Σάββατο 23 Μαρτίου 2024

“Ναυτική Αμηχανία” στη Δύση για την αντιμετώπιση της απειλής των USV… αν και “δεν είναι επανάσταση”


Πολλοί πιστεύουν ότι οι επιθέσεις σε ρωσικά πολεμικά πλοία από τις ουκρανικές δυνάμεις που χρησιμοποιούν μη επανδρωμένα σκάφη επιφανείας (USV) αντιπροσωπεύουν μια θεμελιώδη αλλαγή στον πόλεμο στη θάλασσα. 

Ο Χιου Γουάιτ υποστήριξε ότι «τα πλοία επιφανείας στην εποχή μας είναι εγγενώς πολύ ευάλωτα» και ότι οι επιθέσεις με drones αποδεικνύουν ότι τα σχέδια για το Βασιλικό Ναυτικό της Αυστραλίας βρίσκονται σε λάθος δρόμο. Ο απόστρατος ναύαρχος του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ Τζέιμς Σταυρίδης παρατήρησε ότι οι επιθέσεις είναι μια θεμελιώδης στιγμή στη στρατιωτική ιστορία, όπως η μάχη του Agincourt ή η επίθεση στο Pearl Harbor. «Καθώς φτηνά drones βγαίνουν στη θάλασσα σε σοβαρούς αριθμούς, τα ακριβά επανδρωμένα πολεμικά πλοία επιφανείας θα απειληθούν».

ΤΟΥ Richard Dunley
ΠΗΓΗ: ASPI – THE STRATEGIST

Οι ισχυρισμοί σχετικά με την καινοτομία και τον αντίκτυπο αυτών των μικρών drones επίθεσης χάνουν την ευρύτερη εικόνα. Οι ασύμμετρες απειλές για τις κύριες ναυτικές μονάδες επιφανείας δεν είναι καινούριες. Η κούρσα εξοπλισμών μεταξύ τέτοιων απειλών και της ικανότητας των μεγάλων πολεμικών πλοίων να τις αντιμετωπίσουν είναι ένα επαναλαμβανόμενο θέμα της σύγχρονης ναυτικής ιστορίας. Το 1914 ο ναύαρχος Πέρσι Σκοτ υποστήριξε  ότι τα υποβρύχια είχαν καταστήσει περιττά τα μεγάλα σκάφη επιφανείας. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι λάτρεις της τεχνολογίας ισχυρίστηκαν ότι «με την αδυσώπητη λογική της στρατιωτικής προόδου, το ναυτικό ως ξεχωριστή οντότητα θα πάψει να υπάρχει». Παρόμοιες ανησυχίες σχετικά με την ευπάθεια των σκαφών επιφανείας υπήρξαν στη δεκαετία του 1970 και έχουν επαναληφθεί με την ανάπτυξη τεχνολογιών A2AD από την Κίνα.

Παρά αυτές τις απειλές, οι κύριες ναυτικές μονάδες επιφανείας παρέμειναν ουσιαστικός παράγοντας για τη σύγχρονη ναυτική ισχύ και θα συνεχίσουν να είναι έτσι για όσο “χρησιμοποιούμε” τη θάλασσα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η νέες τεχνολογίες όπως τα USV δεν είναι σημαντικές. Αντίθετα μεταφέρουν πλέον την προσοχή στον τρόπο προσαρμογής και ανταπόκρισης των πολεμικών ναυτικών. Είναι χρήσιμο να ανατρέξουμε στη μελέτη των παλαιότερων από τις σύγχρονες ασύμμετρες απειλές για τα σκάφη επιφανείας ξεκινώντας από τα τορπιλοβόλα. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης ενός μεγάλου εχθρικού πολεμικού πλοίου ήταν ένα φίλιο πλοίο ίσου μεγέθους και ισχύος. Αυτό άλλαξε δραματικά στη δεκαετία του 1870 λόγω της εφεύρεσης της τορπίλης Whitehead και της ενσωμάτωσής σε τορπιλοβόλα σκάφη. Ξαφνικά, το μεγαλύτερο θωρηκτό θα μπορούσε να βυθιστεί από το πιο ασήμαντο σκάφος.

Όπως και σήμερα, οι δυνατότητες αυτής της ασύμμετρης τεχνολογίας ήταν εμφανείς σε όλους και άφησε τα μεγάλα ναυτικά με δύο βασικά ερωτήματα. Το πρώτο ήταν ο τρόπος αντιμετώπισης αυτής της τεχνολογίας και η προστασία μεγάλων πολεμικών πλοίων. Το δεύτερο ήταν πώς να προσαρμόσουμε μια τεχνολογία που φαινόταν κατάλληλη για παράκτια κράτη που στοχεύουν στην άρνηση θαλασσίων περιοχών.  Αυτές είναι οι ίδιες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν επί του παρόντος τα ναυτικά των “Γαλάζιων Υδάτων” λόγω της τεχνολογίας των USV.

Υπήρξαν πολλές διαφορετικές απαντήσεις από τα μεγάλα ναυτικά στην απειλή του τορπιλοβόλο. Το πιο σημαντικό και επιτυχημένο βραχυπρόθεσμα ήταν η διάδοση πυροβολικού ταχείας βολής μικρότερου διαμετρήματος που θα μπορούσε να εμπλέξει τα γρήγορα κινούμενα τορπιλοβόλα. Χρειάστηκε χρόνος αλλά μέσα σε μια δεκαετία από την εμφάνιση της απειλής θεωρήθηκε ότι το μέτρο αυτό προσφέρει έναν καλό βαθμό προστασίας για τους στόλους που επιχειρούν στις παράκτιες περιοχές. Η άλλη φυσική προσέγγιση σε κάθε νέα τεχνολογική πρόκληση είναι η προσπάθεια προσαρμογής αυτής της τεχνολογίας για να παρέχει μια συμμετρική ικανότητα. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη ταχέων μικρών σκαφών που περιγράφονταν ως “καταστροφείς”, τα οποία γρήγορα έγιναν βασικό συστατικό οποιουδήποτε στόλου, προστατεύοντας τα βαρέα πλοία έναντι επίθεσης, τα γνωστά Αντιτορπιλικά (Destroyers).

Βλέπουμε ήδη μια παρόμοια διαδικασία ως απάντηση σε απειλές από τα ταχέα παράκτια επιθετικά σκάφη (FIAC), συμπεριλαμβανομένων των drones. Οι απαντήσεις είναι υπό ανάπτυξη για πάνω από 20 χρόνια, από την επίθεση στο USS Cole (επίθεση αυτοκτονίας το 2000). Η προσαρμογή του κοντινού οπλικού συστήματος για να αντιμετωπίζει απειλές επιφανείας και η ανάπτυξη ελαφρών πυραύλων όπως ο Marlet παρέχουν σημαντική προστασία. Παραμένουν ερωτήματα σχετικά με τον βαθμό στον οποίο τα drones, ειδικά τα «σμήνη» drones, μπορεί να είναι σε θέση να κορέσουν τέτοιες άμυνες, αλλά αυτή η προσέγγιση πρόκειται να αποτελέσει το θεμέλιο των βραχυπρόθεσμων απαντήσεων.

Αρχίζουμε επίσης να βλέπουμε ιδέες που αντικατοπτρίζουν τη δεύτερη απάντηση στα τορπιλοβόλα. Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ προτείνει φίλια  USV να είναι σε θέση να συνοδεύουν μεγαλύτερα σκάφη με πλήρωμα, προστατεύοντας από απειλές όπως των FIAC. Ενώ αυτή η διαδικασία παρουσιάζεται συχνά ως μια ριζικά νέα εξέλιξη ακολουθεί μια μακρά ιστορία προσαρμογής σε μια τεχνολογική απειλή για την παροχή συμμετρικής ικανότητας.

Μια άλλη σημαντική απάντηση στην ανάπτυξη των τορπιλοβόλων είναι η εστίαση στην άμυνα λιμένων. Η απειλή που αποτελούσε ένα τορπιλοβόλο, ή αργότερα ένα υποβρύχιο ήταν προφανής και τα ναυτικά αφιέρωσαν τεράστιους πόρους για την προστασία των αγκυροβόλιών τους. Παρόλα αυτά, υπήρχαν σημαντικά ζητήματα στην αρχή και των δύο παγκοσμίων πολέμων. Η δυνατότητα των USV και UUV να λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο είναι προφανής, όπως αποδεικνύεται από τις επιθέσεις της Ουκρανίας στη Σεβαστούπολη. Μέχρι στιγμής έχει υπάρξει περιορισμένη δημόσια συζήτηση για την ασφάλεια των δυτικών ναυτικών βάσεων έναντι τέτοιων επιθέσεων, αλλά είναι πιθανό ότι αυτό το ζήτημα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί.

Το ερώτημα της εκμετάλλευσης των τορπιλοβόλων αποδείχθηκε ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση για τα ναυτικά του 19ου αιώνα από το ερώτημα περί της αντιμετώπισής τους. Όπως τα μικρά USV σήμερα, τα τορπιλοβόλα δεν είχαν το ακτίνα ενεργείας ή την αξιοπλοΐα για να ταιριάζουν στην έννοια των επιχειρήσεων ενός ναυτικού των “Γαλάζιων [βαθέων] Υδάτων” (blue water navy). Μια καινοτόμος προσέγγιση ήταν η ανάπτυξη ενός πρώιμου μητρικού πλοίου, του HMS Hecla, που σχεδιάστηκε για να μεταφέρει τορπιλοβόλα στο θέατρο επιχειρήσεων όπου θα μπορούσαν στη συνέχεια να υποστηρίξουν τον στόλο.

Αυτή η προσέγγιση μπορεί να αποδείχθηκε εξαιρετικά αποτελεσματική για σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά καθώς η τεχνολογία αναπτύχθηκε, η εστίαση μετατοπίστηκε απλώς στην ανάπτυξη μεγαλύτερων τορπιλοβόλων σκαφών. Αυτά συνέχισαν να αυξάνονται έως ότου συγχωνεύτηκαν ως κατηγορίας με τα αντιτορπιλικά που είχαν σχεδιαστεί για να τα αντιμετωπίσουν. Αυτή η γέννηση του σύγχρονου αντιτορπιλικού είναι ένα κλασικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο τα ναυτικά υιοθετούν και προσαρμόζουν νέες τεχνολογίες. Ωστόσο, με αυτόν τον τρόπο τείνουν να αυξάνονται σε μέγεθος, πολυπλοκότητα και κόστος, υπονομεύοντας στοιχεία των πλεονεκτημάτων τους.

ΠΗΓΗ https://www.defence-point.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου