Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

Σουλιώτες: Οι Αετοί της Ηπείρου και οι σύγχρονοι αποδομητές (Β’ Μέρος)


Στα πλαίσια της «αποδόμησης των εθνικών μύθων», προνομιακή θέση κατέχει και η κατάρριψη του «μύθου» των Σουλιωτών, μιας από τις ισχυρότερες καταγωγικές αφηγήσεις του νεώτερου ελληνισμού[1]. Αυτό το εγχείρημα εκφράζεται κυρίως μέσω της αποσιώπησης – χαρακτηριστικά, στο ιστορικό ντοκιμαντέρ του Σκάι για την Τουρκοκρατία, στις αρχές του 2010, εκθειάζεται ο Αλή πασάς και αποσιωπούνται ολοκληρωτικά οι Σουλιώτες. 

Τέλος, μέσα από ορισμένες ιστορικές πραγματείες –όπως αυτή της Βάσως Ψιμούλη– επιχειρείται ένα βήμα πιο πέρα, δηλαδή η ανοικτή αμφισβήτηση του ίδιου του «εθνικού μύθου» του Σουλίου και των Σουλιωτών[2].

Του Γιώργου Καραμπελιά*
ΠΗΓΗ ΑΡΔΗΝ ΡΗΞΗ

Και, δυστυχώς, αυτό το εγχείρημα διαθέτει ήδη τους «προοδευτικούς» τίτλους τιμής του. Ο Γιάννης Κορδάτος, ο «γενάρχης» της μαρξιστικής ιστοριογραφίας –παρότι σήμερα δεν προβάλλεται εξ αιτίας της πληθώρας των σφαλμάτων του και των ενίοτε επιδερμικών αποφάνσεών του–, είναι ο πρώτος διδάξας. Έτσι στην Ιστορία (του) της νεώτερης Ελλάδας, δεν περιλαμβάνεται κάποιο κεφάλαιο ή υποκεφάλαιο για το Σούλι, ενώ οι ελάχιστες σχετικές αναφορές γίνονται σε κεφάλαιο σχετικό με τον Αλή πασά, όπου αντιπαρατίθεται ο προοδευτικός Τεπελενλής προς τους ληστές και πλιατσικολόγους Σουλιώτες! Στις γεμάτες θαυμασμό και επαίνους σελίδες για τον τελευταίο, διαβάζουμε:

Επειδή χτύπησε τους εκμεταλλευτές και δυνάστες της φτωχολογιάς καθώς και τους Σουλιώτες και τους κοτζαμπάσηδες, του έψαλλαν όσα σέρνει η σκούπα και έτσι σχηματίστηκε η παράδοση πως ήταν αιμοβόρος, άρπαγας και σκληρός τύραννος.[ ] Όσο ζούσεν ο Αλής η αγροτιά της Θεσσαλίας τον αγαπούσε, γιατί δεν άφηνε τους μπέηδες και τσιφλικάδες να φέρνονται σκληρά στους κολλιγάδες και φτωχοαγρότες[3]. Είναι γνωστή η θετική αποτίμηση πολλών Ελλήνων ιστορικών και ιστοριολογούντων, και όχι μόνο της Αριστεράς, για τον Αλή, τον οποίον εντάσσουν στον «διαφωτισμένο μοναρχισμό»[4], ωστόσο κανείς δεν έφτασε, εξ αντιδιαστολής, σε τόσο αρνητικές τοποθετήσεις για τους Σουλιώτες:

…δεν είναι σωστό ότι ο Αλής χτύπησε τους Σουλιώτες με τον πιο σκληρό τρόπο; Σωστό είναι, αλλά τι ήταν οι Σουλιώτες; Η απάντηση είναι ότι ήταν κλέφτες που ρήμαζαν τα γύρω χωριά[5]. Σύμφωνα με τη μαρξιστική ορθοδοξία, οι Σουλιώτες ανήκαν σε καθυστερημένους πληθυσμούς και «ο δημοκρατισμός τους για τον οποίο κάνουν λόγο οι «αστοί ιστορικοί» αντανακλούσε την πρωτόγονη οργάνωση του γένους και όχι νεώτερες δημοκρατικές αντιλήψεις»[6]. Κατά συνέπεια, αποτελούσαν εμπόδιο στην πρόοδο και, όπως μας διδάσκει η «ιστορία», θα… έπρεπε να εξαλειφθούν.

Συνεχίζοντας την παράδοση του Γιάννη Κορδάτου, κάποιοι ιστορικοί θα επιχειρήσουν να κατεδαφίσουν τον «μύθο των Σουλιωτών», αποδομώντας τις πιο παραδειγματικές στιγμές αλλά και μορφές του αγώνα τους, το Κούγκι και τον Σαμουήλ, τον Φώτο Τζαβέλα[7], την Δέσπω Μπότση και τη Λένω Μπότσαρη και προπαντός τον χορό του Ζαλόγγου. Διαβάζουμε σχετικά από τη Βάσω Ψιμούλη: “…στρατεύματα του Αλή [ ] επιτίθενται αιφνιδιαστικά στους Σουλιώτες που έχουν καταφύγει στο Ζάλογγο. Στη διάρκεια της διεξαγόμενης σε στενωπούς και μονοπάτια του όρους, μάχης, μέρος των γυναικοπαίδων κατακρημνίστηκε είτε απωθούμενο στην άκρη του γκρεμού από τους οπισθοχωρούντες μαχητές είτε με απόφαση των γυναικών να προτιμήσουν γι’ αυτές και τα παιδιά τους τον εκούσιο θάνατο παρά μια οδυνηρή αιματοχυσία και αιχμαλωσία. Αγνοούμε, ωστόσο, αν αυτό συνέβη «εν χοροίς και άσμασι», όπως περιγράφει ο Περραιβός στην έκδοση της Βενετίας.

Ο ίδιος βέβαια θα το αναιρέσει στην έκδοση της Αθήνας, αλλά θα το επαναλάβουν οι μεταγενέστεροι Ι. Λαμπρίδης και Σπ. Αραβαντινός, πλάθοντας έτσι τον δεύτερο ηρωικό μύθο μετά απ’ αυτόν της αυτοπυρπόλησης του Σαμουήλ» [8]. [‘Άλλωστε Σύμφωνα με τη Β. Ψιμούλη, ο Φώτος Τζαβέλας δεν ήταν ήρωας αλλά πράκτορας του Αλή πασά, ο οποίος ανατίναξε, για λογαριασμό του Αλή, το Κούγκι, αυτός και όχι ο Σαμουήλ! Για να στηρίξει μάλιστα την απομυθοποίηση του Φώτου και του Σαμουήλ προβαίνει σε ανοικτή παραποίηση των πηγών, όπως έχω καταδείξει στο βιβλίο μου για το Σούλι– βλ. ΓΚ VII, σσ. 97-133.]

Δεν γνωρίζουμε λοιπόν σύμφωνα με την κα Ψιμούλη εάν οι Σουλιώτισσες κατακρημνίστηκαν σπρωγμένες από τους… Σουλιώτες, ή εάν αποφάσισαν οι ίδιες να αποφύγουν την «οδυνηρή αιματοχυσία και αιχμαλωσία»! Ακόμα όμως και αν δεχθούμε την τελευταία εκδοχή, αμφισβητείται το εάν απέφυγαν την «αιματοχυσία» «εν χοροίς και άσμασι»· για τη συγγραφέα πρόκειται για μύθο κατασκευασμένο από τον Περραιβό. Και όμως, τέτοια έκφραση δεν απαντάται στην «έκδοση της Βενετίας» του 1815! Ο Περραιβός ποτέ δεν αναφέρθηκε σε «άσματα», αλλά σε έναν «χορό του θανάτου», όπου η μία γυναίκα ακολουθούσε την άλλη στον γκρεμό.

«Αἱ γυ­ναῖ­κες, ἐ­συ­νά­χθη­σαν ἕ­ως ἑ­ξή­κον­τα ἐ­πά­νω εἰς ἕ­να πε­τρώ­δη κρη­μνόν. Ἐ­κεῖ ἐ­συμ­βου­λεύθη­σαν κ’ ἀ­πε­φά­σι­σαν, ὅ­τι κα­λή­τε­ρα νὰ ῥι­φθοῦν κά­τω ἀ­πὸ τὸν κρη­μνὸν διὰ ν’­ ἀ­πο­θά­νουν, πά­ρεξ νὰ πα­ρα­δο­θοῦν διὰ σκλά­βαις εἰς χεῖ­ρας τῶν Τούρ­κων. Ὅ­θεν ἁρ­πά­ξαν­τες μὲ τὰς ἰ­δί­ας χεῖ­ρας τὰ ἄ­κα­κα, και τρυ­φε­ρὰ αὐ­τῶν βρέ­φη, τὰ ἔρ­ρι­πταν κά­τω ἀ­πὸ τὸν κρη­μνόν. Ἔ­πει­τα … χο­ρεύ­ου­σαι ἐ­πη­δοῦ­σαν εὐ­χα­ρί­στως μί­α κα­τό­πιν τῆς ἄλ­λης ἀ­πὸ τὸν κρη­μνόν»[9]. Ποιος είναι λοιπόν ο δημιουργός του «μύθου» των ασμάτων, αφού δεν είναι ο Περραιβός; Ο ίδιος ο Φρανσουά Πουκεβίλ(!), που είχε γράψει, το 1821:

«Ηρωικό θάρρος εξήντα γυναικών [ ]. Ρίχνουν τα παιδιά τους πάνω στους πολιορκητές, σαν να ήταν πέτρες· έπειτα, ψάλλοντας τον επιθανάτιο ύμνο τους και κρατώντας η μια το χέρι της άλλης, ρίχτηκαν στο βάθος της αβύσσου, όπου τα κομματιασμένα πτώματα των παιδιών τους δεν άφησαν ορισμένες να συναντήσουν τον θάνατο όπως θα το εύχονταν»[10]. Όσο για την πατρότητα της έκφρασης, ανήκει στον Κ. Παπαρρηγόπουλο[11], που την χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1874, στηριγμένος στην περιγραφή του Πουκεβίλ, και το 1890 την επανέλαβε ο Ι. Λαμπρίδης[12]. Όσο για τον ιστορικό πυρήνα του συμβάντος, ήταν ήδη γνωστός. Γράφει, στα 1805, ο Μπαρτόλντυ: «Τριάντα εννέα γυναίκες έπεσαν από τα βράχια με τα παιδιά τους, ορισμένα από τα οποία θήλαζαν ακόμα», για να επανέλθει ο Χόλλαντ[13], το 1813: «μια ομάδα Σουλιώτισσες συγκεντρώθηκαν πάνω από ένα βάραθρο, κοντά στο σημερινό σεράι, και έριξαν μέσα στη χαράδρα τα παιδιά τους».

Έτερος των αμφισβητιών του Ζαλόγγου, ο Αλέξης Πολίτης, προσπαθεί να αποδομήσει τον «χορό», ακόμα και με τη χρήση της… ψυχανάλυσης: «Ο Χορός του Ζαλόγγου αποτελεί, μαζί με τις μυθοποιημένες εκδοχές των κλεφταρματολών και των αλλεπάλληλων εξεγέρσεων κατά των Οθωμανών, το συμπληρωματικό ταίρι του Κρυφού σχολειού: παιδεία και ανδρεία συνιστούν τα αγκωνάρια κάθε ιδεολογήματος για την εξαιρετική ελληνική φυλή.» Αφού έχει πλέον συκοφαντηθεί το «Κρυφό Σχολειό» –δηλαδή, οι αγώνες για την παιδεία στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας–, συκοφαντία στην οποία είχε πρωτοστατήσει ο Αλέξης Πολίτης θα πρέπει το έργο να ολοκληρωθεί με την κατεδάφιση της κλεφτουριάς

Και συνεχίζει: « Βέβαια οι υπερασπιστές κι οι προδότες του Σουλίου, όπως κι οι γυναίκες που αυτοκτόνησαν, δεν είχαν –εκείνα ακόμα τα χρόνια, 1803– ενταχθεί ολοκλη­ρωτικά στην εθνική ομάδα των Ελλήνων· Αρβανίτες ήταν, δηλαδή Αλβανοί – αυτό είναι όμως άλλο ζήτημα. Ως προς το ίδιο το γεγονός, η μυθοποίηση βρίσκεται μονάχα στην εξιδανίκευση, στο χορό· αυτό άλλωστε είναι το διαφορετικό και το εξαιρετικό, επειδή αυτοκτονίες απελπισμένων, ακόμα και ομαδικές, δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο στην ανθρώπινη ιστορία» [14].

Στο Σούλι, λοιπόν, όπως δηλώνει ο συγγραφέας, το γεγονός ότι οι «γυναίκες αυτοκτόνησαν», δεν συνιστά αφ’ εαυτού τίποτε το εξαιρετικό! Διαφεύγουν, βέβαια, της προσοχής του τα μωρά που έριξαν στο βάραθρο, «για να μη γίνουν σκλάβοι στα χέρια των εχθρών τους», που μάλλον το καθιστά λίγο περισσότερο «εξαιρετικό» ! Άλλωστε –έσχατο επιχείρημα–, οι Σουλιώτες δεν ήταν Έλληνες! Η απόφανση ξεκινά με μια σχετικώς ήπια διατύπωση: «δεν είχαν ενταχθεί ολοκληρωτικά στην εθνική ομάδα των Ελλήνων», για να καταλήξει «Αρβανίτες ήταν, δηλαδή Αλβανοί»!

Έτσι, ένα τραγικό και δραματικό γεγονός, ο αυτοχειριασμός των Σουλιωτισσών και ο τραγικός θάνατος των παιδιών τους, μεταβάλλεται σε κάτι σύνηθες «στην ανθρώπινη ιστορία». Διότι το «τι ακριβώς συνέβη στο Ζάλογγο», το γνώριζαν μόνον όσοι ήσαν παρόντες! Τέλος, καταδεικνύει πώς παγιδεύτηκαν και οι «Ευρωπαίοι», ως εραστές του χορού, στον μύθο του Ζαλόγγου:

«Υπάρχει όμως μια δεύτερη εντυπωσιακή ιδιαιτερότητα, μια μοναδικότητα πιστεύω: η ευρωπαϊκή καλλιέργεια του χορού και η διασάλπισή του από τα φιλελληνικά ηχεία.[ ] Το Σούλι, λοιπόν, έχοντας από τη μια μεριά τον άκρο ηρωισμό κι από την άλλη την άκρα βιαιότητα του Αλή, συνιστούσε εξαίρετο παράδειγμα (ρομαντισμού), το ίδιο κι ο γυναικείος ηρωισμός – κι εδώ, αν ζητήσουμε τη βοήθεια της ψυχανάλυσης, ίσως ν’ ανακαλύψουμε κι έναν κρυμμένο ανδρικό ερωτισμό»[15].

Με αυτή την απαραίτητη ψυχαναλυτική πινελιά, συμπληρώνεται η εικόνα του «μύθου» και της εξαιρετικής διάδοσής του στα πέρατα της Οικουμένης. Εκτός από την αγάπη για τον χορό, συνήργησε και ο κρυμμένος ανδρικός ερωτισμός με τις σαδομαζοχιστικές του συμπαραδηλώσεις, η βιαιότητα του Αλή και ο γυναικείος ηρωισμός. Βεβαίως, η συμπερίληψη και των κομματιασμένων, στα βράχια, νεογνών θα χαλούσε την ερωτική/ρομαντική εικόνα, και ίσως γι’ αυτό απαλείφονται ολοκληρωτικά από τον «πίνακα».

*Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Εναλλακτικές Εκδόσεις. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΙΣ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΗΓΗ

ΠΗΓΗ https://www.history-point.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου