Από το ιστολόγιο http://www.politis-news.com/cgibin/hweb?-A=210751&-V=articles
Η πρώτη τεκμηριωμένη υπόθεση χάλκευσης έγγραφου σε σχέση με την τραγωδία της 11ης Ιουλίου στο Μαρί, βρίσκεται από χθες στα χέρια των ανακριτών του ΤΑΕ Αρχηγείου, με λειτουργό του υπουργείου Εξωτερικών να παραδέχεται ότι είχε επέμβει μετά τις 11 Ιουλίου, σε διαβαθμισμένο ως απόρρητο έγγραφο.
Όπως πληροφορείται ο «Π», πρόκειται για το περιβόητο έγγραφο που ετοίμασε το υπουργείο Εξωτερικών μετά τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου 2011, που είχε πραγματοποιηθεί στο υπουργείο Άμυνας με τη συμμετοχή και των δύο τέως υπουργών, Κώστα Παπακώστα και Μάρκου Κυπριανού.
Σε ρεπορτάζ του «Π» την περασμένη Πέμπτη, δημοσιεύθηκε η καταγγελία ενώπιον των ανακριτικών αρχών ότι το πρακτικό αυτό, σύμφωνα με την κατάθεση της συντάκτριάς του, διπλωματικής ακολούθου στο υπουργείο Εξωτερικών, ετοιμάστηκε πολύ αργότερα από την ημερομηνία πραγματοποίησης της σύσκεψης, αλλά και πολύ πριν την έκρηξη στο Μαρί. «Δηλαδή περί το μήνα Μάιο;» είχε ρωτηθεί χαρακτηριστικά η συντάκτρια του πρακτικού (το όνομα της οποίας κατέχουμε, αλλά για ευνόητους λόγους στην παρούσα φάση δεν έχουμε λόγο να δημοσιοποιήσουμε), για να απαντήσει η ίδια «μπορεί». Μάλιστα στην αρχική της κατάθεση η εν λόγω ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών είχε υποστηρίξει ότι ετοίμασε το πρακτικό αυτό –το οποίο μάλιστα διαβάθμισε και ως «απόρρητο»– συμβουλευόμενη τις χειρόγραφες σημειώσεις που κρατούσε κατά τη διάρκεια της σύσκεψης. Όταν της ζητήθηκε να καταθέσει και τις σημειώσεις αυτές, υποστήριξε ότι, μετά την ετοιμασία του πρακτικού, τις κατέστρεψε.
Ωστόσο, στη δεύτερη πλέον κατάθεσή της, η ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών προσκόμισε τις χειρόγραφες σημειώσεις της και, το πλέον σημαντικό, παραδέχθηκε ότι κατόπιν οδηγιών ανωτέρων επενέβη μετά την έκρηξη της 11ης Ιουλίου επί του αρχικού δακτυλογραφημένου εγγράφου και προσέθεσε μία παράγραφο, η οποία ελαφρύνει σημαντικά τις όποιες ευθύνες του τέως υπουργού Εξωτερικών, Μάρκου Κυπριανού, για την έκρηξη στο Μαρί. Συγκεκριμένα η διπλωματική ακόλουθος του υπουργείου Εξωτερικών προσέθεσε προς το τέλος του πρακτικού το ότι ο (τέως) υπουργός Εξωτερικών «ζήτησε να επικεντρωθούν όλοι στα θέματα ασφαλείας και να υπάρξει εκτίμηση για τη σταθερότητα της πυρίτιδας». Όπως πληροφορούμαστε, η λειτουργός του ΥΠΕΞ κατονόμασε ποιος της έδωσε την οδηγία για αυτή τη χάλκευση-αλλοίωση του συγκεκριμένου εγγράφου. Επίσης κατασχέθηκε από το γραφείο της χθες και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, στον σκληρό δίσκο του οποίου ήταν φυλαγμένο το συγκεκριμένο αρχείο. Τον υπολογιστή θα εξετάσουν πλέον οι ειδικοί της αστυνομίας για να διαφανεί πότε ακριβώς ετοιμάστηκε το αρχικό κείμενο, αλλά και το πότε υπήρξαν επεμβάσεις σε αυτό.
Σύσκεψη για τη χάλκευση
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», τα νέα δεδομένα θα εξετασθούν σήμερα το πρωί σε σύσκεψη των ανακριτών στο γραφείο του γενικού εισαγγελέα, Πέτρου Κληρίδη. Η όλη εξέλιξη κρίνεται ιδιαιτέρως σοβαρή, σύμφωνα με αστυνομική πηγή, αφού για τη συγκεκριμένη υπόθεση υπάρχει πλέον παραδοχή ότι κάποιος ή κάποιοι επιχείρησαν αμέσως μετά την τραγωδία –«την ώρα που η ναυτική βάση ακόμη ξεκάπνιζε» ήταν η ακριβής φράση– να χαλκεύσουν έγραφα για να ελαφρύνουν τη δική τους θέση.
Το «πρακτικό» του ΥΠΕΞ
Το πρακτικό που «συνέταξε» το υπουργείο Εξωτερικών πολύ μετά τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου 2011 αλλά και υποτίθεται πολύ πριν την έκρηξη στο Μαρί, είχε αναγνώσει αυτούσιο πηγή του υπουργείου Εξωτερικών στον «Π» την 12η Ιουλίου το απόγευμα (μία μέρα μετά την έκρηξη). Το πρακτικό του υπουργείου Εξωτερικών περιλαμβάνει τους διαλόγους που υποτίθεται (ή τουλάχιστον σύμφωνα με το ΥΠΕΞ) είχαν διαμειφθεί μεταξύ των αρμοδίων στη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου. Ο διάλογος στο παραποιημένο έγγραφο του υπουργείου Εξωτερικών εμφανίζεται ως εξής: «Ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς ζήτησε να καταστραφεί η πυρίτιδα αφού πρώτα το υπουργείο Άμυνας διαβουλευθεί με τον ΟΗΕ. Ο υπουργός Εξωτερικών συμφώνησε, αφού όπως είπε η πυρίτιδα είναι ασταθής. Ζήτησε επίσης να μάθουμε την αξία του υπόλοιπου φορτίου σε περίπτωση ρευστοποίησής του. Τα χρήματα μπορούσαν να κατατεθούν σε τράπεζα και να κληθεί ο ΟΗΕ να αποφασίσει τι θα γίνει. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας τόνισε ότι το πρόβλημα με τις σκοπιές μπορεί να επιλυθεί. Το πρόβλημα τόνισε παραμένει η ασφάλεια. Ο υπουργός Εξωτερικών ζήτησε να επικεντρωθούν όλοι στα θέματα ασφαλείας και να υπάρξει εκτίμηση για τη σταθερότητα της πυρίτιδας».
Το «πρακτικό» του ΥΠΑΜ
Όλος αυτός ο διάλογος δεν εμφανίζεται πουθενά, όμως, στο πρακτικό από την ίδια σύσκεψη που είχε ετοιμάσει το υπουργείο Άμυνας. Συγκεκριμένα, το πρακτικό ημερομηνίας 10 Φεβρουαρίου του υπουργείου Άμυνας από τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου, καταγράφει τις παρεμβάσεις του υπουργού Εξωτερικών στη σύσκεψη ως εξής: Στην έναρξη της σύσκεψης «ο υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε ότι η Δημοκρατία προέβη σε σωστό χειρισμό του όλου θέματος [...] με αποτέλεσμα να δεχθεί εγκωμιαστικά σχόλια από τους εταίρους της στην ΕΕ, [ενώ] η Συρία και το Ιράν δεν κράτησαν οποιαδήποτε αρνητική στάση έναντι της Κύπρου για το εν λόγω θέμα». Ακολούθως, ο υπουργός Άμυνας εμφανίζεται να προειδοποιεί για το γεγονός ότι η Εθνική Φρουρά δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί επ’ αόριστον την ασφάλεια του φορτίου, με την προειδοποίηση να επαναλαμβάνει ο αρχηγός της ΕΦ. Στη συνέχεια της τοποθέτησής του, ο υπουργός Εξωτερικών (αφού είχε ακούσει προηγουμένως τον εκπρόσωπο της Διεύθυνσης Υλικού Πολέμου να περιγράφει το περιεχόμενο του φορτίου και το φόβο αποσταθεροποίησής του), «ρώτησε κατά πόσο δύναται να εξετασθεί από χημεία της Κύπρου ή του εξωτερικού, σε ποιο βαθμό, εάν υφίσταται, έχει αλλοιωθεί η εν λόγω πυρίτιδα. Ακόμη επισήμανε ότι θα ήταν ωφέλιμο να γινόταν μια εκτίμηση, για τη συνολική αξία του φορτίου». Ακολούθησε η παρέμβαση του διευθυντή στο διπλωματικό γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας, Λεωνίδα Παντελίδη, ο οποίος υποστήριξε ότι εάν η Δημοκρατία εκποιούσε το φορτίο «σύμφωνα με πληροφόρηση, η Συρία και το Ιράν θα ικανοποιούνταν με την επιστροφή ενός συμβολικού χρηματικού ποσού». Ο υπουργός Εξωτερικών αντέδρασε σε αυτή την τοποθέτηση, υποδεικνύοντας ότι «κρύβεται πολιτική σκοπιμότητα πίσω από το αίτημα του Ιράν και της Συρίας για επιστροφή ενός συμβολικού χρηματικού ποσού [καθώς] θέλουν να αποδείξουν ότι ήταν παράνομη η κατάσχεση του φορτίου». Η τελευταία παρέμβαση του τέως υπουργού Εξωτερικών σε εκείνη τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου ήταν να ζητήσει από το ΓΕΕΦ «να αποστείλει δείγματα των διαφόρων πυρίτιδων του φορτίου, σε χημεία της Κύπρου ή του εξωτερικού, προκειμένου να διερευνηθεί κατά πόσον έχει αλλοιωθεί η σύνθεση αυτών. Ακόμη, ζήτησε να γίνει μια εκτίμηση της συνολικής αξίας του φορτίου, καθώς και έρευνα από εργοστάσια του εξωτερικού, για πιθανούς αγοραστές της πυρίτιδας». Δηλαδή, πουθενά ο Μάρκος Κυπριανού δεν εμφανίζεται στο πρακτικό του υπουργείου Άμυνας, αντίθετα με το χαλκευμένο έγγραφο που παρουσίασε το υπουργείο Εξωτερικών, να συμφωνεί με μια ουδέποτε διατυπωμένη πρόταση υπέρ της καταστροφής του φορτίου.
Πηγή: Εφημερίδα «ΠΟΛΙΤΗΣ»
ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΡΟΥΤΗΣ, ΜΙΧΑΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ
09/08/2011 - 09:15
Η πρώτη τεκμηριωμένη υπόθεση χάλκευσης έγγραφου σε σχέση με την τραγωδία της 11ης Ιουλίου στο Μαρί, βρίσκεται από χθες στα χέρια των ανακριτών του ΤΑΕ Αρχηγείου, με λειτουργό του υπουργείου Εξωτερικών να παραδέχεται ότι είχε επέμβει μετά τις 11 Ιουλίου, σε διαβαθμισμένο ως απόρρητο έγγραφο.
Όπως πληροφορείται ο «Π», πρόκειται για το περιβόητο έγγραφο που ετοίμασε το υπουργείο Εξωτερικών μετά τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου 2011, που είχε πραγματοποιηθεί στο υπουργείο Άμυνας με τη συμμετοχή και των δύο τέως υπουργών, Κώστα Παπακώστα και Μάρκου Κυπριανού.
Σε ρεπορτάζ του «Π» την περασμένη Πέμπτη, δημοσιεύθηκε η καταγγελία ενώπιον των ανακριτικών αρχών ότι το πρακτικό αυτό, σύμφωνα με την κατάθεση της συντάκτριάς του, διπλωματικής ακολούθου στο υπουργείο Εξωτερικών, ετοιμάστηκε πολύ αργότερα από την ημερομηνία πραγματοποίησης της σύσκεψης, αλλά και πολύ πριν την έκρηξη στο Μαρί. «Δηλαδή περί το μήνα Μάιο;» είχε ρωτηθεί χαρακτηριστικά η συντάκτρια του πρακτικού (το όνομα της οποίας κατέχουμε, αλλά για ευνόητους λόγους στην παρούσα φάση δεν έχουμε λόγο να δημοσιοποιήσουμε), για να απαντήσει η ίδια «μπορεί». Μάλιστα στην αρχική της κατάθεση η εν λόγω ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών είχε υποστηρίξει ότι ετοίμασε το πρακτικό αυτό –το οποίο μάλιστα διαβάθμισε και ως «απόρρητο»– συμβουλευόμενη τις χειρόγραφες σημειώσεις που κρατούσε κατά τη διάρκεια της σύσκεψης. Όταν της ζητήθηκε να καταθέσει και τις σημειώσεις αυτές, υποστήριξε ότι, μετά την ετοιμασία του πρακτικού, τις κατέστρεψε.
Ωστόσο, στη δεύτερη πλέον κατάθεσή της, η ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών προσκόμισε τις χειρόγραφες σημειώσεις της και, το πλέον σημαντικό, παραδέχθηκε ότι κατόπιν οδηγιών ανωτέρων επενέβη μετά την έκρηξη της 11ης Ιουλίου επί του αρχικού δακτυλογραφημένου εγγράφου και προσέθεσε μία παράγραφο, η οποία ελαφρύνει σημαντικά τις όποιες ευθύνες του τέως υπουργού Εξωτερικών, Μάρκου Κυπριανού, για την έκρηξη στο Μαρί. Συγκεκριμένα η διπλωματική ακόλουθος του υπουργείου Εξωτερικών προσέθεσε προς το τέλος του πρακτικού το ότι ο (τέως) υπουργός Εξωτερικών «ζήτησε να επικεντρωθούν όλοι στα θέματα ασφαλείας και να υπάρξει εκτίμηση για τη σταθερότητα της πυρίτιδας». Όπως πληροφορούμαστε, η λειτουργός του ΥΠΕΞ κατονόμασε ποιος της έδωσε την οδηγία για αυτή τη χάλκευση-αλλοίωση του συγκεκριμένου εγγράφου. Επίσης κατασχέθηκε από το γραφείο της χθες και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, στον σκληρό δίσκο του οποίου ήταν φυλαγμένο το συγκεκριμένο αρχείο. Τον υπολογιστή θα εξετάσουν πλέον οι ειδικοί της αστυνομίας για να διαφανεί πότε ακριβώς ετοιμάστηκε το αρχικό κείμενο, αλλά και το πότε υπήρξαν επεμβάσεις σε αυτό.
Σύσκεψη για τη χάλκευση
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», τα νέα δεδομένα θα εξετασθούν σήμερα το πρωί σε σύσκεψη των ανακριτών στο γραφείο του γενικού εισαγγελέα, Πέτρου Κληρίδη. Η όλη εξέλιξη κρίνεται ιδιαιτέρως σοβαρή, σύμφωνα με αστυνομική πηγή, αφού για τη συγκεκριμένη υπόθεση υπάρχει πλέον παραδοχή ότι κάποιος ή κάποιοι επιχείρησαν αμέσως μετά την τραγωδία –«την ώρα που η ναυτική βάση ακόμη ξεκάπνιζε» ήταν η ακριβής φράση– να χαλκεύσουν έγραφα για να ελαφρύνουν τη δική τους θέση.
Το «πρακτικό» του ΥΠΕΞ
Το πρακτικό που «συνέταξε» το υπουργείο Εξωτερικών πολύ μετά τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου 2011 αλλά και υποτίθεται πολύ πριν την έκρηξη στο Μαρί, είχε αναγνώσει αυτούσιο πηγή του υπουργείου Εξωτερικών στον «Π» την 12η Ιουλίου το απόγευμα (μία μέρα μετά την έκρηξη). Το πρακτικό του υπουργείου Εξωτερικών περιλαμβάνει τους διαλόγους που υποτίθεται (ή τουλάχιστον σύμφωνα με το ΥΠΕΞ) είχαν διαμειφθεί μεταξύ των αρμοδίων στη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου. Ο διάλογος στο παραποιημένο έγγραφο του υπουργείου Εξωτερικών εμφανίζεται ως εξής: «Ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς ζήτησε να καταστραφεί η πυρίτιδα αφού πρώτα το υπουργείο Άμυνας διαβουλευθεί με τον ΟΗΕ. Ο υπουργός Εξωτερικών συμφώνησε, αφού όπως είπε η πυρίτιδα είναι ασταθής. Ζήτησε επίσης να μάθουμε την αξία του υπόλοιπου φορτίου σε περίπτωση ρευστοποίησής του. Τα χρήματα μπορούσαν να κατατεθούν σε τράπεζα και να κληθεί ο ΟΗΕ να αποφασίσει τι θα γίνει. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας τόνισε ότι το πρόβλημα με τις σκοπιές μπορεί να επιλυθεί. Το πρόβλημα τόνισε παραμένει η ασφάλεια. Ο υπουργός Εξωτερικών ζήτησε να επικεντρωθούν όλοι στα θέματα ασφαλείας και να υπάρξει εκτίμηση για τη σταθερότητα της πυρίτιδας».
Το «πρακτικό» του ΥΠΑΜ
Όλος αυτός ο διάλογος δεν εμφανίζεται πουθενά, όμως, στο πρακτικό από την ίδια σύσκεψη που είχε ετοιμάσει το υπουργείο Άμυνας. Συγκεκριμένα, το πρακτικό ημερομηνίας 10 Φεβρουαρίου του υπουργείου Άμυνας από τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου, καταγράφει τις παρεμβάσεις του υπουργού Εξωτερικών στη σύσκεψη ως εξής: Στην έναρξη της σύσκεψης «ο υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε ότι η Δημοκρατία προέβη σε σωστό χειρισμό του όλου θέματος [...] με αποτέλεσμα να δεχθεί εγκωμιαστικά σχόλια από τους εταίρους της στην ΕΕ, [ενώ] η Συρία και το Ιράν δεν κράτησαν οποιαδήποτε αρνητική στάση έναντι της Κύπρου για το εν λόγω θέμα». Ακολούθως, ο υπουργός Άμυνας εμφανίζεται να προειδοποιεί για το γεγονός ότι η Εθνική Φρουρά δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί επ’ αόριστον την ασφάλεια του φορτίου, με την προειδοποίηση να επαναλαμβάνει ο αρχηγός της ΕΦ. Στη συνέχεια της τοποθέτησής του, ο υπουργός Εξωτερικών (αφού είχε ακούσει προηγουμένως τον εκπρόσωπο της Διεύθυνσης Υλικού Πολέμου να περιγράφει το περιεχόμενο του φορτίου και το φόβο αποσταθεροποίησής του), «ρώτησε κατά πόσο δύναται να εξετασθεί από χημεία της Κύπρου ή του εξωτερικού, σε ποιο βαθμό, εάν υφίσταται, έχει αλλοιωθεί η εν λόγω πυρίτιδα. Ακόμη επισήμανε ότι θα ήταν ωφέλιμο να γινόταν μια εκτίμηση, για τη συνολική αξία του φορτίου». Ακολούθησε η παρέμβαση του διευθυντή στο διπλωματικό γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας, Λεωνίδα Παντελίδη, ο οποίος υποστήριξε ότι εάν η Δημοκρατία εκποιούσε το φορτίο «σύμφωνα με πληροφόρηση, η Συρία και το Ιράν θα ικανοποιούνταν με την επιστροφή ενός συμβολικού χρηματικού ποσού». Ο υπουργός Εξωτερικών αντέδρασε σε αυτή την τοποθέτηση, υποδεικνύοντας ότι «κρύβεται πολιτική σκοπιμότητα πίσω από το αίτημα του Ιράν και της Συρίας για επιστροφή ενός συμβολικού χρηματικού ποσού [καθώς] θέλουν να αποδείξουν ότι ήταν παράνομη η κατάσχεση του φορτίου». Η τελευταία παρέμβαση του τέως υπουργού Εξωτερικών σε εκείνη τη σύσκεψη της 7ης Φεβρουαρίου ήταν να ζητήσει από το ΓΕΕΦ «να αποστείλει δείγματα των διαφόρων πυρίτιδων του φορτίου, σε χημεία της Κύπρου ή του εξωτερικού, προκειμένου να διερευνηθεί κατά πόσον έχει αλλοιωθεί η σύνθεση αυτών. Ακόμη, ζήτησε να γίνει μια εκτίμηση της συνολικής αξίας του φορτίου, καθώς και έρευνα από εργοστάσια του εξωτερικού, για πιθανούς αγοραστές της πυρίτιδας». Δηλαδή, πουθενά ο Μάρκος Κυπριανού δεν εμφανίζεται στο πρακτικό του υπουργείου Άμυνας, αντίθετα με το χαλκευμένο έγγραφο που παρουσίασε το υπουργείο Εξωτερικών, να συμφωνεί με μια ουδέποτε διατυπωμένη πρόταση υπέρ της καταστροφής του φορτίου.
Πηγή: Εφημερίδα «ΠΟΛΙΤΗΣ»
ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΡΟΥΤΗΣ, ΜΙΧΑΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ
09/08/2011 - 09:15
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου