Η επιθετικότητα των Κινέζων πιλότων, όπως φαίνεται από τις πρόσφατες παρενοχλήσεις αυστραλέζικων και καναδικών αεροσκαφών, αυξάνει τον κίνδυνο μιας κλιμάκωσης που δύσκολα θα μπορέσει να ελεγχθεί.
Οι επιθετικοί ελιγμοί που πραγματοποιήθηκαν από κινεζικά αεροσκάφη ενώ αναχαίτιζαν δυτικά αεροσκάφη επιτήρησης αυξάνουν την πιθανότητα μιας σύγκρουσης στον αέρα και συνεπακόλουθα μιας διεθνούς κρίσης, με υψηλότερες πιθανότητες κλιμάκωσης απ’ ότι στο παρελθόν.
Στις 5 Ιουνίου, ο Αυστραλός υπουργός Άμυνας Richard Marles δήλωσε ότι ένα κινεζικό μαχητικό αεροσκάφος J-16 αναχαίτισε στις 26 Μαΐου ένα αυστραλιανό αεροσκάφος παρακολούθησης P-8 Poseidon στον διεθνή εναέριο χώρο πάνω από τη Νότια Σινική Θάλασσα. Σύμφωνα με τον Marles, το J-16 πέταξε επικίνδυνα κοντά στο P-8, έριξε φωτοβολίδες δίπλα του και αερόφυλλα αλουμινίου σχεδιασμένα για παραπλανήσουν τους κατευθυνόμενους με ραντάρ πύραυλους μπροστά από το αεροσκάφος. Το P-8 στη συνέχεια επέστρεψε στη βάση του αφού οι κινητήρες του «τράβηξαν» κάποια από τα αερόφυλλα.
Η είδηση αυτής της αναχαίτισης έρχεται μετά από παρόμοιες κατηγορίες από τον Καναδά για παραβίαση από την πλευρά της Κίνας των διεθνών κανόνων αεροπορικής ασφάλειας. Την 1η Ιουνίου, οι καναδικές ένοπλες δυνάμεις είπαν ότι κινεζικά αεροσκάφη πέταξαν επανειλημμένα κοντά σε ένα καναδικό περιπολικό αεροσκάφος CP-140 Aurora πάνω από τη Ανατολική Σινική Θάλασσα μεταξύ 26 Απριλίου και 26 Μαΐου. Σε αρκετές από αυτές τις περιπτώσεις, το αεροσκάφος Aurora αναγκάστηκε να κάνει κινήσεις για να αποφύγει τη σύγκρουση· και σε μια περίπτωση, το κινεζικό αεροσκάφος πέταξε αρκετά κοντά ώστε ο πιλότος να δείξει το μεσαίο του δάχτυλο στο καναδικό πλήρωμα.
Το καναδικό αεροσκάφος Aurora πραγματοποιούσε επιτήρηση για την Επιχείρηση NEON, μια αποστολή εγκεκριμένη από τον ΟΗΕ για την παρακολούθηση των μεταφορών καυσίμων και άλλων απαγορευμένων αγαθών από πλοίο σε πλοίο από τη Βόρεια Κορέα που αποφεύγουν τις κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ οι οποίες ανακοινώθηκαν μεταξύ 2006 και 2017.
Ενώ στο παρελθόν οι δυτικές κυβερνήσεις και η Κίνα κατάφεραν να επιλύσουν παρόμοια περιστατικά μέσω της διπλωματίας, εάν υπάρξει μια σύγχρονη αεροπορική σύγκρουση τότε υπάρχει κίνδυνος για πολύ μεγαλύτερη κλιμάκωση και περαιτέρω εμβάθυνση του στρατηγικού ανταγωνισμού της Δύσης με την Κίνα.
Τα περιστατικά στην Αυστραλία και τον Καναδά θυμίζουν το περιστατικό με το EP-3 τον Απρίλιο του 2001, όταν ένα κινεζικό μαχητικό αεροσκάφος F-8 αναχαίτισε ένα αεροπλάνο επιτήρησης EP-3 των ΗΠΑ στον διεθνή εναέριο χώρο πάνω από τη Νότια Σινική Θάλασσα. Ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ George Bush είχε μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του, μετά από μια προεκλογική εκστρατεία στην οποία είχε υποσχεθεί να στραφεί προς τον ανταγωνισμό με την Κίνα. Αλλά μετά από δεκαετίες θετικής εμπορικής εμπλοκής, οι σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας εξακολουθούσαν να είναι πολύ ισχυρότερες από ό,τι είναι τώρα και το περιστατικό επιλύθηκε γρήγορα.
Ωστόσο, μια νέα αεροπορική σύγκρουση σήμερα θα εγκυμονούσε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο στρατιωτικής κλιμάκωσης και θα διεύρυνε το ήδη αυξανόμενο χάσμα στις σχέσεις της Κίνας με τη Δύση. Το πολιτικό περιθώριο για αποκλιμάκωση και συμβιβασμό είναι επίσης αυστηρά περιορισμένο εν μέσω του τωρινού ταραχώδους γεωπολιτικού κλίματος, με τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τον Καναδά, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση να συμμετέχουν σε διάφορους βαθμούς σε έναν οικονομικό, στρατιωτικό και ιδεολογικό ανταγωνισμό με την Κίνα. Επιπλέον, ο στρατός της Κίνας έχει εκσυγχρονιστεί σε μεγάλο βαθμό από το 2001 ως μέρος των προσπαθειών του Πεκίνου να ενισχύσει την περιφερειακή του κυριαρχία στις κοντινές θάλασσες, ενισχύοντας την αυτοπεποίθηση του Πεκίνου αλλά και τις καταστροφικές πιθανότητες μιας στρατιωτικής κλιμάκωσης.
Στο περιστατικό του 2001, το κινεζικό F-8 πέταξε επικίνδυνα κοντά στο αμερικανικό αεροσκάφος πολλές φορές πριν συγκρουστεί με αυτό, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο Κινέζος πιλότος και το EP-3 να αναγκαστεί να πραγματοποιήσει έκτακτη προσγείωση στο νησί Χαϊνάν της Κίνας. Τα 24 μέλη του πληρώματος κρατήθηκαν για 11 ημέρες προτού η Κίνα τους απελευθερώσει, αφού έλαβαν την «επιστολή με τις δυο συγνώμες» των ΗΠΑ (σ.τ.μ.: πρόκειται για την επιστολή που έστειλε ο πρέσβης των ΗΠΑ Jospeph Prueher στον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών Tang Jiaxuan για να αποκλιμακώσει την «κρίση των κατασκοπευτικών αεροσκαφών» τον Απρίλιο του 2001). Η επίλυση της κρίσης θεωρήθηκε και από τις δύο πλευρές ως πολιτική απώλεια. Η Ουάσιγκτον φάνηκε να ζητά συγγνώμη για τις ενέργειες ενός απερίσκεπτου Κινέζου πιλότου, ενώ τα γεράκια στο Πεκίνο κατηγόρησαν την Κίνα ότι παρέδωσε το πλήρωμα των ΗΠΑ πολύ πρόθυμα.
Αυτά τα περιστατικά υποδηλώνουν διακριτικές αλλαγές στα όρια των επιχειρήσεων της Κίνας στην Ανατολική και Νότια Σινική Θάλασσα και τονίζουν έναν πιθανό καταλύτη για μια σύγκρουση για την Ταϊβάν. Αυτά τα νέα εναέρια περιστατικά υποδηλώνουν την προθυμία της κινεζικής αεροπορίας να υπερασπιστεί τον εναέριο χώρο στη Νότιας και Ανατολικής Σινικής Θάλασσα – που περιβάλλουν διαμφισβητούμενες περιοχές - και όχι μόνο στην παράκτια ζώνη της Κίνας. Το περιστατικό του 2001 συνέβη 70 μίλια νοτιοανατολικά του νησιού Χαϊνάν της Κίνας. Η ακριβής τοποθεσία του περιστατικού με το P-8 της Αυστραλίας είναι ακόμη ασαφής. Ωστόσο, ο ναυτιλιακός αναλυτής του Βιετνάμ Duan Dang ισχυρίζεται ότι συνέβη νοτιοδυτικά των αμφισβητούμενων νήσων Paracel και το υπουργείο Άμυνας της Κίνας επιβεβαίωσε ότι συνέβη κοντά σε αυτά τα νησιά, γεγονός που σημαίνει πως αεροσκάφος ήταν περίπου 200 μίλια από τον πλησιέστερο διεθνώς αναγνωρισμένο κινεζικό εναέριο χώρο.
Η ακριβής τοποθεσία των επαναλαμβανόμενων καναδικών επεισοδίων είναι επίσης ασαφής, αν και η εμπλοκή της Κίνας στην Ανατολική Σινική Θάλασσα μπορεί να επιβεβαιώσει αυτή την προθυμία να υπερασπιστεί τις αξιώσεις της Κίνας πιο μακριά και να αποτρέψει τους δυτικούς φορείς επιβολής κυρώσεων.
Για να ενισχύσει τη θέση του, το Πεκίνο θα μπορούσε να επαναφέρει τους ισχυρισμούς του για ζώνη αναγνώρισης εναέριας άμυνας (ADIZ) — μια ζώνη στην οποία μια χώρα ζητά εναέρια ταυτοποίηση αλλά η οποία είναι σχετικά απαράδεκτη από το διεθνές δίκαιο — στην Ανατολική και Νότια Σινική Θάλασσα, δύο περιοχές μέσω των οποίων περνάει το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου της Ασίας με τον κόσμο. Πολλές άλλες περιφερειακές κυβερνήσεις όπως η Ταϊβάν, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα έχουν ήδη τέτοιες ADIZ. Μια νέα κινέζικη ADIZ θα αύξανε την πολυπλοκότητα της ναυσιπλοΐας αυτής της περιοχής τόσο για στρατιωτικά όσο και για εμπορικά αεροσκάφη.
Οι συγκρούσεις στον αέρα αποτελούν επίσης τον κορυφαίο κίνδυνο για ανάφλεξη μιας σύρραξης στην Ταϊβάν, καθώς οι πτήσεις της Κίνας στην ADIZ της Ταϊβάν έχουν κλιμακωθεί γρήγορα τα τελευταία δύο χρόνια και είναι πλέον σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Με τους επιθετικούς πιλότους της Κίνας στο γκάζι, αυξάνεται επίσης η πιθανότητα σύγκρουσης με ένα από τα πολλά αεροσκάφη της Ταϊβάν που έχουν αναπτυχθεί για να αποκρούσουν τις κινεζικές εισβολές. Και, όπως θα συνέβαινε και με μια σύγκρουση με δυτικά αεροσκάφη, μια κινεζική σύγκρουση πάνω από την Ταϊβάν θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές διαταραχές στο εμπόριο και να διακινδυνεύσει στρατιωτική κλιμάκωση αμέσως μετά.
Τέλος, οι προσπάθειες του Πεκίνου να ενισχύσει τον εθνικισμό τα τελευταία πέντε χρόνια εν μέσω του στρατηγικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ έχουν, όπως και σε πολλές χώρες, αποφέρει τους περισσότερους καρπούς στον στρατό, έναν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Κινέζου προέδρου Xi Jinping (εσκεμμένα) . Έτσι, καθώς οι σχέσεις της Κίνας με τη Δύση συνεχίζουν να διαβρώνονται και το Πεκίνο κλίνει περισσότερο προς την εθνικιστική ρητορική στο εξωτερικό και στην προπαγάνδα στο εσωτερικό, η επικίνδυνη συμπεριφορά των Κινέζων πιλότων φαίνεται ότι θα κλιμακωθεί, διακινδυνεύοντας περαιτέρω αεροπορικά επεισόδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου