Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

Συμφωνία Ελλάδας με την Αίγυπτο: Έτσι μπορούσαμε να πετύχουμε καλύτερους όρους

Η επόμενη μέρα της συμφωνίας με την Αίγυπτο βρίσκει την Ελλάδα σε νέα αμυντική κινητοποίηση. Δεδομένου ότι ο Ερντογάν κατά κανόνα πράττει όσα εξαγγέλλει, είναι ίσως θέμα ημερών να εκδηλωθεί νέα σοβαρή τουρκική πρόκληση, με ευθεία αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Όταν μάλιστα η Άγκυρα δηλώνει ότι οι Έλληνες κορόιδεψαν την Τουρκία και αξιοποίησαν την αποκλιμάκωση για να ολοκληρώσουν τη συμφωνία με την Αίγυπτο, γίνεται αντιληπτό ότι συντόμως το παιχνίδι θα αγριέψει.
Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ*
Ευτυχώς οι υπερβολικοί πανηγυρισμοί για την υπογραφή της συμφωνίας μερικής οριοθέτησης
έληξαν γρήγορα. Ο πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα δεν μπορεί να αντισταθεί στη γοητεία του γνωστού “ασπρόμαυρου” παιχνιδιού, όπου συνήθως οι κυβερνητικοί αυτοαποθεώνονται και οι αντιπολιτευόμενοι καταγγέλλουν.
Τουλάχιστον, αυτή τη φορά εκφράστηκε μετριοπαθής κριτική. Γενικότερα, αναγνωρίζεται η ανάγκη συμφωνίας έστω μερικής οριοθέτησης με την Αίγυπτο με σκοπό την εξισορρόπηση της αντίστοιχης συμφωνίας Άγκυρας-Τρίπολης, η οποία μηδενίζει την επήρεια των ελληνικών νήσων σε θαλάσσιες ζώνες.
Παρότι υπήρξε αποδοχή της συμφωνίας, θα είναι σφάλμα να μην γίνει ευρέως αντιληπτό ότι προϋπόθεση επιτυχούς συνέχειας είναι μια σοβαρή αυτοκριτική. Η συμφωνία μπορούσε να είναι καλύτερη. Αυτό, όμως, προϋπέθετε μια διαφορετική και λιγότερο φοβική ελληνική πολιτική με βάση τη μεγάλη εικόνα του παιγνίου που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή.
Το ερώτημα είναι απλό. Πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να αποφύγει μέρος των ανταλλαγμάτων που παραχώρησε στην Αίγυπτο για να συνομολογηθεί η συμφωνία; Η απάντηση είναι με την παροχή άλλου είδους ανταλλαγμάτων, τα οποία θα είχαν μεγάλη βαρύτητα για την αιγυπτιακή ηγεσία.
Η κυβέρνηση της Τρίπολης, από τη στιγμή που συνομολόγησε με την Τουρκία συμφωνία που αποστερούσε το δικαίωμα θαλασσίων ζωνών ακόμα και στην Κρήτη, είχε καταγράψει μια εχθρική συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα.
Η εικόνα που εκπέμπει η Ελλάδα δεν είναι και πολύ σοβαρή. Στα τέλη του 2019 προσκάλεσε στην Αθήνα τον στρατηγό Χάφταρ που συνδέεται με το εκλεγμένο Κοινοβούλιο της Λιβύης και στη συνέχεια απολογήθηκε έμμεσα για την ενέργειά της, ουσιαστικά διακόπτοντας τις επαφές.
Όταν, μάλιστα, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών μετέβη για να συναντήσει τον πρόεδρο του Κοινοβουλίου της Λιβύης απέφυγε να συναντηθεί με τον Χάφταρ, ακριβώς για να δώσει αυτό το στίγμα της αλλαγής πολιτικής.
Ο λόγος αναφοράς σε αυτή την επιλογή της ελληνικής διπλωματίας είναι για να τεθεί ένα ερώτημα: Εάν η Ελλάδα εμπλεκόταν πιο ενεργά στο πρόβλημα της Λιβύη από τη στιγμή που την έθιξαν τα κυριαρχικά δικαιώματα και την εθνική της ασφάλεια, πόσο ισχυρότερη διαπραγματευτικά θα ήταν η ελληνική διαπραγματευτική θέση απέναντι στην Αίγυπτο του Σίσι;
Το Κάιρο έχει χαρακτηρίσει επίσημα αιτία εμπλοκής του αιγυπτιακού στρατού στο μέτωπο της Λιβύης την επίθεση των δυνάμεων του Σαράτζ και των Τούρκων που τις υποστηρίζουν εναντίον της Σύρτης. Να μην ξεχνούμε ότι παρόμοια συμφέροντα έχουν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία που υποστηρίζουν με κάθε τρόπο τις δυνάμεις του Χάφταρ.
Πόσα θα μπορούσε να έχει κερδίσει η Ελλάδα συνομολογώντας μία συμφωνία με όλες αυτές τις δυνάμεις; Πώς θα ήταν η συμφωνία οριοθέτησης, δεδομένου ότι το Κάιρο έχει ζωτική ανάγκη την οικονομική βοήθεια από τα ΗΑΕ για να μην βρεθεί στο ζυγό του ΔΝΤ.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν αναβαπτίστηκε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, επειδή πέτυχε να ολοκληρώσει τη συγκεκριμένη συμφωνία με την Αίγυπτο. Το επιχείρημα αυτού του άρθρου είναι ότι η φοβία που διακατέχει παραδοσιακά την ελληνική εξωτερική πολιτική και η επικρατούσα ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να διατηρούμε καλές σε γενικές γραμμές σχέσεις με όλους, είναι αντιπαραγωγικές στη σημερινή συγκυρία που οι διενέξεις αφορούν το τελικό ξεκαθάρισμα των ισορροπιών στην περιοχή.
Το επιχείρημα ότι μία ενεργητική πολιτική θα ενίσχυε την πιθανότητα πολεμικής εμπλοκής με την Τουρκία δεν μπορεί να σταθεί σοβαρά. Οι εξελίξεις έδειξαν έκτοτε ότι δεν μπορείς να αποφεύγεις στο διηνεκές τη στρατιωτική εμπλοκή εάν ο αντίπαλος είναι αποφασισμένος να συνεχίσει την προσπάθεια στρατιωτικού καταναγκασμού προς επίτευξη των στόχων του.
Μία αποφασιστική ελληνική στάση εναντίον της κυβέρνησης Σαράτζ θα είχε δημιουργήσει άλλα δεδομένα στο επίπεδο της διπλωματίας. Το μνημόνιο Άγκυρας-Τρίπολης δικαιολογούσε πολλά περισσότερα αντίποινα-αντίμετρα από την πλευρά της Αθήνας, τα οποία θα μπορούσαν να μεθοδευτούν και παρασκηνιακά.
Ενδεχόμενη στρατιωτική ενίσχυση των δυνάμεων του Χάφταρ μπορούσε να γίνει μέσω Αιγύπτου. Πόσο αποτρεπτικό στρατιωτικά και ισχυρό διπλωματικά ειδικό βάρος θα είχε η Ελλάδα εάν συζητούσε με την Αίγυπτο π.χ. αεροναυτική συνεργασία σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της Σύρτης;
Στην πραγματικότητα, μία τέτοια κίνηση θα υπηρετούσε την ειρήνη. Η στρατιωτική ισορροπία στη Λιβύη είναι προϋπόθεση για να προωθηθεί η επίλυση της κρίσης με διπλωματικά μέσα, που υποτίθεται ότι είναι και η επίσημη ελληνική θέση!
Την ισορροπία αυτή η Τουρκία επιχειρούσε ενεργά να ανατρέψει προς όφελος των δυνάμεων του Σαράτζ. Το έπραττε μάλιστα κατά παράβαση των συμφωνηθέντων στην προ μηνών διάσκεψη του Βερολίνου, στην οποία η Ελλάδα δεν είχε προσκληθεί, ακριβώς επειδή δεν την λαμβάνουν σοβαρά υπόψη.
Η στρατιωτική ισορροπία στο λιβυκό μέτωπο ήταν αυτή που θα άνοιγε τον δρόμο στη διπλωματική διευθέτηση. Κι εάν η προσπάθεια ήταν αποτυχημένη, η Ελλάδα θα είχε ενεργά επιχειρήσει να διασφαλίσει ότι το πλεονέκτημα δεν θα το είχε η πλευρά που στρεφόταν εναντίον των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Εντυπωσιακό είναι ότι το Ερντογάν-Σαράτζ έχει προσελκύσει στην πλευρά του τη Μάλτα με την υπόσχεση ότι δεν θα της στέλνει παράνομους μετανάστες από την Αφρική. Για να το υπόσχεται κανείς αυτό, σημαίνει ότι έχει βαθμό ελέγχου επί των ροών. Η Κρήτη είναι απέναντι από τη Λιβύη. Άρα εδώ καταγράφεται άλλη μια σαφέστατη απειλή για την ελληνική ασφάλεια.
Πέραν αυτών, να αναφερθεί ότι η Μάλτα έχει αναγκαστεί να ξεπέσει διπλωματικά και ηθικά και να συναλλάσσεται σε τέτοιο επίπεδο με τις δυνάμεις της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ακριβώς επειδή δεν την προστατεύει η Ευρώπη. Η απουσία ευρωπαϊκής ομπρέλας προστασίας, κατέστησε τη Μάλτα έρμαιο του Ερντογάν και της “Γαλάζιας Πατρίδας” του, αναδεικνύοντας την στρατηγική ανυποληψία της ΕΕ.
Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι το ευρύτερο πλαίσιο της ελληνικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο του οποίου υπεγράφη η συμφωνία μερικής οριοθέτησης με την Αίγυπτο, είναι προβληματικό. Πολλά θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά εάν οι ελληνικές πολιτικές ηγεσίες δεν κυριαρχούνταν από γενικευμένο φοβικό σύνδρομο, το οποίο οδηγεί αντανακλαστικά στην απομάκρυνση από οτιδήποτε συνεπάγεται δυνητικά κόστος.
Η Ελλάδα οφείλει να κατανοήσει όμως, ότι τα κέρδη και στη διπλωματία είναι συνήθως ευθέως ανάλογα με τα υπολογισμένα ρίσκα που είσαι διατεθειμένος να αναλάβεις.
*Ο Ζαχαρίας Β. Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (IAAA / ISDA)

ΠΗΓΗ defence-point

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου