Η επιτυχής παρουσία της γιορτάζεται από αύριο στην Ουάσιγκτον σε μία ιδιαίτερα επικίνδυνη περίοδο, λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Πολύ σημαντικές και καθοριστικές αποφάσεις για το μέλλον του ΝΑΤΟ και της παγκόσμιας ασφάλειας αναμένεται να ληφθούν στη Σύνοδο των ηγετών των 32 κρατών, ενώ έχουν προσκληθεί και ηγέτες κρατών από άλλα σημεία της υδρογείου που συνεργάζονται με το ΝΑΤΟ.
Η αρχή
Ενας Αγγλος συνδικαλιστής και ένας αγρότης από το Ιντιπέντενς του Μιζούρι συνέστησαν την κορυφαία στρατιωτική συμμαχία στον κόσμο. Μπορεί να φαίνεται περίεργο ότι αυτοί οι δυο άνδρες που ήσαν πίσω από τη δημιουργία του ΝΑΤΟ θα ταίριαζαν σε μεγάλο βαθμό. Ο Ερνεστ Μπέβιν, που θεωρείται ο κύριος αρχιτέκτονας του ΝΑΤΟ, μεγάλωσε στο Σόμερσετ από μία αναλφάβητη ανύπαντρη μητέρα που πέθανε όταν ήταν οκτώ ετών. Παράτησε το σχολείο στα 11 του, δουλεύοντας ως εργάτης και οδηγός φορτηγού, μέχρι που τελικά έγινε συνδικαλιστής. Οπως πολλοί συνδικαλιστές, ανέπτυξε απέχθεια για τον κομμουνισμό, με ξεκάθαρη επίγνωση της απειλής που θέτει ο κόκκινος ολοκληρωτισμός για τη δημοκρατική Δύση. Αν και διαφωνούσαν έντονα σχεδόν σε όλα τα άλλα θέματα, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ αποκάλεσε τον Μπέβιν «τον πιο διακεκριμένο άνθρωπο που έχει εμφανίσει το Εργατικό Κόμμα εδώ και πολλά χρόνια».
Ο Χάρι Τρούμαν, ο οποίος έγινε πρόεδρος μετά τον θάνατο του Ρούσβελτ το 1945, ήταν εξίσου ένθερμος οπαδός της υπερατλαντικής συμμαχίας. Ηταν επίσης ο μόνος πρόεδρος των ΗΠΑ που δεν φοίτησε σε κολέγιο, καθώς μεγάλωσε σε μία οικογένεια στο Μιζούρι που δεν μπορούσε να το αντέξει οικονομικά. Αφού πέρασε από διάφορες δουλειές (μεταξύ των οποίων και τραπεζικός υπάλληλος), κατατάχθηκε στον στρατό των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την επιστροφή του έγινε δικαστής, δουλειά που τελικά τον έφερε στη Γερουσία των ΗΠΑ και τελικά στο Οβάλ Γραφείο.
Ο Μπέβιν ήταν η ηγετική δύναμη πίσω από τη συμμαχία. Αν και εμπνεύστηκε από προηγούμενες προτάσεις του Τσόρτσιλ και του Καναδού υπ. Εξωτερικών Λούις Σεντ Λοράν, η ιδέα για το ΝΑΤΟ ήταν «σε μεγάλο βαθμό δική του πρωτοβουλία», σύμφωνα με τον διαπρεπή καθηγητή Διπλωματικής Ιστορίας Αλαν Χένρικσον. Εχοντας πλήρη επίγνωση της απειλής από την Ανατολή, της μεταπολεμικής εξάντλησης της Ευρώπης και ενθυμούμενος την αποχώρηση των ΗΠΑ από την Ευρώπη μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μπέβιν είδε την ανάγκη για μια διατλαντική στρατιωτική συμμαχία μόλις έγινε υπ. Εξωτερικών το 1945. Ξεκίνησε να πιέζει την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αποδυναμωμένη και σχεδόν χρεοκοπημένη ύστερα από έξι χρόνια πολέμου, η Μεγάλη Βρετανία δεν ήταν σε καμία περίπτωση έτοιμη να αντιπαραταχθεί στη Σοβιετική Ενωση.
Αδυναμία
Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι, όπως η Γαλλία, ήταν σε ακόμη χειρότερη κατάσταση. Χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ, η Δυτική Ευρώπη θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτη στην πίεση του Κρεμλίνου ή στην ανοιχτή επιθετικότητα των κομμουνιστών. Κατά τη διάρκεια μιας παθιασμένης ομιλίας στη Βουλή των Κοινοτήτων τον Ιανουάριο του 1948, ο Μπέβιν υποστήριξε μια «πνευματική ομοσπονδία της Δύσης». Προειδοποίησε ότι η μόνη σωτηρία για τις «συγγενικές ψυχές» του δημοκρατικού κόσμου ήταν μια ισχυρή ένωση που θα εγγυάται την αμοιβαία στρατιωτική βοήθεια σε περίπτωση σοβιετικής επίθεσης. Οι προειδοποιήσεις του ήταν προφητικές.
Ενα μήνα μετά την ομιλία του, ένα κομμουνιστικό πραξικόπημα στην Τσεχοσλοβακία εγκατέστησε μία κυβέρνηση υποστηριζόμενη από τη Σοβιετική Ενωση. Στη συνέχεια, τον Μάρτιο του 1948, μία θρασύτατη Σοβιετική Ενωση προσπάθησε να απωθήσει τις δυτικές συμμαχικές δυνάμεις έξω από τις μεταπολεμικές δικαιοδοσίες τους στο Δυτικό Βερολίνο, εμποδίζοντας κάθε σιδηροδρομική, οδική και υδάτινη πρόσβαση στην πόλη. Αντιμέτωπες με το ενδεχόμενο ενός ακόμη πολέμου στην ήπειρο, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο ένωσαν τις δυνάμεις τους για να πιέσουν τους Αμερικανούς για ισχυρότερες στρατιωτικές εγγυήσεις.
Ο αείμνηστος Τρούμαν αντιμετώπισε ένα Κογκρέσο και μία Γερουσία σε διχασμό. Η Ευρώπη αντιμετώπισε τις αμερικανικές ανησυχίες τον Μάρτιο του 1948 υπογράφοντας τη Συνθήκη των Βρυξελλών, βάσει της οποίας το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και οι χώρες της Μπενελούξ (Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο) δεσμεύτηκαν για αμοιβαία στρατιωτική βοήθεια σε περίπτωση επίθεσης. Καθησυχασμένος ότι οι Ευρωπαίοι δεν βασίζονταν απλώς στον σύμμαχό τους πέρα από τον Ατλαντικό, ο Τρούμαν είπε σε κοινή σύνοδο του Κογκρέσου ότι «η αποφασιστικότητα των ελεύθερων χωρών της Ευρώπης να προστατεύσουν τον εαυτό τους θα συνδυάζεται με την ίδια αποφασιστικότητα εκ μέρους μας να τις βοηθήσουμε να προστατευτούν».
Διαφορές
Μόλις πέντε ημέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης στις Βρυξέλλες, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς άρχισαν μυστικές συναντήσεις στο Πεντάγωνο. Σύντομα εμφανίστηκαν ορισμένες διαφορές. Ο Μπέβιν ήθελε ισχυρές διαβεβαιώσεις ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπίζονταν την Ευρώπη σε περίπτωση επίθεσης, υπόσχεση που το Σύνταγμα απαγόρευε στον Τρούμαν να δώσει. Παρ’ όλα αυτά, ο υπ. Εξωτερικών Ντιν Ατσεσον (ο άνθρωπος πίσω από μεγάλο μέρος της εξωτερικής πολιτικής του Τρούμαν) και ο γερουσιαστής Αρθουρ Βάντενμπεργκ (ένας Ρεπουμπλικανός απομονωτιστής που έγινε διεθνιστής) ώθησαν το νομοσχέδιο του ΝΑΤΟ μέσω του Κογκρέσου και της Γερουσίας. Αυτό που έγινε γνωστό ως «Τροπολογία Βάντενμπεργκ» τέθηκε σε ισχύ τον Ιούνιο του 1948. Το πρώτο βήμα προς το ΝΑΤΟ είχε γίνει. Οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν εν αναμονή των αποτελεσμάτων των αμερικανικών εκλογών τον Νοέμβριο. Μετά την επανεκλογή του Τρούμαν, οι προσπάθειες για την ίδρυση του ΝΑΤΟ απέκτησαν δυναμική, με αποκορύφωμα την επισημοποίηση της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού τον Απρίλιο του 1949.
Επικυρώνοντας την ένταξη των ΗΠΑ στη συμμαχία, ο Τρούμαν δήλωσε ότι ήταν «ασπίδα κατά της επιθετικότητας και του φόβου της επιθετικότητας, ένα προπύργιο που θα μας επιτρέψει να συνεχίσουμε με την πραγματική δουλειά της κυβέρνησης και της κοινωνίας, τη δουλειά της επίτευξης μιας πληρέστερης και πιο ευτυχισμένης ζωής για όλους τους πολίτες μας».
Αυτή ήταν η υπόσχεση που προσέλκυσε νέα μέλη τα επόμενα 75 χρόνια, και το κάνει ακόμα και σήμερα, με την άμεση και ακραία απειλή από τη Ρωσία του Πούτιν πιο παρούσα από ποτέ.
Ο Πούτιν ενεργοποιεί το Αρθρο 4
Στην ιστορία του ΝΑΤΟ όλοι κάνουν λόγο για το Αρθρο 5 της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού περί συλλογικής άμυνας. Ενας «παραμελημένος μικρότερος αδελφός» όμως είναι το Αρθρο 4, που επίκλησή του έχει γίνει επτά φορές, όμως η επιλογή της «διαβούλευσης» όταν υπάρχει απειλή εξακολουθεί να είναι το υποτιμημένο μέρος της ιδρυτικής συμφωνίας του Ευρωατλαντικού Συμφώνου.
Το 1992, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης, ο διανοητής Φράνσις Φουκουγιάμα δημοσίευσε το άρθρο «The End of History and the Last Man». Υποστήριξε ένθερμα ότι ο δυτικός φιλελευθερισμός κέρδισε τη μάχη για τη γεωπολιτική κυριαρχία και, με αυτή τη νίκη, ο κόσμος έχει φτάσει στην τελική του μορφή διακυβέρνησης και ότι ο πόλεμος θα σταματούσε. Τρία χρόνια αργότερα ο επίσης διανοητής Στάνλεϊ Σλόαν, που τότε εργαζόταν για την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου, δημοσίευσε την κορυφαία μελέτη «Το Μέλλον του NATO: Πέρα από τη Συλλογική Αμυνα».
Στο επίκεντρο
Εγραψε ότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σήμαινε ότι το Αρθρο 5, το οποίο αναφέρει ότι μια επίθεση εναντίον ενός μέλους του ΝΑΤΟ είναι επίθεση εναντίον όλων, μετατοπιζόταν στο «πίσω μέρος» του ΝΑΤΟ και το Αρθρο 4 θα αποτελούσε το επίκεντρο. «Οι καθημερινές δραστηριότητες του ΝΑΤΟ κατά την επόμενη περίοδο της ιστορίας είναι πιθανό να επικεντρώνονται όλο και περισσότερο στους νέους κινδύνους και όλο και λιγότερο στην εδαφική άμυνα», υποστήριξε. Το άρθρο 4 δεσμεύει τα μέρη του ΝΑΤΟ να διαβουλεύονται από κοινού όποτε, κατά τη γνώμη οποιουδήποτε από αυτά, απειλείται η εδαφική ακεραιότητα, η πολιτική ανεξαρτησία ή η ασφάλεια οποιουδήποτε από τα μέρη. Οταν γίνεται επίκληση του άρθρου, τα μέλη του ΝΑΤΟ συναντιούνται για διαβούλευση στο Βορειοατλαντικό Συμβούλιο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε συντονισμένη δράση από τους συμμάχους, αν και δεν χρειάζεται πάντα. Αρχικά, συμπεριλήφθηκε στη συνθήκη του ΝΑΤΟ για να καλύψει τα φθίνοντα αποικιακά συμφέροντα της Ευρώπης.
Σε αντίθεση με το Αρθρο 5, δεν προσδιορίζει εδαφικό πεδίο για οποιαδήποτε απειλή, επιτρέποντας στα μέλη να ζητούν πόρους και υποστήριξη του ΝΑΤΟ στα υπερπόντια εδάφη τους. Στην πράξη, το Αρθρο 4 δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ με αυτόν τον τρόπο ούτε αντικατέστησε το Αρθρο 5 μετά τη δεκαετία του 1990. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές αποικίες σε Αφρική, Ειρηνικό, Ινδικό, Καραϊβική κέρδισαν την ανεξαρτησία τους στις δεκαετίες 1940-1960 και η αναζωπύρωση των γεωπολιτικών εντάσεων στον 21ο αιώνα σημαίνει ότι το Αρθρο 5 παραμένει ο θεμέλιος λίθος της Συμμαχίας. Αντίθετα, το Αρθρο 4 έχει μετατραπεί σε ένα «εργαλείο» που χρησιμοποιούν τα μέλη όταν αισθάνονται ότι απειλούνται, ακόμη και αν δεν δέχονται άμεσα επίθεση.
Από την πρώτη διατύπωσή του, το Αρθρο 4 επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει απειλές από την τρομοκρατία, τη διασπορά όπλων-υλικών μαζικής καταστροφής και το οργανωμένο έγκλημα. Παρέχει, επίσης, έναν μηχανισμό για τους συμμάχους να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να καθιερώνουν κοινή προσέγγιση έναντι τέτοιων απειλών. Από τη δημιουργία του ΝΑΤΟ το 1949, έχει γίνει επτά φορές επίκληση του Αρθρου 4. Πάντα με αφορμή δύο λόγους: τη ρωσική απειλή στην Ανατολική Ευρώπη και τους φόβους της Τουρκίας για τις εντάσεις στη Μέση Ανατολή. Οι περισσότερες επικλήσεις προέρχονταν από την Τουρκία, τη χώρα που από το 2022 έως το 2023 εργάστηκε για να εμποδίσει την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ (πριν υποχωρήσει τελικά).
Τώρα με τον Πούτιν υπάρχει καλός λόγος να πιστεύουμε ότι οι σύμμαχοι θα ανταποκριθούν στις απειλές προτού γίνουν ανεξέλεγκτα υπαρξιακές. Το Αρθρο 4 το επιτρέπει και είναι πάντοτε εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου