Πριν 50 χρόνια, η τουρκική εισβολή στην Κύπρο σημάδευσε τις ελληνοτουρκικές θέσεις και η παταγώδης αποτυχία των Αθηνών να ανταποκριθεί στις εθνικές υποχρεώσεις της, ενθάρρυνε έκτοτε την Τουρκία να εντείνει κάθε αμφισβήτηση και εναντίον της Ελλάδος.
Η αποτυχία σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, οδήγησε την Αθήνα σε ένταση της ενισχύσεως των στρατιωτικών δυνατοτήτων της αλλά και στην απόφαση αναπτύξεως εθνικής αμυντικής βιομηχανίας, προς κάλυψη ενός σοβαρού μέρους των αμυντικών δαπανών και με επιστροφή των χρημάτων στην ελληνική αγορά. Αν η αναλογική σύγκριση της σχετικής ένοπλης ισχύος που είχε η χώρα τότε, με αυτήν που έχει σήμερα, έπειτα από μισό αιώνα, είναι δύσκολη, πολύ πιο εύκολη είναι η απάντηση για το αποτέλεσμα που υπάρχει από πλευράς εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Η προσπάθεια είχε ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής την ανέδειξε σε κύριο πυλώνα της πολιτικής του, ως απαραίτητη προϋπόθεση ενισχύσεως της Εθνικής Αμύνης. Εργώδης ήταν η προσπάθεια, με τον τότε ΥΕΘΑ Ευάγγελο Αβέρωφ – Τοσίτσα, όταν και εγκαινιάστηκε η ΕΑΒ, κατόπιν η ΕΒΟ, που ιδρύθηκε ως κρατική αντίστοιχη της ιδιωτικής ΠΥΡΚΑΛ, κι ακολούθησε η επένδυση της τότε Steyr Hellas, για να αναφέρουμε τις βασικές επιλογές, πλην του ναυπηγοεπισκευαστικού κλάδου.
Σε μια δεκαετία, είχαν αρχίσει να φαίνονται τα αρνητικά σημάδια της κρατικής κακοδιαχειρίσεως. Σήμερα, έχει επιβεβαιωθεί πλήρως η εκτίμηση επιτελών της Πολεμικής Αεροπορίας, ότι η ΕΑΒ θα καταλήξει να έχει ως μόνο πελάτη αυτήν, για την συντήρηση του υλικού της. Το άνοιγμα στον Αραβικό κόσμο που επιχειρήθηκε από νωρίς, φούνταρε πανηγυρικά. Τα όποια ανοίγματα στην διεθνή αγορά, δεν είχαν συνέχεια, λόγω των συμφερόντων, έναντι των οποίων επιδείχθηκε διαχρονική κυβερνητική αδυναμία αντιστάσεως…
Η εξυπηρέτηση συμφερόντων, στιγμάτισε το εγχείρημα επί μισό αιώνα. Οι “δουλειές”, στο όνομα της αμυντικής βιομηχανίας, έκλειναν με κριτήριο την μίζα. Η κατάσταση δεν διαφέρει σήμερα.
Η Steyr Hellas που εν συνεχεία κρατικοποιήθηκε ως ΕΛΒΟ, αποτελεί τα τελευταία έτη, φάντασμα και δεν παράγει τίποτα πλέον. Με πρόσχημα την ιδιωτικοποίησή της, μεθοδεύτηκε η εξεύρεση “επενδυτή” και όλοι ξέρουν τα αποτελέσματα αλλά σήμερα το ενδιαφέρον συγκεντρώνει εγχώριος. Το ότι είναι ασυγκρίτως μικρότερης επιφανείας κι εκτός χώρου, όταν το προηγούμενο ισχυρότερο σχήμα δεν έφερε καμμία επένδυση, προφανώς και δεν είναι πρόβλημα.
Η ΕΒΟ που επίσης ξεκίνησε δυναμικά, έγιναν μεγάλες επενδύσεις σε αυτήν και στην δεκαετία του 1990 παρουσίασε κάποια αξιόλογα προϊόντα στον τομέα των πυρομαχικών με την εξαγορά τεχνολογίας, εφέτος “πανηγυρίζουμε” που με κυβερνητικές αποφάσεις υποβαθμίστηκε σε υποκατασκευαστή ξένου ομίλου. Η κυβέρνηση, λαλίστατη σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις, αποφεύγει συστηματικώς να απαντήσει σε σχετικές ερωτήσεις που κατατίθενται στην Βουλή. Μόλις εχθές, ανήμερα της θλιβερής επετείου, σε “συζήτηση” του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη “εφ όλης της ύλης” (εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ) αναφέρθηκε μόνο ότι, «προχωρούν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των ΕΑΣ και τσέχων επενδυτών για μια συμφωνία που θα είναι μια μικρή “ανάσα” για τα ΕΑΣ με αξιοποίηση κονδυλίων που διατίθενται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή». Γιατί, εφ΄ όσον μάλιστα υπάρχει κοινοτική επιδότηση, δεν επιδιώχθηκε μια “μεγάλη ανάσα” αλλά η κυβέρνηση έκανε προηγουμένως κι ό,τι μπορούσε για να διώξει κάθε μεγάλο οίκο που είχε ενδιαφερθεί, όπως έκανε και με την ΕΛΒΟ;
Στην ΕΑΒ, το ενδιαφέρον εξευρέσεως στρατηγικού επενδυτή προ διετίας, εξανεμίσθηκε όταν ο “προτιμητέος” αποσύρθηκε για δικούς του λόγους. Η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρθηκε για επανάληψη της διαδικασίας, προς συγκέντρωση προτάσεων άλλων ενδιαφερομένων, δείχνοντας ότι επρόκειτο για “στημένη δουλειά”. Έκτοτε, η εταιρεία “διασώζεται”, με ιδίες κρατικές δυνάμεις, προφανώς μέχρι να βρεθεί κάποιος “επενδυτής” που θα περάσει τις “εξετάσεις” του Μαξίμου.
Αεροπορικό υλικό, οχήματα, πυρομαχικά, είναι τρεις βασικοί τομείς στους οποίους είχε μεγάλες φιλοδοξίες η χώρα στην δεκαετία του 1970. Έχοντας καταστρέψει την εγχώρια αυτονομία παραγωγής ακόμη και βασικών ειδών και χωρίς προοπτική για κύριο υλικό, οι αρμόδιοι προσπαθούν από την άλλη να καλυφθούν πίσω από πρωτοβουλίες για καινοτομία, όπου όμως μόνο ένα κλάσμα των εξοπλιστικών δαπανών θα διοχετεύεται.
Μισό αιώνα αργότερα, η διαφθορά αποτελεί τον κύριο κυβερνητικό παράγοντα – κριτήριο διαμορφώσεως συνεργασιών και αναζητήσεως “επενδυτών” στην αμυντική βιομηχανία. Δεν γίναμε σοβαρός παραγωγός αμυντικού υλικού, όπως ήταν απολύτως εφικτό μετά από τις τεράστιες επενδύσεις που έγιναν. Καταφέραμε όμως να γίνουμε παράδεισος μεσαζόντων, που διαμορφώνουν και τις προτεραιότητες των εξοπλιστικών προγραμμάτων, δηλαδή την σειρά με την οποία κατευθύνονται οι πόροι εκεί που εξυπηρετεί.
ΠΗΓΗ https://doureios.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου