσε να συμβάλει ουσιαστικά στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας του Έθνους.
Δεν κατάφεραν, λοιπόν, ποτέ οι Τούρκοι να αποκτήσουν τίτλους κυριότητας στα νησιά, ιστορικά, εθνολογικά ή πολιτιστικά. Ήρθαν και έφυγαν σαν κατακτητές. Γι’ αυτό ούτε τους κατοίκους τους μπόρεσαν να αφομοιώσουν ούτε να αλλοιώσουν τα εθνολογικά χαρακτηριστικά των νησιών.
Εντούτοις, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, παρά την αναμφισβήτητη ελληνικότητά τους και τους αγώνες τους δεν απελευθερώθηκαν αμέσως μόλις ανάκτησε την ανεξαρτησία της η ηπειρωτική Ελλάδα. Χρειάστηκε να συνεχίσουν τους αγώνες τους. Χρειάστηκε να γίνουν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912 -1913. Χρειάστηκε να πάρει μέρος η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, για να ενταχθεί οριστικά τρ Αιγιακό Αρχιπέλαγος σαν νησιωτικό συγκρότημα στην ελληνική επικράτεια. Ποτέ άλλοτε συμπαγείς και αμιγείς εθνικά και πολιτιστικά πληθυσμοί δεν πλήρωσαν με τόσους αγώνες και με τόσο αίμα το δικαίωμά τους να ζήσουν ελεύθεροι.

Η συνθήκη της Λοζάνης

Οριστικά τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου κατακυρώθηκαν στην Ελλάδα με τη συνθήκη της Λοζάνης της 24ης Ιουλίου !. Αλλά και πάλι, η Δωδεκάνησος παραχωρήθηκε στην Ιταλία, που την είχε καταλάβει κατά τον πόλεμό της με την Τουρκία το 1911. Και η Ίμβρος και η Τένεδος, δυο επίσης νησιά με ελληνικό πληθυσμό, δόθηκαν στην Τουρκία, επειδή βρίσκονταν στο στόμιο του Ελλησπόντου και τα θεωρούσαν αναγκαία για την ασφάλεια των Στενών.

Το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λοζάνης όριζε:
«Ή ληφθεϊσα άπόφασις τής 13η Φεβρουάριου 1914 υπό τής Συνδιασκέψεως του Λονδίνου, εις εκτέλεσίν των άρθρων 5 τής Συνθήκης τοΰ Λονδίνου τής 17/30 Μαΐου 1913, και 15 τής Συνθήκης των Αθηνών τής 1/14 Νοεμβρίου 1913, ή κοινοποιηθεΐσα είς τήν ‘Ελληνικήν Κυβέρνησιν τη 13η Φεβρουάριου 1914 και άφορώσα εις την κυριαρχίαν τής Ελλάδος έπί των νήσων τής Ανατολικής Μεσογείου, έκτος τής Ίμβρου, Τενέδου καί τών Λαγουσών νήσων (Μαυρειών), ίδία των νήσων Λήμνου, Σαμοθράκης, Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας, έπικυρουται, υπό την έπιφυλαξιν τών διατάξεων τής παρούσης Συνθήκης των συναφών πρός τάς υπό την κυριαρχίαν τής Ιταλίας διατελοΰσας νήσους, περί ών διαλαμβάνει τό άρθρον 15. ’Εκτός αντιθέτου διατάξεως τής παρούσης Συνθήκης αί νήσοι, αί κείμεναι εις μικροτέραν απόστασίν των τριών μιλιών τής ασιατικής ακτής, παραμένουσιν υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν».

Και το άρθρο 15 έλεγε:

«Ή Τουρκία παραιτείται ύπέρ τής ‘Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου έπί των κάτωθι άπαριθμουμένων νήσων, τουτέστιν, τής Άστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρηάθου, Χάσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψών, Σύμης καί Κω, των κατεχομένων νυν υπό τής ’Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και τής νήσου Καστελλορίζου».

Η Δωδεκάνησος αποδόθηκε στην Ελλάδα μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σαν αποτέλεσμα της νίκης της κατά της Ιταλίας και της συμμετοχής της στο συμμαχικό αγώνα εναντίον του Άξονα. Σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης με την Ιταλία της 10ης Φεβρουάριου 1947:


«Ή Ιταλία έκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία. τας νήσους τής Δωδεκανήσου…».

Ο Ν. Vissher ήταν ένας από τους διασημότερους Ολλανδούς χαρτογράφους. Αυτός ο ωραίος χάρτης της Ελλάδας και του αρχιπελάγους της, που σχεδίασε, χρησιμοποιήθηκε σε πολλούς ολλανδικούς άτλαντες οι οποίοι παρουσιάστηκαν σε αρκετές εκδόσεις μεταξύ 1682 και 1716

 

ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΕΛΛΑΔΑ
Αυτός ο χάρτης της Ελλάδας και του αρχιπελάγους της περί λαμβανόταν στο «Theairum Orbis Terrarum» — τον πρώτο παγκόσμιο άτλαντα, που σχεδιάστηκε από τον φημισμένο χαρ τογραφο και γεωγράφο Abraham Ortelius και πρωτοεκδόθηκε στην Αμβέρσα το 1570. Εμφανίστηκε κι αργότερα σε πολλές εκδόσεις, με επιπλέον χάρτες και σε πολλές άλλες γλώσσες, και συνέχισε να εκδίδεται ολοκληρο τον 17ο αιώνα.

Η σημασία των νησιών για την Ελλαδα

Το Αιγαίο είναι ζωτικής σημασίας τμήμα του ελληνικού χώρου. Έχει μεγάλη οικονομική σπουδαιότητα για τη χώρα μας. Και αποτελεί ισχυρό μαγνήτη του τουρισμού της. Ο πληθυσμός των νησιών είναι 1.500.000 και όχι 300.000 όπως ισχυρίζονται οι Τούρκοι. Αποτελεί σημαντικό τμήμα του συνολικού πληθυσμού των 11.000.000. Και η έκτασή τους καλύπτει το ένα πέμπτο (1/5) της ελληνικής επικράτειας.
Το συνολικό μήκος των ελληνικών ακτών είναι 15.020,8 χιλιόμετρα. Οι ακτές του Αιγαίου είναι 10.942,8 χιλιόμετρα. Δηλαδή, 72,8% του συνόλου.
Το σύνολο των εμπορευμάτων που ξεφορτώθηκαν το 1981 σε ελληνικά λιμάνια αντιπροσώπευαν 48.555.139 τόνους. Από αυτά, ξεφορτώθηκαν σε λιμάνια του Αιγαίου 38.466.952 τόνοι. Δηλαδή, 79,2 τοις εκατό του συνόλου. Το σύνολο των εμπορευμάτων που φορτώθηκαν σε λιμάνια ήταν 40.211.380 τόνοι. Τα εμπορεύματα που φορτώθηκαν σε λιμάνια του Αιγαίου, αντιπροσώπευαν 31.185.788 τόνους. Δηλαδή, 77,6% του συνόλου.
Η σπουδαιότητα των νησιών του Αιγαίου στον τομέα του τουρισμού, προκύπτει από το γεγονός ότι κάθε χρόνο προσελκύουν το 40% τοις εκατό περίπου των ξένων που επισκέπτονται την Ελλάδα.
Πέρα, όμως, απ’ αυτά τα ενδεικτικά στοιχεία για την οικονομική ζωτικότητα του Αιγαίου, τα νησιά της περιοχής (2.463 στο σύνολο των 3.100 νησιών της χώρας), αποτελούν σπουδαία πηγή πλούτου για την Ελλάδα, με την αλιεία, τη γεωργία και τη λαϊκή τους τέχνη, που ευδοκιμούσε πάντοτε στους νησιωτικούς μας πληθυσμούς.

Σέριφος

Καινοφανείς θεωρίες

Τούρκοι καταλαβαίνουν, βέβαια, ότι η αμφισβήτηση της Ελληνικότητας του Αιγαίου είναι μια πολύ σαθρή βάση για θεμελίωση των εδαφικών τους διεκδικήσεων, στην περιοχή. Γι’ αυτό φροντίζουν να την ενισχύουν και με άλλα επιχειρήματα που πιστεύουν ότι μπορεί να επηρεάσουν τη κοινή κοινή γνώμη. Όλα σχεδόν περιέχονται στις δηλώσεις Τούρκων ηγετών, που παραθέσαμε στην αρχή αυτού του εντύπου. Συνοπτικά είναι τα ακόλουθα:

  1. Δεν μπορεί η Ελλάδα να είναι απλωμένη σ’ ολόκληρο το Αιγαίο και η Τουρκία να είναι «στρυμωγμένη» σε μια στενή λουρίδα θάλασσας, πλάτους τριών μόλις μιλίων από τις ακτές της.
  2. Είναι άδικο να έχει η Ελλάδα τα 3.000 περίπου νησιά του Αιγαίου και η Τουρκία να έχει μόνο δυο (Ίμβρο – Τένεδο).
  3. Αφού το Αιγαίο βρίσκεται ανάμεσα σε δυο χερσονήσους, την ελληνική και την τουρκική, πρέπει να χωριστεί στη μέση και να δοθεί το ένα μέρος στην Ελλάδα και το άλλο στην Τουρκία.
  4. Τα νησιά που βρίσκονται κοντά στην Τουρκία και μακριά από την Ελλάδα πρέπει να δοθούν στην Τουρκία.
  5. Επειδή το σύνολο του πληθυσμού των νησιών είναι πολύ μικρότερο από τον πληθυσμό των παρακτίων περιοχών της Τουρκίας, δημιουργείται πρόβλημα δημογραφικό που δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Πρόκειται για καινοφανείς θεωρίες, στερούμενες κάθε σοβαρότητας. Και αν υιοθετούντο διεθνώς θα οδηγούσαν σε εξωφρενικές καταστάσεις. Χώρες που διαθέτουν νησιά θα έπρεπε να τα μοιράσουν με άλλες που δε διαθέτουν ή να τους δωρίσουν μερικά για λόγους… δικαιοσύνης. Χώρες που κατέχουν πολλή θάλασσα θα έπρεπε να τη μοιράσουν με άλλες έχουν λίγη θάλασσα ή δεν έχουν καθόλου Χώρες που νησιά τους βρίσκονται κοντύτερα στις ακτές άλλων ιών, θα έπρεπε να τα παραχωρήσουν στις τελευταίες. Και εκείνες που έχουν μεγαλύτερο πληθυσμό από άλλες γειτονικές τους θα έπρεπε να αφαιρέσουν από τις τελευταίες μερικές εκτάσεις τους για να. αποσυμφορηθούν.

Μερικά παραδείγματα:

  • Το αρχιπέλαγος των νορμανδικών νησιών απέχει μόνον 20 χιλιόμετρα από τη Γαλλία και 85 από την Αγγλία. Θα έπρεπε, λοιπόν, ν’ ανήκει στη Γαλλία και όχι στην Αγγλία. Ειδικότερα η Τζέρσεϋ που απέχει 14 μιλιά από τη χερσόνησο του Χερβούργου.
  • Η Κοπεγχάγη, πρωτεύουσα της Δανίας, βρίσκεται σε νησί που απέχει στο στενότερο σημείο του διαύλου στο Έλσινορ, μόνο 3 μίλια από τη Σουηδία. Το ίδιο νησί απέχει από τη δανική χερσόνησο της Γιουτλάνδης, στο κοντινότερο σημείο του 30 μίλια. Το νησί, λοιπόν, αυτό μαζί με τη δανική πρωτεύουσα θα ’πρεπε, σύμφωνα με την τουρκική λογική, να ανήκει στη… Σουηδία.
  • Το δανικό νησί Μπόρνχολμ απεχει 22 μίλια από τη Σουηδία, 60 μίλια από τη Γερμανία, 95 μίλια από το κοντινότερο σημείο της Ζέλαντ, όπου βρίσκεται η Κοπεγχάγη και 215 μίλια από τη δανική χερσόνησο της Γιουτλάνδης. Ανήκει όμως στη Δανία. Και επειδή, βέβαια, ούτε οι Γερμανοί ούτε οι Σουηδοί έχουν τα μυαλά των Τούρκων, δε διανοήθηκαν ποτέ να το διεκδικήσουν.
  • Και δεν είναι αυτά μόνο τα παραδείγματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
  • Το αρχιπέλαγος των Φαιρόων απέχει 240 μίλια από τη Σκωτία, 300 μίλια από την Ισλανδία και 650 μίλια από τη Δανία. Ανήκει, εντούτοις, στη Δανία και κανένας δε σκέπτεται να το διεκδικήσει επειδή βρίσκεται κοντύτερα στις δικές του ακτές.
  • Το αρχιπέλαγος των Αλεουτίων που σχηματίζει τόξο ανάμεσα στην Αλάσκα και τη σοβιετική χερσόνησο της Καμτσάτκας είναι αμερικανικό. Και όμως τα τελευταία νησιά του απέχουν 300 μίλια από την Αλάσκα.
  • Διάφορα απομονωμένα νησιά του αρχιπελάγους Σουλόν απέχουν μόλις 3 ως 5 μίλια από τη Βόρνεο. Και όμως ανήκουν στις Φιλιππίνες από τις οποίες απέχουν δέκα φορές περισσότερο.
  • Τα νησιά Σαιν Πιέρ και Μικελόν απέχουν μόλις 12 μίλια από τη Νέα Γη του Καναδά. Και όμως είναι γαλλικά. Και τα νησιά του αρχιπελάγους Κουρασάο απέχουν 14 μίλια από τη Βενεζουέλα. Και όμως είναι ολλανδικά.
  • Τα νησιά Φώκλαντς απέχουν 1561 χλμ από την Αργεντινή και 12000 χλμ από την Αγγλία. Και όμως η τελευταία έκρινε ότι έπρεπε να εμπλακεί σε πόλεμο με την Αργεντινή για την κυριαρχία τους.

Δε χρειάζονται, νομίζουμε, άλλα παραδείγματα για να εκτιμήσει κανείς την αξία του τουρκικού ισχυρισμού ότι τα νησιά ανήκουν στη χώρα, στην οποία βρίσκονται κοντύτερα. Ή ότι κάθε χώρα που έχει νησιά πρέπει να τα μοιράσει με άλλες που δεν έχουν.

Η θεωρία του «ζωτικού χώρου»

Ο ισχυρισμός της Τουρκίας ότι την «πνίγει» το σημερινό καθεστώς του Αιγαίου — ενώ δεν την έπνιγε 50 ολόκληρα χρόνια — αλλά και ο άλλος ισχυρισμός της ότι υπάρχουν και λόγοι δημογραφικοί που επιβάλλουν την αναδιανομή των νησιών, θυμίζουν τη θεωρία του «ζωτικού χώρου» του Χίτλερ. Με μια παρόμοια δικαιολογία θα μπορούσε κάθε χώρα να επιδιώξει την επέκτασή της σε βάρος γειτονικών χωρών είτε γιατί έχουν λιγότερο πληθυσμό από το δικό της είτε γιατί έχουν περισσότερη θάλασσα ή περισσότερα νησιά.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι η Ελλάδα που πνίγει την Τουρκία αλλά η Τουρκία που πνίγει την Ελλάδα και επιδιώκει επίμονα και συστηματικά τη συρρίκνωσή της.
Στα παράλια της Τουρκίας προς το Αιγαίο, αλλά και προς τον Εύξεινο Πόντο, κατοικούσαν από τα πανάρχαια χρόνια, συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί, που ανέπτυξαν ένα λαμπρό πολιτισμό.
Τα μνημεία αυτού του πολιτισμού, βρίσκονται ακόμα εκεί και επιδεικνύονται από τους Τούρκους στους ξένους τουρίστες σαν…. δικές τους αρχαιότητες.
Από το 1914, οι Τούρκοι εξόντωσαν ένα μεγάλο μέρος των πληθυσμών αυτών.

Ένα άλλο μέρος γύρω στις 400.000 το εξανάγκασαν να εγκαταλείψει τις προαιώνιες εστίες του ως το 1919.
Έτσι δημιουργήθηκε το πρώτο κύμα της προσφυγιάς, προανάκρουσμα αυτού που έμελλε να ακολουθήσει.
Το 1922, πάνω από 1.3000.000 Έλληνες της Μικράς Ασίας, όσοι επέζησαν από τις σφαγές, αναγκάστηκαν να καταφύγουν με κάθε μέσο στην Ελλάδα για να σωθούν.
Η Ίμβρος και η Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία για την ασφάλεια των Στενών. Μολονότι όμως εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή πληθυσμών, αφελληνίστηκαν. Και την ίδια τύχη είχαν και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης.
Το 1923 έφταναν τις 300.000. Σήμερα είναι ζήτημα αν έχουν απομείνει 6.000.
Αλλά, υπάρχει και μια πλευρά του θέματος, που ποτέ δεν απασχόλησε τους γείτονές μας.
Όταν οι Τούρκοι παίρνουν τη μεζούρα και ζητούν τη διανομή του Αιγαίου, με ακριβείς μετρήσεις από τις ελληνικές και τις τουρκικές ακτές, λησμονούν μια μικρή…. λεπτομέρεια. Ότι στην περιοχή αυτή, δεν υπάρχει μόνο γη και θάλασσα.
Υπάρχουν και άνθρωποι με εθνική συνείδηση, με ιστορία και πολιτισμό, που θέλουν και δικαιούνται να ζουν ελεύθεροι και να αποφασίζουν οι ίδιοι για την τύχη τους.
Και οι άνθρωποι δεν είναι είδος για διανομή. Πρέπει να τους ρωτάμε πού θέλουν να ανήκουν και να ζουν.

Η υφαλοκρηπίδα

Η αφετηρία της «κρίσης του Αιγαίου», μπορεί να τοποθετηθεί χρονολογικά το 1973.
Την 1 Νοεμβρίου εκείνου του χρόνου, δημοσιεύτηκε στην Τουρκική «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως», χάρτης με τις περιοχές του Αιγαίου στις οποίες η κυβέρνηση της Άγκυρας είχε δώσει άδεια διεξαγωγής ερευνών στην Τουρκική Εταιρία πετρελαίων. Ούτε λίγο ούτε πολύ είχε γίνει στο χάρτη μια αυθαίρετη μονομερής οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Βορειοανατολικού Αιγαίου και είχαν περιληφθεί σ’ αυτόν κυρίως Ελληνικές περιοχές (βλέπε χάρτες 2 και 3) .
Από τις 29 Μαΐου 1974 (επέτειο της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους)
Βγαίνει στις επίμαχες περιοχές για έρευνες, που διαρκούν ως τις 6 Ιουνίου, το τουρκικό ωκεανογραφικό σκάφος «Τσανταρλί».
Ακολουθεί μεγάλη ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η οποία όμως σε λίγες μέρες επισκιάζεται από τις συγκλονιστικές εξελίξεις του κυπριακού που κατέληξαν στην τουρκική εισβολή στο νησί και την κατάληψη του 40% του εδάφους του.
Στις 18 Ιουλίου — δυο μέρες πριν από την τουρκική εισβολή — η κυβέρνηση της Άγκυρας παραχώρησε στην ίδια Εταιρία Πετρελαίων το δικαίωμα ερευνών και εκμετάλλευσης σε τμήμα του βυθού του νοτιοανατολικού Αιγαίου που ανήκει στην Ελλάδα.
Και τον Ιούλιο — Αύγουστο του 1976 βγαίνει στο Αιγαίο το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Χόρα», στις περιοχές που αυθαίρετα είχε οριοθετήσει η τουρκική κυβέρνηση και δημιουργείται νέα μεγάλη ένταση και κίνδυνος πολέμου μεταξύ των δύο χωρών.


Οχι με το νόμο

Σε όλες αυτές τις προκλήσεις αντιδρά η Ελλάδα. Τις καταγγέλλει σαν αυθαίρετες και παράνομες. Διαμαρτύρεται στην Άγκυρα και καταφεύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και στο Συμβούλιο Ασφάλειας.
Η Τουρκία δεν αρνείται τις διαπραγματεύσεις. Ακολουθούν συναντήσεις και συνομιλίες εκπροσώπων των δύο χωρών σε διάφορα επίπεδα. Εμφανίζεται μάλιστα πρόθυμη η Άγκυρα να προσέλθει και στο Δικαστήριο της Χάγης. Και δεσμεύεται σ’ αυτό και με έγγραφη δήλωση στη συνάντηση των πρωθυπουργών Ελλάδας – Τουρκίας το καλοκαίρι του 1975. Αλλά τελικά παρασπονδεί αρνούμενη την αρμοδιότητά του. Δέχεται επίσης να συναντηθούν και ομάδες εμπειρογνωμόνων των δυο χωρών για να εξετάσουν το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου. Αλλά δεν καταλήγουν πουθενά.
Διαπιστώνεται έτσι, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, ότι δυνατότητες ρύθμισης του θέματος μέσα σε νόμιμα πλαίσια δεν υπάρχουν. Η Άγκυρα είναι εντελώς απρόθυμη να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Και ο λόγος είναι ευνόητος.

Πολιτική επεκτατική

Η Τουρκία δε διεκδικεί στο Αιγαίο, νόμιμα δικαιώματα της, γιατί απλούστατα, δεν έχει τέτοια δικαιώματα. Ούτε ενδιαφέρεται ακριβώς για την υφαλοκρηπίδα. Αν επρόκειτο γι’ αυτό δε θα υπήρχε πρόβλημα. Το θέμα θα ήταν καθαρά τεχνικό. Θα εφαρμόζονταν όσα ισχύουν διεθνώς και έχουν καθιερωθεί από την πρακτική. Θα οριοθετείτο η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, και το ζήτημα θα έληγε. Αυτό συνέβη σε δεκάδες παρόμοιες περιπτώσεις μεταξύ διαφόρων χωρών. Συνέβη και στην περίπτωση της Ελλάδας και της Ιταλίας. Οριοθέτησαν την υφαλοκρηπίδα στη θάλασσα που χωρίζει, χωρίς να αντιδικήσουν. Και υπόγραψαν και σχετική συμφωνία. Το γεγονός πέρασε σχεδόν απαρατήρητο.
Η Τουρκία, αντίθετα, χρησιμοποίησε το θέμα της υφαλοκρηπίδας σαν πρόσχημα ή σαν αφετηρία για να ωθήσει τις διεκδικήσεις της σε βάρος του ελληνικού χώρου. Ενώ αρχικά είχε δεχτεί ότι το πρόβλημα ήταν τεχνικό, το μετέτρεψε κατόπιν σε πολιτικό. Αξίωσε να παραμεριστούν τα διεθνώς ισχύοντα για την υφαλοκρηπίδα. να εγκαταλειφθεί η διεθνής πρακτική. Να αγνοηθεί ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και να αντιμετωπιστεί εξυπαρχής το θέμα σαν ελληνοτουρκική διαφορά γύρω από μια περιοχή, που κατά τη γνώμη της Άγκυρας δεν ήταν δίκαιο ν’ ανήκει ολόκληρη στην Ελλάδα. Έπρεπε να τη μοιραστεί μαζί της.
Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ ζητούσε διανομή του Αιγαίου, αλλά, επειδή δεν μπορούσε να το θέσει αυτό απροκάλυπτα, πρότεινε τη διχοτόμηση της υφαλοκρηπίδας του πελάγους, χωρίς να ληφθεί υπόψη η υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών. Και στη συνέχεια, κλιμακώνοντας την απαιτητικότητα της εξαπόλυσε εκστρατεία υπονόμευσης της Ελληνικής κυριαρχίας στα Δωδεκάνησα και αξίωσε κυριαρχία στον εναέριο χώρο του Αιγαίου και αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών που βρίσκονται κοντά στις ηπειρωτικές ακτές της.
Αν όμως αυτές οι αξιώσεις γίνονταν δεκτές, τα ελληνικά θά, θα εγκλωβίζονταν στην τουρκική υφαλοκρηπίδα. Θα μετατρέπονταν σε εύκολη λεία. Και σε κάποια μεταγενέστερη φάση, ανοχύρωτα και ευάλωτα καθώς θα ήταν, θα καταλαμβάνονταν από τουρκικές δυνάμεις. Μ’ αυτή την προοπτική άλλωστε η Τουρκία συγκρότησε τον Απρίλη του 1975 μια νέα στρατιά, τη λεγάμενη «Στρατιά του Αιγαίου» με έδρα τη Σμύρνη και την παρέταξε στα παράλιά ;, απέναντι στα ελληνικά νησιά. Ας θυμηθούμε επίσης την απειλή του Τούρκου υπουργού Εζεμπέλ στις 22.1.75, δηλαδή 5 μήνες μετά την επιδρομή στην Κύπρο ότι «η Κύπρος αποτελεί το πρώτο βήμα προς το Αιγαίο».
Η τουρκική πολιτική αποτελεί άρνηση της διεθνούς νομιμότητας. Δεν μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά αφού .διεκδικεί ξένα εδάφη και όχι νόμιμα δικαιώματα. Και φυσικά ανάλογες είναι οι θέσεις και τα επιχειρήματα που προβάλλει για να θεμελιώσει τις αξιώσεις της.
• Αρνείται να δεχτεί ότι τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται κοντά στις ακτές της έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα, όπως και οι ηπειρωτικές ακτές. Και επιμένει ότι δε δεσμεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1958 για την υφαλοκρηπίδα και τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας, απλώς και μόνο γιατί δεν τις υπόγραψε. Και οι δυο όμως αντανακλούν παγιωμένα από μακροχρόνια άσκηση διεθνή δέσμια και έθιμα.
• Αρνείται να δεχτεί σαν τρόπο οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας την αρχή της μέσης γραμμής που ισχύει στην περίπτωση ακτών, οι οποίες βρίσκονται η μια απέναντι στην άλλη, με βάση μέτρησης τις ακτές της Μ. Ασίας και των ελληνικών νησιών του Αιγαίου. Επιμένει να… αγνοηθούν τα νησιά και να ισχύσει η αρχή της θέσης γραμμής με βάση μέτρησης τις ηπειρωτικές ακτές Ελλάδας και Τουρκίας (διχοτόμηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου).
• Ισχυρίζεται ότι η διαφορά της με την Ελλάδα δεν είναι νομικής και τεχνικής φύσης, αλλά πολιτικής. Το 1974 όμως ο τότε Τούρκος πρωθυπουργός Μ. Ετσεβίτ, είχε χαρακτηρίσει επανειλημμένα τη διαφορά σαν τεχνική και οικονομική.
• Επικαλείται τη γεωμορφολογία του βυθού του Αιγαίου και ισχυρίζεται ότι η υφαλοκρηπίδα του πελάγους αποτελεί φυσική προέκταση της χερσονήσου της Ανατολίας.
• Ενώ αρχικά είχε δεχτεί την προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης, τώρα την απορρίπτει.
• Προτείνει με επιμονή τη συνεκμετάλλευση των «αμφισβητούμενων» περιοχών. Δηλαδή, των ελληνικών περιοχών.
• Επιδιώκει τη σύναψη συμφωνίας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, κατά παρέκκλιση από τα διεθνή ισχύοντα και τη διεθνή πρακτική.
• Υποστηρίζει, τέλος, ότι οι σεισμογραφικές της έρευνες στο Αιγαίο, έξω από τα χωρικά της ύδατα, δεν παραβιάζουν ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, με το επιχείρημα ότι αφού δεν έχει γίνει οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, δεν υπάρχει θέμα. Το ίδιο ισχυρίζεται και για την εκχώρηση αδειών στην Τουρκική Επιχείρηση Πετρελαίων. (Βλέπε χάρτη 3 και σχέδια 3,4,5 και 6).

Οι ελληνικές θέσεις

Δεν είναι δύσκολο να αποδειχθεί ότι οι θέσεις και τα επιχειρήματα της Τουρκίας όχι μόνο δεν έχουν καμιά νομική θεμελίωση αλλά ούτε αντέχουν στην πιο πρόχειρη κριτική. Η Ελλάδα έχει υπογράψει και έχει κυρώσει τη σύμβαση της Γενεύης του 1958 «περί υφαλοκρηπίδας». Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή τα νησιά μας έχουν κι αυτά υφαλοκρηπίδα. Το άρθρο 1 ορίζει ότι ο όρος «υφαλοκρηπίς» χρησιμοποιείται για να δηλώσει:
«α) τόν βυθόν τής θαλάσσης καί τό ύπέδαφος τών Υποθαλασσίων περιοχών τών παρακειμένων είς τάς άκτάς, άλλ’ ευρισκομένων έκτος τής αίγιαλίτιδος ζώνης, μέχρι βάθους 200 μ. ή καί πέραν του ορίου τούτου, μέχρι τού σημείου ένθα τό βάθος τών Υπερκειμένων Υδάτων επιτρέπει τήν έκμετάλλευσιν τών φυσικών πυρών τών έν λόγφ περιοχών.
β) τόν βυθόν τής θαλάσσης μαί τό ύπέδαφος τών αντιστοίχων υποθαλασσίων περιοχών, αίτινες συνέχονται πρός τάς άκτάς τών νήσων».

Ας σημειωθεί ότι τα παραπάνω ισχύουν και για χώρες που δεν υπόγραψαν τη Συνθήκη της Γενεύης και τις αποφάσεις της Διασκευής για το Δίκαιο της Θάλασσας, δεδομένου ότι αποτελούν κωδικοποίηση εθιμικών κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.
Η υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας αποτελεί στο μεγαλύτερο μέρος της μια αδιάσπαστη ενότητα.
Γιατί το Αιγαίο Πέλαγος και πέρα από τα χωρικά μας ύδατα δεν έχει μεγάλο βάθος. Κυμαίνεται από 50 ως 500 μέτρα. Επομένως ο θαλάσσιος βυθός είναι εκμεταλλεύσιμος με τα σημερινά τεχνολογικά μέσα σε όλη την έκτασή του. Έτσι η υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας αποτελεί σχεδόν μια αδιάσπαστη συνέχεια.

Σχ.5. Γεωλογική έννοια της υφαλοκρηπίδας: Η προέκταση της ακτής, με μικρή κλίση, κάτω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας. Πέρα Απ’ την υφαλοκρηπίδα, ο βυθός έχει μεγάλη κλίση και σχηματίζει το υφαλοπρανές έως τον πυθμένα της θάλασσας, που ονομάζεται υφαλολεκάνη.

Σχ.6. Νομική έννοια της υφαλοκρηπίδας. Διαφέρει ουσιαστικά από τη γεωλογική έννοια και δεν πρέπει να συγχέεται καθόλου μ’ αυτήν. Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης του 1958, υφαλοκρηπίδα είναι ο βυθός της θάλασσας, και το υπέδαφος των θαλάσσιων περιοχών που βρίσκονται αμέσως μετά την αιγιαλίτιδα ζώνη, μέχρι βάθους 200 μ. ή και περισσότερο, μέχρι το σημείο που είναι δυνατή η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του βυθού και του υπεδάφους του.

Η τουρκική υφαλοκρηπίδα παύει εκεί που αρχίζει η υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών. Δεν υπάρχει Τουρκική υφαλοκρηπίδα δυτικά των ελληνικών νησιών. Η Σύμβαση της Γενεύης (άρθρο 6) ορίζει ξεκάθαρα:
«Είς ήν περίπτωσιν ή αυτή ύφαλοκρηπίς παράκειται είς τά έδάφη δύο ή περισσοτέρων Κρατών τών όποιων αί άκταί εύρίσκονται έναντι αλλήλων, τά όρια τής υφαλοκρηπίδας μεταξύ των Κρατών τούτων καθορίζονται διά συμφωνίας μεταξύ των έν λόγω Κρατών. Έν έλλείψει συμφωνίας και έφ’ όσον είδικαί περιστάσεις δέν δικαιολογοΰσι διάφορον καθορισμόν τών όρίων, ταύτα καθορίζονται υπό τής μέσης γραμμής, παν σημεΐον τής όποιας ευρίσκεται εις ίσην άπόστασιν από των εγγυτέρων σημείων των γραμμών βάσεως, άφ’ ών μετράται τό πλάτος τής αίγιαλίτιδος ζώνης εκάστου τών Κρατών τούτων».
Αυτό σημαίνει ότι η τουρκική υφαλοκρηπίδα φτάνει ως το μέσο της απόστασης που χωρίζει τις τουρκικές ακτές από τις ακτές των ελληνικών νησιών.
Αλλά, και η γεωμορφολογία του βυθού του Αιγαίου δεν ευνοεί καθόλου τις τουρκικές αξιώσεις. Η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου δεν αποτελεί υποθαλάσσια συνέχεια του εδάφους της Μικρός Ασίας — όπως ισχυρίζεται η Άγκυρα — αλλά των ηπειρωτικών και νησιωτικών ακτών της Ελλάδας. Αυτό αποδείχνει η διαμόρφωση του βυθού του Αιγαίου. Άλλωστε, η διάταξη των νησιών δείχνει ότι αυτά είναι προεκτάσεις της Εύβοιας και του Αγίου Όρους.
Και αν, όμως, η υφαλοκρηπίδα του πελάγους αποτελούσε γεωλογική συνέχεια της τουρκικής ακτής δε θα δημιουργούνταν δικαιώματα υπέρ της Τουρκίας, αφού κάθε νησί έχει τη δική του υφαλοκρηπίδα, όπως αναγνωρίζεται ρητά από τα διεθνώς ισχύοντα.


Ερευνα και εξερεύνηση

Κάτω από ομαλές συνθήκες, οποιαδήποτε χώρα το επιθυμεί, μπορεί να κάνει επιστημονικές έρευνες στην επιφάνεια της ανοικτής θάλασσας που απλώνεται πέρα από την αιγιαλίτιδα η μας, με βάση την αρχή της ανοικτής θάλασσας. Αρκεί να μη βλάπτει τα δικαιώματά μας και να έχει τη ρητή κατάθεσή μας. Επίσης, μπορεί να γίνει παρόμοια επιστημονική έρευνα και στο βυθό από αναγνωρισμένο εθνικό ίδρυμα, το οποίο, όμως, είναι υποχρεωμένο να δημοσιεύσει τα αποτελέσματα των ερευνών του.
Η Σύμβαση της Γενεύης (άρθρο 2) λέει:


«1. Τό παράκτιον Κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα έπί τής ύφαλοκρηπίδος πρός τόν σκοπόν εξερευνήσεως τούτης, ώς καί εκμεταλλεύσεως τών φυσικών αύτής πόρων.

2. Τά έν παραγράφω 1 τού παρόντος άρθρου σκοπούμενα δικαιώματα είναι αποκλειστικά ύπό τήν έννοιαν ότι, έάν τό παράκτιον Κράτος δεν εξερευνά τήν ύφαλοκρηπίδα ή δέν έκμεταλλεύεται τούς φυσικούς αύτής πόρους, ούδείς δϋναται νά άναλάβη τοιαύτας δραστηριότητας, ούτε νά άξιώση δικαιώματα έπί τής ύφαλοκρηπίδος άνευ τής ρητής συναινέσεως του παρακτίου Κράτους».

Επίσης το άρθρο 5 παρ. 8 ορίζει:
«Διά πάσαν έρευναν δέον όπως παρέχηται ή συναίνεσις του παρακτίου Κράτους. Ούχ ήττον, τό παράκτιον Κράτος δέον όπως μήν αρνείται κανονικώς τήν συναίνεσίν του, έφ’ όσον ή αίτησις υποβάλλεται υπό Οργανισμού συγκεντρούντος τάς αναγκαίας προϋποθέσεις δι’ έρευνας καθαρώς επιστημονικής φύσεως άφορώσας εις τά φυσικά ή βιολογικά χαρακτηριστικά τής ύφαλοκρηπίδος υπό τόν όρον ότι τό παράκτιον Κράτος θά δύναται, έφ’ όσον έπιθυμή τούτο, νά μετάσχη τών έν λόγω έρευνών ή νά άντιπροσωπευθή εις αύτάς καί ότι, έν πάση περιπτώσει, τά αποτελέσματα τούτων θέλουσι δημοσιευθή».

Έρευνες, λοιπόν, της Τουρκίας στην υφαλοκρηπίδα μας — ηπειρωτική και νησιωτική — δεν μπορούν να γίνουν χωρίς ρητή συγκατάθεσή μας και η συγκατάθεση αυτή, τη στιγμή που η Τουρκία έχει προβάλει βλέψεις σε βάρος του ελληνικού χώρου και θα χρησιμοποιήσει επομένως κάθε παραχώρηση που θα της γίνει εναντίον μας, δεν είναι δυνατόν σήμερα να δοθεί.
Για τους ίδιους λόγους αποκρούεται κατηγορηματικά από την Ελλάδα κάθε τουρκική πρόταση για «συνεκμετάλλευση» της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Πέρα από το νόμο

Ο ισχυρισμός της Άγκυρας ότι η Σύμβαση της Γενεύης δεν τη δεσμεύει αφού δεν την «υπόγραψε δε στέκει. Η σύμβαση αυτή δεν είναι απλώς μια συμφωνία μεταξύ ορισμένων κρατών, που αποφάσισαν κάποια στιγμή να ρυθμίσουν τα θέματα της υφαλοκρηπίδας, με τρόπο που τα συμφέρει. Είναι ουσιαστικά κωδικοποίηση διεθνούς εθιμικού δικαίου και αρχών που ίσχυαν ήδη και ήταν διεθνώς παραδεκτές.
Το ίδιο έγινε και κατά τη διάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982. Γι’ αυτό και η Τουρκία δεν υπόγραψε τις αποφάσεις της. Δεν τη συνέφεραν ακριβώς γιατί επικύρωναν ουσιαστικά τη Σύμβαση της Γενεύης σχετικά με την υφαλοκρηπίδα των νησιών. Αυτό δείχνει ότι αρνείται να σεβαστεί τη διεθνή νομιμότητα. Ότι έχει βλέψεις που δε θεμελιώνονται στο διεθνές δίκαιο.
Υπάρχουν, όμως, πάγιοι κανόνες διεθνούς συμπεριφοράς, τους οποίους καμιά χώρα δε δικαιούται να παραβιάσει με τον ισχυρισμό ότι δεν τους αποδέχεται ή δεν έχει υπογράψει τις διεθνείς συμφωνίες που τους επιβάλανε. Επειδή δε δέχεται η Τουρκία τη Συνθήκη της Γενεύης και το Δίκαιο της Θάλασσας, πιστεύει ότι αυτό της δίνει το δικαίωμα να ισχυρίζεται ότι το θέμα της υφαλοκρηπίδας είναι πολιτικό και όχι νομικό ή τεχνικό, όπως αρχικά είχε παραδεχτεί. Όμως και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης χαρακτήρισε επίσης το θέμα νομικό με την παράγραφο 31 της απόφασής του της 19-12-78 για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου.
Για τον ίδιο λόγο η Τουρκία δίνει δικές της αυθαίρετες ερμηνείες στο θέμα ή διατυπώνει δικές της πρωτότυπες θεωρίες για την υφαλοκρηπίδα. Κι αυτός, τέλος, είναι ο λόγος που μας καλεί ν’ αφήσουμε κατά μέρος τα διεθνώς ισχύοντα και να διαπραγματευτούμε μια εξ υπ’ αρχής διαμόρφωση του καθεστώτος του Αιγαίου. Δηλαδή να μοιράσουμε μαζί της τα υπάρχοντά μας, αλλά όχι βέβαια και τα δικά της.

Το FIR Αθηνών

Είναι γνωστό ότι για την ασφάλεια των πτήσεων, οι διάφορες περιοχές της γης χωρίστηκαν- έπειτα από διεθνείς διασκέψεις, σε Τομείς Πληροφοριών Πτήσεων. Αυτό είναι το (Flight Information Region) που έχει μεγάλη σημασία τη ρύθμιση της εναέριας κυκλοφορίας. Επειδή τα αεροπλάνα κινούνται με μεγάλη ταχύτητα και πετούν και τη νύχτα ή σε συνθήκες που δεν υπάρχει ορατότητα πρέπει να απευθύνονται από τα κέντρα ελέγχου των διαφόρων χωρών να αποφεύγονται τα ατυχήματα.
Το FIR μιας χώρας δεν ταυτίζεται πάντοτε με τον εναέριο χώρο της. Αφού υπάρχουν διεθνείς ελεύθερες θάλασσες υπάρχει και διεθνής εναέριος χώρος. Έτσι το FIR ορισμένων χωρών, εκτείνεται και πέρα απο τον εναέριο χώρο και περιλαμβάνει και τμήματα του διεθνούς εναέριου χώρου. Αυτό όμως δε σημαίνει καθόλου επέκταση και του εναέριου χώρου της, μέσα στον οποίο ασκείται αποκλειστικά κυριαρχία της. Στο FIR δεν ασκεί κυριαρχία. Είναι απλώς λειτούργημα που της έχει εμπιστευθεί η διεθνής κοινωνία για τον ασφαλή συντονισμό και τη ρύθμιση της εναέριας κυκλοφορίας. Αυτό συμβαίνει και στην περίπτωση Ελλάδας.
Στις 7.12.1944 υπογράφτηκε στο Σικάγο από 37 Κράτη η σύμβαση «περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας». Η βάση αυτή ρύθμιζε σε γενικές γραμμές τα θέματα της διεθνούς εναέριας επικοινωνίας που πρόβλεπε τη δημιουργία Διεθνούς Οργανισμού που έργο του θα είχε την επίλυση των θεμάτων της διεθνούς αεροπλοΐας. Στις 7.4.47, ύστερα την επικύρωση της Σύμβασης του Σικάγου από 26 κράτη, ιδρύθηκε ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (I.C.A.O). (Ελλ. Νόμος 211/1974).
Για την Ευρώπη ο ICAO ρύθμισε τα όρια του FIR των χωρών — μελών του με το περιφερειακό (ή περιοχικό) σχέδιο των Παρισίων της 23.6.1952 και με το περιφερειακό σχέδιο της Γενεύης του 1958.
Αυτά τα σχέδια καθορίζουν τα σημερινά όρια του FIR Αθηνών. Η Τουρκία πήρε μέρος και στις δύο διασκέψεις και .δέχτηκε τον καθορισμό του εναέριου χώρου για τον οποίο η Ελλάδα ορίστηκε υπεύθυνη. Δηλαδή το χώρο μέσα στον οποίο οι αερομεταφορές ρυθμίζονται και ελέγχονται από τις αρμόδιες ελληνικές υπηρεσίες. Με άλλα λόγια η πολιτική αεροπορία οφείλει να πειθαρχεί στους κανόνες και τις ρυθμίσεις αυτού του FIR ώστε να εξασφαλίζονται η ασφάλεια, η ομαλότητα και η αποτελεσματικότητα της εναέριας κυκλοφορίας.
Με τα δυο αυτά περιοχικά σχέδια, που αποτελούν πολυμερείς διεθνείς Συμβάσεις, υπό την εποπτεία του ICAO, είχε ρυθμιστεί η κατανομή του εναέριου χώρου της Ευρώπης, περιλαμβανόμενου και του ελληνοτουρκικού χώρου.
Σχετικά με το FIR Αθηνών τα δυο πιο πάνω σχέδια είχαν ορίσει ότι τα ανατολικά του όρια θα συνέπιπταν με τα χερσαία και θαλάσσια ελληνοτουρκικά σύνορα, ρυθμίζοντας έτσι συγχρόνως και τα δυτικά όρια του τουρκικού FIR.
Ειδικότερα: To FIR Αθηνών καλύπτει τον εναέριο χώρο από το Ιόνιο πέλαγος προς τα δυτικά μέχρι τις τουρκικές ακτές προς τα ανατολικά. Τα ανατολικά όρια, ειδικότερα, προσδιορίζονται από τη νοητή γραμμή που ξεκινάει από τον Έβρο, περνάει ανάμεσα στα ανατολικά νησιά του Αιγαίου και στις τουρκικές ακτές, συνεχίζει ανάμεσα στη Δωδεκάνησο και στις νοτιοδυτικές ακτές της Μικρασίας και καταλήγει στο σημείο που ορίζεται από τις γεωγραφικές συντεταγμένες 36o 5′ Β και 30° 0′ Α. Έτσι στο FIR Αθηνών περιλαμβάνεται ολόκληρος ο ελληνικός εθνικός χώρος και διάσπαρτα τμήματα του διεθνούς εναέριου χώρου.
Σύμφωνα με άλλες διατάξεις και ρυθμίσεις του ICAO και με βάση τη διεθνή πρακτική, όλα τα αεροσκάφη ακόμα και τα στρατιωτικά που πετούν δυτικά της Τουρκίας, έπρεπε να ακολουθούν τα σχέδια πτήσης και ν’ αναφέρουν τη θέση τους μόλις διασταύρωναν τα όρια του FIR ένα λεπτό περίπου μετά την απομάκρυνσή τους από τις τουρκικές ακτές. Αυτό ισχύει για τα στρατιωτικά αεροσκάφη τόσο όταν εκτελούν δρομολόγια και υπερίπτανται των διεθνών αεροδιαδρόμων όσο και κατά τη διάρκεια άλλων πτήσεων — όπως οι αναγνωριστικές — και κατά τη διάρκεια των ασκήσεων. Στο σημείο αυτό ετίθεντο υπό τον έλεγχο του FIR Αθηνών, που ήταν υπεύθυνο και για την παροχή μετεωρολογικών και άλλων πληροφοριών. Η τοποθέτηση του FIR Αθηνών δυτικότερα, θα υποχρέωνε τα ελληνικά αεροσκάφη να τίθενται υπό τουρκικό έλεγχο ενώ θα υπερίπταντο των ελληνικών νησιών.
Αξίζει να προστεθεί ότι, εκτός από το ICAO, και το ΝΑΤΟ αναγνώριζε επί 22 χρόνια στην Ελλάδα ζώνη ευθύνης και επιχειρησιακού ελέγχου σε όλο τον εναέριο χώρο του Αιγαίου, δυτικά των θαλάσσιων συνόρων Ελλάδας — Τουρκίας.

Το νέο πραξικόπημα

Ξαφνικά, τον Αύγουστο του 1974, η Τουρκία κατάργησε πραξικοπηματικά με την περίφημη ΝΟΤΑΜ 714/6.8.74 τις παραπάνω συμβάσεις και επέκτεινε αυθαίρετα τα όρια του δικού της FIR προς τα δυτικά μέσα στο χώρο ευθύνης του FIR Αθηνών. Τα τοποθέτησε μάλιστα στα όρια που έχει εκτείνει τις βλέψεις της στο Αιγαίο. Δηλαδή σ’ ένα χώρο που περιλαμβάνει τα νησιά Σαμοθράκη, Λήμνο, Λέσβο, Άγιο Ευστράτιο. Ψαρά, Αντίψαρα, Χίο, Ικαρία και όλα τα Δωδεκάνησα. Με άλλα λόγια η Τουρκία αξίωνε από τα αεροπλάνα που πετούσαν στο Αιγαίο να γνωστοποιούν τη θέση τους στους τουρκικούς σταθμούς ελέγχου και να παίρνουν απ’ αυτούς οδηγίες πτήσης. (Βλέπε χάρτες Χ3 και Χ4).
Επρόκειτο για μια πρωτοφανή ενέργεια, που δημιουργούσε σύγχυση στην αεροπλοΐα και εγκυμονούσε μεγάλους κινδύνους για τα αεροπλάνα. Οι πιλότοι δεν ήξεραν πια πού να αναφερθούν και ποιες οδηγίες να ακολουθήσουν για να φτάσουν με ασφάλεια στον προορισμό τους. Ο διεθνής νόμος τους υποχρέωνε να πειθαρχήσουν στο FIR Αθηνών. Αλλά δεν μπορούσαν να αγνοήσουν και την αξίωση της Τουρκίας να αναφέρονται στο δικό της FIR.
Η Ελλάδα, όπως είχε υποχρέωση, κήρυξε το Αιγαίο επικίνδυνη περιοχή με τις ΝΟΤΑΜ 1066 και 1152 της 14.8.74. Δεν ανελάμβανε πια την ευθύνη συντονισμού και ρύθμισης της αεροπλοΐας στην περιοχή αφού λόγω της παρεμβολής της Τουρκίας δεν μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια των πτήσεων Έτσι, οι διεθνείς εταιρείες έπαψαν να χρησιμοποιούν το Αιγαίο. Και τα αεροπλάνα που πήγαιναν προς την Τουρκία ή έφευγαν από αυτήν ήταν αναγκασμένα να κάνουν ένα μεγάλο κύκλο και να ακολουθούν τους αεροδιαδρόμους της Βουλγαρίας.
Ο κίνδυνος γινόταν ακόμα μεγαλύτερος από το γεγονός ότι την περίοδο εκείνη σημειώθηκαν ιδιαίτερα πολλές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη και απογειώνονταν ελληνικά αεροπλάνα για να τα αναχαιτίσουν.
Ο ICAO ανέλαβε μεσολαβητικές προσπάθειες και έκανε διαβήματα προς τις δυο πλευρές για να τερματιστεί η αναστάτωση που είχε δημιουργηθεί στις αεροπορικές συγκοινωνίες χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τελικά, η Άγκυρα, πάλι ξαφνικά και μονομερώς αποφάσισε να πάρει την ΝΟΤΑΜ 714 μόλις στις 22 Φεβρουάριου του 1980. Και πρόβαλε την ενέργειά της αυτή σαν απόδειξη καλής θελήσεως. Όμως δεν επρόκειτο καθόλου για εκδήλωση καλής θελήσεως. Απλώς δεν κέρδισε τίποτα με την αναστάτωση που προκάλεσε ενώ ζημίωσε τον τουρισμό της και γενικά τις αεροπορικές της συγκοινωνίες. Αυτός ήταν ο λόγος που την υποχρέωσε να σεβαστεί σ’ αυτή την περίπτωση τη διεθνή νομιμότητα, ενώ σε πολλές άλλες περιπτώσεις δεν της δείχνει κανένα σεβασμό.

Η αιγιαλίτιδα ζώνη

Η Τουρκία ενώ προβάλλει ανύπαρκτα δικαιώματα της στο Αιγαίο αποκλείει σ’ εμάς να ασκήσουμε νόμιμα δικαιώματα Μας απειλεί ακόμα και με πόλεμο αν τολμήσουμε να τείνουμε την αιγιαλίτιδα ζώνη μας στα 12 μίλια:
«Έχει συχνά λεχθεί στην Ελλάδα ότι αν επιχειρήσει να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια, η Τουρκία θα θεωρήσει την πράξη της αυτή σαν αιτία πολέμου. Η Ελλάδα δεν θα διακινδυνεύσει ένα τέτοιο πράγμα». (Μήνυμα του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Τσαγλαγιανγκίλ προς τον Έλληνα πρωθυπουργό κ. Καραμανλή 24.10.79)

«Δεν μας αρέσει να χρησιμοποιούμε τη λέξη πόλεμος. Αυτό το θέμα (επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας) έχει ζωτική σημασία για την Τουρκία. Καταλαβαίνει τι θέλουμε να πούμε όποιος θέλει να καταλάβει. Δεν δεχόμαστε σε καμιά περίπτωση τα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο. Σε τέτοιες θάλασσες υπάρχει έδαφος και υπάρχουν και τρόποι για αμοιβαία συμφωνία. Πρόκειται για ένα θέμα μεγάλου ενδιαφέροντος για την Τουρκία. Είμαστε κατηγορηματικά αποφασισμένοι να μην επιτρέψουμε τετελεσμένα γεγονότα». (Δήλωση του Τούρκου πρωθυπουργού Β. Ουλουσού, Ιανουάριος 1982)

Η Ελλάδα όπως και η Τουρκία, άλλωστε, έχει το δικαίωμα να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12 μίλια. Το δικαίωμά της αυτό απορρέει από διεθνείς κανόνες για το Δίκαιο της Θάλασσας και καθιερώνεται ρητά πλέον και με τη σύμβαση του Μοντέγκο Μπαίη της Τζαμάικας του Δεκεμβρίου 1982.
Η Τουρκία χωρίς να έχει υπογράψει καμιά από τίς συμβάσεις αυτές για να έχει «ελεύθερα τα χέρια της» επωφελήθηκε, εντούτοις από τις δυνατότητες που της παρέχουν και επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα στη Μαύρη Θάλασσα και στις νότιες ακτές της στα 12 μίλια. Ξεπερνώντας έτσι πρώτη τα 6 μίλια που είχαν οι χώρες της Μεσογείου πράγμα που ανάγκασε και άλλες χώρες — όπως η Συρία και η Κύπρος — να κάνουν το ίδιο. Απέφυγε όμως να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της και στο Αιγαίο για να μην προκαλέσει, προφανώς ανάλογη ελληνική ενέργεια.
Και δεν περιορίστηκε, βέβαια, σ’ αυτό αλλά άρχισε και να μας απειλεί με πόλεμο αν ασκούσαμε τα δικαιώματα που η ίδια ήδη άσκησε. Έτσι μας έδωσε μιαν ακόμη ευκαιρία να διαπιστώσουμε πώς αντιλαμβάνεται την εφαρμογή του διεθνούς νόμου.

Χάρτης 2. Η τουρκική απειλή στο Αιγαίο.

Απεικονίζονται οι τουρκικές επεκτατικές βλέψεις στο Αιγαίο όπως προκύπτουν: α) Από χάρτες που δημοσιεύτηκαν στην «Εφημερίδα Κυβερνήσεως» της Τουρκίας την 1 / 11 / 1973 και την 8 / 6 / 1974 και β) Από την τουρκική ΝΟΤΑΜ της 25/ 11/1973 προς τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (I.C.A.O.).
Η φράση «σύνορα Τουρκίας – Ελλάδας» είναι μετάφραση της τουρκικής διατύπωσης «Turkiye – Yunanistan Musterek Hundulu», που σημειώνεται στο χάρτη της τουρκικής «Εφημερίδας Κυβερνήσεως» της 1 / 11 / 1973.

Χάρτης 3
H Τουρκική απειλή στο Αιγαίο και τα ελληνικά δικαιώματα. Απεικονίζονται τα όρια των περιοχών που διεκδικεί η Τουρκία, αε συσχετισμό: α) Με τη θαλάσσια μέση γραμμή ανάμεσα στα ελληνικά νησιά και τις ακτές της Μικρός Ασίας, η οποία καθορίζει τα όρια της υφαλοκρηπίδας της Ελλάδας και της Τουρκίας όπως προκύπτουν από το Αιεθνές Αίκαιο (Συνθήκη της Γενεύης 1958, Συνθήκη του Αικαίου της Θάλασσας 1982) β)’Με τα προς ανατολάς όρια εναερίου ελέγχου του FIR – Α θη-νών.

 

Προσδιορισμός της αίγιαλίτιδος ζώνης

Σχ.Ι
Προσδιορισμός του ορίου της αίγιαλίτιδος ζώνης με τη μέθοδο “trace parallel». Η οριακή γραμμή διαγράφεται παράλληλα προς την ακτή και σε σταθερή απόσταση (α= 3 έως 12 ν. μίλια).

 

Σχ.2
Προσδιορισμός του ορίου της αίγιαλίτιδος ζώνης με τη μέθοδο “courbe tangente». Χαράσσεται αρχικά πυκνό σύστημα περιφερειών με κέντρα τα χαρακτηριστικά σημεία των ακτών και με σταθερή ακτίνα όση το πλάτος της αίγιαλίτιδος ζώνης (α= 3 έως 12 ν. μίλια). Η οριακή γραμμή της αίγιαλίτιδος ζώνης είναι η περβάλλουσα των περιφερειών αυτών.
αδφισμός όαλάσσιωυ συνόρων


Καθορισμός θαλασσίων συνόρων

Σχ.3
καθρισμός θαλάσσιας συνοριακής μέσης γραμμής παρακείμενων κρατών. Κάθε σημείο της απέχει εξίσου από τις απέναντι ακτές των δυο κρατών. Είναι φανερός ο τρόπος κατανομής της αιγιαλίτιδας ζώνης.
Καθορισμός θαλάσσιων συνόρων

 

Σχ.4 Καθορισμός θαλάσσιας συνοριακής μέσης γραμμής κρατών (ηπειρωτικών ή νησιωτικών), όταν οι ακτές του ενός βρίσκονται απέναντι στις ακτές του άλλου. Είναι φανερός ο τρόπος κατανομής της αίγιαλίτιδος ζώνης, όταν η απόσταση ανάμεσα στις ακτές των δύο κρατών είναι μικρότερη απ’ το πλάτος της αίγιαλίτιδος ζώνης (α= 3 έως 12 ν. μίλια).
Η μέση συνοριακή γραμμή παραμένει πάντοτε η ίδια και δεν εξαρτάται απ’ το πλάτος της αίγιαλίτιδος ζώνης.


Η οχύρωση των νησιών

Η Τουρκία κατηγορεί τη χώρα μας ότι οχύρωσε τα νησιά βρίσκονται κοντά στα παράλιά μας, κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών, που διαμόρφωσαν το καθεστώς του Αιγαίου. Το περίεργο όμως θα ήταν να μην τα είχε οχυρώσει, Είναι γεγονός, βέβαια, ότι οι συνθήκες της Λωζάνης και των Παρισίων πρόβλεπαν τη μερική ή ολική απστρατιωτικοποίηση μερικών ακριτικών μας νησιών επέτρεπαν όμως δυνάμεις για την τοπική άμυνα των νησιών, τις σεβαστήκαμε 50 ολόκληρα χρόνια, γιατί απλούστατα δεν είχαν εκδηλωθεί από την πλευρά της Τουρκίας τάσεις επεκτατικές, ούτε ενέργειες που να συνιστούν απειλή κατά ελληνικού χώρου. Αντίθετα ούτε το Διεθνές Δίκαιο ούτε καμιά συνθήκη προβλέπει οποιοδήποτε περιορισμό του δικαιώματος άμυνας, που κατοχυρώνεται και από τον Καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ.
Από το 1974 όμως το σκηνικό άλλαξε ριζικά. Η Τουρκία πρόβάλε διεκδικήσεις σε βάρος των νησιών. Και δεν ορίστηκε μόνο σε λόγια. Προχώρησε και σε έργα, συγκρότησε στα παράλιά της προς το Αιγαίο, απέναντι από νησιά τη Δ’ Στρατιά (τη Στρατιά του Αιγαίου) δύναμης 120.000 ανδρών και την ενίσχυσε με ισχυρό αποβατικό στόλο 120 σκαφών. Επετέθη εναντίον της Κύπρου και κατέλαβε το 40% του εδάφους της. Και προχώρησε σε αναρίθμητες παραβιάσεις του ελληνικού θαλάσσιου και εναέριου χώρου και σε άλλες προκλήσεις, όπως η επέκταση του FIR Κωνσταντινούπολης σε βάρος του FIR Αθηνών και οι έξοδοι σεισμογραφικών σκαφών της που δεν περιορίστηκαν σε τουρκικά ή διεθνή ύδατα αλλά εισχώρησαν και σε ελληνικές θαλάσσιες περιοχές.
Η Τουρκία τα αποσιωπά όλ’ αυτά και περιορίζεται στο γράμμα των συνθηκών της Λωζάνης και των Παρισίων, για να δημιουργήσει διεθνώς την εντύπωση ότι δεν είναι εκείνη αλλά η Ελλάδα που αθετεί τις διεθνείς υποχρεώσεις της. Για να σχηματίσει όμως κανείς αντικειμενική αντίληψη της κατάστασης πρέπει να λάβει υπόψη του τα ακόλουθα:

  1. Η Ελλάδα με καμιά διεθνή συνθήκη και με καμιά συμφωνία δεν παραιτήθηκε από το δικαίωμα της προστασίας του εθνικού της χώρου. Και τα αμυντικά μέτρα που παίρνει είναι ανάλογα της απειλής που αντιμετωπίζει. Στην περίπτωση των νησιών έκανε χρήση του άρθρου 51 του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που προβλέπει το δικαίωμα της αυτοάμυνας.
  2. Δεν υπάρχει καμιά εγγύηση για την ασφάλεια των νησιών εκτός από τα μέτρα που αναγκαστήκαμε να πάρουμε. Η Τουρκία, επετέθη εναντίον της Κύπρου, όταν τη βρήκε ουσιαστικά αφοπλισμένη. Αντί να σεβαστεί την αδυναμία του νησιού να προβάλει αποτελεσματική άμυνα, τη θεώρησε σαν ευκαιρία για να της επιτεθεί.
  3. Όλες οι αποφάσεις του ΟΗΕ που καλούσαν την Τουρκία να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Κύπρο έμειναν ανεκτέλεστες. Η Άγκυρα τις περιφρόνησε. Έπειτα από αυτό μια αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, θα τα καθιστούσε ευάλωτα και «α :α παρέδιδε στο έλεος μιας τουρκικής επιδρομής. Ας μη λησμονούμε ότι στις απέναντι τουρκικές ακτές ενεδρεύουν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις.
  4. Αντίθετα από το χαρακτήρα της Τουρκικής Στρατιάς του Αιγαίου, που είναι μια δύναμη επιθετική, τα ακριτικά μας νησιά έχουν οχύρωση καθαρά αμυντική. Δεν υπάρχουν σ’ αυτά αποβατικές δυνάμεις. Ο εξοπλισμός τους αποβλέπει αποκλειστικά στην εξουδετέρωση μιας ενδεχόμενης επίθεσης από τα τουρκικά παράλια.
  5. Ήταν εντελώς άλλη η κατάσταση που επικρατούσε στο Αιγαίο όταν υπογράφτηκαν οι συνθήκες της Λωζάνης και των Παρισίων, απ’ αυτήν που επικρατεί σήμερα. Οι συνθήκες εκείνες υπηρετούσαν πραγματικά τότε την ειρήνη προβλέποντας τη μερική ή ολική αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών. Φρόντισε όμως η Τουρκία να ανατρέψει τους ορούς στους οποίους βασίστηκαν οι δυο συνθήκες. Κι έτσι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών δεν εξυπηρετεί πια την υπόθεση της ειρήνης. Δεν είναι σύμφωνη με το πνεύμα των συνθηκών της Λωζάνης και των Παρισίων. Αν τα νησιά αφοπλιστούν δε θα έχουμε ειρήνη αλλά πόλεμο. Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει αυτή τη στιγμή ποιες μπορεί να είναι m διεθνείς συνέπειες ενός τέτοιου ενδεχόμενου. Μόνο η ισορροπία των δυνάμεων στο Αιγαίο και η δυνατότητα των νησιών να αντιτάξουν αποτελεσματική άμυνα, μπορούν να προστατεύσουν την ασφάλεια και την ειρήνη της περιοχής.
  6. Η ίδια η Τουρκία με τη συνθήκη του Μοντραί (1936) που τερμάτισε το καθεστώς της αποστρατιωτικοποίησης των Στενών, δέχτηκε επίσης τον τερματισμό του καθεστώτος της αποστρατιωτικοποίησης της Λήμνου και της Σαμοθράκης.
    Την 31.7.1936 κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση, για την κύρωση της Συνθήκης του Μοντραί, ο Ρουσδή Αράς, Υπουργός των Εξωτερικών στην Κυβέρνηση του Ισμέτ Ινονού, έκανε την ιστορική δήλωση: «Οι διατάξεις που αφορούν τα νησιά Λήμνο και Σαμοθράκη που ανήκουν στη γείτονα και φίλη Ελλάδα και που είχαν αφοπλισθεί με τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, καταργούνται, επίσης με τη Συνθήκη του Μοντραί και χαιρόμαστε ιδιαίτερα γι’ αυτό..,.
  7. Ειδικά για τα Δωδεκάνησα θα μπορούσαν να λεχθούν και τα εξής:
    α) Στη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947, η Τουρκία δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος, ούτε υπήρχε καμιά διάταξη που να της έδινε οποιοδήποτε δικαίωμα. Άρα γι’ αυτήν η Συνθήκη ήταν res alios acta και συνεπώς δε νομιμοποιείται να εγείρει οποιαδήποτε αξίωση σχετικά με το καθεστώς της Δωδεκανήσου, και
    β) Περιοχές που με την ίδια Συνθήκη τέθηκαν υπό καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης αποδεσμεύτηκαν ύστερα από μονομερείς ενέργειες των ενδιαφερόμενων Κρατών τα οποία ήταν συμβαλλόμενα στη Συνθήκη (π.χ. Pantellaria). Το προηγούμενο αυτό νομιμοποιεί την Ελλάδα να ενεργήσει ανάλογα (άρθρο 60, Σύμβαση Βιένης, 1969).

Ειρήνη με ελευθερία

Η Ελλάδα επιθυμεί την ειρήνη στο Αιγαίο. Το απόδειξε στη διάρκεια 60 ετών. Αλλά δεν είναι διατεθειμένη να την εξασφαλίσει θυσιάζοντας την ελευθερία της. Δέχεται να συζητήσει οποιοδήποτε ζήτημα με την Τουρκία, αλλά όχι τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Κάθε θέμα που αμφισβητείται μπορεί να εφαρμοστεί ο διεθνής νόμος και η διεθνής πρακτική, όπως λ.χ. στην περίπτωση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, της οποίας είναι αναγκαία η οριοθέτηση. Και αν η Τουρκία δεχόταν το ίδιο, υπήρχε κρίση του Αιγαίου. Όμως η Τουρκία σε κανένα ζήτημα δε θέλει να εφαρμοστεί ο διεθνής νόμος. Και σε κανένα ζήτημα δεν ακολουθεί τη διεθνή πρακτική.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Υπάρχουν βλέψεις της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδας.
Οι διαφορές μπορούν να συζητηθούν και να λυθούν. Αλλά οι εδαφικές βλέψεις δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο διαπραγματεύσεων. Καμιά χώρα δε διαπραγματεύεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Η Τουρκία δημιούργησε την κρίση του Αιγαίου. Στο χέρι της, συνεπώς, είναι να την τερματίσει. Και θα την τερματίσει αν σεβαστεί το διεθνή νόμο.

ΠΗΓΗ adiotos

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου