Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

Woke: Η αποδόµηση του ευρωπαϊκού –ελληνικού;– πολιτισµού


Απόσπασμα από την εισαγωγή των Γιώργου Καραμπελιά & Γιώργου Ρακκά στο βιβλίο, woke- Η καθολική αποδόμηση που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Προσφάτως, τον Ιανουάριο του 2022, η συγγραφέας της σειράς των βιβλίων του Χάρι Πότερ, Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, αποκλείστηκε από την προβολή του έργου «Χάρι Πότερ: 20th Anniversary – ​​Return to Hogwarts», με πρωτοβουλία της Warner Media, γιατί είχε προβεί σε δηλώσεις που υποστήριζαν την… ύπαρξη γυναικείου φύλου και θεωρήθηκαν τρανσφοβικές! 

Η συγγραφέας της εμβληματικότερης, στην εποχή μας, νεανικής μυθοπλασίας αποκλείστηκε για λόγους «πολιτικής ορθότητας» από το ίδιο της το έργο!

Η βιομηχανία του Χόλλυγουντ θα επιβάλει τα κριτήρια της νέας πολιτικής ορθότητας των woke (αφυπνισμένων) στην απονομή των Όσκαρ γενικότερα: στο εξής, ένας ρόλος ομοφυλόφιλου δεν θα μπορεί να δίνεται παρά μόνο σε έναν ομοφυλόφιλο ηθοποιό, ένας διεμφυλικός χαρακτήρας σε έναν διεμφυλικό κ.ο.κ. Μάλιστα, όταν πρόκειται να παρουσιαστεί μια μαύρη προσωπικότητα, ο ηθοποιός θα πρέπει είναι τόσο μαύρος όσο και εκείνος τον οποίο υποδύεται· η Ζόε Σαλντάνα, που υποδύθηκε τη Νίνα Σιμόν, επικρίθηκε ως «ανεπαρκώς μαύρη» για τον ρόλο.
Καθόλου τυχαία άλλωστε, στην απόλυτη Woke ταινία, «Τα πάντα όλα», δόθηκαν επτά βραβεία Όσκαρ το 2023. Και την χαρακτηρίζουμε έτσι διότι ξετυλίγει το σύνολο της ιδεολογικής παλέτας του κινήματος. Τη φυλετιστική επανάσταση και την απόρριψη της «λευκότητας», τη γυναικεία υπεροχή έναντι των ανδρών, οι οποίοι υποτάσσονται, τη γυναικεία ομοφυλοφιλία, και τη γυναικεία αλληλεγγύη που ξεπερνά τις ταξικές διαφορές, τον αντιεθνικισμό και τον μετανθρωπισμό.
Η πρωταγωνίστρια είναι η έξυπνη και ικανή Κινέζα μετανάστρια, ιδιοκτήτρια πλυντηρίου ρούχων, παντρεμένη με έναν χαζούλη συμπατριώτη της, ενώ η κόρη της είναι λεσβία. Η πρωταγωνίστρια (την οποία υποδύεται η Μισέλ Γιο) αποκτά υπερφυσικές/μετανθρωπικές δυνάμεις και καταχεριάζει ορδές ανδρών, αστυνομικών και μπράβων, στη συντριπτική τους πλειοψηφία λευκών, κάποιος μάλιστα από τους «κακούς», αντί για ρόπαλο, κραδαίνει ένα κοντάρι τυλιγμένο με την αμερικανική σημαία. Ακόμα και η λευκή γυναίκα εφοριακός (η Τζέιμι Λη Κέρτις), με την οποία συγκρούεται η Γιο, υποχωρεί στο τέλος μπροστά στη γυναικεία αλληλεγγύη. Και στην τελική σκηνή, όπου οι γυναίκες αγκαλιάζονται στον θρίαμβό τους, ανασυστήνοντας μια νέα μορφή οικογένειας, τρέχει να προστεθεί και ο χαζούλης «μπάρμπα Θωμάς» Κινέζος (ο Τζόναθαν Κι Κουάν), στον οποίο παραχωρούν μεγάθυμα μια θέση, καθώς αναγνωρίζει το υποδεέστερο status του, ενώ ο αντιδραστικός Κινέζος παππούς μεταστρέφεται και αυτός – ως Κινέζος.
Αυτό το κινηματογραφικό έργο, που καλλιτεχνικά βρίσκεται πολύ κάτω του μετρίου, «θριάμβευσε» μόνο και μόνο επειδή εικονογραφεί τη νέα πολιτική και ιδεολογική ορθότητα του Χόλλυγουντ. Από τον Γκάρι Κούπερ και το «Τραίνο θα σφυρίξει τρεις φορές», του Φρανκ Τσίννεμαν, πριν εβδομήντα ένα χρόνια, που είχε αποσπάσει τέσσερα Όσκαρ το 1952, στη Μισέλ Γιο και «Τα πάντα όλα» με τα επτά Όσκαρ.
Στις ΗΠΑ γκρεμίζουν τα αγάλματα του Τζορτζ Ουάσιγκτον, μετονομάζουν τα σχολεία που φέρουν το όνομα του Αβραάμ Λίνκολν. Στα πανεπιστήμια, και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, απαιτούν την αφαίρεση από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, των έργων του Πλάτωνα, του Σαίξπηρ και άλλων εμβληματικών προσωπικοτήτων, καθώς «τα έργα τους προωθούν τον ρατσισμό, τη δουλοκτησία, τη λευκή υπεροχή και την πατριαρχία».
Εταιρείες όπως η Ντίσνεϋ αναρτούν προειδοποιήσεις σε έργα τους, όπως ο Πήτερ Παν ή το Ντάμπο το Ελεφαντάκι, ότι προάγουν ρατσιστικά στερεότυπα, και τα απαγορεύουν για παιδιά κάτω των 7 ετών· παγκόσμιας εμβέλειας ΜΜΕ, όπως οι Τάιμς της Νέας Υόρκης ή το BBC, κανοναρχούν καθημερινά το αφήγημα περί ενός «συστημικού ρατσισμού», ο οποίος αποτελεί δυτική αποκλειστικότητα – το προπατορικό αμάρτημα του Λευκού Δυτικού Άνδρα, από την κλασική αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Η «cancel culture» διεκδικεί την ακύρωση όλου του ιστορικού παρελθόντος και της κουλτούρας των ανθρωπίνων κοινωνιών.
Μια μαζική υστερία έχει καταλάβει τις δυτικές κοινωνίες –των ΗΠΑ και της Ευρώπης– η οποία φέρει τη σφραγίδα του woke κινήματος, μιας κυριολεκτικής σταυροφορίας που σαρώνει τις δυτικές μητροπόλεις .
Το κίνημα των woke –«αφυπνισμένων»– εκφράζει έναν μεσσιανισμό και μια φανατική προσήλωση στην ορθοπολιτική ορθοδοξία που παραπέμπει στις πιο σκοτεινές στιγμές ολοκληρωτικών καθεστώτων, χωρίς καμία διάκριση μεταξύ των θετικών και των αρνητικών στοιχείων του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αποσιωπά το γεγονός ότι, παράλληλα με την αποικιοκρατία ή τον ρατσισμό, το ευρωπαϊκό πνεύμα επέτρεψε ταυτόχρονα και την αντιαποικιακή σκέψη, την κοινωνική, τη φεμινιστική ή την οικολογική κριτική· σε αντίθεση με το ισλάμ, την Ινδία ή την Κίνα, όπου η οποιαδήποτε αμφισβήτηση της παράδοσης καταγγέλλεται ως αποστασία – ας θυμηθούμε την περίπτωση του Σαλμάν Ρουσντί.
Εξελίσσεται ένα κυνήγι των μαγισσών που στοχοποιεί τη «λευκότητα» και τη δυαδικότητα των φύλων, εξισώνοντάς τα με το απόλυτο κακό· η αποκατάσταση των ιστορικών εγκλημάτων της Δύσης και της πατριαρχίας λαμβάνει αποκλειστικά τη μορφή ενός αντίστροφου φυλετισμού ενώ προωθείται η θεσμική καθιέρωση αρνητικών διακρίσεων έναντι της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Στις ΗΠΑ, η φυλετική αδικία εναντίον των Αφροαμερικανών και των Ινδιάνων, σε μια λογική συλλογικής ευθύνης, φέρνει στο εδώλιο του κατηγορουμένου ακόμα και τους λευκούς απόγονους των μεταναστών που κατέφθασαν πάμφτωχοι στον Νέο Κόσμο, και εργάστηκαν σκληρά για να διεκδικήσουν τη θέση τους. Παράλληλα, υποστηρίζεται πως το φύλο, ως βιολογική κατηγορία, δεν υπάρχει αλλά αποτελεί κοινωνική κατασκευή· επομένως, οι λευκοί άνδρες, άσχετα με τις όποιες πεποιθήσεις τους και την όποια κοινωνική τους θέση, είναι «αντικειμενικά» φορείς ενός διττού ρατσισμού: ενάντια στους έγχρωμους αλλά και ενάντια στο γυναικείο φύλο.
Στην Ευρώπη, επικεντρώνονται στη μαζική άφιξη και εγκατάσταση μεταναστών από τον πρώην αποικιοκρατούμενο κόσμο, την οποία οι λαοί της έχουν την υποχρέωση να ενθαρρύνουν («ανοικτά σύνορα») ώστε να ξεπλύνουν το άγος της αποικιοκρατίας. Ακόμα και η «ενσωμάτωσή» τους στηλιτεύεται ως έκφραση ρατσισμού, καθώς υπονοεί μια οικουμενικότητα των αξιών – ελληνοχριστιανικών στον πυρήνα τους. Στη θέση της προάγεται ο πολυπολιτισμός, λογιζόμενος ως επίθεση στην κεντρική ευρωπαϊκή πολιτισμική ταυτότητα: «Η αποαποικιοποίηση που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1950 δεν θα ολοκληρωθεί πάρα μόνο όταν οι λαοί της Ευρώπης γίνουν ξένοι στην πατρίδα τους».
Μέσα στον παροξυσμό του, το woke κίνημα επανεισάγει αντεστραμμένη τη φυλετικοποιημένη σκέψη του ρατσισμού. Τα πάντα πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα της σύγκρουσης μεταξύ Λευκών και μη-Λευκών, μεταξύ ανδρών και γυναικών, μεταξύ ετεροφυλόφιλων και ομοφυλόφιλων, μεταξύ παραδοσιακής κουλτούρας και απόρριψής της. Ακόμα και η κοινωνική δικαιοσύνη δεν ερμηνεύεται πλέον σε συνάρτηση με την ταξική πραγματικότητα των ατόμων αλλά σε σχέση με το χρώμα του δέρματός τους, ή τη σεξουαλική τους επιλογή. Έτσι, οι λευκοί εργάτες κατατάσσονται στο στρατόπεδο της αντίδρασης και εκχωρούνται στον Τραμπ ή τη Μαρίν Λεπέν. Σε τελική ανάλυση, πρόκειται για ένα ενιαίο κίνημα καταστροφής τόσο των δυτικών λαών όσο και της ίδιας της ανθρώπινης ταυτότητας και υποκειμενικότητας.
Αποφασιστικό ρόλο ως προς αυτό διαδραματίζει το ζήτημα του σεξουαλικού προσανατολισμού. Η θεωρία του φύλου ως κοινωνικής κατασκευής, που χθες ακόμη αποτελούσε μια ακαδημαϊκή εκκεντρικότητα, είναι σήμερα η μήτρα μέσα από την οποία το μηντιακό σύστημα διανοείται το αρσενικό και το θηλυκό, και εργάζεται για να διαλύσει όλες τις ταυτότητες. Εξ ου και η συμμαχία της επιδιωκόμενης «επανάστασης των φύλων» με την επανάσταση των φυλών και των χρωμάτων. Έτσι, το 2021, τελειώνοντας την προσευχή που ανέγνωσε για τη νέα σύνοδο του Κογκρέσου των ΗΠΑ, ο αιδεσιμότατος (sic) Emanuel Cleaver, μαύρος δημοκρατικός βουλευτής, συμπλήρωσε το «amen» με το «a-women»!


Το Πανεπιστήμιο αποτελεί βασικό φορέα και εργαστήριο της επανάστασης των φύλων και των φυλών. «Υπαίθρια άσυλα ανιάτων», που έχουν επιβάλει ασφυκτικές ιδεολογικές νόρμες στο εσωτερικό τους, ενθαρρύνοντας παράλληλα την πρακτική της κατάδοσης όσων παρεκκλίνουν ή δεν τις υπερασπίζουν με τον απαιτούμενο ζήλο.
Και προφανώς, μεσοπρόθεσμα, η θεωρία της κατασκευής των ταυτοτήτων, δηλαδή του ίδιου του ανθρώπου, αποτελεί το προοίμιο στον μετανθρωπισμό. Εφόσον ο φυσικός άνθρωπος δεν υπάρχει και είναι μια κοινωνική κατασκευή, γιατί αύριο να μην αποτελέσει μια, εν μέρει ή ολοκληρωτικά, τεχνολογική κατασκευή; Η αποδομητική θεωρία ανοίγει διάπλατα τον δρόμο στον μετανθρωπισμό. Άλλωστε, στα ίδια πανεπιστήμια, και συχνά από τους ίδιους ανθρώπους, διαμορφώνονται τα σχετικά προτάγματα.
Το βασικό τέχνασμα, μέσω του οποίου επιχειρείται η φίμωση κάθε διαφορετικής φωνής, είναι η «ακροδεξιοποίηση της πολιτικής διαφωνίας»: όποιος αμφισβητεί την πολιτική ορθότητα θεωρείται ότι νομιμοποιεί τον ακροδεξιό λόγο και καταδικάζεται σε εξοστρακισμό. Στη Γαλλία, η φοιτητική ένωση UNEF οργανώνει συγκεντρώσεις όπου απαγορεύεται η συμμετοχή ανδρών ή λευκών ή και των δύο μαζί. Στην Ελλάδα, όπου η αποδόμηση των ταυτοτήτων εμφανίστηκε αρχικά ως εθνοαποδόμηση, ήδη, στις προκηρύξεις των πιο «προχωρημένων» ομάδων, έχει καταργηθεί η αναφορά σε φοιτητές και φοιτήτριες και έχει αντικατασταθεί από τον ουδέτερο όρο «τα φοιτητά» – σχετικό πανό με την υπογραφή «τα φοιτητά» φιγουράριζε στις κινητοποιήσεις του Μαρτίου 2023 για την τραγωδία των Τεμπών.
Στην πρωτοπορία του κινήματος woke, παγκοσμίως, θα βρούμε τους «αντίφα», που έγιναν ευρέως γνωστοί από τις σχετικές αναφορές του Τραμπ στη διάρκεια των διαδηλώσεων για τον Τζωρτζ Φλόυντ, το καλοκαίρι του 2020, ενώ στην Ελλάδα, όπου η αποδόμηση είναι κατ’ εξοχήν εθνοαποδόμηση, έχουν καταστεί διάσημοι με το σύνθημά τους «Να πεθάνει η Ελλάδα, να ζήσουμε εμείς». Και όμως, ο χώρος των «αντίφα», παρά τη μηδενιστική λογική του, κολυμπάει σαν το ψάρι στο νερό μέσα στο κυρίαρχο ιδεολογικό τέλμα των Πανεπιστημίων, μια και στηλιτεύει ως «φασίστες» όλους εκείνους που απορρίπτουν την ιδεολογική τους παράκρουση, ενώ νομιμοποιείται εν πολλοίς η ακραία πολιτική βία στην οποία προσφεύγει («Τα παλιόπαιδα, τα ατίθασα»).
Στο υπόβαθρο του woke κινήματος βρίσκονται σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές, πολιτιστικές και γεωπολιτικές εξελίξεις. Μια πραγματική επαναστατική διαδικασία διαπερνά όλες τις δυτικές κοινωνίες με στόχο να οδηγήσει στην «εξαφάνιση» των παραδοσιακών δυτικών κοινωνιών μέσα από την πληθυσμιακή υποκατάσταση των ευρωπαϊκής καταγωγής πληθυσμών της Δύσης από τους λαούς της Αφρικής ή της Ασίας· την υποκατάσταση των χριστιανικών πληθυσμών από μουσουλμανικούς και ταυτόχρονα τη βιολογική «εξαφάνιση» των φύλων μέσα από την άρνηση της σεξουαλικής ταυτότητας. Η Léonora Miano, συγγραφέας με καταγωγή από το Καμερούν που ζει στη Γαλλία, θεωρητικός μιας ταυτοτικής ηπείρου, που την αποκαλεί «Αφροπαία», δηλώνει χωρίς περιστροφές: «Φοβάστε να γίνετε πολιτιστικά μειονοτικοί. Να μη φοβάστε για κάτι που θα συμβεί. Η Ευρώπη θα αλλάξει». Ο Γαλλοκαναδός κοινωνιολόγος, Gérard Bouchard, διαπιστώνει πως, στην περιοχή του Μόντρεαλ, «μια νέα σχέση πλειοψηφίας-μειοψηφιών αναδύεται, αλλά αντεστραμμένη: οι παλαιές “μειονότητες” είναι σε φάση να γίνουν πλειοψηφίες…». Ενώ ανάλογες εξελίξεις παρατηρούνται στη Σουηδία, τις Βρυξέλλες, την περιφέρεια του Λονδίνου και αλλού.
Παράλληλα, η επίθεση στην ετεροφυλόφιλη σεξουαλικότητα, που διοχετεύεται μέσα από την εκπαίδευση και κατ’ εξοχήν από την τέχνη, το θέατρο, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, το διαδίκτυο, έχει ήδη οδηγήσει σε μια ρευστοποίηση και μια αυξανόμενη εναλλαξιμότητα των σεξουαλικών ταυτοτήτων. Από τον απαραίτητο σεβασμό στις σεξουαλικές μειονότητες περνάμε σταδιακώς στην ιδεολογική μειονοτικοποίηση της πλειοψηφικής ετεροφυλόφιλης ταυτότητας.
Προφανώς δε, μια επανάσταση που εν πολλοίς έχει ήδη γίνει αποδεκτή στο επίπεδο των νοοτροπιών και του πολιτισμού, αποτελεί δηλαδή μια μεγάλη πολιτιστική επανάσταση, δεν μπορεί να ερμηνευθεί εάν δεν διερευνηθούν οι κοινωνικοί και πολιτικοί όροι της αποδοχής της από το ίδιο το κοινωνικό σύστημα και τις ελίτ. Βιώνουμε ήδη ένα καθεστώς δυαδικής εξουσίας, όπου συμβιώνουν τόσο το παλιό καθεστώς όσο και το καινούργιο, τα οποία συγκρούονται όλο και πιο έντονα, με το δεύτερο να έχει ήδη καταλάβει την εξουσία στους χώρους της πολιτισμικής αναπαραγωγής.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ήδη, οι δημόσιες και οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν αποδεχτεί μαζικά αυτή τη νέα Ιερά Εξέταση, και τα στελέχη υποχρεούνται, όλο και περισσότερο, να υποβάλλονται σε ένα είδος ιχνηλάτησης των ενόχων σκέψεων, μέσω ειδικών τεστ, ώστε να εκμηδενίσουν τις «προκαταλήψεις» τους, ώστε να απεκδυθούν τη «λευκότητά» τους –να «απολευκανθούν»–, καθώς και την όποια δυαδική σεξουαλική ταυτότητα.
Μια νέα μόδα για τη λευκή woke αστική τάξη είναι να οργανώνονται δείπνα, σε αστρονομικές τιμές, με φυλετικούς και φεμινίστριες ακτιβιστές και ακτιβίστριες, για να τους αποκαλύπτουν τις ρατσιστικές προκαταλήψεις τους, ενώ διατίθενται και ερωτηματολόγια για να τις εντοπίζουν – κατά τον τρόπο του Όργουελ, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε «για την ανίχνευση εγκλημάτων σκέψης από την αστυνομία των απώτερων κινήτρων».
Και βέβαια, η πολιτική εξουσία προσαρμόζεται –αν δεν πρωτοστατεί– σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, με νέους νόμους και διατάξεις, σε εθνικό και υπερεθνικό ή διεθνικό επίπεδο, όπως εκείνο του ΟΗΕ ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συναφώς, τον Μάρτιο του 2023, με πρωτοβουλία Έλληνα ευρωβουλευτή, καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η κατασκευή φρακτών που θα εμποδίζουν την παράνομη μετανάστευση. Ήδη από το 2015, η κυβέρνηση του Κεμπέκ εξέτασε την πιθανότητα δημιουργίας ενός δημοσίου μητρώου ιδεολογικών παραβατών, ενώ η κυβέρνηση της Σκωτίας θεσμοθέτησε την παρακολούθηση των ιδιωτικών συζητήσεων, μέσω της κατάδοσης των πολιτών: Τωόντι, τον Μάρτιο του 2021, ψηφίστηκε το νομοσχέδιο του τότε υπουργού Δικαιοσύνης, και νυν πρωθυπουργού της Σκωτίας Χούμζα Γιουσάφ, σύμφωνα με το οποίο «κάθε άτομο θα παρακολουθείται στο σπίτι του και οι απαγορευμένες εκφράσεις στη δημόσια ζωή θα πρέπει στο εξής να απαγορεύονται και στον ιδιωτικό χώρο»!
Όπως τόνιζε ο Κριστόφ Γκιλουί, «οι παγκοσμιοποιημένες ελίτ έχουν συγκροτήσει μια συμμαχία με τον αστερισμό των φυλετικών, μεταναστευτικών και πολιτισμικών μειονοτήτων, εκφράζοντας την πραγματικότητα της “νέας παγκόσμιας πόλης”, των οικονομικών και πολιτιστικών κέντρων της παγκοσμιοποίησης, τα οποία θρέφονται από παγκόσμιες ροές κεφαλαίων, προϊόντων και ανθρώπων, έχοντας ως εκ τούτου αποεδαφικοποιηθεί και αποσχιστεί από την υπόλοιπη εθνική κοινωνία. Η τελευταία, που αφορά κυρίως στις “κλασικές” μεσαίες και κατώτερες τάξεις του 20ού αιώνα, περιθωριοποιείται γεωγραφικά, οικονομικά, πολιτικά, και πολιτιστικά».
Στις μεγάλες μητροπόλεις της Ευρώπης, το Λονδίνο, το Παρίσι, τις Βρυξέλλες, τη Στοκχόλμη, και ακολουθεί η Αθήνα, οι εγχώριοι πληθυσμοί βρίσκονται σε μια διαδικασία ταχύτατης μειονοτικοποίησης. Έτσι, η κοινωνική συμμαχία «των πολιτών του πουθενά» βρίσκει την ιδεολογική της ολοκλήρωση στο woke κίνημα. Μέσω αυτού επιτίθεται στην «παραδοσιακή» δημοκρατική μορφή πολιτικής οργάνωσης, θεμελιωμένης στο τρίπτυχο εθνική ταυτότητα/εθνική κοινωνία/εθνικό κράτος.
Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός του σήμερα μπορεί πλέον και στρέφεται εναντίον του… ξενιστή του που τον κυοφόρησε ιστορικά, την ίδια τη Δύση, και προπαντός τους ίδιους τους λαούς της.
Γενικότερα, η ταύτιση του ρατσισμού, της πατριαρχίας και της επεκτατικότητας αποκλειστικά με τη Δύση συσκοτίζει τον οικουμενικό χαρακτήρα αυτών των φαινομένων. Είναι μάλιστα ιστορικά γνωστό ότι τέτοια φαινόμενα υπήρξαν συχνά περισσότερο έντονα σε πολιτιστικά περιβάλλοντα που δεν είχαν βιώσει την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού και του χριστιανισμού: η γενοκτονία, η εθνοκάθαρση, η δουλοκτησία, η επεκτατικότητα και η πατριαρχία αποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικά των «μη οικονομικών» ιμπεριαλισμών, των Μογγόλων και των Οθωμανών κατ’ εξοχήν. Οι γενοκτονίες των Οθωμανών –από τις 30 χιλιάδες γλώσσες των ελληνόφωνων που έκοψε στην Αίγυπτο ο Σελίμ Γιαβούζ (ο σκληρός), το 1522, μέχρι τα εκατομμύρια των Αρμενίων και των Ελλήνων που εξόντωσαν οι Οθωμανοί και ο Κεμάλ–, αν καταμετρηθούν στο σύνολό τους, ξεπερνούν ακόμα και εκείνες των χιτλερικών. Όσο για τη μοίρα των γυναικών κάτω από τον ισλαμισμό αρκεί η αιματηρή καταστολή της τελευταίας εξέγερσης των Ιρανών γυναικών.
Και όμως, για τους woke και τους αντίφα, ο ρατσισμός και ο σεξισμός είναι συνυφασμένοι άρρηκτα με τη λευκότητα και τον λευκό άνδρα, με άλλα λόγια, με τη δυτικότητα.


Το έθνος συγκροτούσε πάντοτε ένα συλλογικό πλαίσιο που εξασφάλιζε τους όρους οι οποίοι καθιστούν εφικτή την οικουμενικότητα. Και επειδή το έθνος δεν καταφέρνει πλέον να ενσωματώσει τις διαφορετικές κοινότητες, η φυλετική ταυτότητα ξαναβγαίνει στην επιφάνεια. Άλλωστε, μια μαζική μετανάστευση, που ξεπερνάει τις δυνατότητες υποδοχής μιας δεδομένης κοινωνίας, οδηγεί σχεδόν αναπόφευκτα σε μια φυλετικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων. Η μαζική μετανάστευση μεταφέρει αυτό που λίγο-πολύ αποκαλούμε «σύγκρουση των πολιτισμών» στο εσωτερικό των δυτικών χωρών.
Στον βαθμό μάλιστα που η φυλετική συνείδηση των κάθε είδους μειονοτήτων αναβαθμίζεται και μεταβάλλεται σε πολιτική ταυτότητα (όπως έχει εύστοχα ειπωθεί, ο ισλαμισμός π.χ. δεν είναι θρησκεία αλλά πολιτική ταυτότητα), μεταβάλλεται αναπόφευκτα και αντανακλαστικά σε στοιχείο ταυτότητας και κινητοποίησης, κυρίως για τις «λευκές» λαϊκές τάξεις που αισθάνονται εγκαταλελειμμένες. Έτσι, από την απόρριψη της φυλετικής καταπίεσης οδηγούμαστε στη γενικευμένη φυλετικοποίηση της κοινωνίας.
Αρκεί να αναφερθούμε στο Brexit, την εκλογή Τραμπ το 2016 στις ΗΠΑ, τις κυβερνήσεις της Ιταλίας ή της Αυστρίας, την ενίσχυση εθνικών ταυτοτικών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη, όπως εκείνο της Λεπέν και όχι μόνο. Η κυριαρχία της woke φυλετιστικής σκέψης μεταβάλλεται σε μπούμερανγκ και, σε πρώτη φάση, έδωσε το προβάδισμα στην ανάπτυξη μιας ταυτοτικής Δεξιάς.
Όμως, οι τελευταίες εξελίξεις στη Σκανδιναβία, τη Σουηδία και τη Δανία, ή ακόμα και στη Γαλλία –παραδοσιακά «ιδεολογικό εργαστήριο» της Ευρώπης– δείχνουν μια γενίκευση αντιδράσεων απέναντι σε μια φυλετικού χαρακτήρα αποσύνθεση του έθνους-κράτους. Στη Γαλλία, η ανησυχία για την υπονόμευση της ιστορικής φυσιογνωμίας της γαλλικής Δημοκρατίας από τη μαζική μετανάστευση και τον πολυπολιτισμό δεν αφορά πλέον μόνο το «Εθνικό Μέτωπο» αλλά την πλειοψηφία της κοινωνίας, καθώς η «ακροδεξιοποίηση της διαφωνίας» έχει πάψει πλέον να λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά. Χαρακτηριστικά, στις 20 Οκτωβρίου του 2021, σε μια έρευνα έγκυρης εταιρείας δημοσκοπήσεων, της Ηarris Ιnteractive, για τη στάση των Γάλλων ψηφοφόρων απέναντι στην πιθανή «μεγάλη αντικατάσταση» του γαλλικού πληθυσμού εξαιτίας της μαζικής μετανάστευσης, το 61% των ερωτηθέντων απάντησε πως κάτι τέτοιο όντως θα συμβεί στη Γαλλία. Ακόμα πιο υψηλό (67%) ήταν το ποσοστό όσων απάντησαν ότι ανησυχούν με αυτή την προοπτική. Άλλωστε, οι δημογραφικές και πολιτισμικές επιπτώσεις της μαζικής μετανάστευσης αποτέλεσαν κεντρικό διακύβευμα των γαλλικών εκλογών του 2022.
Και η μόνη απάντηση απέναντι σε μια φυλετική σύγκρουση –έρπουσα σήμερα και ανοικτή αύριο, όπως εν μέρει συμβαίνει στις ΗΠΑ– είναι η επανασύνδεση με την έννοια του λαού. Ένας λαός δεν είναι μια φυλή: μπορεί ο καθένας να ενταχθεί σε αυτόν, άσχετα με την προέλευσή του. Όπως συνέβη στην Ελλάδα με τους Αρβανίτες, τους σλαβόφωνους ή τους Βλάχους.
Μια μεγάλη κρίση αυτοπροσδιορισμού σπαράσσει σήμερα τη Δύση. Πράγματι, σε προηγούμενες ιστορικές φάσεις, όταν η ευρωατλαντική Δύση ήταν ισχυρή, εξέπεμπε συχνά μια αλαζονεία, την οποία χρησιμοποιούσε εναντίον όλων των υπολοίπων, ακόμα και εναντίον των Ελλήνων. Δυστυχώς, η «κουλτούρα της ακύρωσης» δεν εφευρέθηκε τώρα. Ενυπήρχε στον τρόπο που συμπεριφέρθηκε η Δύση όχι μόνο απέναντι στους αποικιοκρατούμενους αλλά και με τον αποκλεισμό της ορθόδοξης, ανατολικοευρωπαϊκής, βαλκανικής ή ελληνικής ταυτότητας από την ευρωπαϊκή κληρονομιά.
Καθώς όμως η Δύση υπέβαλε σε μια ευρύτατη, αν όχι και ολοκληρωμένη, κριτική το αυταρχικό και ρατσιστικό παρελθόν της, ιδιαίτερα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα από τα ρήγματα αυτής της αυτοκριτικής εισέβαλε η μηδενιστική woke κουλτούρα –ως το μεταμοντέρνο, άσωτο τέκνο της δυτικής νεωτερικότητας–, για να στραφεί συλλήβδην εναντίον του ίδιου του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Η μετακένωση αυτής της κουλτούρας στην Ελλάδα επιτάσσει ορισμένες μετατοπίσεις καθώς δεν υπάρχει η βάση του αποικιακού παρελθόντος στον ελληνισμό· αντίθετα, η συνείδηση του νεώτερου ελληνισμού είναι δομικά αντιστασιακή, καθώς διαμορφώνεται σε συνθήκες διπλής αποικιοποίησης, τόσο από τους Οθωμανούς όσο και από τη δυτική πρωτοαποικιοκρατία.
Διόλου τυχαία, επομένως, η τάση της συλλογικής αυτοαμφισβήτησης θα πάρει στην Ελλάδα τη μορφή του εθνομηδενισμού, και θα στραφεί προς την αποδόμηση αυτής ακριβώς της ιστορικής κληρονομιάς. Η εγχώρια «νέα ιστορία» δεν επικεντρώνεται συναφώς στη στηλίτευση της ανύπαρκτης ελληνικής αποικιοκρατίας, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες απόλυτα μειοψηφικών ομάδων να εφεύρουν μια εσωτερική αποικιοποίηση, επικαλούμενοι τους σλαβόφωνους της Μακεδονίας, τους Τσάμηδες της Θεσπρωτίας, τους Τουρκοκρητικούς ή τους Τουρκοκύπριους στη Μεγαλόνησο, εσχάτως και τους «Ρομά», που προσπαθούν να τους μετατρέψουν από Έλληνες πολίτες σε μειονότητα. Στο στόχαστρο της αποδόμησης θα βρεθεί η άρνηση της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικρασίας, εξ ου και ο περιβόητος «Συνωστισμός» ή η ΕΟΚΑ, που χαρακτηρίζεται συστηματικά ως «εθνικιστική».
Η ελληνική συνέχεια, δηλαδή ο ίδιος ο αγώνας του ελληνισμού για επιβίωση μέσα στους σκοτεινούς αιώνες της Οθωμανοκρατίας, αποτελεί το στοιχείο που ερεθίζει κατ’ εξοχήν την εγχώρια νομενκλατούρα της πολιτικής ορθότητας: Εξ ου και οι επιθέσεις εναντίον του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου –«παρακρατικό» θα τον χαρακτηρίσει ένα εγχειρίδιο που διανέμεται σε αρκετά ελληνικά πανεπιστήμια– ή η ιδεολογική ποινικοποίηση της ελληνορθόδοξης παράδοσης. Κάθε χρόνο, κατά την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου και της 25ης Μαρτίου, κάποιοι θα ισχυριστούν ότι το ΟΧΙ στη φασιστική Ιταλία ήταν… «φασιστικό» γιατί το είπε ο Ιωάννης Μεταξάς, ή ότι η Επανάσταση του 1821 βαρύνεται με το στίγμα της «γενοκτονίας» των Τούρκων στην Τριπολιτσά.
Έτσι, στην Ελλάδα, οι αντίφα δεν βανδαλίζουν τα αγάλματα ανύπαρκτων δουλοκτητών ή αποικιοκρατών, αλλά του Κολοκοτρώνη, του Αλέξανδρου Υψηλάντη, του Νικηταρά, του Καποδίστρια και του Γρηγορίου του Ε΄. Την ίδια στιγμή, μάλιστα, ο Κολοκοτρώνης και ο Καποδίστριας διασύρονται από μέλη της κρατικής επιτροπής για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, ως «εθνολαϊκιστές», «προνεωτερικοί» και «δικτάτορες». Και αυτό διότι το αίτημα της ελευθερίας των επαναστατών του 1821 φαντάζει υπερβολικά ταυτοτικό, μια και συνδυάζει την ορθόδοξη πίστη με την εθνική αυτοδιάθεση. Εάν λοιπόν το κίνημα woke κατηγορεί τη Δύση ότι είναι υπερβολικά ευρωπαϊκή, οι εγχώριοι μεταπράτες του έρχονται να κατηγορήσουν την Ελλάδα ότι απομακρύνεται από τον κανόνα του ευρωπαϊσμού και της νεωτερικότητας!
Εν τέλει, όμως, κάποιοι θα υποστηρίξουν πως, επειδή η «Hellas» υπήρξε η μήτρα του δυτικού πολιτισμού, είναι υπεύθυνη για τον συστημικό ρατσισμό της Δύσης στο σύνολό της! Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του «dëcoloиıze hellάş», που θέτει ως στόχο «να εκθέσουμε τις αποικιακές γενεαλογίες που πυροδοτούν τα φαινόμενα οριενταλισμού, βαλκανισμού, ξενοφοβίας, ρατσισμού και σεξισμού και τα οποία διατυπώνονται στο όνομα της Ελλάδας». Και συνεχίζει: «είναι επείγουσα η ανάγκη να φέρουμε στο προσκήνιο το διαμορφωτικό ρόλο που διαδραμάτισε η “Hellas” στο ευρωπαϊκό αποικιακό σχέδιο». Μια και «η φυλή αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ιδέας του έθνους. Η λευκότητα και η φυλετική υπεροχή έδωσαν μορφή στην ιδέα/ιδανικό της “αρχαίας Ελλάδας”, άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στους όρους της νεοελληνικής νεωτερικότητας, και εξακολουθούν να διαμορφώνουν και να τροφοδοτούν εμφανώς τους κυρίαρχους λόγους στην ελληνική δημόσια σφαίρα».


Είναι προφανές πως το ελληνικό έθνος, που απειλείται άμεσα με ιστορική έκλειψη καθώς διαθέτει μικρά και συρρικνούμενα μεγέθη, δημογραφικά και οικονομικά, πλήττεται περισσότερο από μια ιδεολογία ακύρωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς, διότι αυτή αποτελεί τη σημαντικότερη συμβολή της στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό. Και όμως, οι «πολυπολιτισμικοί» αποδομητικοί χώροι, κυρίαρχοι στα ΜΜΕ και τα πανεπιστήμια, συζητούν συχνότερα το ζήτημα των εναλλακτικών σεξουαλικών επιλογών από το δημογραφικό ζήτημα. Καθόλου τυχαία, άλλωστε, αφού ο «μέγας ιεροεξεταστής» έχει ήδη αποφανθεί ότι η συζήτηση αυτή κλείνει το μάτι σε αντιλήψεις «εθνικής ευγονικής» (!), ή επαναφέρει από την πίσω πόρτα τον εγκλωβισμό των γυναικών στον ρόλο της μητρότητας. Έτσι, η επισήμανση της δημογραφικής κρίσης καταλήγει τελικώς να χρησιμοποιείται ως ένα ακόμη επιχείρημα για την αποδοχή της μαζικής μετανάστευσης, καθώς η «μεγάλη αντικατάσταση» εμφανίζεται ως η πιο πολιτικά ορθή απάντηση στην πληθυσμιακή συρρίκνωση. Εδώ άλλωστε οι δικοί μας «αφυπνισμένοι» συναντούν τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς ομολόγους τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου