MQ-9B SeaGuardian – Αντίλογος επί της ουσίας για τη μη αποδεκτή σχέση κόστους / απόδοσης. Μετά από το δημοσίευμα του DP αναφορικά με την ορθότητα της απόφασης για την προμήθεια τριών μη επανδρωμένων αεροσκαφών τύπου MQ-9B SeaGuardian, κατηγορίας HALE (High Altitude Long Endurance), ακολούθησαν δύο στοιχειοθετημένα και επομένως σοβαρά δημοσιεύματα για το συγκεκριμένο θέμα. Θα αναφερθούμε σε αυτό του Δούρειου Ίππου (doureios.com), που μάλιστα αναδημοσίευσε το DP.
Ένα κείμενο βασισμένο σε στοιχεία και επιχειρήματα, σήμα κατατεθέν της ποιότητας της δουλειάς των
Στις τρεις πρώτες παραγράφους του άρθρου που επικαλούμαστε, αποκαλύπτεται ότι τα μόνα διαθέσιμα ιπτάμενα μέσα επιτήρησης και αναγνώρισης από ελληνικής πλευράς, κατά την κρίση του καλοκαιριού του 2020, ήταν τα δύο ατρακτίδια DB-110 της Goodrich που φέρονται από μαχητικά F-16C Block 52+ Advanced (Block 52M) και (ένα;) EMB-145H Erieye… Όσα από τα τελευταία ήταν διαθέσιμα εν πάσει περιπτώσει.
Κατά την άποψή μας, η ουσία όλου του κειμένου βρίσκεται στην τέταρτη παράγραφο, όπου αναφέρονται εξόχως ενδιαφέροντα και αποκαλυπτικά στοιχεία, για την εγκληματική αντιμετώπιση της άμυνας της χώρας, στα χρόνια που προηγήθηκαν! Την παραθέτουμε αυτούσια: “Την ανάδειξη του ρόλου των UAV στα συγκεκριμένα καθήκοντα, υπογράμμισε τουρκική ανακοίνωση ότι στο διάστημα 8 Αυγούστου – 29 Νοεμβρίου 2020, συμπληρώθηκαν 3.600 ώρες πτήσεως από εξόδους UAV διαφόρων τύπων!
”Την ίδια στιγμή, αεροπλάνα και ελικόπτερα του τουρκικού ναυτικού, συμπλήρωσαν άλλες 1.170 ώρες πτήσεως, δηλαδή μόλις το 1/3 εν σχέσει με τα UAV. Τα συγκεκριμένα στοιχεία σημαίνουν, ότι καθ’ όλη την θερμή αντιπαράθεση την εποχή εκείνη, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις απολάμβαναν διαρκούς και πληρέστερης Αντιλήψεως Καταστάσεως εν σχέσει με τις ελληνικές, στην περιοχή ενδιαφέροντος”.
Τα επανδρωμένα αεροσκάφη (αεροπλάνα και ελικόπτερα) του Τουρκικού Ναυτικού λοιπόν, έβαλαν το 1/3 των ωρών πτήσης που πέταξαν συνολικά τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Γεγονός που αυτόματα μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο αριθμός τους κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, ήταν μεγαλύτερος των 15 μονάδων. Δεν ήταν μόνο τρία δηλαδή… Γιατί αν ήταν λιγότερα από 15, ακόμα και με διαθεσιμότητα 80% (υπερβολικό ποσοστό…) δεν θα μπορούσαν να συμπληρώσουν 3.600 ώρες πτήσης στο χρονικό διάστημα που αναφέρεται!
Το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει από όλα αυτά, είναι τι έκανε η Ελλάδα από τότε για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και οριστικά αυτό το πρόβλημα. Απολύτως τίποτα είναι η απάντηση. Ενοικίασε τρία Heron I για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών και αυτό το ονόμασε “ενδιάμεση λύση”, για να έρθει σήμερα να ανακοινώσει ότι θα δαπανήσει κοντά στο μισό δισεκατομμύριο δολάρια (!) για να αγοράσει τρία μόλις, υψηλότερων επιδόσεων (ομολογουμένως), MQ-9B SeaGuardian κατηγορίας HALE.
Αντί δηλαδή να προκηρύξει διεθνή διαγωνισμό για την προμήθεια 15 έως 20 τουλάχιστον συστημάτων κατηγορίας είτε MALE (τέτοια είναι τα τουρκικά προς το παρόν…), είτε μείγματος ΜΑLE/HALE και να συγκροτήσει μικτή δύναμη στελεχωμένη και από τους τρεις Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων για την εκμετάλλευση και την υποστήριξή τους, κατέφυγε στη γνωστή και “δοκιμασμένη” από το παρελθόν, τακτική των καθυστερήσεων των αποσπασματικών προμηθειών και του “φτωχού συγγενή”.
Τρία σήμερα, άλλα τρία σε δύο χρόνια διαφορετικού κατά πάσα πιθανότητα τύπου που θα επιλέξει άλλος Κλάδος των Ε.Δ. γιατί δεν θα μας φτάνουν φυσικά για να καλύψουμε τις ανάγκες επιτήρησης, άλλα πέντε πάλι διαφορετικού τύπου μετά από άλλα δύο χρόνια για τους ίδιους λόγους για τον Στρατό, ή το Ναυτικό, ή την Αεροπορία και πάει λέγοντας…
Αντί λοιπόν να υιοθετηθεί συνολική λύση της κάλυψης της συγκεκριμένης ανάγκης, διασφαλίζοντας καλύτερες τιμές, όρους αγοράς και εν συνεχεία υποστήριξης, καθώς επίσης και κρίσιμα βιομηχανικά ανταλλάγματα με ουσιαστική συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, επιλέγονται για άλλη μία φορά οι πάγιες τακτικές του παρελθόντος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Κάθε Κλάδος των Ε.Δ. λοιπόν θα αγοράσει τα “δικά του” μη επανδρωμένα αεροσκάφη επιτήρησης και πολύ σύντομα θα συσσωρευθούν και πάλι τρεις, πέντε ή και περισσότεροι τύποι, ίσως και διαφορετικών κατηγοριών, που απλά δεν θα μπορούν να υποστηριχθούν κυρίως για λόγους κόστους.
Συμπέρασμα πρώτο: Τη στιγμή που οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν δεκάδες μη επανδρωμένα αεροσκάφη ασύγκριτα χαμηλότερου κόστους αγοράς και υποστήριξης σε σχέση με τα τρία μόλις MQ-9B SeaGuardian που επιθυμεί να αγοράσει και να εντάξει σε υπηρεσία η Ελλάδα, το πρόβλημα θα παραμείνει σε ισχύ.
Γιατί τρία αεροσκάφη δεν επαρκούν ούτε κατά διάνοια για την κάλυψη των υφιστάμενων αναγκών επιτήρησης σε καθημερινή βάση. Πόσο μάλλον σε περιόδους κρίσης… Ακόμη και με ποσοστό διαθεσιμότητας 80% που βέβαια ποτέ δεν θα επιτευχθεί, ακόμη και σε ειρηνική περίοδο! Κι όταν έχεις περιορισμένα κονδύλια, τότε στόχος είναι να καλύψεις με βέλτιστο τρόπο και αριθμητικώς όσο το δυνατόν πληρέστερα την ανάγκη.
Ας περάσουμε όμως σε μία δεύτερη επισήμανση: Όπως αναφέρεται στο άρθρο του Δούρειου, το Heron δεν ανήκει στην κατηγορία του MQ-9B και δεν είναι συγκρίσιμο. Απόλυτα αληθές, χωρίς καμία αμφιβολία. Εφόσον τα δύο αεροσκάφη μπουν στη ζυγαριά κόστους – απόδοσης όμως, θα μπορούσε κάλλιστα να υποστηρίξει κανείς ότι είναι προτιμότερη η αγορά οκτώ ή εννιά Heron II, παρά τριών MQ-9B SeaGuardian (αυτή είναι η αναλογία). Βάζοντας στη ζυγαριά, από τη μία το κόστος του καθενός συγκριτικά με πόσες από τις επιχειρησιακές απαιτήσεις μπορεί να καλύψει.
Διότι αυτό είναι σχετικό και εξαρτάται από το τι ακριβώς θέλει -και τι χρειάζεται ανελαστικά- να κάνει με τα αεροσκάφη αυτά κάθε χώρα. Το Heron II για παράδειγμα θα μπορούσε άνετα να καλύψει τις ελληνικές ανάγκες. Γιατί παρά το ότι υστερεί σε ταχύτητα (εμβολοφόρος κινητήρας και όχι στροβιλοκινητήρας), μεταφορική ικανότητα συστημάτων αποστολής και ύψος πλεύσης, έχει μεγαλύτερο χρόνο παραμονής on station (αυτονομία μέχρι 45 ώρες), βάσει των αναγραφομένων από την ΙΑΙ.
Άμεσα συγκρίσιμο είναι το Heron TP (TurboProp) λοιπόν και σίγουρα και άλλα αεροσκάφη στη διεθνή αγορά. Το ερώτημα που προκύπτει φυσικά είναι το εξής απλό και εύλογο: Για ποιόν ή για ποιους λόγους δεν εξετάστηκαν άλλα υποψήφια αεροσκάφη; Είτε το Heron TP, είτε οποιοδήποτε άλλο.
Συμπέρασμα δεύτερο: Είναι τουλάχιστον άτοπο και αυθαίρετο να υποστηρίζεται, χωρίς να έχει προηγηθεί διαγωνιστική διαδικασία που να αποκαλύπτει με τεχνικοοικονομικά στοιχεία το πραγματικό κόστος αγοράς και υποστήριξης του κάθε υποψήφιου συστήματος, ότι “τόσο κοστίζουν όλα τα HALE”.
Συνεπώς δεν προκύπτει από πουθενά ότι η δαπάνη του αστρονομικού (επαναλαμβάνουμε) ποσού των 394 εκατομμυρίων δολαρίων, αντιπροσωπεύει την καλύτερη και οικονομικότερη λύση για την ασφάλεια του Έλληνα φορολογούμενου. Για τα P-3H Orion και τον ρόλο τους σε περίπτωση σύρραξης με την Τουρκία θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε, με μία επισήμανση.
Εννοείται ότι σε περίοδο επιχειρήσεων θα πρέπει να προστατεύονται από αέρος, κάτι που άλλωστε ισχύει και για τα MH-60R. Επίσης, να υπενθυμίσουμε ότι η τελευταία ανακοίνωση για την προμήθεια πυραύλων εναντίον στόχων επιφανείας AGM 84L Block II Harpoon, οι 10 από αυτούς που θα αγοραστούν προορίζονται για τα P-3H. Ένα θέμα στο οποίο έχουμε επιμείνει πολύ, τόσο για τα συγκεκριμένα αεροσκάφη, όσο για τα προαναφερθέντα ελικόπτερα.
Κλείνουμε με μία παρατήρηση – ερώτηση. Συμφωνούμε με την διαπίστωση, αλλά για ποιον λόγο πρέπει να αποδεχθούμε κιόλας ότι “κάθε τι μη αμερικανικής προελεύσεως, λόγω μικρότερης… επιρροής, είναι καταδικασμένο να υπολειτουργεί και να υποστηρίζεται ελλιπώς”; Μήπως αυτή η παραδοχή είναι ο κύριος λόγος που συντηρεί στις Ένοπλες Δυνάμεις την τριτοκοσμική εικόνα των ατομικών ειδών και του εξοπλισμού του Έλληνα στρατιώτη της δεκαετίας του ‘50, μεταξύ πολλών άλλων;
ΠΗΓΗ defence-point
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου