Αθήνα: Εάν το φιλόδοξο έργο της ηλεκτρικής
διασύνδεσης Ισραήλ - Κύπρου - Ελλάδας είναι τεχνικά εφικτό και
οικονομικά βιώσιμο, μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση των προκλήσεων στο
θέμα της ενέργειας, δήλωσε στην ομιλία του στο συνέδριο του Economist
στην Αθήνα για τις επενδύσεις στην ενέργεια, Ελλάδα - Κύπρος - Ισραήλ ο
πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου, Γιώργος Σιαμμάς.
Άμεσα, πρόσθεσε, θα επιλύσει το τεχνικό θέμα ενώ θα υπάρχει οικονομική μείωση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής, αλλά - σημείωσε - θα πρέπει να υπάρξει εκ βάθρων αναδόμηση του συστήματος της αγοράς ηλεκτρισμού.
Όμως για να υλοποιηθεί ένα τέτοιο έργο, η πολιτική πτυχή είναι εξαιρετικά σημαντική, σημείωσε.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΡΑΕΚ, υπάρχουν τρεις στόχοι για να επιτευχθεί μια ανταγωνιστική αγορά, ασφάλεια και επάρκεια παραγωγής και οι περιβαλλοντικοί στόχοι, που πολλές φορές - όπως είπε - είναι αλληλοσυγκρουόμενοι ή τουλάχιστον μη ευθυγραμμισμένοι.
Εθεσε δε ερωτήματα όπως εάν ο ανταγωνισμός μπορεί να οδηγήσει στην επάρκεια παραγωγής ή χρειάζονται επιπρόσθετα μέτρα, μπορούν να επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί στόχοι ή χρειάζεται κυβερνητική παρέμβαση και το μοντέλο που υπάρχει σήμερα στην Κύπρο μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του καταναλωτή ή μήπως υπάρχει ανάγκη για μια αγορά με αποζημίωση της παραγωγικής ικανότητας για να διασφαλιστεί η επάρκεια παραγωγής.
Για να πετύχουμε και τους τρεις στόχους, ανέφερε ο κ. Σιαμμάς, χρειάζεται ένας μακροχρόνιος ορθολογιστικός προγραμματισμός με αναθεώρηση κάθε δύο χρόνια, η διατήρηση των ΑΠΕ πρέπει να είναι κοστοστρεφής, να αντανακλά δηλαδή το πραγματικό κόστος, και η διακοπτόμενη λειτουργία των ΑΠΕ μπορεί να αντιμετωπισθεί μέσα από κανόνες του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς (ΔΣΜ).
Χρειάζεται, συνέχισε, ο επανασχεδιασμός του μοντέλου αγοράς και η ΡΑΕΚ έχει δώσει τις αναγκαίες οδηγίες στο διαχειριστή.
«Τα κοιτάσματα των υδρογονανθράκων πρέπει να αξιοποιηθούν από το κράτος της Κύπρου με έναν τρόπο που δεν θα μας αποπροσανατολίζει από το μακροπρόθεσμο όραμα της ΕΕ για το 2050 για μια αγορά με μειωμένες εκπομπές θερμοκηπιακών αερίων. Εχουμε υποχρέωση να μαθαίνουμε από τα λάθη και τις επιτυχίες των άλλων και να αναπτύξουμε μια ρυθμιστική πολιτική με επίκεντρο τον καταναλωτή», είπε.
Στην ομιλία του ο κ. Σιαμμάς ανέφερε ότι τo ποσοστό διείσδυσης στην ηλεκτροπαραγωγή μέχρι το 2020 με βάση το Εθνικό Σχέδιο Δράσης ανέρχεται στο 16% και θα επιτευχθεί με την ένταξη 300 μεγκαβάτ αιολικής ισχύς, 200 μεγκαβάτ περίπου βοτοβολταϊκής, 75 μεγκακαβάτ ηλιοθερμικής και 17 μεγκαβάτ βιομάζας ή όση είναι διαθέσιμη, είναι ευπρόσδεκτη.
Οι προκλήσεις από τη διείσδυση ανανεώσιμων πηγών στο σύστημα ηλεκτρισμού είναι μεγάλες, διότι ο ηλεκτρισμός είναι ένα προϊόν που δεν μπορεί να αποθηκευτεί και η ζήτηση πρέπει να καλύπτεται άμεσα, σημείωσε. Οι προκλήσεις είναι επίσης τεχνικές λόγω της διακοπτόμενης και απρόβλεπτης λειτουργίας των ΑΠΕ, πρόσθεσε, καθώς και οικονομικές λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας αλλά και εμπορικές, που έχουν σχέση με τη συμμετοχή στην αγορά και τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής αγοράς χωρίς στρεβλώσεις. Αυτές όλες οι προκλήσεις λαμβάνονται υπόψη στον προγραμματισμό της ηλεκτροπαραγωγής για να μπορούν να αντιμετωπιστούν με επάρκεια, τόνισε.
Η ΡΑΕΚ, που είχε την ευθύνη να ετοιμάσει τον προγραμματισμό, να ετοιμάσει τη διείσδυση των ΑΠΕ μέχρι το 2020 κατέγραψε σε μια μελέτη αυτές τις προκλήσεις και αφορούν τόσο τον ημερήσιο όσο και το μακροχρόνιο σχεδιασμό σε σχέση με το διαχειριστή, είπε ο κ. Σιαμμάς. Στη μελέτη, ανέφερε, έχουν ληφθεί υπόψη η διείσδυση των ΑΠΕ και η διείσδυση των συμβατικών μονάδων, ιδίως μετά την αναμενόμενη άφιξη του φυσικού αερίου και για τον ημερήσιο προγραμματισμό έχουν εντοπισθεί αρκετά σημεία που τυγχάνουν χειρισμού.
Η διείσδυση των αιολικών πάρκων, σημείωσε, έφθασε κατά τη διάρκεια των νυχτερινών ωρών χαμηλής ζήτησης το 33% της συνολικής ζήτησης. Τα φωτοβολταϊκά, ανέφερε, μπορούν να συμβάλουν επίσης σε μεγάλο ποσοστό ενώ για τα αιολικά πάρκα έχουν εντοπισθεί τα προβλήματα, τα οποία αντιμετωπίζονται ήδη από τον διαχειριστή.
Για το οικονομικό κόστος, ο κ. Σιαμμάς είπε ότι οφείλονται στο αυξημένο λειτουργικό κόστος και τις ψηλές διατιμήσεις, στο αυξημένο κόστος ανάπτυξης της αναγκαίας υποδομής των δικτύων μεταφοράς και διανομής και στο αυξημένο κόστος διατήρησης μιας ικανοποιητικής εφεδρείας. Όμως, σημείωσε, υπάρχει η συμβολή και στη μείωση του κόστους λόγω των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων.
Η μελέτη της ΡΑΕΚ, είπε, κατέγραψε τη σταδιακή αύξηση του κόστους μέχρι το 2020 και εκτίμησε ότι η τεχνολογική εξέλιξη οδηγεί σε μια μείωση του κεφαλαίου που χρειάζεται για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και ειδικά των φωτοβολταϊκών και πρότεινε μια σταδιακή μείωση των διατιμήσεων. «Ακολουθώντας αυτές τις εισηγήσεις για φέτος για φωτοβολταϊκά μέχρι 150 κιλοβάτ θα είναι 25 σεντ, ενώ όταν έγινε η μελέτη ήταν 34 σεντ».
Για τις εμπορικές προκλήσεις και τη σχέση τους με το μοντέλο λειτουργίας μιας ανταγωνιστικής αγοράς, ο κ. Σιαμμάς είπε ότι το μοντέλο αυτό στην Κύπρο βασίζεται σε διμερή συμβόλαια, όπου ο προμηθευτής πρέπει να διαθέτει και αντίστοιχη ηλεκτροπαραγωγή. Οι επιλέξιμοι πελάτες, ανέφερε, ανέρχονται στο 65% ενώ η αγορά θα απελευθερωθεί το 2014 κατά 100%.
ΠΗΓΗ philenews
Άμεσα, πρόσθεσε, θα επιλύσει το τεχνικό θέμα ενώ θα υπάρχει οικονομική μείωση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής, αλλά - σημείωσε - θα πρέπει να υπάρξει εκ βάθρων αναδόμηση του συστήματος της αγοράς ηλεκτρισμού.
Όμως για να υλοποιηθεί ένα τέτοιο έργο, η πολιτική πτυχή είναι εξαιρετικά σημαντική, σημείωσε.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΡΑΕΚ, υπάρχουν τρεις στόχοι για να επιτευχθεί μια ανταγωνιστική αγορά, ασφάλεια και επάρκεια παραγωγής και οι περιβαλλοντικοί στόχοι, που πολλές φορές - όπως είπε - είναι αλληλοσυγκρουόμενοι ή τουλάχιστον μη ευθυγραμμισμένοι.
Εθεσε δε ερωτήματα όπως εάν ο ανταγωνισμός μπορεί να οδηγήσει στην επάρκεια παραγωγής ή χρειάζονται επιπρόσθετα μέτρα, μπορούν να επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί στόχοι ή χρειάζεται κυβερνητική παρέμβαση και το μοντέλο που υπάρχει σήμερα στην Κύπρο μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του καταναλωτή ή μήπως υπάρχει ανάγκη για μια αγορά με αποζημίωση της παραγωγικής ικανότητας για να διασφαλιστεί η επάρκεια παραγωγής.
Για να πετύχουμε και τους τρεις στόχους, ανέφερε ο κ. Σιαμμάς, χρειάζεται ένας μακροχρόνιος ορθολογιστικός προγραμματισμός με αναθεώρηση κάθε δύο χρόνια, η διατήρηση των ΑΠΕ πρέπει να είναι κοστοστρεφής, να αντανακλά δηλαδή το πραγματικό κόστος, και η διακοπτόμενη λειτουργία των ΑΠΕ μπορεί να αντιμετωπισθεί μέσα από κανόνες του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς (ΔΣΜ).
Χρειάζεται, συνέχισε, ο επανασχεδιασμός του μοντέλου αγοράς και η ΡΑΕΚ έχει δώσει τις αναγκαίες οδηγίες στο διαχειριστή.
«Τα κοιτάσματα των υδρογονανθράκων πρέπει να αξιοποιηθούν από το κράτος της Κύπρου με έναν τρόπο που δεν θα μας αποπροσανατολίζει από το μακροπρόθεσμο όραμα της ΕΕ για το 2050 για μια αγορά με μειωμένες εκπομπές θερμοκηπιακών αερίων. Εχουμε υποχρέωση να μαθαίνουμε από τα λάθη και τις επιτυχίες των άλλων και να αναπτύξουμε μια ρυθμιστική πολιτική με επίκεντρο τον καταναλωτή», είπε.
Στην ομιλία του ο κ. Σιαμμάς ανέφερε ότι τo ποσοστό διείσδυσης στην ηλεκτροπαραγωγή μέχρι το 2020 με βάση το Εθνικό Σχέδιο Δράσης ανέρχεται στο 16% και θα επιτευχθεί με την ένταξη 300 μεγκαβάτ αιολικής ισχύς, 200 μεγκαβάτ περίπου βοτοβολταϊκής, 75 μεγκακαβάτ ηλιοθερμικής και 17 μεγκαβάτ βιομάζας ή όση είναι διαθέσιμη, είναι ευπρόσδεκτη.
Οι προκλήσεις από τη διείσδυση ανανεώσιμων πηγών στο σύστημα ηλεκτρισμού είναι μεγάλες, διότι ο ηλεκτρισμός είναι ένα προϊόν που δεν μπορεί να αποθηκευτεί και η ζήτηση πρέπει να καλύπτεται άμεσα, σημείωσε. Οι προκλήσεις είναι επίσης τεχνικές λόγω της διακοπτόμενης και απρόβλεπτης λειτουργίας των ΑΠΕ, πρόσθεσε, καθώς και οικονομικές λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας αλλά και εμπορικές, που έχουν σχέση με τη συμμετοχή στην αγορά και τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής αγοράς χωρίς στρεβλώσεις. Αυτές όλες οι προκλήσεις λαμβάνονται υπόψη στον προγραμματισμό της ηλεκτροπαραγωγής για να μπορούν να αντιμετωπιστούν με επάρκεια, τόνισε.
Η ΡΑΕΚ, που είχε την ευθύνη να ετοιμάσει τον προγραμματισμό, να ετοιμάσει τη διείσδυση των ΑΠΕ μέχρι το 2020 κατέγραψε σε μια μελέτη αυτές τις προκλήσεις και αφορούν τόσο τον ημερήσιο όσο και το μακροχρόνιο σχεδιασμό σε σχέση με το διαχειριστή, είπε ο κ. Σιαμμάς. Στη μελέτη, ανέφερε, έχουν ληφθεί υπόψη η διείσδυση των ΑΠΕ και η διείσδυση των συμβατικών μονάδων, ιδίως μετά την αναμενόμενη άφιξη του φυσικού αερίου και για τον ημερήσιο προγραμματισμό έχουν εντοπισθεί αρκετά σημεία που τυγχάνουν χειρισμού.
Η διείσδυση των αιολικών πάρκων, σημείωσε, έφθασε κατά τη διάρκεια των νυχτερινών ωρών χαμηλής ζήτησης το 33% της συνολικής ζήτησης. Τα φωτοβολταϊκά, ανέφερε, μπορούν να συμβάλουν επίσης σε μεγάλο ποσοστό ενώ για τα αιολικά πάρκα έχουν εντοπισθεί τα προβλήματα, τα οποία αντιμετωπίζονται ήδη από τον διαχειριστή.
Για το οικονομικό κόστος, ο κ. Σιαμμάς είπε ότι οφείλονται στο αυξημένο λειτουργικό κόστος και τις ψηλές διατιμήσεις, στο αυξημένο κόστος ανάπτυξης της αναγκαίας υποδομής των δικτύων μεταφοράς και διανομής και στο αυξημένο κόστος διατήρησης μιας ικανοποιητικής εφεδρείας. Όμως, σημείωσε, υπάρχει η συμβολή και στη μείωση του κόστους λόγω των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων.
Η μελέτη της ΡΑΕΚ, είπε, κατέγραψε τη σταδιακή αύξηση του κόστους μέχρι το 2020 και εκτίμησε ότι η τεχνολογική εξέλιξη οδηγεί σε μια μείωση του κεφαλαίου που χρειάζεται για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και ειδικά των φωτοβολταϊκών και πρότεινε μια σταδιακή μείωση των διατιμήσεων. «Ακολουθώντας αυτές τις εισηγήσεις για φέτος για φωτοβολταϊκά μέχρι 150 κιλοβάτ θα είναι 25 σεντ, ενώ όταν έγινε η μελέτη ήταν 34 σεντ».
Για τις εμπορικές προκλήσεις και τη σχέση τους με το μοντέλο λειτουργίας μιας ανταγωνιστικής αγοράς, ο κ. Σιαμμάς είπε ότι το μοντέλο αυτό στην Κύπρο βασίζεται σε διμερή συμβόλαια, όπου ο προμηθευτής πρέπει να διαθέτει και αντίστοιχη ηλεκτροπαραγωγή. Οι επιλέξιμοι πελάτες, ανέφερε, ανέρχονται στο 65% ενώ η αγορά θα απελευθερωθεί το 2014 κατά 100%.
ΠΗΓΗ philenews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου