Γενικά περί των δύο Βαλκανικών Πολέμων
Εισαγωγή
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-1913 έχουν εξαιρετική σημασία για την ιστορία του 20ού αιώνα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειές τους επηρέασαν τις πολιτικές, κοινωνικο-οικονομικές και πολιτισμικές εξελίξεις της περιοχής για πολλές δεκαετίες και ορισμένες από τις επιπτώσεις τους αποτελούν και σήμερα αντικείμενο επιστημονικών αλλά και δημόσιων συζητήσεων. Οι ιστοριογραφίες των χωρών που πήραν μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους πρότειναν αντιφατικές μεταξύ τους ερμηνείες. Είναι ωστόσο χαρακτηριστικό ότι διαφοροποιήσεις δεν παρουσιάζονται μόνο μεταξύ των διαφορετικών χωρών αλλά και μέσα στα σύνορα της ίδιας χώρας...
Σε κράτη όπως η Βουλγαρία και η Τουρκία, το τραύμα της ήττας πυροδότησε το αίτημα για την απόδοση «ευθυνών», ενώ η αναζήτηση των «αιτιών» των πολέμων είχε πολιτικούς στόχους. Στις περιπτώσεις της Σερβίας και της Ελλάδας, που βγήκαν νικήτριες από τον πόλεμο, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ενσωματώθηκαν – για διαφορετικούς, σε κάθε περίπτωση, λόγους – σε ένα ευρύτερο ιστοριογραφικό πλαίσιο, το οποίο συμπεριλάμβανε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην περίπτωση της Σερβίας και τη Μικρασιατική Εκστρατεία στην περίπτωση της Ελλάδας.
- Το διπλωματικό ανταγωνισμό μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων για την κυριαρχία στα οθωμανικά εδάφη,
- Τη σταδιακή παρακμή της αυτοκρατορίας του σουλτάνου και
- Τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα των βαλκανικών λαών που αγωνίζονταν για την ίδρυση των εθνών-κρατών τους.
- Την ένωση της Ανατολικής Ρωμυλίας με τη Βουλγαρία και τον επακόλουθο Σερβο-Βουλγαρικό πόλεμο το 1885,
- Τον Ελληνο-Τουρκικό πόλεμο του 1897, τον ξεσηκωμό στη Μακεδονία το 1903,
- Την προσάρτηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης από την Αυστροουγγαρία και
- Τη διακήρυξη της Βουλγαρικής ανεξαρτησίας το 1908,
- Την Αλβανική εξέγερση της περιόδου 1910-1912 και κάποιες ακόμα μικρότερης σημασίας εντάσεις.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι δημιούργησαν νέα δεδομένα στη χερσόνησο. Καμιά από τις χώρες δεν ήταν πλήρως ευχαριστημένη με τα νέα της σύνορα, ενώ η δυσαρέσκεια ήταν πολύ μεγαλύτερη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, τη Βουλγαρία και την Αλβανία. Η Ελλάδα απαιτούσε τα νησιά του Αιγαίου, η Σερβία επιδίωκε μια διέξοδο προς τη θάλασσα και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο ήθελε τη Σκόδρα και η Ρουμανία ενδιαφερόταν για την Τρανσυλβανία και τη Βεσσαραβία.
Η Δημιουργία της Βαλκανικής Συμμαχίας
Τον Μάρτιο του 1912 η Σερβία και η Βουλγαρία με την έγκριση της Γερμανίας υπέγραψαν συμμαχία εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βάσει της συμφωνίας σε περίπτωση νίκης επί των Τούρκων, η Βουλγαρία θα προσαρτούσε τα εδάφη ανατολικά του Στρυμόνα, η Σερβία τα εδάφη βόρεια του όρους Σκάρδος. Οι δύο χώρες δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας. Στην συμμαχία προστέθηκε αργότερα και το Μαυροβούνιο.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος που ήταν τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, θεωρώντας ότι, αν ξεσπάσει ένοπλη σύγκρουση στα Βαλκάνια χωρίς Ελληνική συμμετοχή θα χανόταν για πάντα η δυνατότητα να υλοποιηθούν οι Ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπέγραψε τον Μάιο του 1912 αμυντική συμμαχία με τη Βουλγαρία. Οι δύο χώρες επίσης δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας και συναίνεσαν απλώς στο να κρατήσει κάθε χώρα όσα εδάφη θα κατάφερνε να αποσπάσει από την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Με τις τολμηρές του διπλωματικές πρωτοβουλίες ο Βενιζέλος ήρθε σε αντίθεση με την ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο (όπως και ο Ίων Δραγούμης) λόγω και του πρόσφατου Μακεδονικού αγώνα θεωρούσε πιο επικίνδυνο αντίπαλο την Βουλγαρία και εξέταζε την περίπτωση συμμαχίας με την Τουρκία. Με δεδομένη την πρόσφατη περίοδο του Μακεδονικού αγώνα, την αντιπαλότητα με τη Βουλγαρία και γενικότερα με τους φορείς των ιδεών του πανσλαβισμού, στην Ελληνική πολιτική ζωή κυριαρχούσε από τα τέλη του 19ου αιώνα η ιδέα του Σλαβικού κινδύνου.
Ο καταστροφικός πόλεμος του 1897 είχε επηρεάσει πολλούς, ανάμεσα τους και τον Ίωνα Δραγούμη ο οποίος θεώρησε ότι το Ελληνικό κράτος είχε αποτύχει και ότι η πρόοδος του Ελληνισμού θα έπρεπε να αναζητηθεί με μία αυτοκρατορική λογική μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι απόψεις αυτές φτάνουν στο αποκορύφωμά τους λίγο πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους όταν ο Ίων Δραγούμης απογοητευμένος από το Ελληνικό κράτος μιλάει πιο ιδεαλιστικά για «ανατολικό κράτος», απαξιώνοντας «το κρατίδιον», όπως αποκαλούσε την Ελλάδα.
Η αλήθεια είναι ότι μετά την επανάσταση στο Γουδί ο Ελληνικός στρατός είχε βελτιώσει με πολύ γρήγορους ρυθμούς το επίπεδο εκπαιδεύσεως με την άφιξη ξένων (Γαλλικών) εκπαιδευτικών αποστολών, είχε ανανεώσει και εκσυγχρονίσει τον εξοπλισμό του, και είχε διοικητικά αναδιοργανωθεί με την βελτίωση του συστήματος των προαγωγών των αξιωματικών και την απομάκρυνση των Βασιλοπαίδων από την ηγεσία. Ταυτόχρονα τέθηκε σε εφαρμογή και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του στόλου με αποκορύφωμα την αγορά του Θωρηκτού «Αβέρωφ».
Γενική Βαλκανική Κατάσταση
- 1903 Αυστροουγγαρία και Ρωσία συνομολογούν το Πρόγραμμα Μυρστέγκ που αφορά μεταρρυθμίσεις για τη Μακεδονία. Αναταραχή στη Σερβία. Δολοφονείται ο Βασιλιάς Αλέξανδρος εκ του Οίκου Ομπρένοβιτς από συνωμότες αξιωματικούς. Η εθνική συνέλευση εκλέγει Βασιλιά τον Πέτρο Καραγιώργιεβιτς που αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο στα μετέπειτα δρώμενα. Η Βουλγαρία σε επαναστατικό κίνημα. Οι Τούρκοι συλλαμβάνουν Βούλγαρους κομητατζήδες.
- 1906 Ο Ελληνικός ένοπλος αγώνας στη Μακεδονία έχει επικρατήσει. Οι Βούλγαροι εξαπολύουν στη συνέχεια συμμορίες κατά Ελλήνων στην Ανατολική Ρωμυλία ενώ τον Ιούνιο επέδραμαν στη Φιλιππούπολη, Αγχίαλο και Βάρνα. Ακολουθούν σφαγές πυρπολήσεις και διωγμός Ελλήνων. Η Ελλάδα ξεκινά επίσημα, (πρώτη Βαλκανική Χώρα), προγράμματα στρατιωτικού εξοπλισμού και εκπαίδευσης.
- 1907 Μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών συνομολογείται η Δήλωση Συνεννόησης (1907) που περισσότερο αφορά σύσφιξη σχέσεων. Οι Μονάρχες Ρωσίας και Αυστρίας συνομολογούν τη Συμφωνία του Ίτσλ για διατήρηση του "Status Quo" στη Βαλκανική. εκ της οποίας και ακολουθεί η Διακοίνωση Ρωσίας - Αυστρίας προς κυβερνήσεις Αθηνών, Βελιγραδίου και Σόφιας.
- 1908 Η Βουλγαρία, με την υποστήριξη της Αυστροουγγαρίας ανακηρύσσεται ανεξάρτητο Βασίλειο. Ο Σουλτάνος, υπό την πίεση των Ρώσων αναγκάζεται να το αναγνωρίσει. Βασιλιάς αναλαμβάνει ο Φερδινάνδος ο οποίος και ξεκινά αμέσως πρόγραμμα στρατιωτικού εξοπλισμού και εκπαίδευσης. Ακολουθεί η Συμφωνία Σόφιας (1908) μεταξύ Βουλγαρίας και Τουρκίας που αφορά Μουσουλμανικά προνόμια, όχι όμως και των Ελλήνων.
- 1909 Από τις αρχές του έτους το Νεοτουρκικό κομιτάτο φέρεται να έχει επικρατήσει. Ένταση μεταξύ Τουρκίας και Βουλγαρίας, συνομολογούνται τα δύο Πρωτόκολλα Πετρούπολης (1909). Αυτών ακολουθεί η (μυστική) Συνθήκη Πετρούπολης (1909) μεταξύ Ρωσίας και Βουλγαρίας. Η σχέση του Νεοτουρκικού κομιτάτου με την Ελλάδα αρχίζει να εκτραχύνεται, στη προσπάθεια των Νεότουρκων για κατάργηση της αυτονομίας της Κρήτης και την επαναφορά της στην Οθωμανική κυριαρχία.
- 1912 Διάβημα Αυστρίας (1912) προς Ιταλία γι΄ αποφυγή εμπλοκής στα Βαλκάνια. Συνομολογείται η Συνθήκη Φιλίας - Συμμαχίας Σόφιας μεταξύ Σερβίας και Βουλγαρίας, αυτής ακολουθεί η Συνθήκη Αμυντικής Συμμαχίας Σόφιας μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Τον Ιούνιο συνέρχεται το Συνέδριο Πάτμου (1912) που εκφράζει τον διακαή πόθο της ένωσης της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα. Ξεκινά η Διάσκεψη του Βουκουρεστίου που θα ολοκληρωθεί τον Αύγουστο του 1913. Τέλος στις 18 Ιουνίου συνομολογείται η περίφημη Συμφωνία των Χριστιανικών Κρατών του Αίμου που αφορά τη συμμαχία μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας, Ελλάδας και Μαυροβουνίου.
Τις παραμονές του Α’ Βαλκανικού Πολέμου τα σύνορα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έχουν υποχωρήσει σε σημαντικό βαθμό και τίποτα δεν θυμίζει την παλιά κραταιά δύναμη που δέσποζε άλλοτε στην περιοχή. Η εν λόγω υποχώρηση οφείλεται σε μια σειρά από παράγοντες που άπτονται του ουσιαστικού ζητήματος του εκσυγχρονισμού της αυτοκρατορίας, η οποία αδυνατεί να παρακολουθήσει τις ραγδαίες κοινωνικές, τεχνολογικές, οικονομικές, πολιτικές κ.ά. εξελίξεις της γηραιάς ηπείρου, αλλά και στις επιδιώξεις του εξωτερικού παράγοντα.
Η Συνθήκη του Βερολίνου
Ήδη με τις αποφάσεις του συνεδρίου του Βερολίνου, τον Ιούνιο του 1878, το οποίο περιόριζε μερικώς τα καταστροφικά αποτελέσματα της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου του Μαρτίου του 1878, που αναγκάστηκε να παραχωρήσει η Υψηλή Πύλη μετά τη συντριβή των στρατευμάτων της από τους Ρώσους λίγο έξω από την Κωνσταντινούπολη, η Οθωμανική αυτοκρατορία έχει απολέσει σημαντικές κτήσεις της στην Ευρώπη.
Η Αυτοκρατορία μετά την Επανάσταση των Νεοτούρκων
Η κατάσταση της αυτοκρατορίας θα επιδεινωθεί έτι περισσότερο με την επανάσταση των Νεοτούρκων που ξεσπά το 1908. Οι Αυστριακοί, έχοντας εξασφαλίσει την ανοχή της Ρωσίας και εκμεταλλευόμενοι τη ρευστή κατάσταση που δημιούργησε η εν λόγω επανάσταση, προσάρτησε οριστικά την περιοχή.
Αποτέλεσμα των παραπάνω υποχωρήσεων ήταν να περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό η κυριαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στην Ευρώπη εξακολουθούσε να ελέγχει τη σημερινή Αλβανία, το Κόσοβο, το ανατολικό Μαυροβούνιο, μια στενή λωρίδα γης στα νότια της Σερβίας, την Ήπειρο, τη Μακεδονία και τη Θράκη.
Η επιθυμία των βαλκανικών κρατών –Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο και Βουλγαρία– για οριστική αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας οδήγησε στις αρχές του φθινοπώρου του 1912 στη σύμπραξη κατά της ασθμαίνουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η άρνηση της Τουρκίας να αποδεχθεί ριζικές μεταρρυθμίσεις προς όφελος των χριστιανικών πληθυσμών είχε ως αποτέλεσμα την κήρυξη του πολέμου, ο οποίος ονομάστηκε Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος. Παρά το γεγονός ότι μεταξύ των τεσσάρων συμμαχικών κρατών είχαν συναφθεί αμυντικές συνθήκες και συμφωνίες, ωστόσο εισήλθαν στον πόλεμο χωρίς κοινό σχέδιο επιχειρήσεων.
Στη γιγάντια αυτή προσπάθεια, ο Ελληνικός Στρατός, πέρα από την ένθερμη συμπαράσταση ολόκληρου του ελληνικού λαού, είχε και την ενεργή συμμετοχή των αλύτρωτων ακόμη αδελφών μας, αλλά και πολλών φιλελλήνων του Εξωτερικού και Κρητών εθελοντών, που κατά χιλιάδες συνέρεαν και ενίσχυαν τον αγώνα. Τα πατριωτικά κηρύγματα είχαν διαποτίσει τις ψυχές όλων των Ελλήνων και είχαν ανάψει στα στήθη της νεολαίας την ορμή για αγώνα.
Η Ελλάδα και τα άλλα βαλκανικά κράτη, είχαν βλέψεις στις κατεχόμενες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία περιοχές της Βαλκανικής Χερσονήσου, για να επιτύχουν την απελευθέρωση των «ομαιμόνων» πληθυσμών τους, οι οποίοι υπέφεραν υπό τον Οθωμανικό ζυγό, αλλά και για την εδαφική τους επέκταση. Στις βλέψεις και επιδιώξεις αυτές, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις συνέπιπταν, αποδίδονται τα αίτια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου.
Τα αίτια υπήρχαν, οι ήδη συναφθείσες, μεταξύ των βαλκανικών κρατών, συμμαχίες έστω και διμερείς, ενίσχυαν τη θέση τους και τα καθιστούσαν ικανά να εμπλακούν και να ανταπεξέλθουν σε ένα πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το μόνο που απέμενε ήταν να δοθεί η σχετική αφορμή. Και υπήρξαν πολλές από μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι οποίες οδήγησαν στη βέβαιη, όπως προδιαγραφόταν, σύγκρουση.
Συγκεκριμένα:
- Οι σφαγές των Χριστιανών που οργανώθηκαν από τις τουρκικές αρχές στη σερβική πόλη ΚΟΤΣΑΝΑ του Κοσσυφοπεδίου, τον Ιούλιο του 1912, ενώ είχε προηγηθεί η αιματηρή καταστολή της Αλβανικής Επαναστάσεως.
- Η κατάσχεση από τις τουρκικές αρχές, μεγάλων ποσοτήτων σερβικού πολεμικού υλικού στα ΣΚΟΠΙΑ και η επίταξη όσων ελληνικών πλοίων βρί-σκονταν σε τουρκικά λιμάνια, τον Σεπτέμβριο.
- Η παραβίαση των συνθηκών του 1832 που καθόριζαν το καθεστώς της ΣΑΜΟΥ με αποβίβαση στο νησί τουρκικών δυνάμεων και εκτόξευση πυρών κατά του επιβατηγού πλοίου «Ρούμελη», που εκτελούσε δρομολόγιο της γραμμής.
- Τα σοβαρά μεθοριακά επεισόδια στα σύνορα με τη Βουλγαρία, Σερβία και το Μαυροβούνιο.
- Η κινητοποίηση/επιστράτευση, υπό το πρόσχημα ασκήσεων στη Θράκη εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις 16 Σεπτεμβρίου 1912, την οποία ακολούθησαν και οι σύμμαχοι χώρες την επομένη ημέρα.
Παρά τις παρεμβάσεις, που επιχείρησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις ο πόλεμος δεν αποφεύχθηκε. Έτσι στις 25 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση του Μαυροβουνίου, αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία, κήρυξε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για να ακολουθήσουν η Σερβία και Βουλγαρία στις 4 και η Ελλάδα στις 5 Οκτωβρίου.
Το Κομιτάτο των Νεοτούρκων, κατέλαβε την εξουσία στην Τουρκία με την επανάσταση του 1908. Παρά τις εξαγγελίες του, όμως, για φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όχι μόνο δεν τηρούσε τους όρους της Συνθήκης του Βερολίνου, του 1878, που προέβλεπαν παραχώρηση εδαφών σε Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία και Μαυροβούνιο και ευρύτατη αυτονομία των εθνικών μειονοτήτων που παρέμεναν στα εδάφη της Τουρκίας, αλλά ασκούσε όλο και πιο έντονη καταπίεση των μειονοτήτων αυτών.
Αρχιστράτηγος των Ελληνικών δυνάμεων είναι και πάλι ο διάδοχος Κωνσταντίνος, ο νικημένος του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897. Σοφότερος όμως τώρα, και με την πολιτική καθοδήγηση του μεγάλου Ελευθέριου Βενιζέλου, ηγείται ενός στρατού καλά οργανωμένου, καλά εφοδιασμένου με σύγχρονα όπλα και άφθονο υλικό, και με υψηλό φρόνημα. Μέσα σε τρία χρόνια από τη στρατιωτική επανάσταση στο Γουδί, έχουν γίνει πραγματικά θαύματα στην Ελλάδα.
Η πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα σφραγίστηκε από ευρείες αλλαγές σε διάφορα επίπεδα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της χώρας. Τα εκρηκτικά ανοιχτά εθνικά θέματα, ιδίως οι εξελίξεις στην Κρήτη και τη Μακεδονία, τροφοδοτούσαν πολιτική ένταση υπαγορεύοντας άμεσες και αποτελεσματικές πρωτοβουλίες.
Είναι γνωστό ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η κυβέρνησή του προετοιμάζονταν από καιρό για πόλεμο στα βόρεια της τότε Ελλάδας. Οι λόγοι που υπέβαλλαν κάτι τέτοιο ήταν οι ορέξεις της Βουλγαρίας για τη Μακεδονία και η κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ο «Μεγάλος Ασθενής»;
Τόσο ο Ελευθέριος Βενιζέλος όσο και η πλειοψηφία του τότε πολιτικού κόσμου μπορούσαν να διακρίνουν πως από τη μια η αποσύνθεση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και από την άλλη η κορύφωση του εθνικιστικού παροξυσμού σε όλα σχεδόν τα Βαλκανικά εθνικά κράτη καθιστούσαν μια ένοπλη αναμέτρηση στον χώρο της μείζονος γεωγραφικής Μακεδονίας αναπόφευκτη.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ένας διορατικός και τολμηρός πολιτικός, ο οποίος δεν δίσταζε να αναλάβει πρωτοβουλίες, εφόσον έκρινε ότι αυτό θα εξυπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα. Στο πλαίσιο αυτό γνώριζε καλά πως ο ύψιστος στόχος των Χριστιανικών κρατών της Βαλκανικής ήταν η εκδίωξη των Οθωμανών από τα Βαλκάνια και ο τερματισμός της μακραίωνης Οθωμανικής κυριαρχίας. Όλα τα υπόλοιπα μπορούσαν να περιμένουν τη διευθέτησή τους.
Παρά την οδυνηρή στρατιωτική ήττα και ταπείνωση στον πόλεμο με την Οθωμανική αυτοκρατορία το 1897, και εν μέσω οξείας οικονομικής κρίσης, η Ελλάδα είχε προχωρήσει σε αναδιοργάνωση του στρατεύματος, εξοπλίζοντάς το με σύγχρονο πολεμικό υλικό και φροντίζοντας για τη μετεκπαίδευση των αξιωματικών σε χώρες της δυτικής Ευρώπης. Το ηθικό ήταν υψηλό, ενώ τα συνεχή γυμνάσια εξασφάλιζαν το αξιόμαχό του.
Ο Ελληνικός λαός, σχεδόν στο σύνολό του, ζούσε με την προσμονή της εκπλήρωσης του ονείρου της Μεγάλης Ιδέας, της εδαφικής δηλαδή ολοκλήρωσης της Ελλάδας και της απελευθέρωσης των αλύτρωτων αδελφών. Το ενδεχόμενο σύγκρουσης με την Οθωμανική αυτοκρατορία γινόταν δεκτό με ενθουσιασμό.
Η έναρξη των πολεμικών συγκρούσεων και η ταχεία κατάρρευση της Οθωμανικής αντίστασης μαρτυρούσαν τη σύγχυση αλλά και την ελλιπή προετοιμασία των Οθωμανών. Γνωρίζουμε σήμερα πως οι Οθωμανικές αρχές είχαν υποτιμήσει τις δυνατότητες του Ελληνικού στρατού αλλά και την πρόθεση της Ελληνικής κυβέρνησης να εμπλακεί στις πολεμικές αντιπαραθέσεις.
Επιπλέον, τα προβλήματα στη συνεννόηση των οθωμανικών μονάδων μεταξύ τους καθώς και η έλλειψη πολεμοφοδίων και τροφίμων για τον Οθωμανικό στρατό ήταν ενδείξεις σοβαρών εσωτερικών προβλημάτων και πολιτικών αδιεξόδων. Σαφή ένδειξη της σύγχυσης στο εσωτερικό των Οθωμανών αποτελεί η ταχεία προέλαση του Ελληνικού στρατού από τον Σαραντάπορο στη Θεσσαλονίκη σε μόλις είκοσι μέρες, αλλά και οι βαρύτατες ήττες τους στις συγκρούσεις με τους Βουλγάρους στο μέτωπο της Θράκης.
Οι πρώτες ειδήσεις για την ταχεία προέλαση του Ελληνικού στρατού προκάλεσαν ρίγη συγκίνησης στην Αθήνα. Η ενότητα της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, στο πρόσωπο του πρωθυπουργού Βενιζέλου και του Διαδόχου Αρχιστρατήγου Κωνσταντίνου, λειτουργούσε ενοποιητικά αλλά και ενισχυτικά της εθνικής προσπάθειας. Οι νίκες των Βαλκανικών πολέμων τόνωσαν την εθνική αυτοπεποίθηση. Ήταν οι πρώτες ουσιαστικά επιτυχίες, μετά την Ελληνική Επανάσταση, εναντίον των άλλοτε πανίσχυρων Οθωμανών.
Ακόμη μεγαλύτερη υπήρξε η συγκίνηση των κατοίκων των νεοαπελευθερωμένων περιοχών. Η καταπίεση, οι διακρίσεις και οι ταπεινώσεις είχαν επιτέλους λάβει τέλος. Σε όλες τις απελευθερωμένες περιοχές οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα, οι κάτοικοι ξεχύνονταν στους δρόμους, παρελάσεις και εορταστικές εκδηλώσεις ολοκλήρωναν το εορταστικό σκηνικό. Το όνειρο της απελευθέρωσης είχε πραγματοποιηθεί, δικαιώνοντας τη θυσία όσων επί δεκαετίες είχαν αγωνιστεί για τα δίκαια του έθνους.
Επανάσταση στο Γουδί 1909
Η αρχή του 20ου αιώνα, σημαδεύτηκε από δύο στρατιωτικά κινήματα, τά οποία έμελλαν νά σφραγίσουν τή μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων στήν Ελλάδα καί στήν Τουρκία. Τό ένα κίνημα, τό κίνημα των Νεότουρκων του Κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος», έγινε τό 1908 καί στόχο είχε τήν κατάργηση του θεοκρατικού καθεστώτος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας καί τήν αντικατάστασή του μέ ένα καθεστώς, ευρωπαϊκού τύπου.
«Προς την Α.Μ. τον βασιλέα, την Κυβέρνησιν και τον Ελληνικόν Λαόν:
Η πατρίς μας ευρίσκεται υπό δυσχερεστάτας περιστάσεις, το δε επίσημον Κράτος, υβρισθέν και ταπεινωθέν, αδυνατεί να κινηθή προς άμυναν των δικαίων του.
Άπας ο Ελληνισμός, βαρυαλγών δια την λυπηράν ταύτην κατάστασιν, εξεδήλωσεν ότι ποθεί διακαώς την λήψιν συντόνων μέτρων προς αποτροπήν παρομοίων κινδύνων εν τω μέλλοντι. Aλλως τε υπό ξένων ακόμη, επισήμων και μη, επανειλημμένως υπεδείχθη, ότι το Έθνος μας δεν θα υφίστατο τ' ατυχήματα και τους εξευτελισμούς ους μέχρι τούδε υπέστη, εάν είχομεν παρασκευασμένην προς άμυναν Στρατιωτικήν και Ναυτικήν Δύναμιν επαρκή.
Ο Σύνδεσμος των αξιωματικών του Εθνικού στρατού της Ξηράς και του Ναυτικού, εμφορούμενος υπό των αυτών συναισθημάτων και συναισθανόμενος, ως πάντες οι Έλληνες, το δεινόν των περιστάσεων και την προς άμυναν του πατρίου εδάφους και των δικαίων του Έθνους ανάγκην υπάρξεως αξιομάχου στρατού και στόλου, γιγνώσκων δε ότι υπό των εκάστοτε αρμοδίων ημελήθη ο πλήρης καταρτισμός αυτών, ουχί εκ κακής θελήσεως.
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν επιδιώκει την κατάργησιν της Δυναστείας ή την αντικατάστασιν του Βασιλέως, ούτινος το πρόσωπον είναι ιερόν δια τους αποτελούντας αυτόν, ουδ' επιθυμεί να εγκαθιδρύση την απολυταρχίαν, ή την στρατοκρατίαν, ή να θίξη καθ' οιονδήποτε τρόπο το Συνταγματικόν Πολίτευμα, διότι οι αποτελούντες αυτόν αξιωματικοί εισί και αυτοί πολίται Έλληνες και έχουσιν ορκισθή εις την τήρησιν του Συντάγματος.
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ποθεί όπως η θρησκεία μας υψωθεί εις τόν εμπρέποντα ιερόν προορισμόν της,όπως η Διοίκησις της Χώρας καταστή χρηστή και έντιμος, όπως η Δικαιοσύνη απονέμηται ταχέως μετ' αμεροληψίας και ισότητος προς άπαντας εν γένει τους πολίτας αδιακρίτως τάξεως, όπως η Εκπαίδευσις του Λαού καταστή λυσιτελής δια τον πρακτικόν βίον και τας στρατιωτικάς ανάγκας της Χώρας, όπως η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών εξασφαλισθώσιν, και τέλος όπως τα οικονομικά ανορθωθώσιν, λαμβανομένων των απαιτουμένων μέτρων προς λελογισμένην διαρρύθμισιν των εσόδων και εξόδων του Κράτους.
Οι στρατιωτικοί πολύ ορθά δέν επιθυμούσαν νά αναλάβουν οι ίδιοι κυβερνητικό έργο, απλά έψαχναν μία κυβέρνηση η οποία θά έφερνε εις πέρας τό πρόγραμμα του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Οι παλαιοί πολιτικοί Θεοτόκης καί Ράλλης είχαν παραιτηθεί καί ο Ζορμπάς κάλεσε έναν πολιτικό, ο οποίος είχε δείξει πυγμή καί αποφασιστικότητα στό Κρητικό ζήτημα καί ο οποίος δέν ήταν άλλος από τόν Ελευθέριο Βενιζέλο.
«Ερχομαι απλός σημαιοφόρος νέων πολιτικών ιδεών καί υπό τήν σημαίαν ταύτην καλώ πάντας εκείνους, οίτινες συμμερίζονται τάς ιδέας ταύτας, εμπνέονται από τόν ιερόν πόθον ν'αφιερώσωσι πάσας τάς δυνάμεις της ψυχής καί του σώματος, νά συντελέσωσιν εις τήν επιτυχίαν των ιδεών τούτων.
Ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός εξασφάλισε μεγάλο Γαλλικό δάνειο γιά τήν ανόρθωση των οικονομικών καί γιά τήν προμήθεια εξοπλισμών οδηγώντας τή χώρα σέ εσωτερική ανασυγκρότηση, περαιτέρω εκβιομηχάνιση καί πολιτική σταθερότητα. Ρυθμίστηκαν θέματα πού αφορούσαν τά αγροτικά θέματα, τήν εργατική τάξη, τά δικαιώματα των γυναικών καί τήν αναδιοργάνωση του στρατού, ο οποίος είχε χάσει τό γόητρό του μετά τόν πόλεμο του 1897. Γάλλοι ανέλαβαν τήν εκπαίδευση του στρατού καί Βρετανοί ανέλαβαν τήν οργάνωση του στόλου. Τόν Μάρτιο του 1912, επανήλθε ως αρχηγός του στρατεύματος ο διάδοχος Κωνσταντίνος.
Οι νέες συνθήκες της εποχής οδήγησαν σέ προσέγγιση τίς όμορες πρός τήν αυτοκρατορία χώρες της Βουλγαρίας, της Σερβίας καί της Ελλάδος. Από τό φθινόπωρο του 1911 τα Βαλκανικά αυτά κράτη επιδόθησαν σέ ένα Μαραθώνιο μυστικών διαπραγματεύσεων, οι οποίες κατέληξαν σέ μία σειρά από διμερείς συνθήκες καί στρατιωτικές συμβάσεις. Στήν Αθήνα, πλήν του Βενιζέλου, του Βασιλιά Γεωργίου Α', του υπουργού εξωτερικών Γρυπάρη καί του πρεσβευτή στή Σόφια Δημητρίου Πανά, ελάχιστοι γνώριζαν γιά τήν ύπαρξη μυστικών διαπραγματεύσεων.
Η επίθεση της Ελλάδας εναντίον του Οθωμανικού στρατού στις αρχές Οκτωβρίου του 1912 θα μπορούσε να είναι ο δεύτερος γύρος του άτυχου και ταπεινωτικού για την Ελλάδα Ελληνο-Τουρκικού πολέμου του 1897. Τα πράγματα όμως αυτή τη φορά ήταν τελείως διαφορετικά, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε διπλωματικό επίπεδο. Άλλωστε στην καθοριστική αυτή σύγκρουση για την περιοχή θα εμπλακούν περισσότερες χώρες εναντίον του «μεγάλου ασθενούς», δηλαδή της εξόφθαλμα πλέον παραπαίουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Εν τω μεταξύ όμως η άλλοτε κραταιά αυτοκρατορία, κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Ιταλο-Τουρκικού πολέμου, είχε αποψιλωθεί από κτήσεις της τόσο στη Βόρεια Αφρική (Λιβύη) όσο και στο Αιγαίο με την κατάληψη της Δωδεκανήσου. Και βεβαίως το καθεστώς των Νεοτούρκων δεν σεβάστηκε όπως επαγγελλόταν τις ποικίλες εθνότητες που διαβιούσαν στην αχανή αυτοκρατορία.
Έτσι, οι Χριστιανικές χώρες της περιοχής, Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο και Ελλάδα, δεν έχασαν την ευκαιρία να συνάψουν μεταξύ τους συνθήκες - άσχετο αν σε κάποιες περιπτώσεις τα συμφέροντά τους ήταν αλληλοσυγκρουόμενα.
Για παράδειγμα, τέσσερα χρόνια μετά το κίνημα των Νεοτούρκων (1908) που έφερε και τη λήξη του Μακεδονικού Αγώνα, οι Βούλγαροι κομιτατζήδες επέστρεψαν ξανά στη Μακεδονία πραγματοποιώντας πλήθος τρομοκρατικών επιθέσεων, δολοφονίες, βομβιστικές επιθέσεις, ακόμη και μέσα στην ίδια τη Θεσσαλονίκη, το αδιαφιλονίκητο αντικείμενο του πόθου τους.
Ο ουσιαστικός όμως εχθρός ήταν η Οθωμανική αυτοκρατορία και τα υπόλοιπα ζητήματα θα επιλύονταν εν καιρώ, δηλαδή κι αυτά διά των όπλων.
Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1912, πριν από ακριβώς 100 περίπου χρόνια, επιδόθηκε στην Τουρκία από τους πρεσβευτές των πιο πάνω τεσσάρων Χριστιανικών κρατών διακοίνωση, η οποία δεν αποτελούσε μια απλή διπλωματική κοινοποίηση ή γνωστοποίηση, αλλά ενείχε την τάξη τελεσιγράφου και απαιτούσε την καθιέρωση ειδικού καθεστώτος αυτονομίας στις Ευρωπαϊκές περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον όμως είναι ότι οι Χριστιανικές Βαλκανικές χώρες στη φάση αυτή δεν έδειξαν μόνον ανυπακοή στην Οθωμανική αυτοκρατορία, αλλά δεν δέχτηκαν να συμμορφωθούν και στις υποδείξεις των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, τις οποίες τη στιγμή εκείνη τις ενδιέφερε η ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και όχι η ενδυνάμωση των άλλων «περιφερειακών» κρατών.
Παρ’ όλα αυτά ούτε η Βαλκανική κοινοπολιτεία θα πραγματοποιηθεί, ούτε το όραμα του Ρήγα για μια ευρεία συνεννόηση στην περιοχή θα εμπνεύσει τους Βαλκάνιους συμμάχους για κάτι συλλογικότερο, και κυρίως χωρίς να χυθεί αίμα στην περιοχή. Για την Ελλάδα βεβαίως της ήττας του Ελληνο-Τουρκικού πολέμου του 1897, ο δρόμος για τη Θεσσαλονίκη και την απελευθέρωση ολόκληρης της Βόρειας Ελλάδα είχε ανοίξει. Και τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου του 1912 οι πρώτες περιοχές ήταν ήδη ελεύθερες.
Η συγκρότηση της Βαλκανικής συμμαχίας το 1912 ήταν αποτέλεσμα της επενέργειας πολλών παραγόντων, που κατέστησαν εφικτή την προσέγγιση των Βαλκανικών κρατών.
Οι παράγοντες αυτοί ήταν:
1) Η πολιτική του εκτουρκισμού των Νεοτούρκων εξανέμισε κάθε ελπίδα εξέλιξης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε ένα κοσμοπολίτικο κράτος.
2) Η άρση των Αγγλικών επιφυλάξεων στο ενδεχόμενο της διάλυσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μετά την Αγγλο-Ρωσική προσέγγιση του 1907.
3) Η ήττα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τον Ιταλο-Τουρκικό πόλεμο (1911-12). Η Ιταλία κατέλαβε την Τρίπολη και τη Βεγγάζη και στις 5 Νοεμβρίου 1911 προσάρτησε το βιλαέτι της Τριπολίτιδας, που τώρα μετονομάστηκε σε Λιβύη. Τον Μάιο του 1912 η Ιταλία κατέλαβε και τα Δωδεκάνησα για να εξαναγκάσει την Υψηλή Πύλη να αποδεχτεί την προσάρτηση της Τριπολίτιδας και της Κυρηναϊκής. Στις 18 Οκτωβρίου 1912 στη Λοζάνη υπογράφτηκε η συνθήκη ειρήνης. Η Οθωμανική αυτοκρατορία αναγνώρισε την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή ως Ιταλικές κτήσεις έναντι αποζημίωσης 2.000.000 Ιταλικών λιρών.
4) Οι Αλβανικές εξεγέρσεις το 1910-11 ήταν απόδειξη της ύπαρξης Αλβανικού εθνικού κινήματος, ανταγωνιστικού προς τις διεκδικήσεις της Ελλάδας (Ήπειρος), της Σερβίας (Κόσοβο) και του Μαυροβουνίου (Σκόδρα).
5) Η Ρωσία είχε ανακτήσει την επιρροή στη Σερβία και τη Βουλγαρία και μετά την ήττα της στον Ρωσο-Ιαπωνικό πόλεμο (1904-1905) επέστρεψε στα Βαλκάνια. Προώθησε το σχέδιό της για διανομή της Μακεδονίας. Υπό την επίδραση των παραγόντων αυτών τα Βαλκανικά κράτη έθεσαν επί τάπητος το ζήτημα της λύσης του Ανατολικού Ζητήματος με πόλεμο. Από το 1911 είχαν αρχίσει οι μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Σερβικής κυβέρνησης του Μίλοβαν Μιλοβάνοβιτς και της Βουλγαρικής του Ιβάν Γκέσοφ.
Προσπάθειες Βενιζέλου για Προσέγγιση της Βουλγαρίας
Μέχρι το 1908 όλες οι προσπάθειες μιας Ελληνο-Βουλγαρικής προσέγγισης είχαν αποτύχει, αφού η Βουλγαρία δεν αποδεχόταν μια Ελληνο-Βουλγαρική οριοθετική γραμμή στη Μακεδονία, αλλά επέμενε στη λύση της αυτονομίας του ευρύτερου Μακεδονικού χώρου ως μέσου προσάρτησης στη Βουλγαρία. Ωστόσο, ο Βενιζέλος είχε διαγνώσει την αλλαγή των δεδομένων στη Βαλκανική σκηνή μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων. Η πολιτική εκτουρκισμού των Νεοτούρκων έθιγε όχι μόνο τους Πατριαρχικούς, αλλά και τους Εξαρχικούς στη Μακεδονία. Συνεπώς ούτε η Ελλάδα ούτε η Βουλγαρία ανέμεναν κάποια θετική εξέλιξη στην Οθωμανική αυτοκρατορία για την προώθηση των εθνικών τους συμφερόντων.
Από την άλλη πλευρά, η Σερβο-Βουλγαρική προσέγγιση, υπό Ρωσική κηδεμονία, ενείχε τον κίνδυνο αποκλεισμού της Ελλάδας από μια πιθανή Σερβο-Βουλγαρική συμμαχία. Αν η Σερβο-Βουλγαρική προσέγγιση οδηγούσε σε έναν πόλεμο κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η Ελλάδα θα βρισκόταν προ τετελεσμένου γεγονότος. Παρά το κλίμα δυσπιστίας μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας, ο Βενιζέλος εγκαινίασε μια πολιτική Ελληνο-Βουλγαρικής προσέγγισης, ώστε η Ελλάδα να μη μείνει αμέτοχη στο νέο Βαλκανικό γίγνεσθαι. Το 1911 ομάδα Βούλγαρων φοιτητών επισκέφθηκε την Αθήνα και ο Διάδοχος Κωνσταντίνος B’ παρέστη στις εορταστικές εκδηλώσεις στη Σόφια για την επέτειο της ενηλικίωσης του πρίγκιπα Βόριδος Γ’.
Σύναψη Σερβοβουλγαρικής Συμμαχίας
Μετά από μυστικές διαβουλεύσεις μεταξύ Γκέσοφ και Μιλοβάνοβιτς, τις οποίες κατηύθυναν οι ρώσοι πρεσβευτές στη Σόφια και το Βελιγράδι, Νεκλιούντοφ και Χάρτβινγκ, υπογράφτηκε στις 12 Μαρτίου 1912 συνθήκη φιλίας και συμμαχίας μεταξύ Βουλγαρίας καιΣερβίας, με ένα μυστικό παράρτημα.
Η συνθήκη φιλίας και συμμαχίας προέβλεπε ότι οι δύο πλευρές εγγυόνταν την εδαφική τους ακεραιότητα και δεσμεύονταν σε αμοιβαία βοήθεια, αν μία απ’ αυτές δεχόταν επίθεση από τρίτο κράτος ή αν κάποια «μεγάλη δύναμη προσπαθήσει να προσαρτήσει ή να κατέχει ή προσωρινά να καταλάβει οποιοδήποτε τμήμα βαλκανικού εδάφους που σήμερα βρίσκεται υπό την τουρκική εξουσία». Η δύναμη αυτή ήταν η Αυστροουγγαρία.
1) Οι περιοχές ανατολικά της Ροδόπης και του Στρυμόνα επιδικάζονται στη Βουλγαρία, βόρεια και δυτικά του Σκάρδου στη Σερβία.
2) Η περιοχή ανάμεσα στον Σκάρδο και τη Ροδόπη, αν δεν καταστεί δυνατό να αποτελέσει μια αυτόνομη επαρχία, θα διανεμηθεί ως εξής: τα τμήματα νότια και ανατολικά της γραμμής Κρίβα Παλάνκα και της λίμνης της Αχρίδας αναγνωρίζονται ως σφαίρα επιρροής της Βουλγαρίας, το τμήμα μεταξύ της γραμμής αυτής και του Σκάρδου (Κουμάνοβο, Σκόπια, Τέτοβο, Γκόστιβαρ, Δίβρα) θα αποτελέσει μια «αμφισβητούμενη ζώνη», για την τύχη της οποίας ως διαιτητής ορίστηκε ο τσάρος.
Ελληνοβουλγαρική Συνθήκη και η Στάση της Ρουμανίας
Στις 29 Μαΐου 1912 υπογράφτηκε Ελληνο-Βουλγαρική συνθήκη που είχε αμυντικό χαρακτήρα. Προέβλεπε απλά αμοιβαία βοήθεια, αν ένα συμβεβλημένο μέρος δεχόταν επίθεση από την Τουρκία. Αλλά σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου λόγω της Κρήτης η Βουλγαρία θα τηρούσε ευμενή ουδετερότητα. Η συνθήκη δεν προέβλεπε τίποτε για διανομή της νοτίου ζώνης της Μακεδονίας.
Η Ρουμανία, σύμμαχος της Αυστροουγγαρίας και χώρα που δεν διεκδικούσε Οθωμανικά εδάφη, παρέμεινε εκτός της Βαλκανικής συμμαχίας. Ωστόσο, πάγια θέση της Ρουμανικής εξωτερικής πολιτικής ήταν ότι για τη Ρουμανία το Μακεδονικό ζήτημα και το ζήτημα της Δοβρουτσάς ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα. Με μια επέκταση της Βουλγαρίας στον Νότο θα ανατρεπόταν η ενδοβαλκανική ισορροπία, και για τον λόγο αυτό η Ρουμανία θα έθετε ζήτημα νοτίου Δοβρουτσάς (σε βάρος της Βουλγαρίας).
Η Στάση της Γαλλίας και η Αλβανική Εξέγερση
Για τη Βαλκανική συμμαχία η Ρωσική κυβέρνηση ενημέρωσε τον Γάλλο πρωθυπουργό Πουανκαρέ κατά την επίσκεψή του στην Πετρούπολη στις αρχές Αυγούστου 1912.Ο Πουανκαρέ χαρακτήρισε τη συμμαχία «Εργαλείο Πολέμου» και συμφώνησε με τον υπουργό Πολέμου της Ρωσίας, Σαζόνοφ, να αποτρέψουν μια πρόωρη έναρξη του Βαλκανικού πολέμου. Γαλλία και Ρωσία φοβούνταν μήπως ο Βαλκανικός πόλεμος αποτελέσει το προοίμιο ενός παγκοσμίου πολέμου με την εμπλοκή της Ρουμανίας και της Αυστροουγγαρίας, αν δηλαδή η Ρουμανία εξαπέλυε επίθεση εναντίον της Βουλγαρίας και η Αυστροουγγαρία εναντίον της Σερβίας.
Ωστόσο, η μεγάλη Αλβανική εξέγερση του 1912 και τα αιτήματα των Αλβανών για αυτονομία των βιλαετίων Σκόδρας, Ιωαννίνων, Μοναστηρίου και Κοσόβου επέσπευσαν τις διπλωματικές και πολεμικές προπαρασκευές των Βαλκανικών κρατών, παρά το γεγονός ότι δεν είχαν ενθαρρυνθεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις να αρχίσουν σύντομα τις επιχειρήσεις. Μετά την πτώση των Νεοτούρκων, τον Ιούλιο του 1912, και την άνοδο των Φιλελευθέρων στην εξουσία υπό τον Αγγλόφιλο Κιαμήλ Πασά η Αγγλική πολιτική διέκειτο ευμενώς προς το νέο καθεστώς.
Ο Αλβανικός παράγοντας ήταν μια νέα, μη προβλέψιμη παράμετρος. Μια ευνοϊκή συγκυρία για τα Βαλκανικά κράτη ήταν το γεγονός ότι ο Ιταλο-Τουρκικός πόλεμος δεν είχε λήξει ακόμα. Ωστόσο, πολλά ζητήματα αναφύονταν. Τι θα συνέβαινε αν η Αυστροουγγαρία κήρυσσε πόλεμο κατά της Σερβίας, αν η Οθωμανική αυτοκρατορία τελικά νικούσε τους Βαλκάνιους συμμάχους;
Έναρξη πολέμου – Διεκδίκηση Θεσσαλονίκης
Τα Βαλκανικά κράτη άρχισαν τις πολεμικές επιχειρήσεις με απρόβλεπτη τη στάση της Αυστροουγγαρίας και της Ρουμανίας, με αβέβαιη τη στρατιωτική βοήθεια της Ρωσίας, με παραγνώριση του Αλβανικού παράγοντα και με την ανυπαρξία Ελληνο-Βουλγαρικής συμφωνίας για το εδαφικό. Έτσι, η στρατιωτική νίκη επί της Οθωμανικής αυτοκρατορίας δεν προεξοφλούσε τη διατήρηση της Βαλκανικής αλληλεγγύης.
Για τη Θεσσαλονίκη διεξαγόταν ένας διπλωματικός Ελληνο-Βουλγαρικός πόλεμος από τον Δεκέμβριο του 1912 και ένας ακήρυχτος πραγματικός πόλεμος στο Παγγαίο και στη Νιγρίτα από τον Απρίλιο του 1913. Με την ίδρυση Αλβανικού κράτους, κατόπιν έντονου διπλωματικού παρασκηνίου της Αυστροουγγαρίας και της Ιταλίας, οι Σέρβοι αποχώρησαν από την Αδριατική και ζήτησαν την αναθεώρηση της Σερβο-Βουλγαρικής συμφωνίας για το εδαφικό.
Ο όρος «Μεγάλος Ασθενής» είναι χαρακτηρισμός ο οποίος χρησιμοποιήθηκε πολύ πριν τους Βαλκανικούς πολέμους για να περιγράψει τη δυσμενή θέση στην οποία είχε εισέλθει η Οθωμανική αυτοκρατορία. Αποδίδεται κατά κοινή ομολογία στον τσάρο Νικόλαο Α’, ο οποίος φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει τον εν λόγω χαρακτηρισμό σε συνομιλίες του με Άγγλους διπλωμάτες στα μέσα του 19ου αιώνα.
Είναι προφανής ο συμβολισμός που κρύβεται πίσω από τον συγκεκριμένο χαρακτηρισμό. Ο όρος αυτός υποδηλώνει την αδυναμία της αυτοκρατορίας να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα επιβίωσής της, καθώς επίσης και την ανάγκη επίτευξης μιας συμφωνίας μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες έχουν ζωτικά συμφέροντα στην περιοχή, έτσι ώστε να διαχειριστούν με τον πιο κατάλληλο τρόπο την κατάσταση που θα προκύψει από τη διαφαινόμενη κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Το κίνημα των Νεοτούρκων είχε πτυχές που άπτονται της εσωτερικής πολιτικής σκηνής, καθώς και των διεθνών σχέσεων της χώρας, οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Κατά κανόνα οι Νεότουρκοι και το συγκείμενο πνευματικό πλαίσιο από το οποίο προέρχονται είναι έμμεσο αποτέλεσμα των απέλπιδων προσπαθειών εκσυγχρονισμού του Οθωμανικού συστήματος, που ξεκινά στην πραγματικότητα από τον προηγούμενο αιώνα επί Σελίμ Γ’.
Η δυσαρέσκεια των Βαλκανικών λαών -αλλά και των Αράβων- για τις πολιτικές Τουρκοποίησης που ακολουθούν τα ακραία στοιχεία των Νεότουρκων μετά τη σταθεροποίησή τους στην εξουσία εκφράστηκε με ποικίλους τρόπους.
Το τελευταίο συμβάν μάλιστα είχε εξαγριώσει τους Βούλγαρους, οι οποίοι δεν άργησαν να εκφράσουν τις διαθέσεις τους για μια πολεμική αναμέτρηση. Η παραχώρηση περιορισμένης αυτονομίας στους Αλβανούς θεωρήθηκε από τα υπόλοιπα Βαλκανικά έθνη ότι υπονομεύει τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Μια σειρά από ήσσονος σημασίας θέματα οδήγησε ακόμη τον αυστριακό υπουργό Εξωτερικών να επικοινωνήσει με τις υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις για να εξετάσουν το ενδεχόμενο να προτείνουν στην Οθωμανική αυτοκρατορία να υιοθετήσει ένα πρόγραμμα ευρείας αποκέντρωσης στα Βαλκάνια.
Η Τουρκία όχι μόνον απέρριψε τη διακοίνωση των τεσσάρων Χριστιανικών κρατών, που της επέδωσαν στις 30 Σεπτεμβρίου, τελεσίγραφο στην ουσία, αλλά με την εκπνοή της η ίδια κήρυξε τον πόλεμο σε Βουλγαρία και Σερβία. Την επόμενη όμως ημέρα μπήκε και η χώρα μας στον πόλεμο, στο πλευρό των συμμάχων. Η Τουρκία πίστευε πως θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις χώρες αυτές αν η Ελλάδα έμενε αμέτοχη;
Η απόρριψη της διακοίνωσης και η επακόλουθη κήρυξη του πολέμου εναντίον δύο αντί τριών Βαλκανικών κρατών εκ μέρους των Οθωμανών φαίνεται ότι ήταν μια συνειδητή στρατηγική επιλογή. Τη συγκεκριμένη περίοδο η παρουσία του Οθωμανικού στρατού στη Βαλκανική παρουσιάζει ελλείψεις, λόγω κυρίως άλλων πολέμων, όπως προαναφέραμε, που αντιμετώπιζε η αυτοκρατορία, λόγω προβλημάτων στις επικοινωνίες και κατ’ επέκταση στις γραμμές ανεφοδιασμού και, φυσικά, λόγω της μείωσης που παρατηρείται στον στρατεύσιμο μουσουλμανικό πληθυσμό στα Βαλκάνια.
Ένας επιπλέον λόγος είναι ότι οι Οθωμανοί παρέλειψαν να κηρύξουν τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας φοβούμενοι μια παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλία και Ρωσία) στο πλευρό των Βαλκανικών κρατών, η ανάμιξη των οποίων θα ήταν εις βάρος των Οθωμανών. Ας σημειωθεί ότι η όλη διαχείριση του πολέμου εκ μέρους των Νεότουρκων φαίνεται να έχει επηρεαστεί από την ταυτότητα των ηγετών της και την υπεροπτική προσέγγιση έναντι των νέων και φαινομενικά κατώτερων δυνατοτήτων βαλκανικών κρατών (πρώην υπηκόων της).
Οι στρατιωτικές αποτυχίες των οθωμανικών στρατευμάτων επιβάρυναν έτι περισσότερο την ήδη βαριά ατμόσφαιρα που υπήρχε στην εσωτερική πολιτική σκηνή της αυτοκρατορίας, λόγω, όπως προαναφέραμε, των πολιτικών αντιπαραθέσεων μεταξύ των δύο σημαντικότερων πολιτικών παρατάξεων.
Ο μεγάλος Βεζίρης Κιαμίλ Πασά αναγκάζεται σε παραίτηση, ενώ ο αρχιστράτηγος Ναζίμ Πασά δολοφονείται. Άμεσο αποτέλεσμα των εσωτερικών βίαιων ανακατατάξεων ήταν να συνεχιστούν οι πολεμικές επιχειρήσεις με στόχο την ανακατάληψη της Αδριανούπολης, κατάσταση που θα οδηγήσει τη χώρα στη δίνη του Β’ Βαλκανικού Πολέμου.
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς των Βουλγάρων και η Α.Μ. ο Βασιλεύς των Ελλήνων, επιθυμούντες την συμπλήρωσιν της Συνθήκης αμυντικής συμμαχίας της συναφθείσης εν Σόφια την 16ης Μαΐου 1912 μεταξύ του Βασιλείου της Βουλγαρίας και του Βασιλείου της Ελλάδος δια στρατιωτικής συμβάσεως διώρισαν προς τον σκοπόν τούτον τους πληρεξουσίους αυτών.
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς των Βουλγάρων την Α.Ε. τον κ. Ιβάν Γκέσοφ κλπ και τον Στρατηγόν Φίτσεφ Αρχηγόν του Γενικού Επιτελείου κλπ.
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς των Ελλήνων την Α.Ε. τον κ. Δ. Πανάν κλπ. και τον Λοχαγόν του Μηχανικού κ. Ιωάννην Μεταξάν, οίτινες αφού αντήλλαξαν τα πληρεξούσια αυτών έγγραφα ευρεθέντα εν τάξει, συνεφώνησαν τα επόμενα:
Άρθρον 1ον
Εις περίπτωσιν καθ’ ην συμφώνως προς τα υποχρεώσεις τας απορρεούσας εκ της συνθήκης αμυντικής συμμαχίας της συνομολογηθείσης εν Σόφια την 16ην Μαΐου 1912 μεταξύ Βουλγαρίας και της Ελλάδος, η Ελλάς ήθελεν επέμβη στρατιωτικώς κατά της Τουρκίας εν περιπτώσει Βουλγαροτουρκικού πολέμου ή η Βουλγαρία κατά της Τουρκίας εν περιπτώσει Ελληνοτουρκικού πολέμου, τα δύο Κράτη, Βουλγαρικόν και Ελληνικόν, υποχρεούνται να παράσχωσιν αλλήλοις αμοιβαίαν συνδρομήν ήτοι: η μεν Ελλάς κατ’ ελάχιστον όρον δια δυνάμεως εκατόν είκοσιν χιλιάδων ανδρών, η δε Βουλγαρία δια δυνάμεως τριακοσίων χιλιάδων τουλάχιστον ανδρών. αι δυνάμεις αύται πρέπει να είναι ικαναί τόσον να διεξαγάγωσιν πόλεμον επί των συνόρων, όσον και να συμετάσχωσιν εις Στρατιωτικάς επιχειρήσεις πέραν των ορίων του εθνικού εδάφους.
Αι προμνησθείσαι δυνάμεις, οφείλουσι να συγκεντρωθώσιν εις τα σύνορα και να διαβώσι μάλιστα ταύτα το βραδύτερον την εικοστήν ημέραν από της επιστρατεύσεως ή από της αναγγελίας υφ’ ενός των συμβαλλομένων μερών περί της υπάρξεως του συμμαχικού όρου. (casus foederis).
Άρθρον 2ον
Εις περίπτωσιν καθ’ ην η Ελλάς ήθελεν προσβληθή υπό της Τουρκίας η Βουλγαρία υποχρεούται να κηρύξη τον πόλεμον προς την δύναμιν ταύτην και να εκστρατεύση κατ’ αυτής δια του συνόλου των δυνάμεων των ορισθεισών υπό των διατάξεων του πρώτου άρθρου, ανερχομένων εις 300.000 ανδρών, κατ’ ελάχιστον όριον προσαρμόζουσα τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις αυτής προς το υπό του Ελληνικού Γενικού Επιτελείου, συνταχθέν σχέδιον.
Εις περίπτωσιν καθ’ ην η Βουλγαρία ήθελεν προσβληθή υπό της Τουρκίας η Ελλάς υποχρεούται να κηρύξη τον πόλεμον προς την δύναμιν ταύτην και να εκστρατεύση κατ’ αυτής δια του συνόλου των δυνάμεων των ορισθεισών υπό των διατάξεων του πρώτου άρθρου, ανερχομένων εις εκατόν είκοσι χιλιάδων ανδρών τουλάχιστον, προσαρμόζουσα τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις της προς το σχέδιον το συνταχθέν υπό του Βουλγαρικού Γενικού Επιτελείου. Ο πρώτιστος σκοπός του Ελληνικού στόλου, πρέπει οπωσδήποτε να είναι το να καταστή κύριος του Αιγαίου Πελάγους και να διακόψη τας θαλασσίας συγκοινωνίας μεταξύ της μικράς Ασίας και της Ευρωπαϊκής Τουρκίας.
Άρθρον 3ον
Εάν η Βουλγαρία και η Ελλάς επί τη βάσει διατάξεων προηγουμένης τινός συνεννοήσεως, κηρύξωσι τον πόλεμον κατά της Τουρκίας, υποχρεούνται αμφότεροι -πλην διαφοροτρόπου κανονισμού υπό ειδικής συμφωνίας- να διαθέσωσι δια την εκστρατείαν, τας υπό του πρώτου άρθρου της παρούσης συμβάσεως προβλεπομένας δυνάμεις.
Αι διατάξεις των δύο τελευταίων παραγράφων του 2ου άρθρου έχουσιν επίσης ισχύν εις την περίπτωσιν ταύτην.
Άρθρον 4ον
Εις την περίπτωσιν καθ’ ην η μία των συμβαλλομένων Κυβερνήσεων ήθελεν κηρύξη τον πόλεμον εις έτερον Κράτος και ουχί την Τουρκίαν άνευ προηγουμένης συνεννοήσεως και άνευ της συγκαταθέσεως της ετέρας Κυβερνήσεως η τελευταία αύτη λύεται των υποχρεώσεων των εκτεθεισών εις το 1ον άρθρον υποχρεούται όμως να τηρήση, καθ’ άπασαν την διάρκειαν του πολέμου, φιλικήν ουδετερότητα προς την σύμμαχον αυτής
Άρθρον 5ον
Εν περιπτώσει ομαδικού πολέμου ουδέν των συμμάχων Κρατών δύναται να συνομολογήση ανακωχήν, διαρκείας μεγαλειτέρας των είκοσι τεσσάρων ωρών, άνευ προηγούμενης συνεννοήσεως και άνευ της συγκαταθέσεως του ετέρου συμμάχου Κράτους.
Η συνεννόησις των δύο συμβαλλομένων μερών, περιλαμβανομένη εις έγγραφον συμφωνίαν, θα είναι ομοίως απαραίτητος ίνα το έτερον δυνηθή να αναλάβη διαπραγματεύσεις ειρήνης ή να συνομολογήση συνθήκην ειρήνης.
Άρθρον 6ον
Εις ην περίπτωσιν, καθ’ όν χρόνον η Βουλγαρία και η Ελλάς θα ευρίσκονται εν επιστρατεύσει των ενόπλων αυτών δυνάμεων ή θα ήρχιζον τας επιχειρήσεις, η Ελλάς ήθελεν υποχρεωθή να κανονίση το Κρητικόν ζήτημα, κατά τους πόθους του πληθυσμού της νήσου και ένεκεν τούτου ήθελεν προσβληθή υπό της Τουρκίας, η Βουλγαρία υποχρεούται να συνδράμη αυτήν συμφώνως προς το άρθρον 1ον της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρον 7ον
Οι Αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων του Βουλγαρικού και του Ελληνικού Στρατού, οφείλουσιν, εν περιπτώσει πολέμου, να ανακοινώσωσιν αμοιβαίως και εν ευθέτω χρόνω τα σχετικά σχέδια επιχειρήσεων. Οφείλουσιν επίσης να γνωστοποιώσιν κατ’ έτος τας επιφερομένας εις τα σχέδια ταύτα, ένεκα νέων περιστατικών τροποποιήσεις.
Άρθρον 8ον
Η παρούσα σύμβασις κατασταθήσεται υποχρεωτική δι’ αμφοτέρα τα συμβαλλόμενα μέρη, αμέσως μετά την υπογραφήν αυτής, θέλει δε ισχύει καθ’ όλην την διάρκειαν της ισχύος της αμυντικής συνθήκης συμμαχίας της 16ης Μαΐου 1912, εις ην αύτη θέλει προσαρτηθή ως αποτελούσα μέρος αυτής.
Εγένετο εν Σόφια εις διπλούν τη 22α Σεπτεμβρίου 1912.
Γκέσωφ Δ. Πανάς
Στρατηγός Φίτσερ Λοχαγός Ι. Μεταξάς
«Πρός τόν λαό μου,
Αι ιεραί υποχρεώσεις πρός τήν φιλτάτην πατρίδα, πρός τούς υποδούλους αδελφούς μας καί πρός τήν ανθρωπότητα επιβάλλουσιν εις τό Κράτος, μετά τήν αποτυχίαν των ειρηνικών προσπαθειών του πρός επίτευξιν καί εξασφάλισιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των υπό τόν τουρκικόν ζυγόν Χριστιανών, όπως διά των όπλων θέση τέρμα εις τήν δυστυχίαν ήν ούτοι υφίστανται από τόσων αιώνων.
Η Ελλάς πάνοπλος μετά των συμμάχων αυτής εμπνεομένων υπό των αυτών αισθημάτων καί συνδεομένων διά κοινών υποχρεώσεων, αναλαμβάνει τόν ιερόν αγώνα του δικαίου καί της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών της Ανατολής.
Ο κατά ξηράν καί θάλασσαν στρατός ημών εν πλήρει συναισθήσει του καθήκοντος αυτού πρός τό έθνος καί τήν Χριστιανοσύνην, μνήμων των εθνικών αυτού παραδόσεων καί υπερήφανος διά τήν ηθικήν αυτού υπεροχήν κατ' αξίαν αποδύεται μετά πίστεως εις τόν αγώνα όπως διά του τιμίου αυτού αίματος αποδώση τήν ελευθερίαν εις τούς τυραννουμένους.
Η Ελλάς μετά των αδελφών συμμάχων κρατών θά επιδιώξη πάση θυσία τόν ιερόν αυτόν σκοπόν.
Επικαλούμεθα δέ τήν αρωγήν του Υψίστου εν τω δικαιωτάτω τούτω αγώνι του πολιτισμού καί ανακράζομεν
Ζήτω η Ελλάς!
Ζήτω τό Εθνος!»
Τό παραπάνω είναι τό άγγελμα του Βασιλέως Γεωργίου Α' μέ τό οποίο κήρυξε τόν πόλεμο στόν προαιώνιο εχθρό του Γένους μας. Στό άγγελμα αυτό διαφαίνεται τό κύρος, η φιλοπατρία καί η υπερηφάνεια πού είχαν κάποτε οι ηγέτες της πατρίδας μας. Δέν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μέ τέτοιους ηγέτες είχαμε νίκες μέ τίς οποίες απελευθερώσαμε ένα μέρος των υπόδουλων περιοχών μας.
Τόν Οκτώβριο του 1912, τά σύμμαχα Βαλκανικά κράτη πού επιτέθηκαν στήν Τουρκία ήταν η Σερβία, η Ελλάδα, τό Μαυροβούνιο καί η θεωρητικώς ισχυρότερη όλων Βουλγαρία. Είχε προηγηθεί κοινό τελεσίγραφο πρός την Πύλη με το οποίο απαιτούσαν, πέρα από την άμεση ανάκληση των Τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων από τις παραμεθόριες περιοχές, και άλλες ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις όπως ήταν η επικύρωση της εθνικής αυτονομίας των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέ την αναλογική τους αντιπροσώπευση στο Τουρκικό κοινοβούλιο, η αναγνώριση των Χριστιανικών σχολείων ως ισοτίμων των Μουσουλμανικών, ο διορισμός Χριστιανών σε δημόσιες θέσεις κτλ. Τό τελεσίγραφο απορρίφθηκε από τήν Πύλη καί οι παραπάνω Βαλκανικές χώρες κήρυξαν τόν πόλεμο στήν Τουρκία.
Η συνολική δύναμις του Ελληνικού στρατού ανήρχετο σέ 100.000 περίπου άνδρες καί 100 πυροβόλα. Επτά μεραρχίες συγκεντρώθησαν στή Θεσσαλία υπό τή διοίκηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, με διοικητές τους υποστράτηγους Εμμ. Μανουσογιαννάκη, Κ. Καλλάρη, Κ. Δαμιανό, Κ. Μοσχόπουλο και τους συνταγματάρχες Δ. Ματθαιόπουλο, Κ. Μηλιώτη-Κομνηνό και Κλεομένη Κλεομένους. Κι ακόμη, ένα ανεξάρτητο σώμα υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη του Μηχανικού Στεφάνου Γεννάδη, μια ανεξάρτητη ταξιαρχία ιππικού, υπό τον υποστράτηγο εν εφεδρεία Αλέξανδρο Σούτσο, και το Σώμα των Γεφυροποιών. Μία μεραρχία, υπό τόν στρατηγό Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη ανέλαβε τό βάρος του μετώπου της Ηπείρου.
Το Πρώτο Ανακοινωθέν του Πολέμου
«Τύρναβος, Παρασκευή 4 μ.μ. Πέντε μεραρχίαι διήλθον από πρωίας τα σύνορα, εισβαλούσαι άνευ σχεδόν αντιστάσεως εις το τουρκικόν έδαφος. Η Πρώτη μεραρχία έφθασε μέχρι τριών χιλιομέτρων βορείως της Τσαριτσαίνης, η Δευτέρα μέχρι της Σκόμπας, η Τρίτη μέχρι Δομενίκου, η Τετάρτη δι' Ελευθεροχωρίου, μέχρι Βλαχογιάννη και η Πέμπτη εν δευτέρα γραμμή μέχρι Ρεθωνίου».
Και ο δημοσιογράφος, που ακολουθεί τον Ελληνικό στρατό στην εξόρμησή του, γράφει:
«Από της προηγουμένης ημέρας, μεθ' όλην την τηρουμένην αυστηροτάτην εχεμύθειαν υπό του Γεν. Επιτελείου, είχον πληροφορηθή ότι η προέλασις είχεν ορισθή διά την επαύριον. Πράγματι, περί το μεσονύκτιον, μου ανηγγέλθη εμπιστευτικώς ότι, την 2αν ώραν της πρωίας θα ανεκοινούτο εις τους Μεράρχους η διαταγή της προελάσεως. Και περί την 3ην ώραν της πρωίας, εισελθών εις άμαξαν, διηυθύνθην εις τον Τύρναβον.
Καθ' όλον το διάστημα της μεταβάσεώς μου, συνήντων μακράς και ατελευτήτους σειράς εφοδιοπομπών... Η οδός κατελαμβάνετο υπό παντός είδους ζώων, ίππων, ημιόνων και όνων φορτωμένων με σάκκους άρτου, τυρού, με βαρέλια ελαιών, με βαρέλια πλήρη ύδατος, με κιβώτια φυσιγγίων, με παντοειδή εφόδια. Εν μέσω δε αυτών, ποίμνια βοών και προβάτων, καθώς και πλήρων αμαξών.
Στον Τύρναβον, ο στρατός είχεν ήδη εξυπνήσει και πυρετωδώς προητοιμάζετο διά την προέλασιν. Ζωηροί και εύθυμοι οι άνδρες συνεπλήρουν τον καθαρισμόν του ιματισμού και του οπλισμού των, εδίπλωναν τα αντίσκηνα, και μετ' ολίγον εν αδιαπτώτω ευθυμία έτρωγον το συσσίτιόν των, επαναλαμβάνοντες εν μέσω ακρατήτου ενθουσιασμού την φράσιν, ην είπεν εις λοχαγός του πεζικού και ήτις είχε μεταδοθή ως αστραπή:
― Η τελευταία κουραμάνα που τρώμε στη Θεσσαλία !
― Διέρχομαι τας γραμμάς των στρατιωτών και μένω έκπληκτος προ του ενθέου ενθουσιασμού όστις κατέχει αυτούς.
― Τους βλέπεις τους άνδρας αυτούς; Ή θα φθάσωσιν νικηφόροι εις Θεσσαλονίκην ή ουδείς εξ αυτών θα επανίδη την πατρίδα του. Δεν το λέγω αυτό ως αρχηγός των, αλλ' ως διερμηνεύς πιστός των αισθημάτων των».
Γεώργιος Α’ Βασιλεύς των Ελλήνων
Προτάσει του Υμετέρου Υπουργικού Συμβουλίου και έχοντες υπόψιν το άρθρο 35 του νόμου ΓΦΝΣΤ περί του Οργανισμού του Στρατού, απεφασίσαμεν και διατάσομεν
Άρθρον 1ον
Τίθεμεν εις επιστράτευσιν τον εν ειρήνη Στρατόν.
Άρθρον 2ον
Καλούμεν υπό τα όπλα:
1ον Τους διαθεσίμους των απογραφών του 1910 και 1911.
2ον Πάντας τας κλάσεις της εφεδρείας του ενεργού Στρατού πλην των διατελούντων εν αναβολή κατατάξι ως και των απαλλαγέντων των κλάσεων 1900, 1901, 1902, 1910 και 1911.
3ον Εκ της Εθνοφρουράς τους επιλοχίας και λοχίας του πεζικού, των ευζώνων και του πυροβολικού πασών των κλάσεων, μόνιν δε τους δεκανείς των κλάσεων 1896, 1897, 1898 και 1899 των αυτών όπλων.
4ον Τους οπλίτας των κλάσεων της Εθνοφρουράς 1896, 1897, 1898 και 1899 των διαμερισμάτων 1ου 2ου 3ου 7ου και 8ου παραρτήματος, πλην των κριθέντων ικανών δια τας βοηθητικάς υπηρεσίας του Στρατού.
Εις τον Ημέτερον επί των Στρατιωτικών Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Διατάγματος.
Από το καλοκαίρι του 1912 ο κίνδυνος πολεμικής ανάφλεξης στα Βαλκάνια φαίνονταν κάτι παραπάνω από υπαρκτός, ιδιαίτερα από μέρους της Βουλγαρίας και του Μαυροβουνίου, που είχαν συνάψει ήδη συμφωνία κοινής επιθέσεως εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Ελευθέριος Βενιζέλος είχε υπολογίσει την έναρξη του πολέμου την άνοιξη του 1913, έβλεπε όμως το χρόνο να πιέζει ασφυκτικά. Επιχείρησε να ολοκληρώσει το πλέγμα των Βαλκανικών συμμαχιών της Ελλάδας, συνάπτοντας συμφωνίες από κοινού επίθεσης με Σερβία, Βουλγαρία και Μαυροβούνιο. Η συμφωνίες αυτές υπογράφτηκαν στις 22 Σεπτεμβρίου 1912.
Για τον Βενιζέλο ήταν ολοφάνερο ότι η παρακμάζουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία θα οδηγούνταν σε διαμελισμό. Για την Ελληνική εξωτερική πολιτική η ιδέα να επαναληφθεί το σφάλμα που οδήγησε στην ήττα του 1897, μιας αντιμετώπισης της Τουρκίας χωρίς συμμάχους ήταν αδιανόητη. Η Ελλάδα για να εξασφαλίσει μια θέση στον Βαλκανικό συνασπισμό έπρεπε να πείσει τους εν δυνάμει συμμάχους ότι:
- Θα προσέφερε σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα που θα την καθιστούσε απαραίτητη στην συμμαχία.
- Θα επεδείκνυε διάθεση για συμβιβασμό προκειμένου να ξεπεραστούν δυσεπίλυτα προβλήματα.
Από το φθινόπωρο του 1911, μέχρι τις παραμονές του πολέμου, όλα τα Βαλκανικά κράτη: Βουλγαρία, Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο επιδόθηκαν σε Μαραθώνιο μυστικών διαπραγματεύσεων, που κατέληξαν σε μία σειρά από διμερείς συνθήκες και στρατιωτικές συμβάσεις. Αυτό το πλέγμα διμερών σχέσεων ονομάστηκε «Βαλκανικός Συνασπισμός».
Οι διαπραγματεύσεις και τα κείμενα των συνθηκών που κατέληξαν χαρακτηρίστηκαν από απόλυτη μυστικότητα. Στην Ελλάδα εκτός από τον Βενιζέλο και τον Βασιλιά Γεώργιο ελάχιστοι γνώριζαν την ύπαρξη και την πορεία των διαπραγματεύσεων. Ο ίδιος ο Βενιζέλος όταν διαπραγματευόταν με τον Βούλγαρο πρωθυπουργό, δεν γνώριζε το κείμενο της Σερβο-Βουλγαρικής συνθήκης. Πολύ περισσότερο, πλήρη άγνοια είχαν οι Μεγάλες Δυνάμεις με την εξαίρεση της Ρωσίας, η οποία υποστήριξε την Σερβο-Βουλγαρική προσέγγιση.
Κατ΄ αρχήν κύριος μοχλός της στρατιωτικής προπαρασκευής, ήταν το αποτέλεσμα του Ελληνο-Τουρκικού πολέμου του 1897 εκ της μελέτης του οποίου τα συμπεράσματα που εξήχθησαν οδήγησαν την τότε στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της Ελλάδας στην αναδιοργάνωση των Ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αλλά και στην επαύξηση της εκπαίδευσης με παράλληλο εκσυγχρονισμό των διατιθέμενων μέσων.
Το 1906 και συνέχεια της ίδιας κυβέρνηση, μετά τη βελτίωση των δημοσίων οικονομικών, λήφθηκαν και τα πρώτα σοβαρά μέτρα στρατιωτικής ανασυγκρότησης τα οποία και εξακολούθησαν να επιταχύνονται κατά τη διάρκεια της μακράς θητείας της κυβέρνησης Θεοτόκη. Το Ταμείο Εθνικής Αμύνης με μια σειρά διαταγμάτων προικοδοτήθηκε με νέους πόρους έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η παραγγελία άλλων 40.000 ακόμη τυφεκίων Μάνλιχερ που παραλήφθηκαν το ίδιο έτος, ενώ συνάφθηκε δάνειο 20.000.000 δρχ. που διατέθηκε στο παραπάνω Ταμείο για παραγγελίες υλικού επιστράτευσης και κατασκευή αποθηκών.
Ο Στρατός Θεσσαλίας στον οποίο συγκεντρώθηκε το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων αποτελούνταν από:
- 1ης έως 7ης Μεραρχίες,
- 20 Συντάγματα Πεζικού,
- 1 Σύνταγμα Κρητών,
- 1 Τάγμα Ευζώνων,
- 3 Τάγματα Εθνοφρουράς,
- 1 Ταξιαρχία Ιππικού Πυροβολικού
- 4 Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού
- 2 Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού.
- 2 Συντάγματα Σκαπανέων,
- 1 Τάγμα Γεφυροποιών και
- 2 Λόχους Τηλεγραφητών
- 4 Αεροσκάφη.
Ο Στρατός Ηπείρου, που ο ρόλος του θα ήταν δευτερεύων, αποτελούνταν από την
- 8η Μεραρχία,
- 1 Σύνταγμα Πεζικού,
- 4 Τάγματα Ευζώνων,
- 1 Τάγμα Εθνοφρουράς,
- 1 Ίλη Ιππικού,
- 1 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού
- 1 Ορειβατικού Πυροβολικού και
- 1 Τοπομαχικού Πυροβολικού.
- 1 Λόχο Μηχανικού.
Εκτός όμως των παραπάνω προμηθειών και κατασκευών αποθηκών κ.λπ. η κυβέρνηση Θεοτόκη προώθησε τη βελτίωση του Ελληνικού στόλου. Δέκα χρόνια πριν ο Ελληνικός στόλος απαρτιζόταν από απαρχαιωμένα σκάφη, με εξαίρεση τα θωρηκτά που αποκτήθηκαν το 1890 και τα τορπιλοβόλα που είχε αγοράσει η Κυβέρνηση του Τρικούπη.
Στόλος Αιγαίου:
- Θωρηκτά: 4 (Αβέρωφ, Σπέτσαι,Ψαρά, Ύδρα)
- Αντιτορπιλλικά: 10[1] (Βέλος, Σφενδόνη, Λόγχη, Νίκη, Ναυκρατούσα, Δόκα, Νέα Γενεά, Ασπίς, Θύελλα, Κεραυνός)
- Ανιχνευτικά: 4 (Λέων, Πάνθηρ, Αετός, Ιέραξ)
- Τορπιλλοβόλα: 5 (11, 12, 14, 15, 16)
- Υποβρύχια: 1 (Δελφίν)
- Υδροπλάνα: 1
- Οπλιταγωγά: 1 (Σφακτηρία)
- Ναρκοθετικά: 1 (Άρης)
- Ανεφοδιαστικά: 1 (Κανάρης)
Μοίρα Ιονίου:
- Ατμοβάριδες: 2 (Άκτιον, Αμβρακία)
- Ατμομυοδρόμωνες: 4 (Αλφειός, Αχελώος, Πηνειός, Ευρώτας)
- Κανονιοφόροι: 3 (Α, Β, Δ)
Μοίρα Ευδρόμων:
- Επίτακτα εξοπλισμένα:
- Εμπορικά: 5 (Εσπερία, Μυκάλη,Μακεδονία, Αθήναι, Αρκαδία)
- Βοηθητικά: 3 (Αιγιαλεία, Μονεμβασία, Ναυπλία)
Χωρίς αυτή τη προπαρασκευή όπως σημειώνουν σύγχρονοι στρατιωτικοί αναλυτές η Ελλάδα θα ήταν αδύνατον να βρεθεί έτοιμη στις ραγδαίες εκείνες εξελίξεις παρόλο τον πυρετώδη αγώνα που κατέβαλε στη συνέχεια ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος του 1909 και η κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου μεταξύ των ετών 1909 - 1912 με ακόμη επιτάχυνση της εκπαίδευσης και του εξοπλισμού του Ελληνικού στρατού.
* ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ : ΜΕΡΟΣ Β' - ΜΕΡΟΣ Γ' - ΜΕΡΟΣ Δ'
ΠΗΓΕΣ :
(1) :
http://www.scribd.com/doc/37620792/%CE%9F%CE%B9-%CE%92%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%AF-%CE%A0%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CE%B9
(2) :
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%AF_%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CE%B9
(3) :
http://www.istoria.gr/dec03/content04.htm
(4) :
http://web.archive.org/web/20090224211813/http://www.army.gr/html/GR_Army/press_office/1October2002/istoriko.html
(5) :
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%84_%CE%92%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%A0%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82
(6) :
http://olympia.gr/2012/10/07/%CE%B7-%CE%BC%CE%AC%CF%87%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AC%CF%80%CE%BF%CF%81%CE%BF%CF%85/
(7) :
http://www.istorikathemata.com/2010/10/19-20-1912.html
(8) :
http://epirusgate.blogspot.gr/2013/02/blog-post_4630.html
(9) :
http://www.pinnokio.gr/Uploads/files/afierwma%2030-09-12.pdf
(10) :
http://www.onalert.gr/stories/Naymaxia_EllhsOi_Toyrkoi_eixan_grapsei_tis_diathhkes_toys_prin_th_naymaxia
(11) :
http://averoph.wordpress.com/2013/01/06/%CE%B7-%CE%BD%CE%B1%CF%85%CE%BC%CE%B1%CF%87%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%BD%CE%BF%CF%85-5-%E1%BC%B0%CE%B1%CE%BD-1913/
(12) :
http://www.seetha.gr/images/epalxis-pdfs/EPALXEIS_V101.pdf
(13) :
http://www.seetha.gr/images/epalxis-pdfs/EPALXEIS_102.pdf
(14) :
http://users.sch.gr/fstav/1922/1922.php
(15) :
http://history-pages.blogspot.gr/2012/06/1912-1913.html
(16) :
http://ethnikiaspida.blogspot.gr/2012/10/6-1912.html
(17) :
http://lefobserver.blogspot.gr/2010/10/11-1912.html
(18) :
http://3dim-veroias.ima.sch.gr/wp-content/uploads/2011/10/apeletherosi_verias.pdf
(19) :
http://www.istorikathemata.com/2011/10/26-1912.html
(20) :
http://www.stoxos.gr/2011/10/blog-post_8037.html
(21) :
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=4&artid=156225
(22) :
http://enneaetifotos.blogspot.gr/2011/10/blog-post_1978.html
(23) :
http://greveniotis.gr/index.php/istoria-laografia/361-apeleftherosi-deskatis-kai-grevenon
(24) :
http://www.istorikathemata.com/2010/11/7-1912.html
(25) :
http://www.kastoria.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=7810&Itemid=682
(26) :
http://www.stoxos.gr/2011/11/1912.html
(27) :
http://www.elzoni.gr/html/ent/203/ent.33203.asp
(28) :
http://averoph.wordpress.com/2012/10/08/%CE%B7-%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%85%CE%B8%CE%B5%CF%81%CF%89%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%BD%CE%BF%CF%85-8-%CE%BF%CE%BA%CF%84-1912/
(29) :
http://www.stoxos.gr/2011/10/blog-post_8708.html
(30) :
http://www.istorikathemata.com/2010/11/8-1912_09.html
(31) :
http://www.enkripto.com/2009/05/1912.html
(32) :
http://ethnologic.blogspot.gr/2011/11/blog-post_11.html
(33) :
http://www.istorikathemata.com/2010/11/2-1912.html
(34) :
http://www.haf.gr/el/history/history/pa_history01.asp
(35) :
http://aetoshal.blogspot.gr/2012/11/blog-post_15.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου