Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Ποιήματα του Νίκου Λυγερού

Το πάθος της αγάπης

Κι αν δεν μπορεί
αυτή η αγάπη
να ζήσει μέσα μας,
τότε θα επαναστατήσει
για να πεθάνει ελεύθερη,
εκτός κοινωνίας
μόνο μέσα στα χέρια
της ανθρωπότητας,
διότι το πάθος
είναι ένα φως
που σπάζει
ακόμα και το σκοτάδι.


 Δεν είμαι ευγενικός

Δεν είμαι ευγενικός
έχεις δίκιο
μόνο ευγενής.
Δεν είχα τη χαρά
να απολαύσω
τον βόθρο.
Τα γουρούνια τρώνε
τα βελανίδια
ευγενικά
δίχως
να αντιληφθούν
το έργο των αιώνων.
Και τώρα
με κατηγορείς
για τα χρώματα.
Σήκωσες ποτέ πανοπλία;
Σήκωσες ποτέ πανοπλία
για να καταλάβεις
το βάρος της
την ώρα που ασκείς
κριτική για το παρελθόν
ενώ οι δικοί σου
ήταν ραγιάδες
και μιλούσαν
στον Πασά
σαν να ήταν Θεός.
Σήκωσε την
αν μπορείς
και μετά
πες μας
αν είναι
βαριά.

Στρατηγικές καινοτομίες

-    Στρατηγικές καινοτομίες δεν πρέπει να κάνουμε;
-    Ε τότε, τι περιμένουμε;
-    Να πεθάνει η αδράνεια.
-    Και τι θα κάνουμε μέχρι να γίνει αυτό;
-    Τίποτα !
-    Μα, αυτό δεν είναι απραξία;
-    Και βέβαια !
-    Με δουλεύεις;
-    Τι άλλο να κάνω με τέτοιες ερωτήσεις.
-    Αφού είναι θέμα πολιτικών.
-    Ακριβώς.
-    Μα, και οι πολιτικοί, άνθρωποι δεν είναι;
-    Σίγουρα… Απλώς το ξέχασαν.
-    Και τι νομίζουν ότι είναι;
-    Τουλάχιστον θεοί…
-    Τουλάχιστον;
-    Ναι, γιατί μερικοί θεοί πεθαίνουν.
-    Αυτό δεν είναι παράλογο;
-    Απλώς θεϊκό !
-    Βλέπω έχεις όρεξη.
-    Αφού αυτή μας έμεινε…
-    Η πείνα;
-    Γιατί βλέπεις κάτι εσύ;
-    Μα όλοι μιλούν για ασημικά…
-    Και τα ασημικά, πιάτα είναι, όχι φαγητό.
-    Μας έσκασαν δίχως να φάμε !
-    Μας γκάστρωσαν δίχως να μας…
-    Μας έσωσε η ανικανότητα.
-    Είναι και αυτό…
-    Οι τσολιάδες δεν μπορούν να είναι παντού.
-    Και τώρα, τι κάνουμε;
-    Περιμένουμε σαν τους άλλους;
-    Να μας ψηφίσουν;

Όταν ο χειμώνας ξεπέρασε το λευκό

Όταν ο χειμώνας ξεπέρασε το λευκό, δεν μπορούσαμε πια να ζεσταθούμε παρά μόνο μαζί, αλλιώς κανείς μας δεν θα τον άντεχε μόνος. Τα δάκτυλά μας έσπαζαν σαν ξερά κλαδιά που άφησαν τη ζωή, αλλά δεν σταματήσαμε ούτε στιγμή να γράφουμε την ιστορία όταν οι άλλοι παρέμεναν σκλάβοι του καθεστώτος, διότι δεν ήθελαν να αντισταθούν στη βαρβαρότητα ενός συστήματος που κατασπάραζε τους ανθρώπους, λες και ήταν έντομα ανώφελα στην ταξική κοινωνία. Τα κεριά μας, μας φώτιζαν ίσα ίσα για να δούμε τα γράμματα που άφηνε η πένα μας πάνω στο γέρικο χαρτί, πάντα έτοιμο για τη θυσία του έργου. Κι εσύ πάντα ντυμένη με τα πανέμορφα ρούχα σου, με κοίταζες σιωπηλή μέσα στην αγκαλιά σου. Ήσουν πάνω μου και πρόσεχες κάθε λάθος που θα μπορούσα να κάνω. Ήθελες να είναι τέλεια η προκήρυξη για να μάθει όλος ο κόσμος ότι υπάρχει η αντίσταση και ότι η θυσία ήταν έτοιμη. Πρόσεχες τα χέρια που αγαπούσες, ενώ ήξερες ήδη ποιος ήταν ο σκοπός τους και τι θα κρατούσαν σε λίγες μέρες, σε λίγες ώρες, για μερικά δευτερόλεπτα μονάχα. Ύστερα ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός και θα ερχόταν η άνοιξη για τους άλλους ακόμα κι αν εμείς δε θα την προλαβαίναμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου