O κύριος Νίκος Λυγερός πραγματοποίησε ομιλία με τίτλο: «Εισαγωγή στην βιοηθική» και δόθηκε στην 7η Μ/Κ Ταξιαρχία στο Τυχερό του Έβρου, καλεσμένος από τον Ταξίαρχο Αλεβίζο Δημήτριο, ενώ την ομιλία παρακολούθησε και ο Υποστράτηγος Γκαγκαστάθης Δημήτριος. Ο κύριος Λυγερός ανέπτυξε με εμπεριστατωμένα παραδείγματα θέματα που αφορούν την επιστήμη της βιοηθικής. Το γενικό πρόβλημα της βιοηθικής ως γνωστικό αντικείμενο είναι η δυναμική πολλαπλότητα των ιεραρχιών που αποτελεί το πεδίο ορισμού της. Όταν το πλαίσιο είναι γραμμικό μεταφέρει μέσα μια φυσιολογική ιεραρχία. Όταν έχουμε όμως ένα σύνολο με μερική διάταξη, η φυσιολογική ιεραρχία δεν υπάρχει και πρέπει να το εφοδιάσουμε με τεχνητή, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως αυθαίρετη. Και όταν έχουμε ένα σύνολο προηγούμενων συνόλων, πρέπει να δημιουργηθεί ένα πρωτόκολλο που θα καθορίσει τη σειρά των ιεραρχιών.
Η βιοηθική, όμως, δεν λειτουργεί μέσα σ’ ένα στατικό πλαίσιο. Διότι αυτό εμπεριέχει επιστημονικά, νομικά, θρησκευτικά, νομολογικά και αξιολογικά στοιχεία που λειτουργούν πολεμολογικά μεταξύ τους, και ανάμεσά τους εμπλέκονται δυναμικές που ανήκουν στην οντολογία, στη δεοντολογία και στην τελεολογία. Πιο βαθιά, το πρόβλημα της βιοηθικής είναι ότι αυτά τα δεδομένα δεν λειτουργούν απλά ως στοιχεία ενός συνόλου. Υπάρχουν σχέσεις μεταξύ τους που οδηγούν σε συστημικά χαρακτηριστικά, τα οποία σχετίζονται με τις ιδιότητες της θεωρίας ομάδων και της θεωρίας παιγνίων. Κατά συνέπεια, τα μέλη μιας επιτροπής βιοηθικής δεν λειτουργούν σ’ ένα ομαλό πλαίσιο που θα χαρακτήριζε ένα συμβατικό γνωστικό αντικείμενο. Επομένως, η βιοηθική απαιτεί μια ποικιλόμορφη γνώση που εξελίσσεται συνεχώς σε σχέση με τις παραμέτρους που αποτελούν το υπόβαθρό της. Η λειτουργία της επιτροπής είναι αναπόφευκτα συλλογική έτσι ώστε τα μέλη της να εντοπίσουν αποτελεσματικά τα κοινωνικά τους αντανακλαστικά. Διότι αυτά υπάρχουν, θέλουμε δεν θέλουμε. Μα το θέμα της βιοηθικής δεν είναι να τα αποβάλει. Η ύπαρξή τους δεν είναι αρνητική από μόνη της, είναι απλώς φυσιολογική για ένα κοινωνικό ον. Είναι ο μη εντοπισμός τους που προκαλεί το αρνητικό. Έτσι η ομάδα των μελών θα πρέπει να γνωρίζει τα χαρακτηριστικά της. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει ν’ ακολουθήσει τη στρατηγική αρχή του Sun Tse, δηλαδή ότι ο άνθρωπος που γνωρίζει τον εαυτό του, δεν έχει εχθρούς. Με άλλα λόγια, τα προβλήματα της βιοηθικής προέρχονται και από τη μη λειτουργία της ομαδικότητας μέσα σε αυτό το πλαίσιο που αναλύσαμε προηγουμένως. Η βιοηθική αποτελεί, λοιπόν, ένα καταλυτικό πλαίσιο που επιτρέπει στον καθένα, αλλά και στην ομάδα, να αντιληφθεί τα γνωστικά του όρια. Αυτή η πρώτη φάση είναι αποφασιστική και θα καθορίσει εκ των υστέρων την αποτελεσματικότητα του ίδιου, αλλά και της ομάδας. Διότι η συλλογικότητα της απόφασης θα πρέπει να έχει ξεπεράσει αυτά τα γνωστικά όρια για να βοηθήσει πραγματικά τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν μια συγκεκριμένη δυσκολία για τον εαυτό τους ή γενικότερα για το περιβάλλον τους. Η βιοηθική για να λύσει αυτά τα ανθρώπινα προβλήματα, για να ξεπεράσει τα κοινωνικά εμπόδια, δημιουργεί πρώτα γνωστικά προβλήματα που εντοπίζουν τα γνωστικά όρια. Μόνο εφόσον υπάρξει το πλαίσιο, θα μπορέσει να ενεργοποιηθεί η συλλογικότητα της επιτροπής που θα γίνει αποτελεσματική με την εμπειρία των σχέσεων.
Η βιοηθική, όμως, δεν λειτουργεί μέσα σ’ ένα στατικό πλαίσιο. Διότι αυτό εμπεριέχει επιστημονικά, νομικά, θρησκευτικά, νομολογικά και αξιολογικά στοιχεία που λειτουργούν πολεμολογικά μεταξύ τους, και ανάμεσά τους εμπλέκονται δυναμικές που ανήκουν στην οντολογία, στη δεοντολογία και στην τελεολογία. Πιο βαθιά, το πρόβλημα της βιοηθικής είναι ότι αυτά τα δεδομένα δεν λειτουργούν απλά ως στοιχεία ενός συνόλου. Υπάρχουν σχέσεις μεταξύ τους που οδηγούν σε συστημικά χαρακτηριστικά, τα οποία σχετίζονται με τις ιδιότητες της θεωρίας ομάδων και της θεωρίας παιγνίων. Κατά συνέπεια, τα μέλη μιας επιτροπής βιοηθικής δεν λειτουργούν σ’ ένα ομαλό πλαίσιο που θα χαρακτήριζε ένα συμβατικό γνωστικό αντικείμενο. Επομένως, η βιοηθική απαιτεί μια ποικιλόμορφη γνώση που εξελίσσεται συνεχώς σε σχέση με τις παραμέτρους που αποτελούν το υπόβαθρό της. Η λειτουργία της επιτροπής είναι αναπόφευκτα συλλογική έτσι ώστε τα μέλη της να εντοπίσουν αποτελεσματικά τα κοινωνικά τους αντανακλαστικά. Διότι αυτά υπάρχουν, θέλουμε δεν θέλουμε. Μα το θέμα της βιοηθικής δεν είναι να τα αποβάλει. Η ύπαρξή τους δεν είναι αρνητική από μόνη της, είναι απλώς φυσιολογική για ένα κοινωνικό ον. Είναι ο μη εντοπισμός τους που προκαλεί το αρνητικό. Έτσι η ομάδα των μελών θα πρέπει να γνωρίζει τα χαρακτηριστικά της. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει ν’ ακολουθήσει τη στρατηγική αρχή του Sun Tse, δηλαδή ότι ο άνθρωπος που γνωρίζει τον εαυτό του, δεν έχει εχθρούς. Με άλλα λόγια, τα προβλήματα της βιοηθικής προέρχονται και από τη μη λειτουργία της ομαδικότητας μέσα σε αυτό το πλαίσιο που αναλύσαμε προηγουμένως. Η βιοηθική αποτελεί, λοιπόν, ένα καταλυτικό πλαίσιο που επιτρέπει στον καθένα, αλλά και στην ομάδα, να αντιληφθεί τα γνωστικά του όρια. Αυτή η πρώτη φάση είναι αποφασιστική και θα καθορίσει εκ των υστέρων την αποτελεσματικότητα του ίδιου, αλλά και της ομάδας. Διότι η συλλογικότητα της απόφασης θα πρέπει να έχει ξεπεράσει αυτά τα γνωστικά όρια για να βοηθήσει πραγματικά τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν μια συγκεκριμένη δυσκολία για τον εαυτό τους ή γενικότερα για το περιβάλλον τους. Η βιοηθική για να λύσει αυτά τα ανθρώπινα προβλήματα, για να ξεπεράσει τα κοινωνικά εμπόδια, δημιουργεί πρώτα γνωστικά προβλήματα που εντοπίζουν τα γνωστικά όρια. Μόνο εφόσον υπάρξει το πλαίσιο, θα μπορέσει να ενεργοποιηθεί η συλλογικότητα της επιτροπής που θα γίνει αποτελεσματική με την εμπειρία των σχέσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου