Πρόκειται για έναν "δάσκαλο" της φωτογραφίας και έναν από τους
πρώτους φωτογράφους που κάλυψαν με τον φακό τους πολεμικές συρράξεις
στον πλανήτη.
Ο Beato (γεν. 1833 ή το 1834 και πέθανε το 1907) γεννήθηκε στο νησί της Κέρκυρας. Κατά την γέννησή του, η Κέρκυρα ήταν μέρος του Βρετανικού προτεκτοράτου των Ιονίων Νήσων. Οι συγγενείς του, βρετανικής καταγωγής, είχαν μεταναστεύσει στην Κέρκυρα το 17ο αιώνα και ήταν μία από τις ευγενείς οικογενειες των βενετσιάνων που κυβέρνησαν το νησί κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βενετίας.
Όπως και οι άλλοι εμπορικοί φωτογράφοι του 19ου αιώνα, ο Beato έκανε συχνά εκτυπώσεις αντίγραφα της αρχικής φωτογραφίας του. Ήταν ένας αποτελεσματικός και οικονομικός τρόπος για να έχει πολλές ίδιες εικόνες.
Ήταν πρωτοπόρος και εξαιρετικός στις τεχνικές του χρωματισμού με το χέρι των φωτογραφιών. Καθ' όλη την διάρκεια της καριέρας του, το έργο του Beato χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακά πανοράματα, τα οποία παράγονται από προσεκτικές και αρκετές συνεχόμενες εκθέσεις του ειδώλου και, στη συνέχεια, ενώνει τις προκύπτουσες εκτυπώσεις μαζί, φτιάχνοντας έτσι εκ νέου τη δημιουργία της επεκτατικής θέας.
Το 1853 ο James Robertson άρχισε να φωτογραφίζει μαζί με τον Beato και έτσι σχηματίστηκε μια εταιρική σχέση που ονομάστηκε "Robertson & Beato".
Το 1855 οι Beato και Robertson ταξίδεψαν στην Κριμαία, όπου ανέλαβαν ρεπορτάζ του Κριμαϊκού πολέμου.
Τον Φλεβάρη, 1858 ο Felice Beato έφτασε στην Καλκούτα και άρχισε να ταξιδεύει σε όλη τη Βόρεια Ινδία για να τεκμηριώσει την επαύριο της Ινδικής Εξέγερσης του 1857.
Με τον φακό του κάλυψε και τον πόλεμο του Οπίου στην Κίνα αλλά και τις εμφύλιες συρράξεις της Ιαπωνίας του 1863. Ο φωτογράφος κατάφερε να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη των πολεμιστών και των γυναικών τους και να ποζάρουν αποκλειστικά για εκείνον. Για καιρό μάλιστα, ζούσε μαζί τους και τα καρέ του αποτελούν ιστορικά τεκμήρια των τελευταίων Σαμουράι της ιστορίας.
Άλλωστε, οι Σαμουράι καταργήθηκαν το 1868.
Οι σαμουράι, ήταν μια τάξη άφοβων πολεμιστών, που ουσιαστικά κυριάρχησε στην Ιαπωνία για περισσότερα από 600 χρόνια, από τα μέσα του 12ου αιώνα. Η θέση τους στο κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο της ιαπωνικής φεουδαρχίας υπήρξε σημαντική, καθώς λειτούργησαν αρκετές φορές ως ρυθμιστές της ροής των ιστορικών γεγονότων. Απέκτησαν παγκόσμια φήμη για τις ικανότητές τους στο χειρισμό των όπλων, ιδιαίτερα στο ξίφος, και τα κατορθώματά τους έγιναν θρύλοι της ενδοχώρας.
Η λέξη σαμουράι προέρχεται από το ιαπωνικό ρήμα σαμoρό ή σαμπουρό και χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τους προσωπικούς υπηρέτες των πλούσιων και πανίσχυρων γαιοκτημόνων του 8ου αιώνα στην Ιαπωνία.
Ορισμένοι από αυτούς του γαιοκτήμονες ήταν αριστοκράτες, ευγενείς που είχαν εγκαταλείψει τη βασιλική αυλή του Κιότο, την πρωτεύουσα, προκειμένου να αναζητήσουν την τύχη τους.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε σταδιακά ένα δίκτυο φυλών ή "οικογενειών" με τη διευρυμένη έννοια. Έτσι, όμως, η κεντρική διακυβέρνηση της χώρας έχασε τη δύναμή της, ενώ ο νόμος και η τάξη ετηρείτο πλέον από τις διαφορετικές οικογένειες.
Οι οικογένειες εξοπλίστηκαν με την πάροδο του χρόνου, ώστε να μπορούν να προστατέψουν τη γη τους και τους ανθρώπους τους. Τούτο ήταν και το έναυσμα για την ανάπτυξη της τάξης των σαμουράι, πάνω σε έναν αρχαιότερο κώδικα που ήδη είχαν αναπτύξει οι πολεμιστές Γιαγιόι.
Ορισμένοι Σαμουράι ήταν συγγενείς των γαιοκτημόνων, ενώ άλλοι είχαν προσληφθεί ως μισθοφόροι. Ο κώδικας των Σαμουράι τόνιζε την πίστη στον κύριό του, ακόμα και υπεράνω της οικογενειακής τιμής. Η ιστορία δείχνει ότι οι πιο πιστοί Σαμουράι ήταν συνήθως μέλη της οικογένειας ή οικονομικά εξαρτώμενα μέλη των κυρίων τους.
Στο 900 μ.Χ, οι αδύναμοι αυτοκράτορες της δυναστείας των Heian (794 – 1185) έχασαν τον αγροτικό έλεγχο της Ιαπωνίας. Η χώρα σπαρασσόταν από εξεγέρσεις και η εξουσία του αυτοκράτορα σύντομα περιορίσθηκε στα όρια της πρωτεύουσας. Σε ολόκληρη τη χώρα οι πολεμιστές κλήθηκαν να αναπληρώσουν το κενό εξουσίας με αποτέλεσμα το 1100 οι Σαμουράι να αποκτήσουν στρατιωτική και πολιτική εξουσία στο μεγαλύτερο τμήμα της Ιαπωνίας.
Τέλος της εποχής Heian / άνοδος των Samurai
Η ήδη αδύναμη αυτοκρατορική εξουσία δέχθηκε μοιραίο πλήγμα το 1156, όταν ο αυτοκράτορας Toba πέθανε χωρίς να ορίσει διάδοχο. Οι γιοι του Sutoku και Go Shirakawa ξεκίνησαν εμφύλιο πόλεμο που ονομάσθηκε εξέγερση Hogen. Στο τέλος του εμφυλίου είχαν ηττηθεί και οι δύο καθότι……η αυτοκρατορική εξουσία είχε πλέον απολέσει όλα τα προνόμια.
Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πόλεμου, ήρθαν στο προσκήνιο οι οίκοι των Samurai Minamoto και Taira οι οποίοι το 1160 πολέμησαν ο ένας εναντίον του άλλου στην εξέγερση Heiji. Μετά τη νίκη ο Taira ίδρυσε την πρώτη κυβέρνηση της χώρας αποτελούμενη από Samurai ή Shogunate, με τον αυτοκράτορα να αποτελεί "διακοσμητικό στοιχείο". Οι δε ηττημένοι Minamoto εκδιώχθηκαν από την πρωτεύουσα Kyoto.
Το βασικό στοιχείο ενδυμασίας για τους σαμουράι ήταν το κιμονό, το οποίο για τους άνδρες αποτελείτο συνήθως από ένα εξωτερικό και ένα εσωτερικό ένδυμα. Τα βαρύτερα κιμονό φοριούνταν το χειμώνα, ενώ τα ελαφρύτερα, καμωμένα από μετάξι για παράδειγμα, φοριούνταν το καλοκαίρι. Στην πραγματικότητα υπήρχε συγκεκριμένη ημέρα κατά την οποία τα χειμερινά κιμονό άλλαζαν με τα αντίστοιχα καλοκαιρινά. Παραδοσιακά τούτο συνέβαινε την 1η ημέρα του τέταρτου μήνα (περίπου την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου).
Το κιμονό ενός σαμουράι κανονικά ήταν φτιαγμένο από μετάξι, ένα υλικό που θεωρείται ανώτερο από το βαμβάκι και την κάνναβη όχι μόνο για την αίσθηση και την εμφάνισή του, αλλά και για τη σχετική δροσιά που προσφέρει το καυτό ιαπωνικό καλοκαίρι. Φυσικά, η ποιότητα ενός κιμονό που μπορούσε να φορέσει κάποιος εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τη θέση και το εισόδημά του.
Αναμφίβολα, το πλέον εντυπωσιακό όπλο των Σαμουράι ήταν το ξίφος κατάνα. Δεν είναι απλώς όπλο, αλλά η ψυχή του πολεμιστή. Όσο πιο όμορφο είναι, τόσο πιο κοφτερή και η λεπίδα του. Άλλωστε η ομορφιά του βρίσκεται ακριβώς εκεί, στην κόψη και την κατασκευή της λεπίδας.
Ακολουθεί το γουακιζάσι, λίγο κοντύτερο από το κατάνα, που χρησιμοποιόταν στους εσωτερικούς χώρους, καθώς το κατάνα σε τέτοιες περιπτώσεις θεωρείτο δυσκίνητο. Μικρότερο ακόμα είναι το τάντο, κατασκευασμένο από το ίδιο ατσάλι που χρησιμοποιόταν για το κατάνα και αντικαθιστούσε ενίοτε το γουακιζάσι. Τα ιαπωνικά ξίφη έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στην ιαπωνική ιστορία, ενώ παρουσιάζονται ακόμη και σε μυθολογικά θέματα.
Ο Beato (γεν. 1833 ή το 1834 και πέθανε το 1907) γεννήθηκε στο νησί της Κέρκυρας. Κατά την γέννησή του, η Κέρκυρα ήταν μέρος του Βρετανικού προτεκτοράτου των Ιονίων Νήσων. Οι συγγενείς του, βρετανικής καταγωγής, είχαν μεταναστεύσει στην Κέρκυρα το 17ο αιώνα και ήταν μία από τις ευγενείς οικογενειες των βενετσιάνων που κυβέρνησαν το νησί κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βενετίας.
Όπως και οι άλλοι εμπορικοί φωτογράφοι του 19ου αιώνα, ο Beato έκανε συχνά εκτυπώσεις αντίγραφα της αρχικής φωτογραφίας του. Ήταν ένας αποτελεσματικός και οικονομικός τρόπος για να έχει πολλές ίδιες εικόνες.
Ήταν πρωτοπόρος και εξαιρετικός στις τεχνικές του χρωματισμού με το χέρι των φωτογραφιών. Καθ' όλη την διάρκεια της καριέρας του, το έργο του Beato χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακά πανοράματα, τα οποία παράγονται από προσεκτικές και αρκετές συνεχόμενες εκθέσεις του ειδώλου και, στη συνέχεια, ενώνει τις προκύπτουσες εκτυπώσεις μαζί, φτιάχνοντας έτσι εκ νέου τη δημιουργία της επεκτατικής θέας.
Το 1853 ο James Robertson άρχισε να φωτογραφίζει μαζί με τον Beato και έτσι σχηματίστηκε μια εταιρική σχέση που ονομάστηκε "Robertson & Beato".
Το 1855 οι Beato και Robertson ταξίδεψαν στην Κριμαία, όπου ανέλαβαν ρεπορτάζ του Κριμαϊκού πολέμου.
Τον Φλεβάρη, 1858 ο Felice Beato έφτασε στην Καλκούτα και άρχισε να ταξιδεύει σε όλη τη Βόρεια Ινδία για να τεκμηριώσει την επαύριο της Ινδικής Εξέγερσης του 1857.
Με τον φακό του κάλυψε και τον πόλεμο του Οπίου στην Κίνα αλλά και τις εμφύλιες συρράξεις της Ιαπωνίας του 1863. Ο φωτογράφος κατάφερε να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη των πολεμιστών και των γυναικών τους και να ποζάρουν αποκλειστικά για εκείνον. Για καιρό μάλιστα, ζούσε μαζί τους και τα καρέ του αποτελούν ιστορικά τεκμήρια των τελευταίων Σαμουράι της ιστορίας.
Άλλωστε, οι Σαμουράι καταργήθηκαν το 1868.
Οι έγχρωμες απεικονίσεις των τελευταίων Σαμουράι:
Οι σαμουράι, ήταν μια τάξη άφοβων πολεμιστών, που ουσιαστικά κυριάρχησε στην Ιαπωνία για περισσότερα από 600 χρόνια, από τα μέσα του 12ου αιώνα. Η θέση τους στο κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο της ιαπωνικής φεουδαρχίας υπήρξε σημαντική, καθώς λειτούργησαν αρκετές φορές ως ρυθμιστές της ροής των ιστορικών γεγονότων. Απέκτησαν παγκόσμια φήμη για τις ικανότητές τους στο χειρισμό των όπλων, ιδιαίτερα στο ξίφος, και τα κατορθώματά τους έγιναν θρύλοι της ενδοχώρας.
Η λέξη σαμουράι προέρχεται από το ιαπωνικό ρήμα σαμoρό ή σαμπουρό και χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τους προσωπικούς υπηρέτες των πλούσιων και πανίσχυρων γαιοκτημόνων του 8ου αιώνα στην Ιαπωνία.
Ορισμένοι από αυτούς του γαιοκτήμονες ήταν αριστοκράτες, ευγενείς που είχαν εγκαταλείψει τη βασιλική αυλή του Κιότο, την πρωτεύουσα, προκειμένου να αναζητήσουν την τύχη τους.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε σταδιακά ένα δίκτυο φυλών ή "οικογενειών" με τη διευρυμένη έννοια. Έτσι, όμως, η κεντρική διακυβέρνηση της χώρας έχασε τη δύναμή της, ενώ ο νόμος και η τάξη ετηρείτο πλέον από τις διαφορετικές οικογένειες.
Οι οικογένειες εξοπλίστηκαν με την πάροδο του χρόνου, ώστε να μπορούν να προστατέψουν τη γη τους και τους ανθρώπους τους. Τούτο ήταν και το έναυσμα για την ανάπτυξη της τάξης των σαμουράι, πάνω σε έναν αρχαιότερο κώδικα που ήδη είχαν αναπτύξει οι πολεμιστές Γιαγιόι.
Ορισμένοι Σαμουράι ήταν συγγενείς των γαιοκτημόνων, ενώ άλλοι είχαν προσληφθεί ως μισθοφόροι. Ο κώδικας των Σαμουράι τόνιζε την πίστη στον κύριό του, ακόμα και υπεράνω της οικογενειακής τιμής. Η ιστορία δείχνει ότι οι πιο πιστοί Σαμουράι ήταν συνήθως μέλη της οικογένειας ή οικονομικά εξαρτώμενα μέλη των κυρίων τους.
Στο 900 μ.Χ, οι αδύναμοι αυτοκράτορες της δυναστείας των Heian (794 – 1185) έχασαν τον αγροτικό έλεγχο της Ιαπωνίας. Η χώρα σπαρασσόταν από εξεγέρσεις και η εξουσία του αυτοκράτορα σύντομα περιορίσθηκε στα όρια της πρωτεύουσας. Σε ολόκληρη τη χώρα οι πολεμιστές κλήθηκαν να αναπληρώσουν το κενό εξουσίας με αποτέλεσμα το 1100 οι Σαμουράι να αποκτήσουν στρατιωτική και πολιτική εξουσία στο μεγαλύτερο τμήμα της Ιαπωνίας.
Τέλος της εποχής Heian / άνοδος των Samurai
Η ήδη αδύναμη αυτοκρατορική εξουσία δέχθηκε μοιραίο πλήγμα το 1156, όταν ο αυτοκράτορας Toba πέθανε χωρίς να ορίσει διάδοχο. Οι γιοι του Sutoku και Go Shirakawa ξεκίνησαν εμφύλιο πόλεμο που ονομάσθηκε εξέγερση Hogen. Στο τέλος του εμφυλίου είχαν ηττηθεί και οι δύο καθότι……η αυτοκρατορική εξουσία είχε πλέον απολέσει όλα τα προνόμια.
Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πόλεμου, ήρθαν στο προσκήνιο οι οίκοι των Samurai Minamoto και Taira οι οποίοι το 1160 πολέμησαν ο ένας εναντίον του άλλου στην εξέγερση Heiji. Μετά τη νίκη ο Taira ίδρυσε την πρώτη κυβέρνηση της χώρας αποτελούμενη από Samurai ή Shogunate, με τον αυτοκράτορα να αποτελεί "διακοσμητικό στοιχείο". Οι δε ηττημένοι Minamoto εκδιώχθηκαν από την πρωτεύουσα Kyoto.
Το βασικό στοιχείο ενδυμασίας για τους σαμουράι ήταν το κιμονό, το οποίο για τους άνδρες αποτελείτο συνήθως από ένα εξωτερικό και ένα εσωτερικό ένδυμα. Τα βαρύτερα κιμονό φοριούνταν το χειμώνα, ενώ τα ελαφρύτερα, καμωμένα από μετάξι για παράδειγμα, φοριούνταν το καλοκαίρι. Στην πραγματικότητα υπήρχε συγκεκριμένη ημέρα κατά την οποία τα χειμερινά κιμονό άλλαζαν με τα αντίστοιχα καλοκαιρινά. Παραδοσιακά τούτο συνέβαινε την 1η ημέρα του τέταρτου μήνα (περίπου την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου).
Το κιμονό ενός σαμουράι κανονικά ήταν φτιαγμένο από μετάξι, ένα υλικό που θεωρείται ανώτερο από το βαμβάκι και την κάνναβη όχι μόνο για την αίσθηση και την εμφάνισή του, αλλά και για τη σχετική δροσιά που προσφέρει το καυτό ιαπωνικό καλοκαίρι. Φυσικά, η ποιότητα ενός κιμονό που μπορούσε να φορέσει κάποιος εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τη θέση και το εισόδημά του.
Αναμφίβολα, το πλέον εντυπωσιακό όπλο των Σαμουράι ήταν το ξίφος κατάνα. Δεν είναι απλώς όπλο, αλλά η ψυχή του πολεμιστή. Όσο πιο όμορφο είναι, τόσο πιο κοφτερή και η λεπίδα του. Άλλωστε η ομορφιά του βρίσκεται ακριβώς εκεί, στην κόψη και την κατασκευή της λεπίδας.
Ακολουθεί το γουακιζάσι, λίγο κοντύτερο από το κατάνα, που χρησιμοποιόταν στους εσωτερικούς χώρους, καθώς το κατάνα σε τέτοιες περιπτώσεις θεωρείτο δυσκίνητο. Μικρότερο ακόμα είναι το τάντο, κατασκευασμένο από το ίδιο ατσάλι που χρησιμοποιόταν για το κατάνα και αντικαθιστούσε ενίοτε το γουακιζάσι. Τα ιαπωνικά ξίφη έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στην ιαπωνική ιστορία, ενώ παρουσιάζονται ακόμη και σε μυθολογικά θέματα.
Και γκέισες της εποχής:
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
ΠΗΓΗ defencenet
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου