Γράφει ο Παντελής Σαββίδης (Φωτ.: pixabay.com)
Μάθημα πρώτο
Ο τομέας των πληροφοριών είναι καθοριστικός για τη νίκη σε μια αντιπαράθεση. Όχι μόνο στο μέτωπο, όπου η καλή γνώση των θέσεων και των αδυναμιών του αντιπάλου προσθέτει πλεονεκτήματα σε όποιον τη κατέχει. Αλλά και σε επίπεδο πολιτικοδιπλωματικό.
Η κοινή λογική λέει πως η Ελλάδα έχει δίκιο στο θέμα των νησιών, και γενικότερα στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Αλλά δεν μπορεί να το βρει.
Η Τουρκία διαθέτει πολλούς περισσότερους μηχανισμούς και τακτικές για να αποδομήσει τα ελληνικά επιχειρήματα, με ψευδείς ή κατασκευασμένες επικλήσεις.
Η συνεχής επανάληψη από την Τουρκία ότι το δίκιο στα νησιά και στο Αιγαίο γενικότερα είναι δικό της, και ότι η Ελλάδα την απειλεί, γίνεται μια μόνιμη καθημερινή επωδός στη διεθνή κοινή γνώμη. Αλλά και σε ανθρώπους που λόγω θέσης πρέπει να την πληροφορηθούν και να αναφέρουν τις πληροφορίες τους στις υπηρεσίες όπου εργάζονται· είτε πρόκειται για διπλωμάτες, είτε για μυστικές υπηρεσίες, είτε για στρατιωτικούς ακόλουθους είτε για οτιδήποτε άλλο.
Αυτό το πρόβλημα η Αθήνα δεν το έχει αντιμετωπίσει. Με απλά λόγια δεν αρκεί να έχεις δίκιο. Πρέπει και να το προβάλλεις. Και η Τουρκία στην προβολή είναι και πιο επιμονή και τα μηνύματά της στέλνονται καθημερινά υπό τη μορφή ορυμαγδού πυροβολικού.
Μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει την τουρκική προπαγάνδα και με ποια τακτική; (Παράλληλα βεβαίως με τη διπλωματική κινητικότητα.)
Νομίζω πως ναι. Το ένα από τα τρία κρατικά κανάλια, η ΕΡΤ3, με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ και της κομματικοποίησης ενός σημαντικού τμήματος των εργαζομένων (στη σημερινή Βουλή υπάρχουν 5 βουλευτές – εργαζόμενοι της ΕΡΤ3, οι 4 του ΣΥΡΙΖΑ), έχει καταστεί ανενεργό.
Θα μπορούσε η κυβέρνηση να το μετατρέψει σε κανάλι ενημέρωσης της διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά και των διεθνών διπλωματικών και άλλων υπηρεσιών, προβάλλοντας τις ελληνικές θέσεις.
Το κανάλι με τις κατάλληλες συνεργασίες θα μπορούσε να είχε προγράμματα σε διάφορες ευρωπαϊκές και σε γλώσσες άλλων χωρών των οποίων η κοινή γνώμη, όπως και η πολιτική και η διπλωματία που αναπτύσσουν, ενδιαφέρουν την Ελλάδα.
Θα μπορούσαν επίσης να αναπτυχθούν προγράμματα στην τουρκική γλώσσα, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα μιας ελληνικής φωνής σε ένα περιβάλλον όπου το επίσημο αφήγημα είναι άκρως ανθελληνικό.
Με όποιον Τούρκο έχω μιλήσει μου έχει πει πως εκείνο που τους μαθαίνουν στο σχολείο είναι να μισούν τους Έλληνες.
Είναι απορίας άξιο γιατί δεν γίνεται μια προσπάθεια να αποδομηθεί έστω με ενημέρωση μέσω ενός τηλεοπτικού καναλιού αυτή η σκόπιμη παραπληροφόρηση του τουρκικού λαού από ένα αυταρχικό- ολοκληρωτικό καθεστώς.
Στην Ελλάδα, αλλά και όπου αλλού το κανάλι θα έχει εμβέλεια, υπάρχουν άνθρωποι που η καθημερινή τους εργασία είναι να ενημερώνουν τις υπηρεσίες στις οποίες εργάζονται. Η παρακολούθηση ενός καναλιού που μεταφέρει τις απόψεις της χώρας είναι μια αξιόπιστη πηγή ανοιχτής ενημέρωσης.
Ακόμα, θα μπορούσαν να δοθούν εκπομπές σε φορείς ή μεμονωμένα πρόσωπα της μειονότητας που δεν καθοδηγούνται από το τουρκικό προξενείο και δεν έχουν εχθρική διάθεση προς την Ελλάδα. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες ενημέρωσης θα δινόταν βήμα να αναπαράγουν τον ιδιαίτερο πολιτισμό τους, τα ήθη τους, την ενημέρωση των συμπολιτών τους για θέματα που τους αφορούν. Να αναδείξουν έτσι μια διαφορετική συνείδηση από τον τουρκισμό που θέλει να τους επιβάλει η Άγκυρα – ή να δοθεί η δυνατότητα ακόμη και σε τουρκογενείς να αποστούν από τις τουρκικές δαγκάνες.
Θα μπορούσε και να προβληθεί η απάνθρωπη πολιτική της Τουρκίας στα ανθρώπινα δικαιώματα, η αλήθεια για το ποιος πνίγει τους μετανάστες, η βαρβαρότητα του καθεστώτος της.
Είναι απορίας άξιο γιατί δεν κάνει κάτι το αυτονόητο η Αθήνα. Η απάντηση που μου έχουν δώσει όλοι όσοι ρώτησα και βρίσκονται κοντά σε κέντρα εξουσίας είναι ότι οι πρωθυπουργοί των τελευταίων ετών δεν ενδιαφέρονται για τη χώρα, αλλά κάνουν δημόσιες σχέσεις.
Μάθημα δεύτερο
Πρέπει να αρχίσουμε να διακρίνουμε τι κόσμος διαμορφώνεται και πώς πορευόμαστε και εμείς. Είτε ο γιαλός είναι στραβός, είτε εμείς στραβά αρμενίζουμε – κάτι όμως πρέπει να γίνει και να διορθώσουμε πορεία.
Τα δεδομένα που έχουμε για τους δύο κύριους πολιτικούς σχηματισμούς είναι ότι ο μεν θεωρείται δεδομένος, ο άλλος δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει. Ένα συνονθύλευμα θυμωμένων (από τι, απροσδιόριστο), αρκετά καιροσκόπων με αποδομητικές τάσεις και πολιτικές στο τι είμαστε, τι θέλουμε και πού πηγαίνουμε.
Πρέπει να υπάρξει ένας τρίτος πόλος που θα καλύπτει τα τεράστια κενά στη λειτουργία του κράτους και στην ταυτότητα και τον αυτοπροσδιορισμό της κοινωνίας.
Και που θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την ασφάλεια και την ευημερία του ελληνικού λαού.
Μπορεί να διαδραματίσει το ρόλο αυτό ο τρίτος υφιστάμενος σήμερα πολιτικός σχηματισμός; Το ερώτημα προς το παρόν παραμένει ανοιχτό.
Η φάση στην οποία βρισκόμαστε είναι ένα μεταβατικό στάδιο που καθορίζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Νικητής δεν διαφαίνεται ακόμη, αν και τα σημεία δείχνουν πως στρατιωτικά μικρά βήματα πραγματοποιεί η Ρωσία.
Στον δυτικό κόσμο έχουν διαμορφωθεί δύο απόψεις. Μία που μιλούσε για την ανάγκη συντριβής του Πούτιν ώστε να μην μπορέσει να σηκώσει κεφάλι ο αυταρχισμός (και στα καθ’ ημάς παραλληλίζει τη Ρωσία με την Τουρκία). Και μία άλλη που εκφράστηκε από τον Κίσινγκερ και ζητά να δοθεί οδός διαφυγής στη Ρωσία.
Και οι δύο απόψεις περιορίζουν τα όρια του κόσμου. Υπονομεύουν το σύστημα της ελεύθερης αγοράς. Θεωρούν τη Ρωσία πρωτίστως απειλή με την οποία δεν πρέπει να συναλλάσσεται κανείς, και την Κίνα στην καλύτερη περίπτωση πρόκληση από την οποία επίσης πρέπει να απεξαρτηθούμε. Υψώνουν ένα νέο Σιδηρούν Παραπέτασμα.
Και με τις δύο χώρες όμως η Ευρώπη έχει σχέσεις, και μάλιστα στενές. Όχι μόνο πολιτικές ή πολιτισμικές, αλλά και οικονομικές.
Το φάσμα της ενεργειακής κρίσης και του επισιτιστικού προβλήματος με την απομόνωση της Ρωσίας είναι ορατό. Με τις πιέσεις που ασκούνται για απεξάρτηση από την Κίνα θα περιοριστούν και οι δυνατότητες της οικονομίας, κυρίως της Γερμανικής.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ στο Νταβός προειδοποίησε ότι οι δυτικές χώρες δεν θα πρέπει να ανταλλάξουν την ασφάλεια με το οικονομικό κέρδος, επισημαίνοντας τους κινδύνους που εγκυμονεί η ανεξέλεγκτη διατήρηση στενών οικονομικών δεσμών με τη Ρωσία και την Κίνα.
Αλλά για τη γερμανική οικονομία, η οποία είναι η μεγαλύτερη στην ΕΕ, η Κίνα αποτελεί κρίσιμη αγορά εισαγωγών και εξαγωγών.
Ωραία, να απεξαρτηθούμε από τις αυταρχικές χώρες, όπως μας συστήνει ο ακραία φιλότουρκος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ. Πού θα πωλήσουμε τα εμπορεύματά μας και από από πού θα εισάγουμε πρώτες ύλες και ενέργεια;
Στα ενεργειακά μία εναλλακτική λύση θα μπορούσε να είναι ο αγωγός EastMed, τον οποίο όμως δεν αξιοποιούν όλοι όσοι είναι κατά των αυταρχικών καθεστώτων. Αυταρχικό καθεστώς είναι και το τουρκικό, αλλά το ΝΑΤΟ και ιδίως ο απαράδεκτος για τον φιλοτουρκισμό του Γενς Στόλτενμπεργκ αποφεύγουν να θίξουν την αναθεωρητική πολιτική του.
Αν ισχύει η θέση Στόλτενμπεργκ ότι οι δυτικές χώρες δεν θα πρέπει να ανταλλάξουν την ασφάλεια με υο οικονομικό κέρδος, τότε δεν θα πρέπει να αποτελεί εμπόδιο το κόστος του EastMed προκειμένου να εξασφαλιστεί η ενεργειακή αυτοδυναμία της Δύσης; Εκτός και αν χρησιμοποιούμε δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Και δυστυχώς αυτό γίνεται. Αλλά η πολιτική αυτή είναι αδιέξοδη και εγκυμονεί κινδύνους.
Στο σημείο αυτό βρισκόμαστε. Καταγράφουμε τους κινδύνους χωρίς αξιόπιστη πολιτική αντιμετώπισής τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου