Παρασκευή 10 Ιουνίου 2022

Γιατί ο Ερντογάν "μίλησε ελληνικά"

 

Του Κώστα Ράπτη

Γιατί ο Ερντογάν επέλεξε να απευθύνει στα ελληνικά τα απειλητικά του μηνύματα μέσω Twitter; Η πρώτη απάντηση έχει να κάνει με το ότι έτσι υπογραμμίζει το κλείσιμο των διαύλων με την ελληνική κυβέρνηση. 

Ο Τούρκος ηγέτης πρόσφατα και δημόσια "ακύρωσε” ως συνομιλητή του τον Κυριάκο Μητσοτάκη, συνεπώς αποτελεί λογικό επακόλουθο το ότι τα όποια μηνύματά του δεν ακολουθούν την επίσημη οδό, αλλά μεταδίδονται απευθείας στον ελληνικό λαό, κατά παράκαμψη και καταγγελία της πολιτικής του ηγεσίας.

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με το ότι το μήνυμα Ερντογάν αποτελεί τελεσίγραφο και όχι θέση προς διαπραγμάτευση. Ένα τελεσίγραφο, το οποίο ανακαλώντας χωρίς περιστροφές τις προ εκατονταετίας καταστροφές του ελληνισμού αποβλέπει στην τρομοκράτηση, κοινώς λειτουργεί με τη λογική των ψυχολογικών επιχειρήσεων.

Παράλληλα, η διατύπωση του μηνύματος στα ελληνικά δεν διευκολύνει την από πρώτο χέρι αναπαραγωγή του στα ξένα μέσα ενημέρωσης, συνεπώς αμβλύνεται ο αντίκτυπος στη διεθνή κοινή γνώμη. Άλλωστε ο περίγυρος (ίσως ακόμη και το ελληνικό κοινό) έχει εθισθεί εδώ και δεκαετίες στο ότι μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας υπάρχουν τριβές και δεν θα κατανοήσει εύκολα την τομή που συνιστά η μετατόπιση της συζήτησης από τα κυριαρχικά δικαιώματα στην κυριαρχία επί μεγάλων κατοικημένων νησιών, άρα και στην λογική της αναθεώρησης συνόρων.

Αλλά αυτό ακριβώς μας οδηγεί στον τρίτο και σημαντικότερο λόγο: η τουρκική ηγεσία, όπως εν προκειμένω ο Ερντογάν, συστηματικά εκβιάζει την ελληνική πλευρά να σταθεί απέναντι στην Τουρκία μόνη και να απεκδυθεί τα όσα συνεπάγεται η ευρωατλαντική της ένταξη. Συμπληρωματικά προς αυτό, η Τουρκία καλεί τους ευρωατλαντικούς θεσμούς να πάψουν να "χειραγωγούνται” από ένα "προβληματικό”, "ιδιοτελές” και "επιθετικό” μέλος τους, ενώ προβάλλει τις δικές της "θυσίες” υπέρ των κοινών σκοπών, όπως βλέπουμε και στα tweet του Ερντογάν. Πρόκειται, κατά παράδοξο τρόπο, για την αντίστροφη προβολή των όσων όντως διαπράττει η Άγκυρα αλλά και του γεγονότος ότι αυτό που κατεξοχήν την έχει ερεθίσει είναι οι ελληνικές αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, οι οποίες ερμηνεύονται ως κινήσεις περικύκλωσης της Τουρκίας από τη Δύση και προάγγελος πιέσεων άλλου τύπου.

Με άλλα λόγια, δρομολογείται ένα σενάριο "απομόνωσης” της Ελλάδας. Και το σενάριο αυτό εκτυλίσσεται σε τρία πεδία: το επικοινωνιακό, το νομικό (με την αποστολή προς τον ΟΗΕ νέας τουρκικής επιστολής αποτελούμενης από έξι θέσεις, εκ των οποίων πρώτη είναι η καινοφανής θεωρία της "διασύνδεσης” της κυριαρχίας των νησιών του ανατολικού Αιγαίου από την αποστρατιωτικοποίησή τους), αλλά και το επιχειρησιακό, με την αυτοπρόσωπη παρουσία των Ερντογάν και Μπαχτσελί στην μεγάλη αποβατική άσκηση Efes 2020, όπου συμμετέχουν και δυνάμεις άλλων 37 χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Ιταλίας.

Και η "απομόνωση” της Ελλάδας μπορεί να θεωρηθεί ρεαλιστικός στόχος, στον βαθμό που η δική μας χώρα έχει απωλέσει κάθε στήριγμα εκτός ευρωατλαντικού χώρου και δη μεταξύ φυσικών "αντιβάρων” προς την Τουρκία (π.χ. Ρωσία, Ιράν, Συρία), ενώ αντίθετα η γειτονική χώρα έχει την πολυτέλεια να εξισορροπεί αμοιβαία τα ευρασιατικά και μεσανατολικά της ανοίγματα με την ένταξή της σε ένα "δυτικό στρατόπεδο”, το οποίο κατά βάθος θεωρεί αποδυναμωμένο και εκβιάσιμο.

ΠΗΓΗ https://www.capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου