«Μέσα ἀπό τά ἀποκαΐδια καί τίς στάχτες πού ἄφησε αὐτός ὁ ὀλέθριος πόλεμος, καί ἐνῶ ἀκόμα στά αὐτιά μας ἠχοῦν οἱ ὀβίδες, ὁ κρότος τῶν κανονιῶν, τό
κροτάλισμα τῶν πυροβολισμῶν, ὁ φόβος, ἡ ἀπελπισία, τό κλάμα τῶν παιδιῶν, τά οὐρλιαχτά ἀπό τά φοβισμένα ζωάκια (σκυλάκια, γατάκια), οἱ φωτιές καί οἱ καπνοί νά καῖνε τά σωθικά μας, τριάντα ὀκτώ (38) ἄνθρωποι, νέοι, γέροι, γυναῖκες καί παιδιά στοιβαγμένοι σέ ἕνα σκοτεινό ὑπόγειο χωρίς φῶς, χωρίς νερό, χωρίς ὀξυγόνο, προσπαθήσαμε νά ἐπιβιώσουμε τῆς δεινῆς αὐτῆς λαίλαπας, ὄχι μόνο ἐμεῖς ἀλλά καί χιλιάδες ἀκόμα Ἕλληνες ὁμογενεῖς καί κάτοικοι τῆς Μαριούπολης, σέ ὅλα τά ὑπόγεια τῆς πόλης. Τριάντα τρεῖς μέρες ζήσαμε τόν ἀπόλυτο, ἀπελπισμένο φόβο, τήν ἀπόλυτη προσμονή λεπτό πρός λεπτό, ὥρα μέ τήν ὥρα, μέρα μέ τήν μέρα τοῦ θανάτου μας ἀπό κάποια βόμβα ἤ κάποια ὀβίδα» ἀναφέρει, ξεκινῶντας τήν περιγραφή της ἡ κ. Παπακίτσα.«Στόν περίβολο τοῦ συγκροτήματος τῶν πολυκατοικιῶν τά τάγματα τοῦ Ἀζόφ εἶχαν τοποθετήσει πυροβόλα, τέσσερα τόν ἀριθμό. Ἀπό τήν προηγούμενη μέρα εἶχα δεῖ ἄνδρες καί γυναῖκες χωρίς διακριτικά, πού φοροῦσαν μαῦρα ροῦχα ‒πιθανόν ὄχι Οὐκρανοί, δέν ξέρω, Ἄγγλοι, Πολωνοί, δέν μπορῶ νά πῶ μέ σιγουριά‒ καί μέ σχέδια στά χέρια, συμβούλευαν τό τάγμα τοῦ Ἀζόφ, ποῦ νά βάλουν τά πυροβόλα. (Πυροβολοῦσαν πρός τήν πλευρά τοῦ Λεβί Μπέρι.) Ὅταν βγαίναμε γρήγορα ἔξω γιά τήν σωματική μας ἀνάγκη ἤ νά πάρουμε λίγο χιόνι στό τσίγκινο τενεκεδάκι μας γιά νά τό βράσουμε ἤ γιά νά πιοῦμε νερό, αὐτοί μᾶς ἐπιτηροῦσαν, δέν μᾶς ἄφηναν νά ἀπομακρυνθοῦμε, μᾶς ἀπειλοῦσαν καί μᾶς ἔστελναν πίσω στά ὑπόγεια» καταγγέλλει ἡ κ. Παπακίτσα. «Μᾶς χρησιμοποίησαν σάν ὁμήρους, μᾶς ἐκβίασαν. Ἐνῶ ἐμεῖς πεινούσαμε, αὐτοί ἔσπαγαν τίς πόρτες στά πάνω διαμερίσματα καί τά λεηλατοῦσαν ἀπό τρόφιμα μέχρι ρουχισμό ‒ὅ,τι πολύτιμο ὑπῆρχε στά διαμερίσματά μας‒, κάνανε πλιάτσικο, τό λεηλατοῦσαν» καταγγέλλει ἡ πρόεδρος τοῦ Ἑλληνικοῦ Συλλόγου τοῦ Σαρτανᾶ. Καί συνεχίζει: «Ἐπειδή ἐμεῖς μιλούσαμε τήν ρωσσική γλῶσσα καί αὐτοί ἦταν ἀπό τήν Δ. Οὐκρανία, ἀπό τίς περιοχές τῶν Καρπαθίων, μᾶς κλωτσοῦσαν, μᾶς ἔβριζαν χυδαῖα (ἐμᾶς τά γυναικόπαιδα) καί μᾶς ἔλεγαν “ἐσεῖς δέν εἴσαστε δικοί μας, δέν μιλᾶτε τήν γλῶσσα μας”. Σέ ἄλλες περιπτώσεις εἶδα νά αἰχμαλωτίζουν Ἕλληνες καί ἄλλους ἄνδρες ἀπό τήν Μαριούπολη καί νά τούς ἐξαναγκάζουν νά πολεμήσουν».
Ἡ «ἡρωική ἔξοδος»
Ὁ ὀδυνηρός αὐτός ἐγκλωβισμός τῆς κ. Παπακίτσα στά ὑπόγεια τῆς Μαριουπόλεως διήρκεσε περίπου ἕνα μῆνα. Μετά 33 μέρες, ἀπεφάσισε νά κάνει τό μεγάλο βῆμα. «Ἐγώ, ἡ κόρη μου, ὁ ξάδερφος ὁ Βάνια, μιά φίλη μου καί μιά φίλη τῆς κόρης μου, ἀποφασίσαμε μιά ἡρωική ἔξοδο ἀπό τήν πόλη, γιατί νοιώσαμε ὅτι κινδυνεύαμε ἄμεσα. Βγήκαμε ἔξω, πήραμε ἕνα μίνι βάν ὀκτώ ἀτόμων ἑνός φίλου μας, τό ὁποῖο φύλαγε στό παρακείμενο γκαράζ. Ἐνῶ ὀβίδες καί πυροβολισμοί ἠχοῦσαν πάνω ἀπό τά κεφάλια μας, μέσα ἀπό χαλάσματα, σπασμένους δρόμους, καπνούς ἀπό τά ἀποκαΐδια τῶν σπιτιῶν, προσπαθήσαμε νά διαφύγουμε, ἐνῶ κατά τήν διαδρομή ἔβλεπες παντοῦ πτώματα ἀνθρώπων καί ζώων ἀκρωτηριασμένα μέσα στά ἐρείπια. Τελικά μετά ἀπό χίλια δύο ἐμπόδια καταφέραμε νά φτάσουμε στό πρῶτο ρωσσικό φυλάκιο. Μᾶς σταμάτησαν, μᾶς ἔδωσαν νερό, τρόφιμα, μᾶς ρώτησαν ποῦ πηγαίναμε καί διάφορα ἄλλα διαδικαστικά.»
Κινήθηκαν δυτικά τῆς Μαριουπόλεως, πρός τήν Γιάλτα, ἕνα ἑλληνικό χωριό, ὅπου καί φιλοξενήθηκαν γιά πέντε ἡμέρες καί ἐν συνεχείᾳ κατευθύνθηκαν πρός Οὐρζούφ, Μπριγιάνσκ, Μελετούπολη, καταλήγοντας στόν συνοριακό ἔλεγχο γιά νά περάσουν στήν Κριμαία. «Θέλω νά τονίσω χωρίς νά μεροληπτῶ ὅτι καθ’ ὅλη τήν διαδρομή μας πρός τήν Κριμαία σέ ὅλους τούς ἐλέγχους ἀπό τόν ρωσσικό στρατό, ἡ συμπεριφορά τους ἦταν ἄψογη καί δέν μᾶς δημιούργησαν κανένα πρόβλημα. Φυσικά μᾶς ἤλεγχαν, ἀλλά δέν μᾶς δημιούργησαν κανέναν πρόβλημα» ἐπεσήμανε. «Βρεθήκαμε στήν μέση ἑνός πολέμου μεταξύ τῶν Ρώσσων καί τοῦ Τάγματος τοῦ Ἀζόφ» τόνισε, ἐπισημαίνοντας ὅτι καμμία συμφωνία δέν ἐτηρήθη, οὔτε καί ἡ δέσμευσις τῆς οὐκρανικῆς κυβερνήσεως γιά μεγαλύτερη αὐτονομία στίς περιοχές αὐτές.
Ἡ ἑπόμενη ἡμέρα
Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἑπόμενη ἡμέρα γιά τό Ντονμπάς, ἡ κ. Παπακίτσα ἐκτιμᾶ ὅτι τά ἐδάφη αὐτά θά παραμείνουν ὑπό ρωσσικό ἔλεγχο, καθώς κανείς δέν θέλει νά ἐπιστρέψει ὑπό τόν ἔλεγχο τοῦ Κιέβου. Αὐτό πού περιμένει πραγματικά μέ ἀνυπομονησία εἶναι νά γίνει πραγματικότητα τό ταξίδι γιά διακοπές στήν Πάτρα τόν Αὔγουστο. Ἀναζητοῦν ἐναγωνίως τά χρήματα γιά νά πληρώσουν ἕνα λεωφορεῖο γιά νά τούς μεταφέρει ἐκεῖ. Ὁ δρόμος εἶναι δύσκολος, καθώς θά πρέπει νά περάσουν ἀπό τήν Ρωσσία, τήν Γεωργία καί μετά τήν Τουρκία. Δέν χάνουν ὅμως τήν ἐλπίδα τους, καθώς ὁ κ. Ροδόπουλος καί ὁ Μητροπολίτης Ἠλείας τούς ἔχουν ἐξασφαλίσει τροφή καί στέγη σέ μιά κατασκήνωση γιά 20 ἡμέρες. «Τώρα βρίσκομαι στόν Σαρτανᾶ, κοντά στούς δικούς μου ἀνθρώπους, καί εἶμαι ἀσφαλής καί ἐγώ καί ἡ κόρη μου. Παρακαλῶ τόν Χριστό καί τήν Παναγία ἡ ἑπόμενη μέρα γιά ἐμᾶς καί ὅλους τούς Ἕλληνες τῆς Ἀζοφικῆς νά εἶναι καλύτερη. Καί γιά ἐμᾶς καί τά παιδιά μας», καταλήγει ἡ κ. Παπακίτσα.
ΠΗΓΗ estianews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου