Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2023

7 Ιανουαρίου του 1826: Ο Ανδρέας Μιαούλης σπάει τον αποκλεισμό του Ιμπραήμ και μεταφέρει πολεμοφόδια στο πολιορκημένο Μεσολόγγι.

 Το 1825 ο οθωμανικός στρατός άρχισε να σφίγγει και πάλι τον κλοιό γύρω από το επαναστατημένο Μεσολόγγι. Την φορά αυτή οι Οθωμανοί ήταν αποφασισμένοι να το καταλάβουν, γεγονός το οποίο τους οδήγησε στο να επιβάλουν ασφυκτικό θαλάσσιο αποκλεισμό με αποτέλεσμα να αποκοπούν όλοι οι δρόμοι ανεφοδιασμού της πόλης.

Ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης όμως, με 25 μπρίκια και 6 πυρπολικά, κατάφερνε να αντιμετωπίζει με επιτυχία τα 45 περίπου εχθρικά πλοία που υπήρχαν στην περιοχή και να ανεφοδιάζει ευκαιριακά με προμήθειες το Μεσολόγγι. Στις μάχες που ενεπλέχθη έχασε δύο μόνο πυρπολικά, των Βώκου και Δημαρά. Το ένα από αυτά απωλέσθη από λάθος χειρισμό. Ο κυβερνήτης του, ο Δημαράς, σκοτώθηκε αργότερα όταν ένα εχθρικό βλήμα του έκοψε τα χέρια και έπεσε στη θάλασσα με αποτέλεσμα να πνιγεί.

Όταν ο μήνας της χρονοναύλωσης έληξε ο Μιαούλης επέστρεψε στην Ύδρα, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου, και στην περιοχή τον αντικατέστησε ο στόλος των Σπετσών υπό τον Γεώργιο Ανδρούτσο. Ο τελευταίος έκρινε ότι με τη μικρή δύναμη που διέθετε δεν μπορούσε να συγκρουστεί με τα τουρκικά πλοία και περιορίστηκε μόνο σε προσπάθειες ανεφοδιασμού του Μεσολογγίου, καταφέρνοντας να προωθήσει στους πολιορκημένους τις περισσότερες από τις προμήθειες που είχε φέρει.
Την πρωτοχρονιά του 1826 είχε επιλυθεί στην Ύδρα το οικονομικό πρόβλημα και ο Μιαούλης επέστρεψε στον Πατραϊκό Κόλπο με στόλο αποτελούμενο από 24 συνολικά πλοία. Η σοβαρότερη εμπλοκή με τον οθωμανικό στόλο που πολιορκούσε το Μεσολόγγι, πραγματοποιήθηκε το διάστημα αυτό στις 9 Ιανουαρίου του 1826, όταν λόγω ισχυρού βορειοανατολικού ανέμου, ο οποίος που είναι συνήθης στον Πατραϊκό Κόλπο, τα ελληνικά πλοία αναγκάστηκαν να αγκυροβολήσουν στην Τουρλίδα, έξω από την «μπούκα», τον κόλπο δηλαδή του Μεσολογγίου.

Με το ξημέρωμα 19 μικρά εχθρικά πλοία προσπάθησαν να επιτεθούν στον ελληνικό στόλο, αλλά ο άνεμος τα σκόρπισε προς τα δυτικά. Την επόμενη ημέρα 13, μεγάλα αυτή τη φορά, εχθρικά πλοία επετέθησαν ενάντια στα αγκυροβολημένα πλοία του Ανδρέα Μιαούλη. Ο Έλληνας ναύαρχος έκρινε ότι θα ήταν πιο αποτελεσματικό γι αυτόν να τα αντιμετωπίσει από τη θέση αγκυροβολίας, καθώς λόγω του ανέμου και της γρήγορης μετακίνησης των πλοίων θα ήταν δύσκολο για τους πυροβολητές να βρίσκουν τον στόχο. Έδωσε λοιπόν τις κατάλληλες εντολές και ετοιμάσθηκε για ναυμαχία. Οι εντολές αυτές όμως δεν μεταβιβάσθηκαν έγκαιρα καθώς στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα τα οθωμανικά πλοία βρέθηκαν σε μικρή απόσταση βολής απο τα ελληνικά με αποτέλεσμα τα τελευταία να κόψουν τις άγκυρες τους και να σηκώσουν πανιά. Ο Ανδρέας Μιαούλης ακολουθώντας το παράδειγμα των υπόλοιπων ελληνικών πλοίων, έκοψε και αυτός την άγκυρά του και απομακρύνθηκε από το αγκυροβόλιο με ολόκληρο τον ελληνικό στόλο να τον ακολουθεί. Οι δύο εχθρικοί στόλοι συναντήθηκαν σε θέση μάχης ανταλάσσοντας κανονιοβολισμούς για πολλή ώρα, χωρίς όμως να έχουν κανένα αποτέλεσμα λόγω των επικρατούντων καιρικών συνθηκών, οι οποίες εμπόδιζαν την ευστοχία των πυροβολητών και την πλευστική ευελιξία των δυο στόλων. Έτσι έληξε χωρίς αποτέλεσμα, και για τις δυο πλευρές, η αναίμακτη αυτή ναυμαχία.

Το βράδυ της 15ης προς την 16η Ιανουαρίου, μια οθωμανική κορβέτα με 24 πυροβόλα προσάραξε στα αβαθή του Προκοπάνιστου* με αποτέλεσμα τέσσερις οθωμανικές φρεγάτες να σπεύσουν προς βοήθεια της ώστε να την βοηθήσουν να αποκολληθεί. Κατά την διάρκεια της νύχτας ένα ελληνικό πυρπολικό, με επικεφαλής τον Γιώργο Πολίτη, αψηφώντας τα οθωμανικά πλοία και τα καταιγιστικά τους πυρά κατάφερε να πλησιάσει την κορβέτα, να κολλήσει επάνω της, και να την πυρπολήσει.


Ελληνική φελούκα καταδρομής έξω από το Μεσολόγγι. Λιθογραφία του 1827. (Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα)
Ο Ανδρέας Μιαούλης θέλοντας να εκμεταλλευτεί το υψηλό ηθικό των πληρωμάτων του, εξ΄ αιτίας της πυρπολήσεως της κορβέτας, αποφάσισε να επιτεθεί με τα 25 πλοία του στόλου του εναντίον του οθωμανικού στόλου, ο οποίος αποτελείτο επίσης από 25 πλοία.

Οι Οθωμανοί αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τον ελληνικό στόλο στο στενό του Ρίου-Αντιρρίου, εκεί όπου θα είχαν και την κάλυψη από τα κανόνια των αντίστοιχων φρουρίων. Πέρνοντας θέση μάχης και εκμεταλλευόμενοι τον ευνοϊκό γι αυτούς άνεμο, επετέθησαν ενάντια στον ελληνικό στόλο. Στην ναυμαχία που ακολούθησε, η οποία διήρκησε τρεις περίπου ώρες, οι δύο στόλοι πλαγιοδρομόντες αντάλλασσαν συνεχώς κανονιοβολισμούς. Τέσσερα οθωμανικά πυρπολικά, τα οποία απέπλευσαν από το λιμάνι της Πάτρας με σκοπό να εμπλακούν στη ναυμαχία, πλήττωντας τα ελληνικά πλοία, απέτυχαν καθώς ένα από αυτά καταστράφηκε και ένα άλλο αιχμαλωτίστηκε. Η ναυμαχία αυτή, όπως και οι προηγούμενες, δεν έφερε σε κανέναν από τους δυο εμπόλεμους κανένα σημαντικό νικηφόρο αποτέλεσμα.

Τις επόμενες ημέρες ο οθωμανικός στόλος, ενισχυμένος με αιγυπτιακά και αλγερινά πλοία πολλά εκ΄ των οποίων ήταν πειρατικά, άρχισε να σφίγγει τον κλοιό γύρω από το Μεσολόγγι. Ο Ανδρέας Μιαούλης έχοντας στην διάθεση του μόνο τα 25 πολεμικά και πυρπολικά πλοία, μια γαλιότα και δύο μίστικα, δεν ήταν πλέον σε θέση να αντιμετωπίση τον οθωμανικό στόλο με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διασπάσει τον αποκλεισμό του Μεσολογγίου. Παρ΄ όλα αυτά έκανε πολλές προσπάθειες να διασπάσει τις οθωμανικές γραμμές με αποτέλεσμα μια από τις προσπάθειες αυτές να εξελιχθεί σε ναυμαχία, έξω από το ακρωτήριο Πάπας, κατά την διάρκεια της οποίας 68 οθωμανικά πλοία συγκρούστηκαν με την μικρή δύναμη του υπό τις διαταγές του Μιαούλη βρισκόμενου ελληνικού στόλου. Το αποτέλεσμα ήταν, μετά από μεγάλες απώλειες, η αναγκαστική υποχώρηση του ελληνικού στόλου στον Πεταλά. Ο Ανδρέας Μιαούλης με μεγάλη του λύπη δήλωσε στην επιτροπή των πολιορκημένων ότι δεν θα μπορούσε πλέον να προσφέρει βοήθεια στο Μεσολόγγι. Τα ίδια ανέφερε και σε εκθέσεις του στους προκρίτους της Ύδρας, αναφέροντας μάλιστα ότι θεωρούσε πλέον αναπόφευκτη την πτώση της πόλης. 

ΠΗΓΗ wwwhydramysoul

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου