Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Η Ελλάδα, η Κύπρος, η Τουρκία και η εξωτερική πολιτική


Γράφει ο Ελευθέριος Καϊάφας

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια ιδιαίτερη ιστορική στιγμή σχετικά με τις διαθέσεις της γείτονος χώρας που φτάνει ακόμα και να φαντάζεται την αναβίωση της Οθωμανικής κυριαρχίας. 

Την ίδια στιγμή ακραία αλλά μετρήσιμα στοιχεία του πολιτικού κόσμου με απήχηση σε κάποια λαϊκά στρώματα διερωτώνται ή και διαφωνούν για το αν θα πρέπει να ανήκει ή όχι η χώρα στη συμμαχία της Δύσης, της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ και αν υπάρχουν οφέλη που προκύπτουν από αυτήν την επιλογή.

Η εξέταση μερικών ιστορικών στοιχείων θα βοηθήσει στην εξαγωγή των κατάλληλων συμπερασμάτων.

Α. Τουρκία. Οικονομία, Βιομηχανία και Διπλωματία

Α.1. Η Οικονομική κατάσταση της Τουρκίας
Η Τουρκία είναι από τα ιδρυτικά μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (1961), της ομάδας G20 και επιχειρησιακό κράτος μέλος ανάπτυξης των E7 για το πρόγραμμα κατασκευής αεροσκαφών EAGLEs. Χαρακτηρίζεται σαν Νεο-Βιομηχανική Χώρα ( newly industrialized country), με οικονομία στα υψηλά μεσαία εισοδήματα, που κατατάσσεται 19η παγκοσμίως. Σύμφωνα με ΔΝΤ Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Τουρκίας κατά την αγοραστική αξία είναι 41.412 δολάρια το 2023 (GDP PPP), ενώ το ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ (GDP) της είναι 11.932 δολάρια, ( πηγή Wikipedia). Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ο πληθυσμός της μεσαίας τάξης στην Τουρκία αυξήθηκε από 18% σε 41% του συνολικού πληθυσμού μεταξύ των ετών 1993 και 2010.

Όμως από το 2019 Περίπου το 11,7% των Τούρκων διατρέχει τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Η ανεργία στην Τουρκία ήταν 12% το 2021. Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα πληθωρισμού παρά την ενίσχυση που φαίνεται να λαμβάνει από την Ρωσία και ιδίως από τις χώρες του Κόλπου. Στην δυσμενή αυτή οικονομική κατάσταση, έχουν παίξει ρόλο οι πολεμικές δαπάνες από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στα σύνορά της, στη Συρία, στο Ιράκ αλλά και στη Λιβύη.

Α.2. Η βιομηχανική κατάσταση της Τουρκίας.

Α.2.1. Αεροπορική Βιομηχανία

Το Bayraktar TB2 είναι ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος μάχης μεσαίου ύψους μεγάλης αντοχής ικανό για τηλεχειριζόμενες ή αυτόνομες πτητικές λειτουργίες. Κατασκευάζεται από την τουρκική εταιρεία Baykar Makina Sanayi ve Ticaret A.Ş., πρωτίστως για τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Το αεροσκάφος αυτό έχει επιχειρησιακή δράση σε πολλά πολεμικά μέτωπα στα εδάφη της Συρίας, Ιράκ εναντίον Κουρδικών στόχων, στο Αζερμπαϊ στον πόλεμο του Nagorno-Karabakh (2020), στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης, στον πόλεμο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία καθώς και πάνω από θαλάσσιους στόχους στην Μαύρη Θάλασσα. Κατά τη φετινή χρονιά (2023), τέτοια αεροσκάφη κατέγραφαν επιτυχώς τις συνέπειες του καταστροφικού σεισμού στις χώρες Τουρκία και Συρία και επεσήμαναν τις ανάγκες των σεισμοπλήκτων.
Το TAI TF-X Kaan, ένα δικινητήριο μαχητικό αεροπορίας πέμπτης γενιάς, παράγεται επί του παρόντος από την Turkish Aerospace Industries για την Τουρκική Πολεμική Αεροπορία. Οι δοκιμές διαδρόμου του πρωτοτύπου ξεκίνησαν στις 16 Μαρτίου 2023. Η παρθενική του πτήση έχει προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί το 2023. Οι δοκιμές διαδρόμου του Anka-3, ενός UCAV σχεδιασμού ιπτάμενων πτερυγίων με τεχνολογία stealth, ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 2023, με την παρθενική του πτήση να προγραμματίζεται για τον Μάιο του 2023.

Α.2.2. Αυτοκινητοβιομηχανία
Η αυτοκινητοβιομηχανία στην Τουρκία είναι μεγάλη και παρήγαγε 1.352.648 οχήματα το 2022, κατατάσσοντας ως τον 13ο μεγαλύτερο παραγωγό στον κόσμο (η παραγωγή κορυφώθηκε στα 1.695.731 μηχανοκίνητα οχήματα το 2017, όταν η Τουρκία κατέλαβε επίσης την 13η θέση). Τουρκικές εταιρείες αυτοκινήτων όπως η TEMSA, η Otokar και η BMC συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους κατασκευαστές βαν, λεωφορείων και φορτηγών στον κόσμο. Η Togg, ή η τουρκική Automobile Joint Venture Group Inc., είναι η πρώτη εταιρεία αποκλειστικά ηλεκτρικών οχημάτων της Τουρκίας.

Α.2.3. Ναυπηγεία

Τα τουρκικά ναυπηγεία χαίρουν μεγάλης εκτίμησης τόσο για την παραγωγή χημικών και πετρελαιοφόρων μέχρι 10.000 dwt (μετρικών τόνων φορτίου) όσο και για τα μεγάλα γιοτ.

Α.2.4 Ηλεκτρικά οικιακά είδη κ.α.

Τουρκικά εμπορικά σήματα όπως η Beko και η Vestel είναι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ηλεκτρονικών ειδών ευρείας κατανάλωσης και οικιακών συσκευών στην Ευρώπη και επενδύουν ένα σημαντικό ποσό κεφαλαίων για έρευνα και ανάπτυξη σε νέες τεχνολογίες που σχετίζονται με αυτούς τους τομείς.

Α.2.5. Διάφορα
Άλλοι τομείς δραστηριότητας είναι οι Τραπεζικές δραστηριότητες (Banking), Εργαλειομηχανές (machine industry) καθώς και βιντεοπαιχνιδιών (video game industry).

Α.2.6. Αεροδιαστημική
Η Τουρκία έχει δραστηριοποιηθεί και στην αεροδιαστημική τεχνολογία στον 21ο αιώνα. Το 2013, ξεκίνησε το Τουρκικό Διαστημικό Σύστημα Εκτόξευσης (UFS) για την ανάπτυξη δορυφόρων σε υψόμετρο 550 km με τον πύραυλο Roketsan Şimşek-1 μέχρι το 2027 και η μεγαλύτερης εμβέλειας Şimşek-2 έως το 2028 συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής ενός διαστημικού λιμανιού, της ανάπτυξης οχημάτων εκτόξευσης δορυφόρων και της δημιουργίας απομακρυσμένων γήινων σταθμών.

Α.3. Τουρισμός
Το 2019, η Τουρκία κατέλαβε την έκτη θέση στον κόσμο ως προς τον αριθμό των διεθνών αφίξεων τουριστών πίσω από την Ιταλία, με 51,2 εκατομμύρια ξένους τουρίστες να επισκέπτονται τη χώρα.Η Τουρκία έχει 19 Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO και 84 Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς στον προσωρινό κατάλογο. Η Τουρκία φιλοξενεί 519 παραλίες με Γαλάζια Σημαία, γεγονός που την κατατάσσει στην τρίτη θέση στον κόσμο. Η Κωνσταντινούπολη είναι η δέκατη πόλη με τις περισσότερες επισκέψεις στον κόσμο με 13.433.000 επισκέπτες ετησίως από το 2018. Η Αττάλεια είναι η δεύτερη πιο δημοφιλής πόλη στην Τουρκία, με πάνω από 9 εκατομμύρια τουρίστες το 2021.

Α.4. Εξωτερική Πολιτική και Διπλωματία.

Η Τουρκία μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ακολουθούσε το δικό της δρόμο, ως προς τις συμμαχίες της. Στην Μικρασιατική καταστροφή, σημαντικό ρόλο έπαιξε η ενίσχυσή της από το νεοπαγές καθεστώς των Σοβιετικών, η αδιαφορία των Ευρωπαϊκών δυνάμεων για την τύχη του ελληνισμού, αλλά και τα δικά μας στρατηγικά λάθη. Σον Β’ΠΠ, το έπαιξε ουδέτερη και προς το διαφαινόμενο τέλος προσέγγισε τους συμμάχους, χωρίς βέβαια να έχει κάποιο δικαίωμα απαιτήσεων. Στη σημερινή επικαιρότητα, η πολιτική της διακρίνεται από μια επαμφοτερίζουσα συμπεριφορά με την πολιτική σχεδόν ίσων αποστάσεων στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το βέτο για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, την αγορά σύγχρονου στρατιωτικου εξοπλισμού από τη Ρωσία (S-400) κ.α. Με την πολιτική τους αυτή η Τουρκία εντός της συμμαχίας του ΝΑΤΟ και παρά την σημαντική και στρατηγικής σημασίας θέσης της, αντιμετωπίζει προβλήματα στον εκσυγχρονισμό της πολεμικής της αεροπορίας και στην προμήθεια νέων σύγχρονης γενιάς αεροπλάνων από τις ΗΠΑ.

Β. Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Β’ΠΠ
Μετά το τέλος του ΒΠΠ η Αμερική έστειλε βοήθεια στις Ευρωπαϊκές χώρες. Πρώτοι παραλήπτες της βοήθειας που παρείχε το σχέδιο Μάρσαλ, ήταν οι χώρες που κατά τη γνώμη της αμερικανικής ηγεσίας κινδύνευαν άμεσα από την εξάπλωση του κομμουνισμού, δηλαδή της Ελλάδας και της Τουρκίας. Την ίδια περίοδο, δηλαδή αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, στην Ελλάδα, κομμουνιστές αντάρτες είχαν έρθει σε ένοπλη αντιπαράθεση ενάντια στη φιλομοναρχική κυβέρνηση η οποία υποστηριζόταν από τους Βρετανούς που διατηρούσαν σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στην χώρα. Στις 21 Φεβρουαρίου του 1947, όμως, η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα διέκοπτε κάθε βοήθεια στην Ελλάδα, αδυνατώντας να επωμιστεί το βάρος. Η αμερικανική κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα, θεωρώντας ότι αν η Ελλάδα έπεφτε στα χέρια των κομμουνιστών, τότε όλη η Μέση Ανατολή και ένα μέρος της Βόρειας Αφρικής θα υπάγονταν στον έλεγχο της Μόσχας. Οι Αμερικανοί αντικατέστησαν τους Βρετανούς και η παρέμβασή τους αυτή κατέληξε στην επικράτηση της μοναρχικής κυβέρνησης τον Αύγουστο του 1949.
Με τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο έχουμε την απαρχή ενός αμερικανικού παρεμβατισμού που με πρόσχημα τον κομμουνιστικό κίνδυνο «πρόσφερε» την πλήρη συμπαράσταση, οικονομική και στρατιωτική, σε οποιαδήποτε χώρα κινδύνευε να συμπεριληφθεί στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης Ο παρεμβατισμός αυτός καθόρισε την αμερικανική εξωτερική πολιτική για τα επόμενα είκοσι χρόνια, ενώ παράλληλα αποτέλεσε και τον ακρογωνιαίο λίθο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organization ή NATO), που ιδρύθηκε στις 4 Απριλίου του 1949.
Ο οικονομολόγος Τάιλερ Κόουεν παρατήρησε πως τα κράτη που έλαβαν τη μεγαλύτερη “κατά κεφαλήν” ενίσχυση (Ηνωμένο Βασίλειο, Σουηδία, Ελλάδα) είδαν τη μικρότερη ανάπτυξη ανάμεσα στα έτη 1947 και 1955, ενώ τα κράτη που έλαβαν τη μικρότερη ενίσχυση (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία) αναπτύχθηκαν περισσότερο από τα υπόλοιπα. Πρέπει όμως να τονισθεί πως τα τελευταία ήταν και τα πιο κατεστραμμένα, άρα είχαν και τις μεγαλύτερες προοπτικές αποκατάστασης.
Μια μερίδα του πληθυσμού αμφισβητεί αλλά και θεωρεί απαράδεκτη την Αμερικανική παρέμβαση για την αποφυγή της ενσωμάτωσης της Ελλάδας στο Σοβιετικό μπλόκ. Είναι απλώς θεωρητικό το ερώτημα για το τί θα είχε συμβεί στο ενδεχόμενο αυτό, πέραν από τις πολιτικο-οικονομικές συνέπειες των 45 χρόνων που ακολούθησαν μέχρι την κατάρρευση του κομμουνισμού. Όσο για τα γεωπολιτικά σύνορα της Ελλάδας, παρατίθεται χωρίς σχολιασμό μια σύντομη αλλά ενδιαφέρουσα αναφορά για δύο χώρες την Ρουμανία και την Μολδαβία που έχουν ομοιογενή λαό και γλώσσα, αλλά αποτελούν ξεχωριστά κράτη.
Το παράδειγμα της Μολδαβίας.
Το μεγαλύτερο μέρος της Μολδαβικής επικράτειας ήταν μέρος της Ηγεμονίας της Μολδαβίας από τον 14ο αιώνα μέχρι το 1812, όταν παραχωρήθηκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία (στην οποία η Μολδαβία ήταν υποτελές κράτος) και έγινε γνωστή ως Βεσσαραβία. Το 1856, η νότια Βεσσαραβία επιστράφηκε στη Μολδαβία, η οποία τρία χρόνια αργότερα ενώθηκε με τη Βλαχία για να σχηματίσει τη Ρουμανία, αλλά η Ρωσική κυριαρχία αποκαταστάθηκε σε ολόκληρη την περιοχή το 1878. Κατά τη διάρκεια της Ρωσικής Επανάστασης του 1917, η Βεσσαραβία έγινε για λίγο αυτόνομη και στη συνέχεια εξελίχθηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία της Μολδαβίας μέχρι την ενσωμάτωση στη Ρουμανία το 1918 μετά από ψηφοφορία της Συνέλευσης. Η απόφαση αμφισβητήθηκε από τη Σοβιετική Ένωση η οποία το 1924 επέτρεψε την εγκαθίδρυση της Μολδαβικής Αυτόνομης Δημοκρατίας εντός της Ουκρανικής σε μερικά εν μέρει κατοικημένα εδάφη από τους Μολδαβούς ανατολικά του Δνείστερου. Το 1940, ως αποτέλεσμα του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Ναζιστικής Γερμανίας, η Ρουμανία αναγκάστηκε να παραχωρήσει τη Βεσσαραβία στη Σοβιετική Ένωση, οδηγώντας στη δημιουργία της Μολδαβικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, η οποία περιλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος της Βεσσαραβίας και των δυτικότερων περιοχών της πρώην Μολδαβικής Αυτόνομης Δημοκρατίας.

Γ. ΚΥΠΡΟΣ ΑΜΕΡΙΚΗ ΚΑΙ ΝΑΤΟ

Μετά από πολύχρονο και αιματηρό αγώνα η Κύπρος ανεξαρτοποιήθηκε το 1960 με τις συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου.
Η Κύπρος τότε, όπως και τώρα, ήταν ένα ανεξάρτητο κράτος που δεν ανήκε στο ΝΑΤΟ. Αντιθέτως υπό τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο ήταν πιο κοντά στο κίνημα των αδεσμεύτων των Τζαβαχαρλάλ Νεχρού (Ινδία), Σουκάρνο (Ινδονησία), Γιόσιπ Μπροζ Τίτο (Γιουγκοσλαβία), Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ (Αίγυπτος) και Κβάμε Νκρούμαχ (Γκάνα). Από τη σύνθεσή του το κίνημα των αδεσμεύτων είχε περισσότερους δεσμούς με τη Σοβιετική Ένωση παρά με το Δυτικό κόσμο.
Εν όψει της διαφαινόμενης ανεξαρτησίας έγιναν μερικές απόπειρες επίλυσης των διαφορών των δύο κοινοτήτων όταν ακόμα κυβερνήτης ήταν ο σκληρός Άγγλος στρατηγός Τζον Χάρντιγκ ( σχέδιο Ράντκλιφ) και όταν ακόμα μαινόταν ο ανταρτοπόλεμος της ΕΟΚΑ υπό τον Γρίβα για την ένωση Κύπρου με την Ελλάδα. Το σχέδιο αυτό απερρίφθη από την ελληνική πλευρά σαν διχοτομικό.
Το 1964, σύμφωνα με ιστορικούς αναλυτές, δόθηκε η ευκαιρία για οριστική επίλυση του Κυπριακού με Ένωση της νήσου με την Ελλάδα, με το προταθέν σχέδιο του αμερικανού δικηγόρου, πολιτικού και διπλωμάτη Ντην Άτσεσον, (Dean Acheson). Στην Ελλάδα κυβέρνηση ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου.
Ας δούμε τί γράφει η έγκριτη εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» στην έκδοση της 24/11/2008/
Η αλήθεια για το σχέδιο Ατσεσον

Σήμερα για πρώτη φορά στην Ελλάδα «Το Βήμα» παρουσιάζει το λεγόμενο Σχέδιο Ατσεσον για την Κύπρο. Πρόκειται για τις αμερικανικές προτάσεις του 1964 οι οποίες, όπως προκύπτει, όχι μόνο δεν περιέκλειαν απειλή για το μέλλον της Κύπρου και για την Ελλάδα αλλά, πέραν των όσων συγκεκριμένα καθόριζαν σχετικά με την «εκμίσθωσιν» στην Τουρκία μιας βάσεως στο ανατολικό άκρο της Νήσου, προέβλεπαν και «αποκατάστασιν του προηγουμένου ειδικού καθεστώτος των νήσων Ιμβρου και Τενέδου» και, ακόμη σημαντικότερο, τον «επαναπατρισμόν των αναχωρησάντων ή εκδιωχθέντων εκ Κωνσταντινουπόλεως από του 1955 ομογενών» κτλ. Ο ίδιος ο Ντιν Ατσεσον γράφει στις 20 Αυγούστου 1964 στον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου ότι είναι «έτοιμος να ασκήσει την μεγίστην δυνατήν πίεσιν και πειθώ διά να επιτύχω όπως παραιτηθούν οι Τούρκοι πάσης απαιτήσεως δι’ εδαφικήν περιοχήν υπό την κυριαρχίαν των εις Κύπρον (…). Ειδικώτερον θα προτρέψω τους Τούρκους να περιορίσουν το σχέδιόν των εις την εκμίσθωσιν για 50 έτη του τμήματος εκείνου της Χερσονήσου της Καρπασίας».

Τις προτάσεις Ατσεσον δίνει στη δημοσιότητα ο πρέσβης ε.τ. Ι. Σωσσίδης, ο διπλωματικός σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού ο οποίος μετείχε της ελληνικής αντιπροσωπείας στις συνομιλίες της Γενεύης για την Κύπρο μετά την ένταση που είχε σημειωθεί στη Νήσο και στις σχέσεις Αθήνας – Αγκυρας και τη μεσολάβηση των ΗΠΑ για επίλυση του Κυπριακού. Κίνητρο της αμερικανικής παρέμβασης ήταν, όπως τονίζει ο Ατσεσον στον Παπανδρέου, «ο κίνδυνος τον οποίον ενέτειναν αι Ρωσικαί κινήσεις να περιέλθη η Κύπρος υπό την κομμουνιστικήν επιρροήν και εκ των εκτεταμένων συνεπειών…».
Το σχέδιο αυτό ενώ στην αρχή έγινε δεκτό, κατόπιν μετά από συνεννόηση με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο απορρίφτηκε με απάντηση στην κυβέρνηση Johnson των ΗΠΑ από τον Γ. Παπανδρέου. Όταν όμως έκπληκτος ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου πληροφορείται από τον Μακάριο, ο οποίος είχε απορρίψει τις προτάσεις, ότι «περί του Σχεδίου Ατσεσον εγνώριζε μόνο όσα είχεν αναγνώσει εις τον Τύπον και ουδέποτε είχε λάβει γνώσιν του ακριβούς περιεχομένου του», επικοινωνεί και πάλιν την επαύριον με τον πρόεδρο Johnson για να του ανακοινώσει την αποδοχή του σχεδίου Άτσεσον. Όμως ήταν αργά, ο αμερικανός πρόεδρος δεν δέχθηκε την παλινωδία δίνοντας οριστική αρνητική απάντηση.
Οπως προκύπτει από τη συνοδευτική επιστολή του κ. Σωσσίδη, ήταν ο Μακάριος ο οποίος τελικώς απέτρεψε τον τότε πρωθυπουργό να δεχθεί τις προτάσεις Ατσεσον ο οποίος αρχικώς τις είχε δεχθεί μολονότι είχε παραδεχθεί ότι «ηγνόει παντελώς αυτές τις προτάσεις, ότι ουδέποτε είχε ενημερωθεί επ’ αυτών υπό του Ελληνος υπουργού Αμύνης» (σ.σ.: του Πέτρου Γαρουφαλιά). Κατά δήλωση του φινλανδού μεσολαβητή του ΟΗΕ Τουομιόγια, «ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εματαίωσε την Ενωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα».
Βλέπουμε εδώ ότι η φημολογία περί ανταλλαγμάτων εκ μέρους της Ελλάδας προς την Τουρκία στο σχέδιο Άτσεσον είναι κατασκευασμένα ψέματα fake news που θα λέγαμε σήμερα.
Στα επόμενα χρόνια οι δύο κοινότητες στην Κύπρο με πρόεδρο τον Μακάριο και αντιπρόεδρο Τουρκοκύπριο, έζησαν στιγμές ηρεμίας αλλά και εντάσεως, όπως αυτό του Δεκεμβρίου του 1963 με πολλά θύματα και εκτοπισμούς που έφερε τις δύο χώρες Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα πολέμου με τελική οδυνηρή συνέπεια τον εκτοπισμό μεγάλου αριθμού ομογενών της Κωνσταντινούπολης που υπέστησαν το τελευταίο κτύπημα.
Στα επόμενα χρόνια η Ελλάδα υπέστη την διακυβέρνηση της δικτατορίας με άμεσες επιπτώσεις στη τύχη της Κύπρου, αλλά και γενικότερες συνέπειες. Το Νοέμβριο του 1967, συνέβη ένα άλλο σοβαρό επεισόδιο στα χωριά Αγ. Θεόδωρος και Κοφίνου. Ο Γ. Γρίβας κινητοποίησε πολύ ισχυρές δυνάμεις, με άρματα μάχης, τεθωρακισμένα και πυροβολικό. Πρώτα επιτέθηκε στο μικτό χωριό Άγιος Θεόδωρος (685 Τουρκοκύπριοι κάτοικοι και 525 Ελληνοκύπριοι) και κατέλαβε σχεδόν χωρίς μάχη την τουρκοκυπριακή συνοικία. Στη συνέχεια στράφηκε κατά της γειτονικής Κοφίνου προπύργιο των Τουρκοκυπρίων. Στις αψιμαχίες που ακολούθησαν σκοτώθηκαν 24 Τουρκοκύπριοι και 9 τραυματίστηκαν, ενώ οι απώλειες της ελληνοκυπριακής πλευράς ήταν ένας νεκρός και δύο τραυματίες. Επιπλέον μεγάλες ήταν οι καταστροφές στα σπίτια των κατοίκων.
Οι επιχειρήσεις στην Κοφίνου προκάλεσαν σοβαρή ελληνοτουρκική κρίση. Η Τουρκία απείλησε με στρατιωτική εισβολή στο νησί ενώ το δικτατορικό καθεστώς στην Ελλάδα αναγκάστηκε να δώσει αποζημιώσεις στα θύματα και ακόμη χειρότερα να αποσύρει την Ελληνική μεραρχία τεθωρακισμένων που υπήρχε στο νησί από το 1963, καθιστώντας πλέον το νησί ευάλωτο σε στρατιωτική εισβολή.
Στα μετέπειτα χρόνια η ιστορία της Κύπρου σημαδεύτηκε με την ψυχρότητα μεταξύ της Κυπριακής Εθνικής Φρουράς και της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛΔΥΚ), με αποκορύφωμα την πραξικοπηματική και αιματηρή κατάληψη της εξουσίας τον Ιούλιο του 1974 από τις υποκινούμενες από την Χούντα ελληνικές δυνάμεις. Οι ενέργειες αυτές προκάλεσαν την εισβολή της Τουρκίας με την δικαιολογία της εγγυήτριας δύναμης για την αποκατάσταση της νομιμότητας. Τα γεγονότα εν πολλοίς είναι γνωστά, δεν είναι του παρόντος η ανάλυσή τους. Ενδιαφέρει όμως η συνέχεια σχετικά με το λαϊκό αίσθημα της αδικίας.
Πολλοί ιστορικοί αναλυτές θεωρούν συνυπεύθυνες τις ΗΠΑ για την εισβολή και κατάληψη του Βορείου μέρους της Κύπρου από την Τουρκία.

Δ. Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΣΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΝΑΤΟ
Η διάδοχος κυβέρνηση πολιτικών κάτω από την πίεση των γεγονότων, όπως ο δεύτερος Αττίλας, η προώθηση των Τουρκικών θέσεων, η αδιαλλαξία της Τουρκίας, η απροθυμία μεσολάβησης των συμμάχων για την αποκατάσταση του status quo ante, αποφάσισε να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Το ζήτημα όμως αφορούσε τελικά την ίδια τη νεοσύστατη δημοκρατία μας. Ήταν βαθύτατα πολιτικό. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν μπορούσε να πράξει αλλιώς μετά τον δεύτερο Αττίλα. Ήταν τέτοια η αγανάκτηση των Ελλήνων, μέσα στον αντιαμερικανισμό των ημερών εκείνων και τόσο εύθραυστη η λίγων ημερών δημοκρατία μας, που η συγκεκριμένη απόφαση λειτούργησε ως βαλβίδα που εκτόνωσε την τεταμένη κατάσταση που υπήρχε στην ελληνική κοινωνία. Ας μη λησμονούμε πως στο στράτευμα κυριαρχούσαν οι χουντικοί αξιωματικοί οι οποίοι θεωρούσαν πως οι Αμερικάνοι και το ΝΑΤΟ τους πρόδωσαν στην Κύπρο.
Η αποχώρηση δεν ήταν τόσο μακροχρόνια όσο αυτή της Γαλλίας, ωστόσο, συνέβη σε μια ιδιαίτερα φορτισμένη, ιστορικά και πολιτικά, περίοδο για τη χώρα μας. Η απόφαση για απόσυρση από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας ελήφθη στις 14 Αυγούστου του 1974, από την οικουμενική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Πρόκειται για αντίδραση της ελληνικής πλευράς στην τουρκική στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο.
Το 1980 και εν όψει της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ η τότε κυβέρνηση έκρινε πως έπρεπε να κλείσει αυτήν την εκκρεμότητα. Και προς τούτο απαιτείτο, στο πλαίσιο της ομοφωνίας, και η συναίνεση της Τουρκίας.
Η αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας διήρκεσε έξι χρόνια. Μόλις εβδομήντα ημέρες πριν από την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ, στις 19 Οκτωβρίου του 1980, η κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη αποφάσισε την επάνοδο. Η απόφαση συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα θετικά σχόλια των δυτικών κυβερνήσεων, ενώ, καθώς βρισκόμασταν στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, το σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων «Τας», μετέδωσε ότι «η Ελλάδα ενέδωσε στις πιέσεις των Αμερικανών».
Το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ διατύπωναν πλήρη αντίδραση στην κυβερνητική απόφαση. Με κυρίαρχο σύνθημα το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», στην Αθήνα διοργανώθηκαν μαχητικά συλλαλητήρια. Εκτοτε, η χώρα μας παραμένει πλήρως ενταγμένη στις δομές της Συμμαχίας.
Ο σημερινός Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερτογάν δήλωσε σε κατάλληλη ευκαιρία ότι ήταν λάθος το 1980 η συναίνεση της Τουρκίας για την επιστροφή της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Αν για την Τουρκία αυτή η επανένταξη ήταν λάθος, μήπως ήταν και για την Ελλάδα λάθος η αποχώρηση τον Αύγουστο του 1974, μετά τον δεύτερο Αττίλα στην Κύπρο; Ως γνωστόν μετά από αυτήν την αποχώρηση το νατοϊκό στρατηγείο στη Σμύρνη είχε Τούρκο διοικητή, ενώ πριν υπήρχε Αμερικανός διοικητής με δύο υποδιοικητές, έναν Έλληνα και έναν Τούρκο. Έτσι προέκυψε το γνωστό πρόβλημα στον καθορισμό των περιοχών του επιχειρησιακού ελέγχου.
Η Ελλάδα εντάχθηκε στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ με το σχέδιο Ρότζερς το 1980. Η συγκεκριμένη συμφωνία δεν επανέφερε τις διευθετήσεις επιχειρησιακού ελέγχου που υφίσταντο πριν από την έξοδο. Η συμφωνία Ρότζερς άφησε ασαφή τα όρια του ελέγχου του στρατηγείου της Λάρισας, το οποίο βρισκόταν υπό ελληνική διοίκηση, χωρίς όμως να εξασφαλίσει τον έλεγχο του εναέριου χώρου του Αιγαίου από την ελληνική αεροπορία, ενώ το ναυτικό μας δεν μπορούσε να ασκεί τον απόλυτο έλεγχο στην περιοχή του Αιγαίου, καθώς υπήρχε η δυνατότητα παραχώρησης αυτού του ελέγχου σε Τούρκο διοικητή. Αυτές οι ασάφειες του σχεδίου Ρότζερς έδωσαν το δικαίωμα στην Τουρκία να ερμηνεύει σύμφωνα με τα συμφέροντα της τα όρια του επιχειρησιακού ελέγχου στο Αιγαίο.
Με τα δεδομένα αυτά, μήπως ήταν λάθος η αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ; Από αυστηρά επιχειρησιακή σκοπιά, αναμφίβολα ήταν λάθος. Δεν είναι εύκολο να φανταστούμε σε τί κατάσταση θα βρίσκονταν σήμερα η Ελλάδα, αν δεν ήταν πλήρες μέλος της συμμαχίας του ΝΑΤΟ.
Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΠΌ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τις αναθεωρητικές απόψεις της γείτονος χώρας για το καθιερωμένο status quo τόσο στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και για τα Ευρωπαϊκά εδάφη, τις δηλώσεις περί γαλάζιας πατρίδας και των συνόρων της καρδιάς τους, τις ικανότητες για κατασκευή στρατιωτικού υλικού, εμείς θα πρέπει να διαθέτουμε αξιόμαχο στράτευμα τόσο από πλευράς προσωπικού, όσο και από σύγχρονα οπλικά συστήματα. Προς την πλευρά αυτή κινείται τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση της ΝΔ, εξασφαλίζοντας πόρους για τα εξοπλιστικά, αλλά και έμπρακτη υποστήριξη από τους συμμάχους και τις ΗΠΑ. Κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί η ψυχρή αντιμετώπιση που είχε η νεοπαγής τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όταν ζήτησε στις αρχές του 2015 οικονομική βοήθεια από τους ηγέτες της Ρωσίας, Κίνας, αλλά και αυτού του ομοϊδεάτη της προέδρου της Βενεζουέλας Μαδούρο.
Ως προς την συμμετοχή της Ελλάδας στο ενιαίο νόμισμα Euro, χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν το δικό τους νόμισμα όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, έχουν αρκετά χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από την Ελλάδα και δεν φαίνεται να ευνοούνται από τη χρήση του δικού τους νομίσματος. Η παντελής απουσία της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι (εκτός ΕΕ) είναι αδιανόητη και θα γύριζε τη χώρα στις συνθήκες του 1950.

ΠΗΓΗ http://lastpoint.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου