Ενώ η ένταξη στις BRICS θα αναδείξει μια εξισορροπητική ενέργεια της Τουρκίας μεταξύ της Δύσης και του παγκόσμιου Νότου, οι θεσμικές αδυναμίες του οργανισμού θα περιορίσουν τη δυνατότητα στήριξης της οικονομικής ανάπτυξης της Τουρκίας ή τη μείωση της εξάρτησής της από το αμερικανικό δολάριο.
Τις τελευταίες εβδομάδες, η Τουρκία επανέλαβε το ενδιαφέρον της να ενταχθεί στις BRICS, μία πολυεθνική ομάδα αναδυόμενων οικονομιών που πήρε το όνομά της από τα αρχικά της μέλη: Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και αργότερα Νότια Αφρική. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν συμμετείχε στη συνάντηση των υπ. Εξωτερικών των BRICS στη Ρωσία, στις 10-11 Ιουνίου. Σε μία παράλληλη συνάντηση μεταξύ του Ρώσου προέδρου Πούτιν και του Φιντάν στις 11 Ιουνίου, ο Πούτιν δήλωσε: «Χαιρετίζουμε το ενδιαφέρον της Τουρκίας για τις εργασίες των BRICS». Και συνέχισε: «Αναμφίβολα, θα υποστηρίξουμε πλήρως αυτή τη φιλοδοξία και την επιθυμία να είμαστε μαζί με τις χώρες αυτής της ένωσης, να έρθουμε πιο κοντά». Ο διάλογος στη Ρωσία απηχεί μια παρόμοια συζήτηση που είχε ο Φιντάν με ανώτερους Κινέζους αξιωματούχους κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στην Κίνα, από τις 3 έως τις 5 Ιουνίου, κατά την οποία ο Φιντάν εξέφρασε επίσης τις φιλοδοξίες της Τουρκίας για ένταξη στις BRICS.
Το ενδιαφέρον της Τουρκίας για τις BRICS έρχεται καθώς η Αγκυρα επιδιώκει να εξισορροπήσει τις σχέσεις της με δυτικές και μη χώρες, αλλά η επιρροή της στο μπλοκ θα είναι περιορισμένη, ενώ η ένταξη δεν θα οδηγήσει σε δραστικές αλλαγές στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Η συμμετοχή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και η τελωνειακή συμφωνία της με την Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν δημιουργήσει ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς και δεσμούς ασφαλείας με τη Δύση. Ωστόσο, οι σχέσεις αυτές παρέχουν επίσης στις δυτικές χώρες κάποια επιρροή στις εξωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας, όπως για παράδειγμα η απόκτηση των μαχητικών F-16 από τις Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτιόταν από την έγκριση της αίτησης της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Για να εξισορροπήσει αυτή την επιρροή, η Τουρκία προσπαθεί να εμβαθύνει τις σχέσεις της με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, τη Ρωσία και την Κίνα. Η προσπάθεια αυτή ενισχύθηκε πρόσφατα από τις περιοδείες του Φιντάν στη Ρωσία και την Κίνα και το ενδιαφέρον της Τουρκίας για αύξηση του διμερούς εμπορίου και των επενδύσεων, ιδίως από την Κίνα, στην τουρκική οικονομία.
Εν μέσω αυτών των ενεργειών, η Τουρκία προσπαθεί να διεκδικήσει ρόλο μεσαίας ισχύος δύναμης, πλην όμως δυσκολεύεται να εδραιώσει τη διπλωματική της επιρροή στην παγκόσμια σκηνή. Για παράδειγμα, η Τουρκία έχει αποκλειστεί σε μεγάλο βαθμό από τις διαπραγματεύσεις Ισραήλ-Χαμάς, παρά τις πρώτες κινήσεις της να μεσολαβήσει στη συνεχιζόμενη σύγκρουση των δύο πλευρών στη Γάζα, ενώ η συμφωνία για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, που έγινε με τη μεσολάβηση της Τουρκίας, δεν διήρκησε για πολύ. Ως αποτέλεσμα, η Αγκυρα θεωρεί την ένταξή της στους BRICS ως ευκαιρία να διεκδικήσει τη θέση της σε ένα διεθνές οικονομικό φόρουμ που εκπροσωπεί χώρες του παγκόσμιου Νότου, αλλά και ως ένα όχημα για να διαφοροποιήσει τις πολιτικές και διπλωματικές της σχέσεις πέρα από τη Δύση. Παρ’ όλα αυτά, η συνεχιζόμενη επέκταση των BRICS θα καταστήσει δύσκολη τη μελλοντική συναίνεση, καθώς το μπλοκ γίνεται πιο ετερογενές, γεγονός που θα περιορίσει την ικανότητα της Τουρκίας να επηρεάσει τον θεσμό. Η τουρκική δέσμευση να διατηρήσει τους δεσμούς με τη Δύση δείχνει επίσης ότι η Τουρκία θα παραμείνει επιφυλακτική στο να υποστηρίξει οποιεσδήποτε προτάσεις πολιτικής από την Κίνα ή τη Ρωσία που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους οικονομικούς δεσμούς και τους δεσμούς ασφαλείας της με τη Δύση, ευθυγραμμίζοντας την Τουρκία περισσότερο με τις θέσεις της Ινδίας και της Βραζιλίας εντός του οργανισμού.
Ενώ η ένταξη στις BRICS μπορεί να στηρίξει τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Αγκυρας να ενισχύσει τους δεσμούς με τα μέλη και να προσελκύσει επενδύσεις, είναι απίθανο να αυξήσει σημαντικά τις συναλλαγές σε τοπικά νομίσματα λόγω του περιορισμένου εμπορίου εντός των BRICS. Η συμμετοχή στις BRICS θα συμπλήρωνε τις υφιστάμενες προσπάθειες της Αγκυρας να ενισχύσει το διμερές εμπόριο με την Κίνα και τη Μέση Ανατολή και να προσελκύσει επενδύσεις σε αναπτυσσόμενους τουρκικούς τομείς, ιδίως από επενδυτές από την Κίνα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Εάν η Τουρκία γίνει μέλος, η Αγκυρα μπορεί επίσης να επωφεληθεί από την πρωτοβουλία των BRICS να επεκτείνουν το εμπόριο σε τοπικά νομίσματα για να μειώσουν την εξάρτηση από τις συναλλαγές σε αμερικανικό δολάριο. Αυτή η μειωμένη εξάρτηση θα απομονώσει κάπως την Τουρκία από τους εξωτερικούς κινδύνους που συνδέονται με τις συναλλαγές σε δολάρια Αμερικής και θα μειώσει την έκθεσή της σε αλλαγές στην πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ. Ωστόσο, η Αγκυρα θα αντιμετωπίσει περιορισμούς, καθώς η ιδιότητα μέλους των BRICS έχει κάνει ελάχιστα για την αύξηση του εμπορίου εντός του οργανισμού μεταξύ των μελών, εκτός της Κίνας. Ως αποτέλεσμα, ο παγκόσμιος αντίκτυπος των αυξημένων συναλλαγών στα τοπικά νομίσματα των μελών των BRICS παραμένει περιορισμένος και η ένταξη της Τουρκίας θα ήταν απίθανο να αλλάξει αυτή την πορεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου