Από το αρχείο της «Εστίας», με ημερομηνία 12 Ιανουαρίου 1921, δημοσιεύει η εφημερίδα με τον τίτλο «Η γερμανική κακοπιστία» και αναφέρεται στο θέμα των επανορθώσεων πριν από 90 χρόνια.
Αναλυτικά το δημοσίευμα της εποχής έχει ως εξής:
«Η Γερμανία αγωνίζεται αυτόν τον καιρόν ένα αγώνα τραχύν, εις τον οποίον εξοδεύει όλας τας προμηθείας της παροιμιώδους κακοπιστίας της. Αφού έθυσε και απώλεσε, αφού κατεπάτησε κάτω υπό το βαρύ στρατιωτικόν της πέλμα κάθε νόμον γραπτόν και άγραφον, αφού εκήρυξε το Ευαγγέλιον της παραβάσεως όρκων και υποχρεώσεων, αφού απέτυχεν εις όλας αυτάς τας αποκρουστικάς της απόπειρας, αφού έχασε, δεν εννοεί, τουλάχιστον, όπως οι τίμιοι παίκται, να πληρώση. Να πληρώση δε κυριολεκτικώς.
Και εις το ζήτημα των αποζημιώσεων και των επανορθώσεων μέρους μόνον των καταστροφών, τας οποίας έκαμεν, αναπτύσσει όλην την πατροπαράδοτον πονηρίαν, της χονδράς και βαρείας της διανοητικότητος. Πότε απειλούσα και πότε ικετεύουσα, άλλοτε παρουσιάζουσα ψευδή οικονομικήν κατάστασιν, και άλλοτε αποπειρωμένη εκβίασιν δια των περιφήμων πολιτικοστρατιωτικών οργανώσεών της πλαστογραφούσα αριθμούς, και συγχύζουσα αριθμούς ασχέτους μεταξύ των, ζητεί να ξεφύγη από την ψαλλίδα της λογικής, η οποία σφίγγεται γύρω της.
Αν όμως η Γερμανία υποτιμά την νοημοσύνην των αντιπάλων της, οι αντίπαλοι δεν είνε διατεθειμένοι ούτε να ανεχθούν ούτε να συγχωρήσουν. Οι αντίπαλοί της γνωρίζουν ότι ως κράτος μεν η Γερμανία εμφανίζεται επισήμως χρεωκοπημένη, η οικονομική της ρώμη όμως έμεινεν άθικτος, διότι τας καταστροφάς τας έκαμεν έξω από τα σύνορά της, αυτή δε κατόρθωσε να μείνη έξω της ακτίνος των συμφορών, τας οποίας φέρει μαζή της η στρατιωτική κατάκτησις.
Αυτός ο επίσημος προϋπολογισμός του κράτους παρουσιάζει ακόμη κονδύλια αποτελούντα εμπαιγμόν εκείνων, των οποίων ζητεί την επιείκειαν. Αυτή, η οποία έγεινεν αφορμή της γενικής καθ’ όλον τον κόσμον ακριβείας του βίου, προορίζει τρία δισεκατομμύρια μάρκα δια την υποτίμησιν μερικών ειδών της πρώτης ανάγκης. Ενώ εις αυτήν οφείλεται η επί εξ έτη βασανίσασα τον κόσμον ύψωσις των ναύλων και η καταστροφή της παγκοσμίου εμπορικής ναυτιλίας -εκ των ιδικών της ασυνειδήτων και βαρβάρων τορπιλλισμών και άλλων καταδιώξεων κατά θάλασσαν- αναγράφει εις τον προϋπολογισμόν της εννιακόσια εκατομμύρια μάρκα δια την ναυπήγησιν εμπορικών πλοίων. Εκατομμύρια άνθρωποι εις την Γαλλίαν και εις το Βέλγιον είδαν τα σπίτια των καιόμενα ή κατακρημνιζόμενα από τας βόμβας. Και, πριν αυτοί οι αδικηθέντες αποκτήσουν στέγην, οι αδικήσαντες και οι καταστρέψαντες προσφέρουν εν δισεκατομμύριον μάρκων δια την κατασκευήν εφθηνών κατοικιών. Και φθάνουν μέχρι του να σκεφθούν και περί ηγεμονικών επιχορηγήσεων εις τας εφημερίδας των, δια τας οποίας θα εξοδεύσουν εκατόν εκατομμύρια μάρκων, ενώ χάρις εις αυτούς ο Τύπος όλου του κόσμου διεξάγει απεγνωσμένον αγώνα υπάρξεως.
Χρεωκοπία και ηγεμονική βοήθεια του κράτους προς όλας τας λειτουργίας της δημοσίας ζωής δεν συνεβάδισαν ποτέ τόσον καλά σφιγκταγκαλιασμέναι. Αλλ' ενώ η χρεωκοπία είνε η φυσική και αναπότρεπτος συνέπεια της ήττης, η ηγεμονική σπατάλη προβάλλεται ως ανάγκη δια να μη πληρωθούν αι υποχρεώσεις, τας οποίας η Γερμανία, κατά πάντα νόμον και κατά πάσαν λογικήν είνε ηναγκασμένη να πληρώση.
Αλλ' οι Σύμμαχοι δεν είνε υποχρεωμένοι να δεχθούν, και ούτε θα δεχθούν. Η Γερμανία, δια να κατακτήση εκ νέου "την θέσιν της υπό τον ήλιον" κατά την φράσιν του Κάϊζερ, πρέπει να πραγματοποιήση πρωτίστως μιαν υποχρέωσιν: να δείξη ότι είνε έθνος τίμιον, να αναγνωρίση το κακόν, το οποίον έκαμε, και να παραιτηθή της ιδέας, ότι εις το μέλλον ο κόσμος έγεινε δια να υπηρετή αυτήν, και να υφίσταται αυτήν, και να υποκύπτη εις αυτήν και να καταστρέφεται όταν αυτή το θελήση.
Και πρέπει να παραιτηθή και από τον Κάϊζερ, ειλικρινέστερα αφ' όσον αυτός παρητήθη απ' αυτήν. Διότι οι Σύμμαχοι δεν απατώνται ούτε εις την έκτασιν, ούτε εις την σημασίαν των μεμονωμένων, αλλά συνεχών και διεσπαρμένων, αλλ' επαναλαμβανομένων με Γερμανικήν επιμονήν μοναρχικών κινημάτων. Το ζήτημα της επαναφοράς εις τον θρόνον της ολεθρίας αυτής οικογενείας δεν είνε ζήτημα Γερμανικόν. Είνε ζήτημα ενδιαφέρον τον κόσμον ολόκληρον, ο οποίος επλήρωσε με αίμα και με υπάρξεις και με γενικήν αναστάτωσιν και με κινδύνους εξικνουμένους μέχρι του απωτάτου μέλλοντος την κακούργον μεγαλομανίαν του εστεμμένου ανισορρόπου.
Και ακόμη περισσότερον από ζήτημα παγκοσμίου ισορροπίας είνε ζήτημα υψηλής δικαιοσύνης. Όταν οι γραπτοί νόμοι τιμωρούν ένα λωποδύτην, και εν περιπτώσει ακόμη του αναγνωρίζουν ως αιτίαν επιτακτικήν ανάγκην αυτοσυντηρήσεως, και όταν οι άγραφοι κοινωνικοί νόμοι θέτουν εκτός τιμής ένα κοινόν άνθρωπον παραβάντα μίαν ελαφροτάτην ηθικήν υποχρέωσιν, θα ήτο άντικρυς αδίκημα κατά του κόσμου όλου και θα ήτο ανατροπή της ιδέας της δικαιοσύνης να επανέλθη εις τον θρόνον του άθικτος ο μεγαλείτερος καταστροφεύς εξ όσων είδαν οι αιώνες από της πρώτης εμφανίσεως καταστροφέων επί της γης.
Η Γαλλία, αγωνιζόμενη τον διπλούν αυτόν αγώνα κατά της Γερμανίας, δεν είνε μόνη και αβοήθητος εις την πάλην. Έχει μαζή της τους Συμμάχους της, αλλ' έχει μαζή της και την ανθρωπότητα ολόκληρον, η οποία αισθάνεται την ανάγκην να επιβάλη εις την Γερμανίαν την κοινήν δικαιοσύνην, την απαραίτητον δια την επαναφοράν του κόσμου εις την οδόν της τιμής και του καθήκοντος, από την οποίαν οδόν επεχείρησε να τον απομακρύνη η Γερμανία».
ΠΗΓΗ real.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου